Τι είναι το bullying;
Ο εκφοβισμός ή παρενόχληση θεωρείται οποιαδήποτε πράξη επιθετικότητας, τρομοκρατικής ή αυταρχικής συμπεριφοράς που πραγματοποιείται… μέσω φυσικής παρουσίας κι η οποία επαναλαμβάνεται ανά τακτά ή άτακτα χρονικά διαστήματα. Ο στόχος της μη αποδεκτής αυτής συμπεριφοράς είναι ο επιτιθέμενος να επιβληθεί και να προκαλέσει προσωπική μείωση, σωματικό ή ψυχικό πόνο στο άτομο (ή στην ομάδα προσώπων) που την υφίσταται.
Πιο συγκεκριμένα, μέσω του bullying, ο θύτης προσπαθεί σκόπιμα και απρόκλητα να προσβάλει, να ενοχλήσει, να δυσφημίσει, να γελοιοποιήσει, να εκθέσει αρνητικά, να αποκλείσει κοινωνικά, ή απειλήσει έναν άλλο συνάνθρωπο του ή παιδί.
Ποια παιδιά κινδυνεύουν περισσότερο;
Θα ήταν πιο χρήσιμο εάν εξετάζαμε την πλευρά του ατόμου που ασκεί bullying, ως ένα παιχνίδι «εξουσίας» κι ως ανάγκη επιβολής ισχύος, μέσω της μείωσης και της περιφρόνησης αθώων θυμάτων. Οι άνθρωποι που ασκούν εκφοβισμό, είναι σχεδόν βέβαιο, ότι έχουν μειωθεί, απαξιωθεί ή/και εγκαταλειφτεί στα πρώιμα παιδικά τους χρόνια. Ως αντιστάθμισμα της δυσφορίας τους, μειώνουν και τρομοκρατούν άλλους ανθρώπους, κρύβοντας τα βαθύτερα συναισθήματα τους. Ουσιαστικά, είναι άτομα που εκφορτίζουν τη δυστυχία τους σε άλλους. Συνήθως δεν νιώθουν καμία υπευθυνότητα για τις πράξεις τους, έχουν συχνά την ανάγκη να ελέγχουν τους άλλους, να επιβάλλονται, να κερδίζουν, ενώ αδυνατούν να αναγνωρίσουν και να κατανοήσουν τα συναισθήματα των συνανθρώπων τους.
Παρά ταύτα, είναι εξαιρετικοί παρατηρητές της ανθρώπινης συμπεριφοράς και πάντοτε επιλέγουν προσεκτικά τα θύματα τους: επιλέγουν εκείνους που εκφράζονται αδύναμα, που βρίσκονται σε μεταβατικό στάδιο, που δείχνουν «ανοχύρωτοι». Οι θύτες χρησιμοποιούν τη «διαφορετικότητα» για να δικαιολογήσουν την συμπεριφορά τους, να στοχοποιήσουν τα θύματα τους και να τα κάνουν να νιώσουν αμήχανα ή άσχημα.
Το πραγματικό πρόβλημα δεν είναι η «διαφορετικότητα» του θύματος αλλά ο ίδιος ο θύτης που νιώθει φθόνο, θυμό, φόβο, ανασφάλεια, δυστυχία.
Είναι σημαντικό να έχουμε πάντοτε στο μυαλό μας, ότι η κοινωνία χρειάζεται τη διαφορετικότητα, γιατί είναι αυτή που μας κάνει μοναδικούς και μας επιτρέπει με ξεχωριστό τρόπο να αντιλαμβανόμαστε και να συνεισφέρουμε σε αυτήν.
