Τρεις σημαντικούς λόγους που αποτελούν ανασταλτικό παράγοντα για τη συνταξιοδότηση τους υπό την παρούσα συγκυρία πρέπει να συνεκτιμήσουν οι εκπαιδευτικοί:
Ο πρώτος και σοβαρότερος λόγος είναι ότι η σύνταξή τους θα υπολογιστεί με το νέο τρόπο που εμπεριέχει πολύ χαμηλά ποσοστά αναπλήρωσης. Όπως επισημαίνει ο δικηγόρος / εργατολόγος Κώστας Τσουκαλάς στην πρωινή εκπομπή του Γιώργου Αυτιά στο ΣΚΑΙ, ακόμη και αν ο νόμος για το νέο ασφαλιστικό ψηφιστεί μετά τον Απρίλιο και αφού θα έχει λήξει η περίοδος κατάθεσης των αιτήσεων παραίτησης, οι εκπαιδευτικοί δεν προλαβαίνουν να συνταξιοδοτηθούν με τον παλιό τρόπο. Η αίτηση του Απριλίου θεωρείται ως πρώτη αίτηση ενώ ως ημέρα παραίτησης λογίζεται η τελευταία ημέρα του Ιουνίου. Βάσει αυτής και με το ισχύον νομικό καθεστώς εκείνης της ημέρας διενεργείται η συνταξιοδότηση των εκπαιδευτικών. Ας μη θεωρούν λοιπόν οι εκπαιδευτικοί δεδομένο ότι με την υποβολή της αίτησης παραίτησης πριν την ψήφιση του νέου ασφαλιστικού, κλείδωσαν τη συνταξιοδότησή τους με τον ισχύοντα σήμερα τρόπο.
Ο δεύτερος λόγος είναι ότι για να καλύψουν τη μείωση που θα επιφέρει ο νέος τρόπος υπολογισμού της σύνταξης θα πρέπει να εργαστούν αρκετά χρόνια παραπάνω προκειμένου να «ισοφαρίσουν» τη μείωση που θα υποστούν αν αποχωρήσουν τώρα. Εκπαιδευτικός για να καλύψει τα 1070€ κύριας σύνταξης που θα εισέπραττε με 35 έτη ασφάλισης, θα πρέπει να εργαστεί 40 και πλέον έτη για να αποκομίσει το ίδιο ποσό.
Ο τρίτος λόγος είναι ότι πέραν της χαμηλής κύριας σύνταξης που θα εισπράξουν, θα πάρουν ψίχουλα και στις επικουρικές με αποτέλεσμα η συνολική απώλεια να είναι πολύ μεγάλη. Έτσι αν ένας εκπαιδευτικός με 35 συντάξιμα έτη εισπράττει σήμερα ως εργαζόμενος 1400€ και η σύνταξή του περιοριστεί στο άθροισμα κύριας και επικουρικής περί τα 1000€, τότε η αποχώρησή του υπό τις διαμορφούμενες συνθήκες δεν είναι καθόλου συμφέρουσα επιλογή.
Σύμφωνα με τις προτροπές πολλών εργατολόγων, οι δημόσιοι υπάλληλοι που έχουν θεμελιωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα καλό είναι να τα ασκήσουν πριν την ψήφιση του ασφαλιστικού-λαιμητόμου, ώστε να συνταξιοδοτηθούν με βάση τον ευνοϊκό νόμο 3865/2010 που αποδίδει υψηλότερες συντάξεις.
Στον αντίποδα οι εκπαιδευτικοί που έχουν θεμελιωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα αναγκαστικά παραμένουν στις σχολικές αίθουσες εξυπηρετώντας τις ανάγκες της εκπαίδευσης σε δύσκολες εργασιακά συνθήκες, συμβάλλοντας στα οικονομικά του δημοσίου, αφού δεν λαμβάνουν σύνταξη και επιπλέον καταβάλλοντας εισφορές στα ταμεία διατηρώντας το υπάρχον επίπεδο στις απολαβές των νυν συνταξιούχων.
Τελικά ο δρόμος των εκπαιδευτικών προς τη σύνταξη είναι ανηφορικός, απρόβλεπτος, γεμάτος αγκάθια…