Βάσεις 2023: Ολοκληρώθηκε η υποβολή των Μηχανογραφικών Δελτίων (Μ.Δ.). Την Τρίτη 18-7-2023 από 08:30 π.μ. και μέχρι το μεσημέρι στις 14.00 μ.μ., οι υποψήφιοι θα έχουν την δυνατότητα να διαγράψουν τις σχολές που δεν επιθυμούν τελικά, ενώ η προσθήκη σχολών ή η αλλαγή σειράς προτιμήσεων δεν θα είναι δυνατή. Για αυτή την δυνατότητα διαγραφής προτιμήσεων και μόνο, οι υποψήφιοι θα επισκέπτονται την ιστοσελίδα https://exams-delpref.it.minedu.gov.gr/.
Στη συνέχεια, αυτή η ειδική εφαρμογή θα κλείσει και θα αρχίσει ο έλεγχος και η επεξεργασία των προτιμήσεων των υποψηφίων. Μετά τις 14:00 που θα κλείσει η διαγραφή των προτιμήσεων, θα ενεργοποιηθεί εκ νέου η εφαρμογή του Μηχανογραφικού (https://michanografiko.it.minedu.gov.gr), ώστε όσοι υποψήφιοι υπέβαλαν μηχανογραφικό δελτίο να μπορούν να το βλέπουν και να το αποθηκεύουν-εκτυπώνουν.
Πότε θα ανακοινωθούν οι βάσεις 2023: «Κατάφωρες αδικίες από την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής»
Μέσα στην ίδια αποκλειστική προθεσμία, δηλαδή μέχρι σήμερα Δευτέρα 17 Ιουλίου 2023 τα μεσάνυχτα, με τον ίδιο προσωπικό κωδικό ασφαλείας (password), οι υποψήφιοι μπορούν να υποβάλουν το Παράλληλο Μηχανογραφικό Δελτίο (ΠΜΔ) για τα Δημόσια ΙΕΚ, στην ίδια ηλεκτρονική διεύθυνση https://michanografiko.it.minedu.gov.gr του ΥΠΑΙΘΑ.
Υπενθυμίζεται ότι η προθεσμία είναι αποκλειστική και μετά την παρέλευσή της κανένας υποψήφιος δεν θα μπορεί να οριστικοποιήσει το Μηχανογραφικό Δελτίο είτε για εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση είτε για εγγραφή σε Δημόσια ΙΕΚ.
Με αφορμή την ολοκλήρωση της διαδικασίας συμπλήρωσης των Μ.Δ., το ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ συζήτησε με τον κ. Κωνσταντίνο Παπαγιαννούλη, σύμβουλο σπουδών και καριέρας PIXIDAedu, για να χαρτογραφήσει τις φετινές τάσεις στις επιλογές των μαθητών, τις προτεραιότητες των οικογενειών.
Η διαδικασία συμπλήρωσης των μηχανογραφικών είναι ατομική ή οικογενειακή υπόθεση;
Τα παιδιά έρχονται με τους γονείς τους, σχεδόν ποτέ δεν επιλέγουν μόνα τους. Στην καλύτερη περίπτωση, οι γονείς είναι κοντά, λειτουργώντας σαν παρατηρητές, σε πιο ‘δραστικές’ περιπτώσεις, υπάρχουν και οι ‘κάθετοι’, που θέλουν να αποφασίσουν για το μέλλον των παιδιών τους – υπάρχουν όλες οι διαβαθμίσεις. Σε γενικές γραμμές, οι γονείς γνωρίζουν αν τα παιδιά τους είναι ώριμα και στην πλειοψηφία τους, σέβονται τις επιθυμίες των παιδιών. Έχει πλέον περάσει το μήνυμα, ότι το παιδί πρέπει να σπουδάσει αυτό που θέλει, ώστε να είναι ευτυχισμένο.
Πώς γίνεται η προσέγγιση των παιδιών, προκειμένου να αναδειχθούν οι προτιμήσεις τους;
Κατά την πρώτη συνάντηση, γίνεται μία γενική διερεύνηση γύρω από το τι τους αρέσει. Ένα πολύ μικρό ποσοστό των υποψηφίων, περίπου το 5%, ασχολείται παθιασμένα με ένα αντικείμενο, όπως οι υπολογιστές ή το σχέδιο, έχοντας αφιερώσει τουλάχιστον τα τελευταία 3,4 χρόνια επάνω σε αυτό. Στις περισσότερες περιπτώσεις, είναι πολύ πιο δύσκολα ανιχνεύσιμες οι εγγενείς δεξιότητες των παιδιών. Σ’αυτά τα ‘αχαρτογράφητα νερά’, προσπαθούμε να βρούμε αν κάποιο άτομο είχε πολύ ισχυρή επιρροή επάνω του, όπως για παράδειγμα, ένας καθηγητής. Διερευνούμε τι μπορεί το ίδιο το παιδί να κάνει καλά. Μπορεί να χρειαστεί και ένα τεστ επαγγελματικού προσανατολισμού. Παράλληλα, λαμβάνουμε υπόψη το πως οι γονείς περιγράφουν το παιδί. Στο σημείο αυτό, προσπαθούμε να καταλάβουμε αν είναι εξουσιαστικοί, αν θέλουν να επιβάλουν την άποψή τους.
