Ομιλία Υφυπουργού Παιδείας Βασίλη Διγαλάκη: Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το πανεπιστημιακό άσυλο νομοθετήθηκε το 1982. Με στόχευση περισσότερο συμβολική, ότι η δημοκρατία είναι ισχυρή και εγγυάται την ακαδημαϊκή ελευθερία! Από τότε μέχρι σήμερα, η έννοια του ασύλου έχει κακοποιηθεί.
Σταδιακά το άσυλο ιδεολογικοποιήθηκε, έγινε εργαλείο, όχι διευκόλυνσης του διαλόγου, αλλά επιβολής μειοψηφικών απόψεων, έγινε ανάχωμα συγκάλυψης φαινομένων βίας, ασυδοσίας, τραμπουκισμών αλλά και των αυτουργών τους. Πλέον έχουμε φτάσει να μιλάμε γι’ αυτό με όρους του κοινού ποινικού δικαίου:
καταστροφή δημόσιας περιουσίας, παρεμπόριο, κλοπές και διακίνηση ναρκωτικών.
Για ποια ελεύθερη διακίνηση ιδεών μιλάμε:
• Όταν κουκουλοφόροι και κρανοφόροι απειλούν μέχρι και ξυλοκοπούν καθηγητές στον χώρο του πανεπιστημίου;
• Όταν ομάδες κουκουλοφόρων εισβάλλουν στα γραφεία Πρυτάνεων, απειλούν και υβρίζουν, βεβηλώνοντας το χώρο με σπρέι και σπασίματα απλώς επειδή έγινε η νόμιμη επίκληση της αστυνομίας για την εκδίωξη του παρεμπορίου από τους χώρους των ιδρυμάτων;
• Όταν συγκεκριμένες ομάδες φοιτητών απαγορεύουν σε καθηγητές και φοιτητές να κάνουν το μάθημά τους, προκειμένου να εξυπηρετήσουν σκοπιμότητες που ουδεμία σχέση έχουν με το ακαδημαϊκό περιβάλλον;
• Όταν κοσμήτορες υποβάλλουν την παραίτησή τους υπό τον φόβο απειλών, προπηλακισμών ή ακόμα και σωματικής βίας εναντίον τους και εναντίον καθηγητών και υπαλλήλων;
• Όταν ομάδες φοιτητών χτίζουν με τούβλα (!) πόρτες και γραφεία πρυτάνεων και καθηγητών;
• Όταν ο Ρουβίκωνας καταλαμβάνει γραφείο στη Φιλοσοφική Σχολή του ΕΚΠΑ, απομακρύνεται από Πανεπιστημιακούς, και το καταλαμβάνει εκ νέου; (!)
Και αυτό έγινε αμέσως μετά την έκδοση του πορίσματος της επιτροπής Παρασκευόπουλου για το άσυλο και την παραβατικότητα στα πανεπιστήμια, το οποίο καλούσε τα Ιδρύματα να παραχωρήσουν χώρους σε συλλογικότητες !!
Ένα πόρισμα που ο προηγούμενος υπουργός Παιδείας κ. Γαβρόγλου είχε χαρακτηρίσει ως «εξαιρετικό».
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, Αυτά είναι μερικά μόνο πραγματικά περιστατικά από έναν πολύ μακρύ κατάλογο. Απευθύνομαι λοιπόν, σε όσους και όσες από εσάς αντιτίθεστε στην προτεινόμενη διάταξη και σας ερωτώ:
Θα δεχόσασταν ποτέ η Βουλή να συνεδριάζει με τους βουλευτές αποκλεισμένους και υπό ομηρεία από κάποιες συλλογικότητες στον χώρο του κοινοβουλίου;
Υπό την απειλή ότι οι Βουλευτές δεν θα φύγουν από τον χώρο, αν δεν νομοθετήσουν με τρόπο αρεστό στις μειοψηφίες;
Θα δεχόσασταν ο προαύλιος χώρος της Βουλής να γίνει χώρος παρεμπορίου;
Και αν δεν το δέχεστε για τον Ναό της Δημοκρατίας, πως θέλετε αυτό να επιτρέπεται στα Πανεπιστήμιά μας, τους ναούς της Παιδείας;
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, εκ μέρους του ΚΙΝΑΛ προτείνεται ουσιαστικά η επαναφορά της διάταξης του Νόμου 4009, η οποία προέβλεπε την εφαρμογή της κοινής νομοθεσίας στους χώρους των ΑΕΙ στις περιπτώσεις που τελούνται αξιόποινες πράξεις. Μια σημαντική διαφορά, από την διάταξη που προτείνουμε εμείς, είναι ότι ο Νόμος 4009 δεν κάλυπτε την πρόληψη αλλά μόνο την επέμβαση μετά την τέλεση του αδικήματος. Επιτρέψτε μου να σας αναφέρω δύο προσωπικές μου εμπειρίες κατά τη διάρκεια της θητείας μου ως πρύτανης, που δεν μπορούσαν να αντιμετωπιστούν από τις προβλέψεις του 4009:
• Πρώτη περίπτωση: παρενόχληση φοιτήτριας του ιδρύματος από τοξικοεξαρτημένο εξωπανεπιστημιακό άτομο.