3. Η οικογένεια ποια σημάδια μπορεί να αναγνωρίσει στο παιδί της που δέχεται κακοποίηση;
Η οικογένεια θα παρατηρήσει αλλαγή σε συνήθειες και συμπεριφορές, όπως απομόνωση, αυξημένη παθητικότητα, άρνηση να πάει σχολείο ή σε άλλες δραστηριότητες, αλλαγές στο σώμα του (πχ μελανιές) απότομη πτώση στις σχολικές επιδόσεις, επανειλημμένη απώλεια προσωπικών αντικειμένων, εκτέλεση πράξεων αντίθετων με τον χαρακτήρα του παιδιού, δείγματα κατάθλιψης, φόβου, αίσθηση ανασφάλειας, απώλεια εμπιστοσύνης στον εαυτό κ.α. Εκτός των ψυχολογικών διαταραχών ή των διαταραχών συμπεριφοράς, μπορεί να παρουσιαστούν και ψυχοσωματικά προβλήματα, όπως παράπονα για αδιαθεσίες, πονοκεφάλους ή κοιλιακά άλγη. Ακόμα, μπορεί να εμφανιστούν περιστατικά νυκτερινής ενούρησης, διαταραχές ύπνου, άγχος, χαμηλή αυτοεκτίμηση, άλλες γενικές φοβίες, κ.α.
Τι πρέπει να κάνουμε
Πρώτα από όλα, δίνουμε στο θύμα χρόνο και χώρο να εκφραστεί και να μας διηγηθεί περιστατικά εκφοβισμού που τυχόν βίωσε. Θα ακούσουμε με μεγάλη προσοχή, κατανόηση και ενσυναίσθηση και θα βοηθήσουμε να εκφραστούν με λόγια τα συναισθήματά του. Εάν πρόκειται για παιδί, διαβάζουμε ένα παραμύθι ή μία ιστορία με ανάλογο περιεχόμενο ή παίζουμε μαζί του με κουκλάκια, αναπαριστώντας και βοηθώντας τα συναισθήματα να εξωτερικευθούν.
Καλό θα ήταν, η επεξεργασία να ξεκινήσει αμέσως μετά από ένα συμβάν και μπορεί να περιλαμβάνει, συζήτηση και κατανόηση του γεγονότος, καθώς και ενέργειες όπως η προστασία του θύματος σε ασφαλή κοινωνικό περίγυρο, η προειδοποίηση του δράστη για τη ΛΗΨΗ νόμιμων μέτρων προστασίας, την αναφορά των περιστατικών ή/και των μηνυμάτων στις αρμόδιες αρχές (π.χ. αστυνομία, υπηρεσία δίωξης ηλεκτρονικού εγκλήματος) και λήψη νόμιμων προληπτικών μέτρων, σε περίπτωση απειλών ή προσωπικής ζημίας.
Εάν προσβάλλεται/παραβιάζεται ανήλικο παιδί, η αντιμετώπιση περιλαμβάνει, επικοινωνία με το δάσκαλο και το σχολείο, εκπαίδευση γονέων κι εκπαιδευτικών στην αναγνώριση των πιο ευρέως χρησιμοποιούμενων τεχνικών θυματοποίησης, την ευαισθητοποίηση σε θέματα της κοινωνικώς αποδεκτής συμπεριφοράς, τους τρόπους ορθής αναφοράς περιστατικού εκφοβισμού σε γονείς, έμπιστο ενήλικα ή απευθείας στις αρχές.
Σε κάθε περίπτωση, είναι αναγκαία:
– η επικοινωνία με το θύμα κι η στήριξη του στην κατανόηση ότι για αυτό που συμβαίνει, δεν ευθύνεται το ίδιο, κι η αναγνώριση της πράξης εκφοβισμού ως κακοποιητικής κι απαράδεκτης
– η βεβαίωση (λεκτική και συναισθηματική) ότι το θύμα είναι ασφαλές (εάν πρόκειται για ανήλικο), άξιο αγάπης και πολύτιμο μέλος του κοινωνικού συνόλου
– επικοινωνία με ειδικό ψυχικής υγείας για την αντιμετώπιση πιθανών ψυχοσωματικών διαταραχών
– βοήθεια ώστε το θύμα να διευρύνει τον κύκλο των φίλων του, με σκοπό την αλληλοϋποστήριξη και τη θετική συναισθηματική τροφοδότηση
– η ενημέρωση (ανάλογα με το αναπτυξιακό στάδιο των παιδιών) για τους πιθανούς κινδύνους, ώστε να αναγνωρίζουν ένα παραβατικό περιστατικό και να συνειδητοποιήσουν ότι θα πρέπει να ζητήσουν βοήθεια από τα κατάλληλα πρόσωπα, ώστε να υπερασπιστούν τον εαυτό τους, σε ανάλογη περίπτωση.