Εξυπακούεται πως μαθαίνουμε και το επάγγελμα των γονέων, επειδή συχνά υπάρχει η ‘λανθάνουσα επίδραση’ – χωρίς να γίνεται, δηλαδή, σκόπιμα, το παιδί επηρεάζεται από όσα βλέπει ή ακούει στην καθημερινότητά του σχετικά με την επαγγελματική ενασχόληση των γονέων. Στο τέλος της πρώτης συνάντησης και με βάση τα πρώτα συμπεράσματα, οι ενδιαφερόμενοι έχουν λάβει μία λίστα με 20 ή 30 τμήματα και μία προτεινόμενη ταξινόμηση αυτών. Ακολουθούν οι σχετικές ζυμώσεις, συζητήσεις στις οικογένειες. Στην επόμενη συνάντηση, γονείς και παιδιά, έρχονται πολλές φορές τσακωμένοι, ‘μυρίζει μπαρούτι’. Μπορεί να γίνει και επί τόπου μία ‘μάχη’. Είναι δύσκολο να βρεις τι πραγματικά αρέσει στο παιδί. Να σημειωθεί, πως πρέπει να είναι κανείς γνώστης της αγοράς εργασίας – συχνά, και οι ίδιοι οι γονείς, δεν ξέρουν κάποια τμήματα είναι πραγματικά αξιόλογα ή τα έχουν υποτιμήσει. Καταλαβαίνουν το περιεχόμενο σπουδών των τμημάτων, εφόσον προκύπτει κάτι τέτοιο από το λεκτικό τους ή αν πρόκειται για πατροπαράδοτα επαγγέλματα.
Τι συμβαίνει όταν οι μαθητές έχουν συγκεντρώσει μόρια για υψηλόβαθμες σχολές αλλά αυτές δεν ανταποκρίνονται στις ιδιαίτερες προτιμήσεις ή δεξιότητές τους; Αν θελήσουν να στραφούν σε μία ‘υποδεέστερη’ βαθμολογικά σχολή;
Κάθε χρόνο αντιμετωπίζω τέτοιες περιπτώσεις. Για παράδειγμα, μαθητής στο 2ο πεδίο, των Θετικών Επιστημών, με επίδοση πάνω από 18.000 μόρια, που όμως διαπιστώνεται πως δεν έχει καλή επαφή με την τεχνολογία αλλά με την πληροφορική. Το παιδί, δηλαδή, ξέρει να συντάσσει κώδικα, να αναπτύσσει μία αλγοριθμική σκέψη ενώ αντίθετα, η σχέση του με τα μηχανήματα – κύριο αντικείμενο των ηλεκτρολόγων – να είναι πολύ αδύναμη. Κι εκεί, προσπαθώ να πείσω τους γονείς να μην προτιμήσει τους Ηλεκτρολόγους, το οποίο είναι κορυφαίο τμήμα στο Μετσόβιο, αλλά να προτιμήσει την Πληροφορική, με αποτέλεσμα, να πρέπει να ‘θυσιάσουν’ περίπου 1500 μόρια. Οι γονείς αντιδρούν: «Δεν θα λέμε ότι το παιδί πέρασε Μετσόβιο;», η φράση που συνοψίζει τις αντιλήψεις τους. Ένα άλλο κλασικό παράδειγμα, είναι στα Ιατρικά-Παραϊατρικά. Έπιασε το παιδί πολλά μόρια; Πρέπει να πάει στην Ιατρική. Αν όμως, ο υποψήφιος προτιμά Φαρμακευτική ή Βιολογικό, συχνά οι γονείς επιμένουν για το αντίθετο – κι ας λειτουργούν ως τροχοπέδη για το παιδί οι πολυετείς σπουδές ή η αποστροφή που μπορεί να προκαλέσει το μάθημα της Ανατομίας στους πρωτοετείς.
Τι ενδιαφέρει περισσότερο τα παιδιά σήμερα;
Η πρώτη τους προτεραιότητα, είναι να κάνουν αυτό που τους αρέσει. Είναι εμφανέστατη η ανησυχία, ότι δεν είναι καθόλου εύκολο να βρεις δουλειά εκεί έξω. Επιπλέον, έχουν πολύ περιορισμένη γνώση γύρω από τα επαγγέλματα και κινούνται γύρω από συγκεκριμένα στερεότυπα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, στο μυαλό των περισσότερων, ο βιολόγος είναι μόνο ο καθηγητής στο σχολείο – δεν γνωρίζουν ότι οι βιολόγοι υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, έχουν πολύ μεγάλη ζήτηση. Οι οικονομικές απολαβές τους απασχολούν αλλά δεν είναι η πρώτη προτεραιότητα των παιδιών. Μπορεί να προτείνω ναυτιλιακές σπουδές, που είναι υψηλά αμειβόμενες, όμως μπορεί να απορρίψουν την προοπτική καθώς δεν τους εξασφαλίζει το κοινωνικό κύρος, που θα ανέμεναν ή που προσδοκά η οικογένειά τους.