• Δεύτερη περίπτωση: καθημερινή παρουσία μελών συλλογικότητας, πάλι εξωπανεπιστημιακών, έξω από τους χώρους της πρυτανείας, όταν είχε ζητηθεί εκκένωση κατειλημμένου κτιρίου ιδιοκτησίας του Πολυτεχνείου Κρήτης.
Και στις δύο περιπτώσεις, παρότι ζήτησα προληπτικά μέτρα από τις αρμόδιες αρχές, δεν κατέστη δυνατόν να παρασχεθούν.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αυτή η στρέβλωση που σήμερα αποκαλούμε πανεπιστημιακό άσυλο πρέπει να καταργηθεί. Πρέπει να επαναφέρουμε την ακαδημαϊκή ελευθερία και την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών στα Πανεπιστήμιά μας, σύμφωνα και με την επιταγή του Συντάγματος. Να προστατεύσουμε τα Πανεπιστήμιά μας, τους εργαζομένους, τα παιδιά μας και τη δημόσια περιουσία.
Το αίτημα αυτό βρίσκει ανταπόκριση στην πλειοψηφία της κοινωνίας και περιέχεται στη λαϊκή εντολή που λάβαμε. Υποστηρίζεται από τους περισσότερους πρυτάνεις και την ΠΟΣΔΕΠ, την πανελλήνια ομοσπονδία καθηγητών πανεπιστημίου.
Πρέπει να το προχωρήσουμε για δύο κυρίως λόγους:
• Πρώτον, το αποκαλούμενο «άσυλο» δεν είναι προοδευτικό. Είναι ένας αναχρονισμός, ένα ιδεοληπτικό κατάλοιπο. Πρόοδος είναι ένα πραγματικά ανοιχτό πανεπιστήμιο, ασφαλές, καινοτόμο, δημιουργικό, σύγχρονο.
• Δεύτερον, το αποκαλούμενο «άσυλο» είναι βαθιά ταξικό. Γιατί τα πρώτα θύματα αυτής της κατάστασης ανομίας και παρακμής είναι τα παιδιά των μεσαίων και λαϊκών στρωμάτων που δεν έχουν άλλη επιλογή παρά να προσβλέπουν στο δημόσιο πανεπιστήμιο για να διεκδικήσουν τα όνειρά τους και το μέλλον τους.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θέλω να έρθω τώρα στη δεύτερη διάταξη του νομοσχεδίου που αφορά την ανωτάτη εκπαίδευση, το θέμα της Νομικής Σχολής στο Πανεπιστήμιο Πατρών. Η οικονομική και πολιτική κρίση δυσχέρανε τη λειτουργία των ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Η απελθούσα κυβέρνηση, όμως, ακύρωσε κάθε προσπάθεια ανάταξης και υπονόμευσε συστηματικά τα περιθώρια ανάπτυξης και παραγωγικότητας αυτού του τομέα. Η ΑΔΙΠ – η ανεξάρτητη Αρχή Διασφάλισης και Πιστοποίησης της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση – έχει πολύ σοβαρό ρόλο στην προσπάθεια αναβάθμισης των πανεπιστημίων μας. Ωστόσο, η απελθούσα κυβέρνηση απαξίωσε την ΑΔΙΠ. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο κ. Γαβρόγλου δεν ζήτησε καν αξιολογήσεις από την ΑΔΙΠ, προκειμένου να προχωρήσει στις συγχωνεύσεις Πανεπιστημίων – ΤΕΙ, αποφεύγοντας να εφαρμόσει ακόμα και προβλέψεις του δικού του νόμου.
Σχετικά με την ανάκληση της πρόβλεψης για την ίδρυση τέταρτης Νομικής σχολής στην Πάτρα προφανώς και το σκεπτικό της απόφασης δεν υπαγορεύτηκε από κάποιου είδους τοπικής δυσμένειας για την περιοχή. Δεν είναι μεροληπτικά και τοπικιστικά τα κριτήρια που καθορίζουν τις αποφάσεις για τα πανεπιστημιακά τμήματα και τις σχολές. Η απόφαση λαμβάνει ως προϋποθέσεις την αναγκαιότητα και τα εχέγγυα που τηρούνται για την ίδρυση ή μη μιας ακόμη Νομικής σχολής.
