Βάσεις 2021: Εύκολα ήταν φέτος τα θέματα στις Πανελλήνιες 2021 σε σχέση με πέρυσι. Ωστόσο, σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις αναμένεται άνοδος στις βάσεις 2021.
Αναλυτικότερα, έμπειρος βαθμολογητής λέει στην Καθημερινή πως «μετά τη βαθμολόγηση των πρώτων απαντήσεων προκύπτει εύκολα ένα 10 έως 14. Από εκεί και πάνω αρχίζει το γραπτό να… αγκομαχά».
«Στις φετινές εξετάσεις σε όλα τα μαθήματα τα θέματα παρουσίαζαν κλιμακούμενη δυσκολία, έτσι ώστε οι υποψήφιοι να μπορούν με ευχέρεια να απαντήσουν στα πρώτα ερωτήματα, αλλά βαθμιαία να απαιτείται μεγάλη προσοχή και πολύ καλή προετοιμασία προκειμένου να επιτύχουν το άριστα. Δεν υπήρξαν θέματα/ερωτήματα με ασάφειες που να προκαλέσουν διχογνωμίες σε διορθωτές εκπαιδευτικούς και σε όλα τα μαθήματα –δεδομένου του πλαισίου εξέτασης του καθενός– παρουσιάστηκαν οι αναμενόμενες για το καθένα δυσκολίες.
Για να συγκεντρώσει λοιπόν ένας υποψήφιος υψηλές βαθμολογίες χρειαζόταν να έχει αποκομίσει αρκετές γνώσεις από τα προηγούμενα χρόνια και να έχει προετοιμαστεί μεθοδικά, για να μπορέσει με ψυχραιμία να αντιμετωπίσει τις «παγίδες» που κρύβουν τα πιο δύσκολα ερωτήματα.
Η διάρθρωση και η διατύπωση των θεμάτων ήταν τέτοιες ώστε να μην απαιτούνται εξεζητημένες γνώσεις ή τεχνικές επίλυσης, αλλά μέσα από «πονηρά ερωτήματα» να ξεχωρίσουν οι υποψήφιοι που διαθέτουν παρατηρητικότητα, ορθή κρίση και ευστοχία στις απαντήσεις τους» δήλωσε στην «Κ» η Ηρώ Μαρκάκη, μαθηματικός στο φροντιστήριο «Μεθοδικό».
Η προβολή των εκτιμήσεων αυτών οδηγεί σε άνοδο των βάσεων, γεγονός που ενισχύει και η περσινή πτώση τους και μάλιστα ακόμη και σε υψηλόβαθμες, περιζήτητες σχολές. Χαρακτηριστικό είναι ότι το 2020 οι βάσεις των πέντε από τις επτά ιατρικές σχολές της χώρας «διολίσθησαν» κάτω από τις 18.000 μονάδες.
«Το 2020 είχαμε ιστορικό χαμηλό όλων των ετών στις βάσεις των ιατρικών σχολών», παρατηρεί στην «Κ» ο μαθηματικός-αναλυτής Στράτος Στρατηγάκης. Από την άλλη, ο ίδιος επισημαίνει ότι «φέτος υπάρχει μία άγνωστη παράμετρος: πώς ανταποκρίθηκαν οι υποψήφιοι στα πιο εύκολα θέματα, με δεδομένη την παράδοξη εκπαιδευτική συνθήκη τα δύο τελευταία χρόνια. Λόγω της καραντίνας κατά της πανδημίας οι φετινοί υποψήφιοι, ως μαθητές της Γ’ Λυκείου έκαναν μάθημα με τηλεκπαίδευση τη μισή χρονιά ενώ ως μαθητές της Β΄ Λυκείου έχασαν περίπου ένα τρίμηνο διά ζώσης μάθημα.
Κανείς δεν γνωρίζει τι ακριβώς ξέρουν, αφού δεν έγιναν και προαγωγικές εξετάσεις το 2020, που θα μας έδιναν μια εικόνα».
Ειδικότερα, οι επιδόσεις στα υποχρεωτικά μαθήματα των Πανελλαδικών Εξετάσεων αναμένεται να δημοσιοποιηθούν μέσα στο πρώτο δεκαήμερο του Ιουλίου. Μάλιστα, από φέτος οι υποψήφιοι θα ενημερωθούν με γραπτό μήνυμα στο κινητό τους για τη βαθμολογία τους και τον Αύγουστο για το τμήμα ή σχολή επιτυχίας τους.
Η βαθμολόγηση έχει ξεκινήσει σε όλα τα μαθήματα, αλλά προφανώς σε εκείνα που εξετάστηκαν πρώτα οι πληροφορίες από τα βαθμολογικά κέντρα βασίζονται σε περισσότερα δεδομένα. Χαρακτηριστικά, σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», στο μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας Γενικής Παιδείας παρατηρείται συσσώρευση βαθμών μεταξύ 10 και 15. «Μάλιστα, υπάρχει μία εικόνα με περισσότερες βαθμολογίες γύρω στο 14», λέει στην «Κ» φιλόλογος που βαθμολογεί γραπτά του μαθήματος.
