Μεγάλες ανατροπές προβλέπονται στον χώρο της εκπαίδευσης με το σχέδιο νόμου το οποίο κατέθεσε η κυβέρνηση προς ψήφιση στη Βουλή.
Συγκεκριμένα στο σχέδιο νόμου, στην ενότητα «Αγορά εργασίας και ανθρώπινο κεφάλαιο», περιλαμβάνονται οι εξής δεσμεύσεις:
1. «Ευθυγράμμιση αναλογίας μαθητών ανά τάξη και εκπαιδευτικού μέχρι τον Ιούνιο του 2018. Οι αρχές δεσμεύονται να ευθυγραμμίσουν τον αριθμό των διδακτικών ωρών ανά μέλος προσωπικού, καθώς και την αναλογία των μαθητών ανά τάξη και ανά εκπαιδευτικό, με τις βέλτιστες πρακτικές των χωρών του ΟΟΣΑ, το αργότερο έως τον Ιούνιο του 2018».
Ρητά υπογραμμίζεται ότι πρέπει να ληφθούν υπόψη οι «οδηγίες» του ΟΟΣΑ, «Εκθεση του ΟΟΣΑ: Καλύτερες επιδόσεις και επιτυχείς μεταρρυθμίσεις στην εκπαίδευση».
Τι ακριβώς, όμως, λέει ο ΟΟΣΑ για την εκπαίδευση στη χώρα μας;
«Η μισθολογική δαπάνη ανά μαθητή είναι άνω του μέσου όρου του ΟΟΣΑ, κυρίως επειδή οι Ελληνες εκπαιδευτικοί έχουν λιγότερες διδακτικές ώρες και η Ελλάδα έχει μικρότερες σε αριθμό μαθητών τάξεις. Επίσης, μικρότερο ποσοστό φοιτητών που εισάγονται στην τριτοβάθμια εκπαίδευση ολοκληρώνουν τις προπτυχιακές τους σπουδές εντός του προβλεπόμενου χρόνου φοίτησης από οποιαδήποτε άλλη χώρα στην Ευρώπη.
»Η μέση αναλογία μαθητών/εκπαιδευτικών και ο αριθμός μαθητών ανά τάξη στην Ελλάδα είναι σημαντικά χαμηλότερα από τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Οι εκπαιδευτικοί στην Ελλάδα διδάσκουν σημαντικά λιγότερες ώρες ετησίως από σχεδόν όλες τις άλλες χώρες στην Ευρώπη. Το υψηλό κόστος μονάδας οφείλεται κατά κύριο λόγο στο γεγονός ότι οι Ελληνες εκπαιδευτικοί διδάσκουν σχετικά λιγότερες ώρες και η Ελλάδα έχει μικρότερες τάξεις. Οι δράσεις πρέπει να περιλαμβάνουν τα εξής: αλλαγή των δομών διακυβέρνησης και διαχείρισης, κατάργηση, συνένωση ή συγχώνευση μικρών και μη αποδοτικών μονάδων, βέλτιστη αξιοποίηση ανθρωπίνου δυναμικού».
Παράλληλα ο ΟΟΣΑ προτείνει ότι «η Ελλάδα θα χρειαστεί να αυξήσει τις διδακτικές υποχρεώσεις κατά περίπου τέσσερις με πέντε ώρες την εβδομάδα».
Αυτό, με απλά λόγια, σημαίνει περισσότεροι μαθητές ανά τμήμα και, βέβαια, αύξηση του ωραρίου των εκπαιδευτικών.
Προφανώς κάτι γνώριζε ο υπουργός Παιδείας όταν μίλησε για αύξηση του ωραρίου των εκπαιδευτικών (παρ’ όλο που ύστερα από λίγες μέρες επιχείρησε να το διαψεύσει) και όταν με εγκύκλιο του υπουργείου Παιδείας ορίζεται ο αριθμός των μαθητών ανά τμήμα να είναι 27-30.
Παράλληλα γίνεται σαφές ότι είναι πολύ πιθανός ένας δεύτερος γύρος συγχωνεύσεων και καταργήσεων σχολικών μονάδων.
Η επανάληψη της «θεραπευτικής αγωγής» που ακολούθησαν οι προηγούμενες ηγεσίες του υπουργείου Παιδείας (Διαμαντοπούλου, Αρβανιτόπουλος και Λοβέρδος), της οποίας τα αποκαΐδια αναπνέουν ακόμη όσοι σχετίζονται άμεσα με την εκπαίδευση, επιστρέφει «καλπάζοντας» ως δέσμευση της κυβέρνησης.
2. «Η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και των σχολικών μονάδων θα συνάδει με το γενικό σύστημα αξιολόγησης της δημόσιας διοίκησης. Οι αρχές σε συνεργασία με τον ΟΟΣΑ και ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες θα επικαιροποιήσουν, έως τον Απρίλιο του 2016, την αξιολόγηση του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος που εκπόνησε ο ΟΟΣΑ το 2011.
»Παράλληλα, μεταξύ άλλων η επανεξέταση θα αξιολογήσει την υλοποίηση της μεταρρύθμισης του “Νέου Σχολείου”, το περιθώριο περαιτέρω εξορθολογισμού (των τάξεων, σχολείων και Πανεπιστημίων), τη λειτουργία και διακυβέρνηση των ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, την αποδοτικότητα και αυτονομία των δημόσιων εκπαιδευτικών μονάδων και την αξιολόγηση και διαφάνεια σε όλα τα επίπεδα.