Ποια είναι η εικόνα της αγοράς εργασίας σήμερα; Τι είδους αλλαγές έχουν σημειωθεί;
Ο φόβος της ανεργίας απειλεί σαν τέρας πάνω από το κεφάλι όλων. Να επισημάνουμε, ότι στον κόσμο της ελεύθερης αγοράς, βρισκόμαστε σε μία έντονα μεταβατική περίοδο τα τελευταία 5-6 χρόνια στην Ελλάδα, την τελευταία 15ετία στην Ευρώπη. Έχει ξεκινήσει το φαινόμενο με τις startups και spinoffs. Όλες αυτές οι εταιρείες, ανοίγουν με μηδενικό κεφάλαιο, ο ενδιαφερόμενος δραστηριοποιείται ατομικά ή σε μικρή ομάδα αρχικά με βάση κάποια ιδέα. Σταδιακά, θα διεισδύσουν χρηματοδοτήσεις και στην πορεία, πουλώντας μερίδια και μετοχές, αποκτούν κεφάλαιο και προχωρούν με βάση αυτό. Το επιχειρείν έχει αλλάξει πλέον μορφή- δεν είναι το ‘βάζει ο μπαμπάς μου λεφτά να μου ανοίξει το μαγαζί’.
Κατά τη διάρκεια αυτής της μεταβατικής περιόδου, υπάρχει μία θολότητα γύρω από το ποιους προσλαμβάνουν οι εταιρείες ή ποια είναι τα προτιμώμενα εργασιακά προσόντα.
Η αλήθεια είναι, πως τα τυπικά προσόντα, είναι μεν επιθυμητά αλλά όχι καθοριστικά. Δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα στην προσωπικότητα – στην ευφυία, στο ταπεραμέντο, στο δυναμισμό. Εκτός των γνωστών παραδειγμάτων, τύπου Steve Jobs, στην Ελλάδα, ο εμπνευστής του Skroutz, είναι ένα success story, μία ξεχωριστή περίπτωση ανθρώπου, με απλές γνώσεις πληροφορικάριου, δεν είχε πάει στο Χάρβαρντ. Αντίστοιχα, όσοι ξεκίνησαν πλατφόρμες, όπως τα vivawallet, nannuka, e-food. Το πλεονέκτημα του νέου τύπου ‘επιχειρείν’ είναι, ότι μπορεί κανείς να προχωρήσει χωρίς κεφάλαια. Ο κόσμος ανήκει πλέον σ’αυτούς που είναι δυναμικοί και έξυπνοι, γρήγοροι, διορατικοί. Σήμερα, δεν χρειάζεται να είσαι το παιδί του πλούσιου μπαμπά για να προχωρήσεις.
Τι συμβαίνει στις περιπτώσεις, που οι γονείς έχουν ένα εδραιωμένο επαγγελματικό δίκτυο και επιθυμούν να ακολουθήσει το παιδί τα επαγγελματικά τους βήματα;
Είναι σύνηθες – και έντονο – το φαινόμενο στις περιπτώσεις γιατρών, πολιτικών μηχανικών, δικηγόρων. Όμως κατά κανόνα, το παιδί στρέφεται αλλού. Θέλει να κάνει κάτι διαφορετικό. Ίσως, επειδή ακολουθούν το ένστικτό τους να ‘ανατρέψουν τη σειρά’, να μην ενταχθούν στους επαγγελματικούς κόλπους των γονέων. Τελικά, η πλειοψηφία των γονέων σέβονται την επιθυμία των παιδιών – αν και υπάρχουν και οι περιπτώσεις, που τα παιδιά το μετανιώνουν αργότερα.
Κλείνοντας, πώς θα κωδικοποιούσαμε τις δραματικές αλλαγές, που έχουν σημειωθεί τα τελευταία χρόνια στις επιλογές των υποψηφίων για σπουδές;
Με εξαίρεση, την προτίμηση προς τα ένστολα επαγγέλματα, όπου κι εδώ υπάγονται δύο κατηγορίες υποψηφίων – εκείνοι, που έχουν πολύ περιορισμένα οικονομικά, οπότε το παιδί εξασφαλίζεται άμεσα επαγγελματικά κι εκείνοι, οι οποίοι γοητεύονται από τα στρατιωτικά επαγγέλματα – όπως προαναφέρθηκε, η προοπτική επαγγελματικής αποκατάστασης στο δημόσιο, δεν συζητείται καν. Αυτή η νοοτροπία έχει πεθάνει. Το ενδιαφέρον στρέφεται πλέον στην ελεύθερη αγορά.