Επίσης, και το θέμα της Εκθεσης δεν μπέρδεψε τους καλά προετοιμασμένους υποψηφίους, όμως η πλειονότητα συνάντησε δυσκολίες. «Στο θέμα της Εκθεσης οι μαθητές έπρεπε να μιλήσουν σε τόνο προσωπικό, αλλά πολλοί έγραψαν τις απόψεις τους σε τρίτο πρόσωπο, καταλήγοντας σε άστοχη ρητορεία. Αυτό επηρεάζει αρνητικά την εικόνα του γραπτού τους και χάνουν μονάδες» προσθέτει. Στα υπόλοιπα μαθήματα επίσης ο βαθμός δυσκολίας των θεμάτων ήταν χαμηλότερος από πέρυσι, με εξαίρεση τα μαθήματα της τελευταίας ημέρας εξέτασης: Ιστορία, Φυσική και Οικονομία Προσανατολισμού.
«Κατώφλι» εισαγωγής το 8
Σύμφωνα με τον κ. Στρατηγάκη, θεωρείται δεδομένο ότι «η εφαρμογή από φέτος της ελάχιστης βάσης εισαγωγής θα ανεβάσει τις βάσεις στα χαμηλόβαθμα τμήματα. Αυτό σημαίνει ότι στο 1ο (Ανθρωπιστικών και κοινωνικών επιστημών) και στο 3ο επιστημονικό πεδίο (Υγείας) δεν θα υπάρχουν τμήματα με βάση χαμηλότερη από τα περίπου 9.000 μόρια.
Στο 2ο (Θετικών και Τεχνολογικών Επιστημών) και στο 4ο πεδίο (Οικονομίας και Πληροφορικής) δεν αναμένεται να υπάρχουν τμήματα με λιγότερα από 8.000 μόρια. Αρα, το βαθμολογικό «κατώφλι» για τα ΑΕΙ θα κινηθεί γύρω στις 8.000 μονάδες.
Στο άλλο άκρο της βαθμολογικής κλίμακας, για τις υψηλόβαθμες σχολές αναμένουμε άνοδο βάσεων σε όλα τα πεδία, με μόνη εξαίρεση το 1ο όπου εκτιμάται ότι οι βάσεις θα κινηθούν στα ίδια με πέρυσι επίπεδα.
Το 2020, άλλωστε, υπήρξε σε σχέση με το 2019 σημαντική μείωση των εισακτέων στο ανώτατο βαθμολογικό σκαλί, δηλαδή εκείνων που είχαν συγκεντρώσει πάνω από 19.000 μονάδες. Το 2020 στο 2ο επιστημονικό πεδίο ξεπέρασαν το όριο των 19.000 μονάδων 24 υποψήφιοι έναντι 99 το 2019, στο 3ο πεδίο 41 υποψήφιοι έναντι 122 το 2019 και στο 4ο πεδίο 16 υποψήφιοι από 45 το 2019. Μόνο στο 1ο πεδίο οι υποψήφιοι με πάνω από 19.000 μονάδες το 2020 ήταν λίγο περισσότεροι από το 2019 (69 έναντι 47). Τα στοιχεία αυτά συνεκτιμώμενα με τον φετινό βαθμό δυσκολίας των θεμάτων διαμορφώνουν τις προβλέψεις για την τάση των βάσεων.
«Δύσκολη εξίσωση» το μηχανογραφικό
Αυτό που αναμένεται να δυσκολέψει αρκετά τους υποψηφίους και τις οικογένειές τους το επόμενο διάστημα είναι η συμπλήρωση του μηχανογραφικού, με δεδομένη την εισαγωγή της ελάχιστης βάσης εισαγωγής (ΕΒΕ). Ειδικά, όπως λέει στην «Κ» η μαθηματικός Ηρώ Μαρκάκη, για τα τμήματα που ανήκουν σε περισσότερα του ενός επιστημονικά πεδία –καθώς ο μέσος όρος που υπολογίζεται στην ΕΒΕ αφορά τα τέσσερα μαθήματα του πεδίου– θα υπάρξει σύγχυση.
Για παράδειγμα, για τα Τμήματα Φυσικής Αγωγής θα υπάρχουν τέσσερις ΕΒΕ (μία ανά πεδίο) καθώς και ΕΒΕ λόγω πρακτικών δοκιμασιών. Στο τέλος, με βάση και τον συντελεστή που όρισε κάθε τμήμα ΑΕΙ θα προκύψει η βάση του τμήματος! «Δυστυχώς, όλο αυτό προκαλεί αναστάτωση και ίσως οδηγήσει σε λάθη στη συμπλήρωση των μηχανογραφικών. Οι υποψήφιοι πρέπει να είναι προσεκτικοί», λέει η κ. Μαρκάκη. Η συμπλήρωση του μηχανογραφικού δελτίου θα ολοκληρωθεί μετά την ανακοίνωση των βαθμολογιών των ειδικών μαθημάτων.