»Με βάση τις συστάσεις της επανεξέτασης, οι αρχές θα εκπονήσουν επικαιροποιημένο εκπαιδευτικό σχέδιο δράσης και θα υποβάλουν προτάσεις για δράσεις το αργότερο έως τον Μάιο του 2016, οι οποίες θα εγκριθούν έως τον Ιούλιο του 2016, εφόσον είναι δυνατόν, τα μέτρα θα πρέπει να τεθούν σε ισχύ από το ακαδημαϊκό έτος 2016-17».
Οπως είναι γνωστό, τα τελευταία χρόνια στην εκπαίδευση επιχειρήθηκε να λειτουργήσει το σύστημα αξιολόγησης που είχε προτείνει ο ΟΟΣΑ από το 2011.
Το σύστημα αυτό δημιούργησε τεράστια προβλήματα στις σχολικές μονάδες και τους εκπαιδευτικούς καθώς ουσιαστικά οδηγούσε σε μαζικές απολύσεις.
Η εκπαιδευτική κοινότητα απέρριψε το σύστημα αξιολόγησης και έδωσε μεγάλες μάχες για την ανατροπή του.
Επιστροφή στο παρελθόν
Η σημερινή κυβέρνηση, ως αντιπολίτευση πριν από λίγους μήνες, υποσχέθηκε ότι θα καταργήσει το σύστημα αυτό της αξιολόγησης και αμέσως μετά τις εκλογές του Ιανουαρίου «πάγωσε» τις διαδικασίες του.
Σήμερα, με τις δεσμεύσεις της «συμφωνίας»-3ου Μνημονίου τα πράγματα φαίνεται να επανέρχονται εκεί όπου είχαν μείνει πριν από τις εκλογές.
Οι εμπειρογνώμονες του ΟΟΣΑ αρχίζουν με δύο επισημάνσεις και καταλήγουν σε μια οδηγία που είναι και το «ζουμί» της πολιτικής τους. Επισημαίνουν, πρώτον, ότι είναι απαραίτητη «η σύνδεση μεταξύ της αξιολόγησης μαθητών, σχολικών μονάδων και εκπαιδευτικών».
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, «η αξιολόγηση της σχολικής μονάδας, του εκπαιδευτικού καθώς και τα τυποποιημένα τεστ για την αξιολόγηση των μαθητών σε εθνικό επίπεδο πρέπει να εξεταστούν μαζί».
Η δεύτερη επισήμανση τονίζει ότι το υπουργείο υστερεί ενός ολοκληρωμένου και πλήρους συστήματος αξιολόγησης.
Πιο συγκεκριμένα, δεν υπάρχει:
■ τυποποιημένη εθνική αξιολόγηση που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για τη σύγκριση της επίδοσης μεταξύ μαθητών, εκπαιδευτικών, σχολικών μονάδων ή περιφερειών,
■ σύνδεση μεταξύ της αξιολόγησης μαθητών, σχολικών μονάδων και εκπαιδευτικών.
Τέλος, έρχεται η οδηγία, σαν ένα είδος φαρμακευτικής αγωγής: Απαιτείται «μετατόπιση από το τρέχον σύστημα κατανομής πόρων σε εφάπαξ επιχορηγήσεις που κατανέμονται στις περιφέρειες βάσει της αρχής «τα χρήματα ακολουθούν τον μαθητή», συμπεριλαμβανομένης της κατανομής του αριθμού θέσεων που προβλέπονται από τον προϋπολογισμό, ευελιξία στις περιφέρειες να κατανέμουν τους πόρους βάσει αποτελεσμάτων και λογοδοσία βάσει επίδοσης».
Στο νέο πλαίσιο, οι εκπαιδευτικοί «χρεώνονται» την επιτυχία ή αποτυχία των μαθητών τους και η διοίκηση του σχολείου «χρεώνεται» με τη σειρά της την επιτυχία και την αποτυχία όλων.
Δεν είναι, βέβαια, τυχαίο ότι από την επίσημη αξιολόγηση ουσιαστικά «αγνοούνται» ή καταγράφονται τυπικά οι αμέτρητοι κοινωνικοί και εκπαιδευτικοί παράγοντες που επηρεάζουν και συνδιαμορφώνουν την εκπαιδευτική διαδικασία και το εκπαιδευτικό έργο.
Κοινωνική προέλευση, οικογενειακή κατάσταση, συνθήκες διαβίωσης και κατοικίας, υλικοτεχνική υποδομή σχολείου, τύπος εξετάσεων, σχολικά βιβλία, εκπαιδευτικό κλίμα, παιδαγωγικές μέθοδοι, τα πάντα γίνονται καπνός.
«Αγνοούνται» οι κοινωνικές και γεωγραφικές ανισότητες που διαμορφώνουν αντίξοες συνθήκες για την εκπαίδευση των μαθητών από τα ασθενέστερα οικονομικά και κοινωνικά στρώματα.
Παραλείπονται όλοι εκείνοι οι παράγοντες που οδηγούν στον Καιάδα της εγκατάλειψης του σχολείου και του αναλφαβητισμού.
Η αντίληψη αυτή «επιβλέπει» τη σχολική επιτυχία/αποτυχία μέσα από την «κλειδαρότρυπα» της αίθουσας διδασκαλίας, όπου όλα εξαφανίζονται εκτός από τον δάσκαλο και τον μαθητή.
Δεν είναι, ωστόσο, λίγοι αυτοί που κατανοούν ή διαισθάνονται ότι το σχολείο δεν είναι «θερμοκήπιο», όπου τα παιδιά αναπτύσσονται ομαλά και απρόσκοπτα με καλό πότισμα και συστηματική φροντίδα!