«Αστείες οι κατά εκπαιδευτικών και υγειονομικών, από κάποιους που ας μην τους χαρακτηρίζω τώρα» δήλωσε ο ο υπουργός Εσωτερικών, μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα 91,6 και 105,8.

Ερωτηθείς για τους δημοσίους υπαλλήλους που αρνούνται και να κάνουν διαγνωστικό τεστ, αποκάλυψε ότι σε αυτές τις περιπτώσεις, θα επιβάλλονται πρόστιμα 300 ευρώ την εβδομάδα, κάτι που ουσιαστικά οδηγούν σε αποστέρηση μισθού. Τα πρόστιμα εισπράττονται με παρακράτηση μισθού και είναι η πρώτη εβδομάδα που «τρέχουν».

Όσον αφορά στις μηνυτήριες αναφορές από αρνητές, ο κ. Βορίδης σημείωσε ότι «υπάρχει ένα υπόδειγμα έγκλισης, που μιλάει για εσχάτη προδοσία, βασανιστήρια, εγκληματικές οργανώσεις, δηλαδή είναι αυτό που λέμε “ό,τι να’ ναι”. Πάνε διάφοροι καταθέτουν αυτή την έγκλιση και υποθέτω ότι εκείνο που προσπαθούν να κάνουν είναι να κινητοποιήσουν ή να εκφοβίσουν δήθεν με τον τρόπο αυτό και να κινητοποιήσουν τις αρχές για συλλήψεις στο πλαίσιο δήθεν αυτόφωρων αδικημάτων, καθηγητών, διευθυντών και άλλων στελεχών της δημόσιας διοίκησης».

Ο κ. Βορίδης υπογράμμισε ότι θα πρέπει επί τόπου να υποβάλλονται μηνύσεις για ψευδείς καταμηνύσεις από τους εγκαλούμενους, προκειμένου να υπάρχει σύλληψη. «Θα πρέπει να δοθεί μια γενική κατεύθυνση – νομίζω ότι κινήθηκε ήδη ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου– ώστε αυτές οι μηνύσεις να αρχειοθετούνται κατευθείαν και άνευ ειδικής εξετάσεως ως προφανώς αβάσιμες και ψευδείς, και να μένει η μήνυση για την ψευδή καταμήνυση και τη συκοφαντική δυσφήμιση και να οδηγούνται στη Δικαιοσύνη αυτοί που κάνουν αυτά τα πράγματα για να κριθούν για τις πράξεις τους και να τελειώνουμε», είπε.

«Είδα ότι υπάρχει μια εξαγγελία από την πλευρά της κυβέρνησης ότι κάπως θα ρυθμιστεί και το θέμα του αυτοφώρου, το οποίο –κατά τη γνώμη μου- επειδή αυτό παίρνει ένα χαρακτήρα οργανωμένο από τη στιγμή που κυκλοφορεί το υπόδειγμα- θα μπορούσε με μια γενική οδηγία που θα δώσει ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου να λήξει αυτό το ζήτημα και να μην έχουμε τίποτα περισσότερο. Είναι προφανέστατα αβάσιμες αυτές οι μηνύσεις», επισήμανε.

Όπως εξήγησε ο υπουργός Εσωτερικών, όταν κατατίθεται μια μήνυση, αυτή πρέπει να πάει σε έναν εισαγγελέα για να αξιολογηθεί. Εάν ο εισαγγελέας κρίνει ότι είναι προφανώς αβάσιμη, τότε δεν υπάρχει η διαδικασία του αυτοφώρου. Επομένως, μπορεί κατευθείαν να αρχειοθετείται. «Νομίζω ότι μπορεί να λυθεί σε εσωτερικά σε δικαστικό επίπεδο. Ρίχνεις μια ματιά καταλαβαίνεις ότι έχει μηνύσει έναν εκπαιδευτικό για εσχάτη προδοσία, είναι προφανές ότι λέει ανοησίες, επομένως αρχειοθετείται», ανέφερε, λέγοντας ότι το θέμα είναι να μην ταλαιπωρείται ο εκπαιδευτικός ή ο υγειονομικός στα αστυνομικά τμήματα.

«Νομίζω ότι αν δοθεί μια οδηγία στα αστυνομικά τμήματα και στις εισαγγελικές αρχές, το θέμα λύνεται χωρίς να χρειάζονται πολλά-πολλά. Κατά τη γνώμη μου δεν χρειάζονται αλλαγές στον Ποινικό Κώδικα, αλλά άκουσα ότι το μελετούν οι αρμόδιοι υπουργοί. Ωστόσο είναι τόσο αβάσιμα όλα αυτά, που μπορούν να λυθούν στο επίπεδο της Δικαιοσύνης, χωρίς παρεμβάσεις νομοθετικές. Αλλά, εν πάση περιπτώσει, αν κριθεί ότι χρειάζεται κάτι τέτοιο, προφανώς η κυβέρνηση θα ενεργήσει προς την κατεύθυνση αυτή», διαβεβαίωσε, σημειώνοντας ότι «χρειάζεται μια στάθμιση» και τα ζητήματα αυτά θα λυθούν «με μια οδηγία από την εισαγγελική αρχή και τον αρχηγό της αστυνομίας».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πρόγραμμα Πανελληνίων 2025