Γνώμονας μας είναι ο συνολικός στρατηγικός σχεδιασμός του ακαδημαϊκού χάρτη της χώρας, γι΄ αυτό και η ύπαρξη μελετών σκοπιμότητας και βιωσιμότητας, καθώς επίσης και η ουσιαστική συμμετοχή της ΑΔΙΠ είναι απολύτως σημαντικές.
Δεν είναι γνώμονας οι μικροτακτοποιήσεις και η μικροπολιτική, για αυτό και δεν μας ενδιαφέρει το πολιτικό κόστος. Η πολιτεία οφείλει να λαμβάνει υπόψη τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας και της αγοράς εργασίας, να εξασφαλίζει υψηλό επίπεδο σπουδών με το απαιτούμενο ανθρώπινο δυναμικό και τις αναγκαίες υλικοτεχνικές υποδομές και όχι να προχωρά σε αποφάσεις και να νομοθετεί στη λογική του «βλέποντας και κάνοντας».
Αυτές οι λογικές ανήκουν στο παρελθόν και επιτρέψτε μου να πω ότι κινούνται στα όρια του λαϊκισμού και μάλιστα σε μεγάλο βαθμό οι πρωτοβουλίες της προηγούμενης ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας θα μπορούσε κανείς να πει ότι διαπνέονταν από έναν ιδιότυπο ακαδημαϊκό λαϊκισμό.
Τέλος, θα ήθελα να αναφερθώ και στην απόφασή μας για την αναστολή λειτουργίας των διετών προγραμμάτων επαγγελματικής εκπαίδευσης στα ΑΕΙ κατά το ακαδημαϊκό έτος 2019-2020. Καταρχήν, πιστεύουμε ότι χρειάζεται η θέσπιση ενός νέου ολοκληρωμένου πλαισίου για την εκπαίδευση και την κατάρτιση, ώστε να αποφευχθούν στρεβλώσεις, παράλληλες δομές και εκπτώσεις ποιότητας. Η δική μας στάση είναι στάση ευθύνης απέναντι στους νέους και τις οικογένειές τους, μακριά από μικροπολιτικές σκοπιμότητες οι οποίες οδήγησαν την προηγούμενη ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας στη βιαστική λήψη αποφάσεων και την αποσπασματική και εμβαλωματική νομοθέτηση.
Στο σημείο αυτό θα ήθελα να παραθέσω και ορισμένα στοιχεία.
Σε κανένα, τονίζω σε κανένα από τα 43 δημοσιευμένα διετή προγράμματα, τα οποία ειρήσθω εν παρόδω ιδρύθηκαν με υπουργικές αποφάσεις 2 και 3 ημέρες πριν τις εκλογές, δεν υπήρξε διατύπωση γνώμης από το Εθνικό Συμβούλιο Εκπαίδευσης και Ανάπτυξης Ανθρωπίνου Δυναμικού και την Εθνική Επιτροπή Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης. Και είναι απορίας άξιο γιατί συνέβη αυτό όταν το προέβλεπε ο ίδιος ο νόμος (άρθρο 48Α του ν.4485/2017) του κ. Γαβρόγλου. Ακόμα και η υπουργική απόφαση για τον καθορισμό του μέγιστου αριθμού των εισακτέων ανά πρόγραμμα, αντί για τις 31 Μαρτίου όπως προέβλεπε ο ν.4485, εκδόθηκε πάλι λίγες ημέρες πριν τις εκλογές του Ιουλίου.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ας αντιμετωπίσουμε αυτήν την πραγματικότητα: Τα Πανεπιστήμιά μας, αν και έχουν αξιόλογο επιστημονικό δυναμικό και πολλούς θύλακες αριστείας, απουσιάζουν από τις υψηλές θέσεις στις διεθνείς κατατάξεις.
Τα παιδιά όλων των τάξεων και ιδιαίτερα των μεσαίων και χαμηλών, θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να σπουδάζουν σε δημόσια πανεπιστήμια που κατατάσσονται ανάμεσα στα καλύτερα της Ευρώπης και του κόσμου.
Και βέβαια σε Πανεπιστήμια τα οποία δεν θα είναι αποκομμένα από την κοινωνία και την αγορά.
Η σύνδεσή τους μ’ αυτές θα ωφελήσει την πρόοδο της εφαρμοσμένης έρευνας, τη δημιουργία ποιοτικών και καλύτερα αμειβομένων θέσεων απασχόλησης και θα ενθαρρύνει τους νέους αποφοίτους να αναλάβουν επιχειρηματικές πρωτοβουλίες έντασης γνώσης.
Θα αναβαθμίσουμε τα Πανεπιστήμιά μας, με βασικούς άξονες στην προσπάθειά μας την αξιολόγηση, την εξωστρέφεια και την ενίσχυση του αυτοδιοίκητου.