Οι άνθρωποι δεν πρέπει να μένουν παθητικοί δέκτες ή να γίνονται επιθετικοί στη συμπεριφορά τους, αλλά να βοηθηθούν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα με αποδεκτούς κοινωνικά τρόπους.
Ως γονείς οφείλουμε να γίνουμε οι ίδιοι τα καλά παραδείγματα για τα παιδιά μας στο σπίτι, το σχολείο και στην ευρύτερη κοινωνία, γενικότερα.
Όλοι έχουν το δικαίωμα στην προσωπική ελευθερία, την επιλογή ή τη διαφορετικότητα και για τις επιλογές τους, δεν είναι υποχρεωμένοι να υφίστανται απομόνωση, απειλές, εξευτελισμό, βία ή υποτίμηση από τους άλλους συνανθρώπους τους.
Bullying στο διαδίκτυο
Τόσο ο ηλεκτρονικός, όσο και ο φυσικός εκφοβισμός, προκαλούν πολύ σοβαρές συνέπειες στη ζωή του θύματος. Παρότι ο διαδικτυακός εκφοβισμός δεν έχει τη μορφή της σωματικής επίθεσης, εξακολουθεί να είναι μια μορφή επιθετικότητας που επηρεάζει δυσμενώς τη ζωή του θύματος, μειώνει την εικόνα, την ταυτότητα, την αυτοδιάθεση, την αξιοπρέπεια και την υπόληψη του θύματος. Ως αποτέλεσμα, ο προσβαλλόμενος αναγκάζεται να αποσυρθεί και να απομονωθεί κοινωνικά, προκειμένου να επεξεργαστεί την οδύνη του, για την οποία δεν φέρει και ευθύνη. Η συνεχής, επίμονη κι έντονη παρενόχληση, δε, μπορεί πιθανά να οδηγήσει σε τάση αυτοκτονίας λόγω της αίσθησης δυστυχίας ή/και αβοηθητότητας που το προσβαλλόμενο πρόσωπο βιώνει.
Τα χαρακτηριστικά των παιδιών που κάνουν bullying
Διότι έχουν την ανάγκη εκτόνωσης έντονων συναισθημάτων όπως η οργή, ο πόνος, η εγκατάλειψη, ο φόβος, η απόρριψη, ο θυμός, η απελπισία, η απόγνωση, που πιθανότατα προκληθήκαν από προβληματικές οικογενειακές σχέσεις, κοινωνική δυσλειτουργία ή δύσκολες προσωπικές σχέσεις.
Με την αντικοινωνική αυτή συμπεριφορά, οι δράστες αισθάνονται ότι επιβάλουν εξουσία κι ανακτούν τον χαμένο έλεγχο, ανακουφίζοντας τα συναισθήματα δυσφορίας που νιώθουν.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, διερευνούμε τις βαθύτερες συναισθηματικές ανάγκες του ατόμου και διερευνούμε προσεκτικά την προσωπικότητα, τις ανασφάλειες, τα στερεότυπα κλπ, που μπορεί να ευθύνονται για την μη αποδεκτή συμπεριφορά.
Πίσω από τα αρνητικά συναισθήματα συχνά κρύβονται μοναξιά, δυσκολίες προσαρμογής, ψυχοσωματικά προβλήματα και χαμηλή αυτοεκτίμηση.
Με την κατάλληλη ψυχοεκπαίδευση, ο δράστης μπορεί να κατανοήσει τους λόγους που τον οδήγησαν στην παραβατική συμπεριφορά, να ενισχύσει την αυτοεκτίμηση του και τέλος να επιλέξει έναν κοινωνικά αποδεκτό τρόπο συμπεριφοράς.