Θρησκειολογία ή ορθόδοξη αγωγή;
Του Βασιλείου Χ. Στεργιούλη, θεολόγου
Η συνεχιζόμενη συζήτηση για το χαρακτήρα και την κατεύθυνση του μαθήματος των θρησκευτικών, δίνει την αφορμή για τις ακόλουθες σκέψεις.
1. Ο χαρακτήρας και η κατεύθυνση του θρησκευτικού μαθήματος συνδέεται άμεσα με τον σχεδιασμό γενικά της εθνικής μας αγωγής και της δι’ αυτής παρεχόμενης παιδείας.
Σχετίζεται δηλαδή με τη στοχοθεσία της αγωγής και της παιδείας. Με το τι ανθρώπους θέλουμε να διαμορφώσει η εθνική μας αγωγή και παιδεία. Να το πούμε απλούστερα: Θέλουμε σχολείο παροχής γνώσεων και πληροφοριών με φροντιστηριακό χαρακτήρα ή παιδευτικό και ανθρωποποιό, που να διαπλάσσει χαρακτήρες με την αίσθηση της ταυτότητάς μας και της αυτοσυνειδησίας;
2. Ένα θρησκειολογικό μάθημα μπορεί να προβάλλει πληροφορίες και γνώσεις για τα θρησκεύματα, μια άχρωμη θρησκειολογία, σύμφωνη με το πνεύμα της νεοεποχίτικης παγκοσμιοποίησης (και με το πρόγραμμα του κυβερνώντος κόμματος, που θέλει να αναθέσει αυτή τη διδασκαλία σε… κοινωνιολόγους). Δε μπορεί όμως να χαρίσει στους νέους την αίσθηση της εθνικοθρησκευτικής ταυτότητας και αυτοσυνειδησίας, που είναι τόσο απαραίτητη στην κρίσιμη εποχή μας, όπου η αξιακή, ηθικοπνευματική, αλλά και οικονομική κατάσταση μας έχουν ευτελίσει στον κόσμο όλο. Σήμερα, που οι γειτονικοί μας λαοί σφετερίζονται τόσο την εθνική, όσο και τη θρησκευτική μας παράδοση, επιτρέπεται εμείς να συντελούμε στον εθνικό και θρησκευτικό αποχρωματισμό της νεολαίας, που είναι η ελπίδα μας;
3. Εξάλλου, γιατί ν’ αλλάξει ο χαρακτήρας του μαθήματος και να γίνει «πολυθρησκευτικό»; Δεν αρκεί το σημερινό πλαίσιο διδασκαλίας των άλλων θρησκειών; Μένουν απληροφόρητοι οι μαθητές για τα άλλα θρησκεύματα; Γιατί πρέπει ν’ αλλάξει αυτό το καθεστώς; Μήπως για να εξισωθεί η διδασκαλία της Ορθοδοξίας με εκείνη των άλλων θρησκειών; Εύστοχα επισημάνθηκε ότι αυτό θα ισοδυναμούσε με την επί ίσοις όροις διδασκαλία του φασιστικού πολιτεύματος με το δημοκρατικό. Νομικοί δε χαρακτηρίζουν αυτή την αλλαγή ως αξιόποινη πράξη, γιατί έρχεται σε αντίθεση με το Σύνταγμα και τη Νομολογία. Και ως ηθική αυτουργία, λένε, στο έγκλημα του προσηλυτισμού.
4. Επιτρέπεται οι Νεοέλληνες να μυωπάζουμε και εθελοτυφλούμε μπροστά στην έκπαγλη προσωπικότητα του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού, του Μεγάλου Παιδαγωγού και στο απαστραπηβόλο μεγαλείο της διδασκαλίας του, που δε συγκρίνεται μαζί της καμιά άλλη; Αυτή, που εξημέρωσε και εκπολίτισε λαούς βάρβαρους και απολίτιστους, που συγκίνησε και σαγήνευσε τις ανθρώπινες καρδιές και προκάλεσε τις μεγαλύτερες ηθικές επαναστάσεις στην ιστορία; Αυτή, για την οποία ο παγκοσμίου φήμης Ρώσος λογοτέχνης Φ. Ντοστογιέφσκι απεφάνθη με θαυμασμό «ότι η ανθρωπότης ούτε έχει, ούτε δύναται να αποκτήσει άλλο βιβλίο εξίσου πολύτιμο»; Ο μεγάλος Ινδός φιλόσοφος, πατριώτης και κοινωνικός αναμορφωτής των νεοτέρων Ινδιών Μαχάτμα Γκάντι θαύμαζε ιδιαιτέρως το Ευαγγέλιο. Και έλεγε πως από την επί του Όρους ομιλία του Χριστού εμπνεύστηκε την ιδέα της – μη βίας, για να διώξει χωρίς αιματοχυσία τους Άγγλους από τη χώρα του.
Δεν ξέρει κανένας πώς να χαρακτηρίσει την πορεία μας ως λαού και ως έθνους. Ευτελίσαμε, ευτελίζουμε και απαξιώνουμε συνεχώς την παράδοση και τον πολιτισμό μας. Φαίνεται βαλθήκαμε να διαγραφούμε από την ιστορία.
Ας συναισθανθούμε όλοι τις ευθύνες μας απέναντι στην πατρίδα και στη νέα γενιά και ας βοηθήσουμε τα παιδιά μας να διαποτισθούν από τα νάματα της λαμπροφόρας ορθοδοξίας και να μη γίνουν άθυρμα των ναρκωτικών και του πολυειδούς κακού.