Αλλαγές στον τρόπο διδασκαλίας και στη δουλειά μέσα στο σχολείο προτείνει, σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», η ειδική επιστημονική επιτροπή που συγκροτήθηκε από τον υπουργό Παιδείας Κώστα Γαβρόγλου για τη μελέτη των μέτριων αποτελεσμάτων που φέρνουν οι Ελληνες μαθητές στον διαγωνισμό PISA του ΟΟΣΑ.
Απόστολος Λακασάς
Ειδικότερα, στον τελευταίο διαγωνισμό, του 2015, μετείχαν 72 χώρες (35 χώρες του ΟΟΣΑ και 37 συνεργαζόμενες χώρες) και αξιολογήθηκαν περίπου 540.000 μαθητές. Στις Φυσικές Επιστήμες, όπου δόθηκε το βάρος, όπως και στα Μαθηματικά οι Ελληνες μαθητές έφεραν τη χώρα μας στη 43η θέση, ενώ στην Κατανόηση Κειμένου, η Ελλάδα κατετάγη 41η. Ετσι, η Ελλάδα κατατάχθηκε και στα τρία τεστ (σε Φυσικές Επιστήμες, Μαθηματικά και Κατανόηση Κειμένου) στην ομάδα των χωρών (μαζί με Σλοβακία, Χιλή και Βουλγαρία, ενδεικτικά) με χαμηλότερη επίδοση από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ και με στατιστικά σημαντική διαφορά. Μάλιστα, από το 2000, οπότε έγινε ο πρώτος διαγωνισμός PISA, έως σήμερα, οι επιδόσεις της Ελλάδας και στα τρία πεδία δεξιοτήτων είναι σταθερά κάτω από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ.
Ο PISA εστιάζει στον βαθμό που οι μαθητές μπορούν να αξιοποιούν τις γνώσεις τους στις προκλήσεις της καθημερινής ζωής, ενώ ένας εξίσου βασικός στόχος του είναι η συσχέτιση των επιδόσεων των μαθητών στα τρία γνωστικά αντικείμενα με δημογραφικά, κοινωνικά, οικονομικά χαρακτηριστικά των μαθητών και με τα χαρακτηριστικά και τις εκπαιδευτικές πρακτικές των σχολείων τους.
Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», τα αποτελέσματα του PISA αναδεικνύουν, όπως πάντα, ότι στο ελληνικό σχολείο δεν καλλιεργούνται η δημιουργικότητα, η σύνθεση και η κριτική σκέψη των μαθητών. Βασικός παράγοντας της σχολικής διαδικασίας είναι ο εκπαιδευτικός και σε αυτόν πέφτει το ενδιαφέρον. Η πλειονότητα των εκπαιδευτικών υιοθετεί μετωπική μέθοδο διδασκαλίας και δεν προσαρμόζει το μάθημα στις ανάγκες και στο γνωστικό επίπεδο της εποχής. Δεν φαίνεται επίσης να είναι αποτελεσματική η αξιολόγηση των μαθητών, η οποία βασίζεται σε ξεπερασμένη μεθοδολογία. Επίσης, οι μαθητές δεν βελτιώνονται μέσω των παρατηρήσεων των δασκάλων τους διότι η αξιολόγηση – βαθμολόγηση γίνεται μηχανιστικά και διεκπεραιωτικά.
Ελλείψεις
Υπάρχουν βέβαια, ως γνωστόν, οι ελλείψεις του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος σε προσωπικό και υποδομές και τα μεγάλα σε αριθμό μαθητών τμήματα. Επίσης, περίπου το 11% των 15χρονων μαθητών στην Ελλάδα (πρόκειται για τους μαθητές που συμμετέχουν στον PISA) προέρχονται από οικογένειες μεταναστών. Οι μαθητές αυτοί υστερούν έναντι των γηγενών.
Ωστόσο το πόρισμα της ειδικής επιτροπής, όπως και σε προηγούμενες μελέτες, δεν συσχετίζει σε σημαντικό βαθμό τις ελλείψεις με τις χαμηλές επιδόσεις των μαθητών στον PISA ούτε όμως και με το περιεχόμενο των αναλυτικών προγραμμάτων. Από την άλλη, η διαθεματικότητα, η διεπιστημονικότητα και η σύνδεση με την καθημερινή ζωή δεν έχουν αποτυπωθεί στα σχολικά εγχειρίδια. Αυτό αποτελεί τροχοπέδη στην υιοθέτησή τους από τους εκπαιδευτικούς. Ετσι, απαιτείται και επιμόρφωση των εκπαιδευτικών στον στόχο αυτό. Παράλληλα, τα σχολεία με πλούσιες σχολικές δραστηριότητες, πιθανότατα και εκτός ωρολόγιου προγράμματος, παρατηρείται να έχουν καλύτερες επιδόσεις στον PISA.
Ηδη, πάντως, το ΙΕΠ έχει συστήσει επιτροπές για αλλαγές στην εκπαιδευτική διαδικασία, όπως ενδεικτικά στον τρόπο αξιολόγησης των μαθητών, ενώ τους άξονες των αλλαγών έχει προσδιορίσει και η ενδιάμεση έκθεση του ΟΟΣΑ για την ελληνική εκπαίδευση.
Καθυστέρηση στη δημοσιοποίηση
Η ειδική επιστημονική επιτροπή συγκροτήθηκε από τον υπουργό Παιδείας Κώστα Γαβρόγλου στις αρχές Δεκεμβρίου 2016, λίγες ημέρες μετά τη δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων του τελευταίου διαγωνισμού PISA.
Ηταν η πρώτη φορά που η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας κινητοποιήθηκε τόσο άμεσα και με τέτοιο τρόπο. Η επιτροπή προχώρησε τις εργασίες της, βασιζόμενη και στο υλικό που έχει συσσωρευθεί από τη μελέτη των αποτελεσμάτων προηγούμενων διαγωνισμών PISA. Αλλωστε, στην επιτροπή μετείχαν και η κ. Χρύσα Σοφιανοπούλου, επίκουρη καθηγήτρια στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο και εθνική διαχειρίστρια του PISA στην Ελλάδα, καθώς και ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ) Γεράσιμος Κουζέλης. Εντός του 2017, παράλληλα με την επιτροπή για το PISA, το ΙΕΠ μελέτησε αλλαγές στον τρόπο αξιολόγησης των μαθητών, καθώς και άλλα κρίσιμα ζητήματα της ελληνικής εκπαίδευσης. Φτάσαμε, λοιπόν, στα τέλη Σεπτεμβρίου και η δημοσιοποίηση του πορίσματος της επιτροπής δεν έχει γίνει από τον κ. Γαβρόγλου, παρότι ο ίδιος τονίζει ότι πρέπει να δοθεί βάρος στην εκπαιδευτική διαδικασία και όχι στο εξεταστικό σύστημα. Η καθυστέρηση οφείλεται στην ευθέως αρνητική στάση μερίδας της ΟΛΜΕ απέναντι στον PISA του ΟΟΣΑ, την ίδια στιγμή που από το πόρισμα προκύπτουν και οι ευθύνες των εκπαιδευτικών για μέρος των παθογενειών του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος;