Eὐάγγελος Στ. Πονηρός Δρ Θ., Μ.Φ.
Σχολικός σύμβουλος θεολόγων Πειραιῶς, Δ΄ Ἀθηνῶν, Κυκλάδων
Τό σχολικό βιβλίο θρησκευτικῶν Γ΄ γυμνασίου ἐκδόσεως 2006 καί τό ἀντίστοιχο πρόγραμμα σπουδῶν.
Κριτική βάσει τῆς ἔμπρακτης διδασκαλίας
Τό σχολικό βιβλίο τοῦ ὁποίου τό περιεχόμενο θά ἀναλύσουμε ἐδῶ[1], μαζί καί τά βιβλία Α΄ καί Β΄ γυμνασίου, μέ τά ὁποῖα εἶχαν τεθεῖ ταυτοχρόνως σέ ἰσχύ, εἶναι γεγονός ὅτι, εἶχαν ἀπό τήν πρώτη στιγμή τῆς παραδόσεώς τους σέ ἐκπαιδευτικούς και μαθητές προξενήσει ἀλλεπάλληλα δυσμενή σχόλια. Παρ΄ ὅλα αὐτά ἐπίσης ἰσχύουν δύο γεγονότα:
Πρῶτον, τό βιβλίο αὐτό ἐξακολουθεῖ νά διδάσκεται μέχρι καί τό τρέχον σχολικό ἔτος (2015-16). Δεύτερον, μέχρι σήμερα κανένας δέν ἔχει προβεῖ σέ ἀναλυτική δημοσίευση τῶν πολλῶν καί ποικίλων προβλημάτων, τά ὁποῖα τό χαρακτηρίζουν.
Τό βιβλίο αὐτό δέν ἔχει θεματική πληρότητα, οὔτε ἀπόλυτη θεολογική εὐστοχία, οὔτε ἱστορική ἀκρίβεια, οὔτε γλωσσική ἐπάρκεια, οὔτε εἰκονογραφική ἐπάρκεια. Χωλαίνει σέ ὅλους αὐτούς τούς τομεῖς. Ὅλα αὐτά τά διαπίστωσε ὁ γράφων διδάσκοντάς το ἐπί σειρά ἐτῶν σέ πολλά σχολικά τμήματα. Ἄς δοῦμε ὅμως ἀναλυτικά τά προβλήματικά σημεῖα τοῦ ὑπό ἐξέταση βιβλίου.
Α΄. Θεολογικά σφάλματα
Στόν τίτλο τοῦ μαθήματος 3 ἡ Πεντηκοστή χαρακτηρίζεται ὡς τό «τό ξεκίνημα τῆς Ἐκκλησίας». Ὁ τίτλος ὀφείλεται στό πρόγραμμα σπουδῶν[2]. Ὁ χαρακτηρισμός ὅμως «τό ξεκίνημα» δέν εἶναι σωστός. Ὁ παραδοσιακός χαρακτηρισμός γιά τήν Πεντηκοστή εἶναι «ἡ γενέθλιος ἡμέρα τῆς Ἐκκλησίας». Αὐτό πρέπει νά καθίσταται σαφές στά σχολικά βιβλία καί νά τό μαθαίνουν τά παιδιά.
Στό γ΄ μέρος τοῦ μαθήματος 11 «Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος» ἀναφέρεται ὡς πιθανή ἐξήγηση γιά τήν προσωνυμία «θεοφόρος», ὅτι μπορεῖ νά εἶδαν οἱ χριστιανοί μετά τό μαρτύριό του χαραγμένο στό στῆθος του τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ. Ἀφοῦ ὅμως τά θηρία εἶχαν κατασπαράξει τόν μάρτυρα, τό στῆθος του δέν θά εἶχε μείνει ἀνέπαφο. Ἐπίσης εἶναι ἀπίθανο καί ἐτυμολογικά καί χρονολογικά νά ἦταν τό παιδί τό ὁποῖο κράτησε καί ἔδειξε ὁ Χριστός ὡς ὑπόδειγμα ἀθωότητος[3]. Τό πιό πιθανό, μέ βάση ὅσα ἀναφέρει τό κείμενο τοῦ μαρτυρίου του, εἶναι ὅτι συνήθιζε νά ἀποκαλεῖ ἔτσι τούς χριστιανούς, ἀκόμη καί τόν ἑαυτό του, ὅπως βλέπουμε στίς ἐπιστολές του. Σύμφωνα μέ τό μαρτύριο, ὅταν τόν ἐρώτησε ὁ αὐτοκράτωρ Τραϊανός «τίς ἐστι Θεοφόρος», ἐκεῖνος ἀπάντησε: «Ὁ Χριστόν ἔχων ἐν στέρνοις»[4]. Σήμαινε δηλαδή ὁ χαρακτηρισμός αὐτός τόν πιστό στόν Χριστό.
Ὁ ὁρισμός τόν ὁποῖον δίνει τό ὑπό ἐξέταση βιβλίο γιά τίς αἱρέσεις στήν εἰσαγωγική παράγραφο τοῦ μαθήματος 14 «Αἰρέσεις: ἐσωτερική πληγή τῆς Ἐκκλησίας» δέν εἶναι σωστός. Ἀναφέρει ὅτι: «αἵρεση ὀνομάζεται ἡ ἐπιλογή ἑνός μέρους ἀπό τό σύνολο τῆς ἐκκλησιαστικῆς διδασκαλίας καί ἡ ἐμμονή σέ αὐτό»[5]. Μέ αὐτόν τόν παράδοξο ὁρισμό δίνεται ἡ ἐντύπωση, ὅτι οὐσιαστικά ἡ αἵρεση δέν ἀποκλίνει ἀπό τή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, ἐνῷ στήν πραγματικότητα κάθε αἵρεση συνιστᾶ ἀπόκλιση ἀπό αὐτήν καί στρέβλωση αὐτῆς. Ἐξ ἄλλου, καί αὐτό πρέπει νά προσεχθεῖ ἰδιαίτερα, κάθε στρεβλωτικό ἰσχυρισμό τους οἱ αἱρέσεις δέν τόν ἀντλοῦν μόνο μέσα ἀπό τή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά ἐπινοοῦν καί καθαρά δικές τους θεωρίες, τίς ὁποῖες δέν τίς βλέπουμε κατά κανένα τρόπο στή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας.
Στό μάθημα 17 «Χριστιανική ἄσκηση – μοναχισμός» δέν ἀναφέρεται ρητά ὁ τρίπτυχος κανόνας τῆς μοναχικῆς ζωῆς: πενία (ἀκτημοσύνη), παρθενία (ἀγαμία), ὑπακοή, πράγμα τό ὁποῖο, πιστεύουμε ὅτι εἶναι σημαντικό θεολογικό σφάλμα. Σέ αὐτό μάλιστα τό μάθημα φαίνεται τό σχολικό βιβλίο κατώτερο ἀπό τό πρόγραμμα σπουδῶν, τό ὁποῖο ἀναφέρει καί τήν ἔννοια τοῦ ἠσυχασμοῦ, τήν ὁποία λησμόνησε τό σχολικό βιβλίο.
Πρέπει νά ἐπισημάνουμε, ὅτι δύο φορές τό σχολικό βιβλίο περιλαμβάνει τό ἴδιο σοβαρό ἀτόπημα στό μάθημα 19 «Εἰκονομαχία: μία τραγωδία πού συγκλόνισε τήν Ἐκκλησία». Στήν εἰσαγωγική παράγραφο: «Οἱ εἰκονολάτρες ἤ εἰκονόφιλοι, ἀντίθετα, ὑπερασπίζονταν τήν παρουσία τῶν εἰκόνων στούς ναούς μέ ὑπερβολικές πολλές φορές ἐκδηλώσεις λατρείας»[6] καί στό β μέρος τοῦ μαθήματος: «Ὁ Κωνσταντῖνος Ε΄ (741-775), ἀργότερα, σκλήρυνε τόν ἀγώνα κατά τῶν εἰκόνων. Ἔκλεισε τά μοναστήρια καί κατεδίωξε τούς μοναχούς πού ὑποστήριζαν τή λατρεία τῶν εἰκόνων»[7]. Εἶναι ἀσύλληπτο, τό πῶς ὑπέπεσαν ὀρθόδοξοι θεολόγοι σέ τέτοιου εἴδους σφάλμα καί μάλιστα δύο φορές. Καί εἶναι ἐπίσης ἀσύλληπτο τό πῶς δέν ὑπέπεσε τό σφάλμα αὐτό στήν ἀντίληψη τῶν κριτῶν – ἀξιολογητῶν τοῦ βιβλίου. Ὡς γνωστόν, ὁ χαρακτηρισμός «εἰκονολάτρες» ἦταν ὕβρις, τήν ὁποίαν ἀπηύθυναν οἱ εἰκονομάχοι πρός τούς εἰκονοφίλους καί δέν ἐπιτρέπεται νά τή χρησιμοποιοῦμε. Οἱ δέ μοναχοί δέν ὑποστήριζαν λατρεία τῶν εἰκόνων, ἀλλά τιμή πρός αὐτές, ἀλλιῶς θά ἦταν εἰδωλολάτρες.
Ὁ τίτλος τοῦ μαθήματος 21 «Ἐκκλησιαστική τέχνη Β΄: Ὑμνολογία» εἶναι ἀπολύτως ἐσφαλμένος, ὀφείλεται δέ στό πρόγραμμα σπουδῶν. Ἀντί «ὑμνολογία» ἔπρεπε νά ἀναφέρει «ὑμνογραφία». Ἐνῷ στήν εἰσαγωγική παράγραφο, ἡ ὁποία ἀκολουθεῖ τόν τίτλο, ἀναφέρεται σωστά τί εἶναι ὑμνολογία καί τί ὑμνογραφία, στόν τίτλο ἀναφέρεται λάθος. Θά ἦταν δυνατόν, πιστεύουμε, νά μή ἀκολουθεῖται δουλικά τό πρόγραμμα ἀπό τούς συγγραφεῖς τοῦ βιβλίου, ἀλλά νά διορθώνεται ὅπου αὐτό σφάλλει.
Στό ἴδιο ἐπίσης μάθημα δέν εἶναι ἀκριβής ἡ ἑξῆς περιγραφή ἡ ὁποία ἐξηγεῖ γιατί τό ἐκκλησιαστικό ποιητικό εἶδος τοῦ «κανόνος» λέγεται ἔτσι: «ὀνομάζεται ἔτσι, ἐπειδή ὁ μελωδός χρησιμοποιοῦσε ὡς κανόνα – χάρακα κάποια συγκεκριμένα γεγονότα ἀπό τήν Παλαιά καί τήν Καινή Διαθήκη, ὅπως τό θαῦμα τῆς σωτηρίας τοῦ Ἰωνᾶ μέσα στήν κοιλιά τοῦ θαλασσίου κήτους, τόν ὕμνο τῆς Θεοτόκου πρός τό Θεό κ.ἄ.»[8]. Κατ΄ ἀρχήν οἱ μαθητές δέν κατανοοῦν ἐδῶ τί σημαίνει κανόνας – χάρακας καί πρέπει νά τούς ἐξηγήσουμε, ὅτι τούς χρησίμευαν ὡς πρότυπο, ὡς παράδειγμα, βάσει τοῦ ὁποίου θά δημιουργοῦσαν τό δικό τους ποιητικό ἔργο. Ἔπειτα πρέπει νά γνωρίζουμε, ὅτι δέν ἦταν ἁπλῶς γεγονότα, ἀλλά ὠδές τῆς Ἁγίας Γραφῆς, δηλαδή ἔρρυθμα ἀποσπάσματα, ὀκτώ τῆς Παλαιᾶς καί ἕνα τῆς Καινῆς.
Στό α μέρος τοῦ μαθήματος 26 «Τό σχίσμα τοῦ 1054: γεγονός μεγάλης ὀδύνης» ἐξιστορεῖται ἕνα ἀπό τά αἴτια τοῦ σχίσματος τελείως ἐσφαλμένα: «Οἱ κάτοικοι τῆς νότιας Ἰταλίας καί τῆς Σικελίας θαύμαζαν τίς παραδόσεις καί τή λαμπρότητα τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας καί Αὐτοκρατορίας. Ὁ Πάπας Λέων Θ΄ (1049-1054) προσπάθησε νά εἰσαγάγει τά λατινικά ἔθιμα στή λατρεία, στήν ἐκκλησιαστική καί στήν κοινωνική ζωή τῶν περιοχῶν αὐτῶν.»[9]
Ἡ ἱστορική ἀλήθεια εἶναι τελείως διαφορετική, δέν ἐθαύμαζαν ἁπλῶς οἱ κάτοικοι τίς παραδόσεις καί τή λαμπρότητα τῆς ἀνατολικῆς ἐκκλησίας καί αὐτοκρατορίας. Αὐτοί οἱ ἰσχυρισμοί καταντοῦν ἀστεῖοι. Οἱ περιοχές Ἀπουλίας, Καλαβρίας καί Σικελίας ὑπάγονταν ἐκκλησιαστικῶς στό πατριαρχεῖο τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί πολιτικά στήν αὐτοκρατορία τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί ἡ Ρώμη ἀποφάσισε νά τίς ἀποσπάσει. Σέ αὐτό τό ἐγχείρημα τή βοηθοῦσε τό γεγονός, ὅτι Νορμανδοί καί Σαρακηνοί ἐπιδρομεῖς ἀπέσπασαν διάφορα τμήματα αὐτῶν τῶν περιοχῶν ἀπό τήν πολιτική διοίκηση τοῦ Βυζαντίου.
Στό μάθημα 30 «Ἡ ἀνατολική Ἐκκλησία κατά τήν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας». ὁ χαρακτηρισμός «ἀνατολική»[10] στόν τίτλο, δέν εἶναι ἐπιτυχής. Ἡ Ἐκκλησία μας δέν προσδιορίζεται ἀπό γεωγραφικούς ὅρους, ἀλλά ἀπό τήν πίστη της. Εἶναι λοιπόν ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί δέν χρειάζεται κανέναν ἄλλο προσδιορισμό. Βεβαίως ὁ ὡς ἄνω ἐσφαλμένος χαρακτηρισμός ὀφείλεται στό πρόγραμμα σπουδῶν. Τό γεγονός ὅμως αὐτό δέν ἀπαλλάσσει τούς συγγραφεῖς τοῦ σχολικοῦ βιβλίου ἀπό κάθε εὐθύνη, ἐφ΄ ὅσον συμβιβάσθηκαν καί δέχθηκαν κάτι ἐσφαλμένο.
Β΄. Ἱστορικά σφάλματα
Στό μάθημα 4 «Ἱεροσόλυμα: πρότυπο χριστιανικῶν κοινοτήτων». Τό γεγονός ὅτι οἱ ἑπτά διάκονοι ἔφεραν ὅλοι ὀνόματα ἑλληνικά, θεωρεῖται ἀπό τούς συγγραφεῖς τοῦ σχολικοῦ βιβλίου ὡς ἀπόδειξη τῆς ἐπιρροῆς τοῦ ἑλληνορωμαϊκοῦ πολιτισμοῦ[11]. Δέν γνωρίζουμε ποῦ φαίνεται ἐδῶ ὁ ρωμαϊκός πολιτισμός, ἀφοῦ κανένας ἀπό τούς διακόνους δέν ἔφερε ὄνομα λατινικό, ὁπωσδήποτε ὅμως φαίνεται ὁ ἑλληνικός πολιτισμός!
Στό γ μέρος τοῦ μαθήματος 5 «Ὁ πρῶτος διωγμός τῶν χριστιανῶν» ἀναφέρεται, ὅτι «μετά ἀπό μερικά χρόνια, τό 70 μ.Χ., οἱ Ρωμαῖοι κατέστρεψαν τελείως τήν πόλη καί κατέλυσαν τό κράτος τοῦ Ἰσραήλ.»[12] Δέν ἀναφέρει, ὅτι τό ὑποτιθέμενο «κράτος» τοῦ Ἰσραήλ δέν ἦταν ἀνεξάρτητο, ἀλλά ἀποτελεῖτο ἀπό μερικά ἀπολύτως ὑποτελή, δηλαδή ἀπολύτως ἐξαρτημένα ἀπό τούς Ρωμαίους κρατίδια καί πρίν ἀπό τήν καταστροφή προηγήθηκε ἐπανάσταση, διότι ἔτσι ὅπως τό λέγει, εἶναι σάν νά ξεκίνησαν οἱ Ρωμαῖοι ἀπρόκλητα τόν πόλεμο. Ἐπίσης δέν ἀναφέρει, ὅτι ἀκολούθησε καί μία ἀκόμη ἐπανάσταση, ἡ ὁποία διήρκεσε ἀπό τό 122 ἕως τό 135 μ.Χ. καί ἐπίσης ἀπέτυχε.
Ἀναφέρει τό σχολικό βιβλίο στό μάθημα 9 «Οἱ μεγάλοι διωγμοί τῶν χριστιανῶν» ὡς ἑξῆς τά λόγια τοῦ ἁγίου Πολυκάρπου Σμύρνης, ὁ ὁποῖος ἀρνεῖται νά βλασφημήσει τόν Χριστό: «ὁ Πολύκαρπος τοῦ ἐξήγησε ὅτι εἶναι χριστιανός καί ὅτι δέ θά μποροῦσε νά βλασφημήσει τό Χριστό πού ὑπηρετεῖ ὀγδόντα χρόνια.»[13] Μᾶλλον κάποιος τά ἔγραψε αὐτά ἀπό μνήμης, ἀλλά ἡ μνήμη του τόν πρόδοσε. Ὁ ἅγιος Πολύκαρπος εἶπε τά ἑξῆς στόν Ἀνθύπατο: «ὀγδοήκοντα καί ἕξ ἔτη δουλεύω αὐτῷ καί οὐδέν μέ ἠδίκησεν· πῶς δύναμαι βλασφημῆσαι τόν βασιλέα μου, τόν σώσαντά με;» [14]. Δηλαδή «ὀγδονταέξι ἔτη εἶμαι δοῦλος τοῦ Χριστοῦ καί ποτέ δέν μέ ἀδίκησε· πῶς λοιπόν θά μποροῦσα νά βλασφημήσω τόν βασιλέα μου, ὁ ὁποῖος μέ ἔσωσε;».
Ὁ τίτλος τοῦ μαθήματος 12 «Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων: ἕνας νέος δρόμος ἀνοίγεται γιά τούς χριστιανούς» παρουσιάζει πρόβλημα. Οἱ ἀποφάσεις τῶν Μεδιολάνων δέν πρόλαβαν νά δημοσιευθοῦν ὡς νόμος, δέν ἔγιναν ποτέ διάταγμα. Ἡ οὐσία ὅμως εἶναι, ὅτι κατέπαυσαν οἱ διωγμοί καί ἀφέθηκε ἐλεύθερη ἡ πίστη καί ἡ λατρεία τῆς Ἐκκλησίας.
Στό ἴδιο μάθημα ἀναφέρεται ὅτι «Οἱ διωγμοί τῶν χριστιανῶν καί τά δεινά πού γιά τρεῖς αἰῶνες ὑπέστησαν ἔδωσαν τήν ἀφορμή γιά τήν καθιέρωση τῆς ἀνεξιθρησκίας.»[15] Ἐάν λόγῳ τῶν σφοδρῶν διωγμῶν εἶχε ἐξαλειφθεῖ ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ποιός θά θυμόταν νά παραχωρήσει ἀνεξιθρησκία ἐξ αἰτίας της; Ὀρθή διαπίστωση ἑπομένως σχετική μέ τό θέμα εἶναι, ὅτι ἡ ἐπιβίωση τῆς χριστιανικῆς πίστεως παρ΄ ὅλους τούς διωγμούς καί τά δεινά τά ὁποῖα ὑπέστησαν οἱ χριστιανοί γιά τρεῖς αἰῶνες, ἔδωσε τήν ἀφορμή γιά τήν καθιέρωση τῆς ἀνεξιθρησκίας.
Στό α μέρος τοῦ μαθήματος 13 «Χριστιανισμός – Ἑλληνισμός: μία ἰδιότυπη συνάντηση» ἀναφέρεται: «Ἡ προετοιμασία γιά τή γνωριμία τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ μέ τόν Χριστιανισμό ξεκίνησε τόν 3ο π.Χ. αἰ. ἀπό τόν Μ. Ἀλέξανδρο καί τούς διαδόχους του. Ὁλόκληρος ὁ τότε κόσμος ἦταν ἑνωμένος μέ βάση ἕναν πολιτισμό: τόν ἑλληνικό. Στό πλαίσιο αὐτοῦ τοῦ κόσμου, τό ἰουδαϊκό κράτος ἄρχισε νά ἐπηρεάζεται ἀπό τό ἑλληνικό πνεῦμα στήν πολιτική καί στήν κοινωνική του ζωή, στά γράμματα καί στήν παιδεία του.»[16] Δέν γνωρίζουμε ποιό ἰουδαϊκό κράτος ἀναφέρει κατά τόν τρίτο αἰώνα π.Χ. Προφανῶς ἐννοεῖ τήν ἰουδαϊκή κοινωνία, διότι ἰουδαϊκό κράτος δέν ὑπῆρχε ἀπό τόν 6ο αἰ. π.Χ. Ὅσον ἀφορᾶ δέ τόν ἀναφερόμενο τρίτο αἰώνα, μᾶλλον ἐννοεῖ τόν τέταρτο αἰώνα, ἀφοῦ ἀναφέρει τόν μέγα Ἀλέξανδρο, ὁ ὁποῖος, ὡς γνωστόν κατά τόν τέταρτο αἰώνα ἔζησε (356-323 π.Χ.).
Στό β μέρος τοῦ μαθήματος 19 «Εἰκονομαχία: μία τραγωδία πού συγκλόνισε τήν Ἐκκλησία» ἀναφέρεται: «Τό 754 συγκαλεῖται Σύνοδος στό ἀνάκτορο πού βρίσκεται στήν ἀσιατική ἀκτή τῆς Κωνσταντινούπολης, στήν περιοχή Ἱέρεια, ἡ ὁποία θεσμοθετεῖ τίς εἰκονομαχικές ἀντιλήψεις.»[17] Ἔπρεπε νά ἀναφέρεται «ἀσιατική ἀκτή τοῦ Βοσπόρου», διότι ἡ Κωνσταντινούπολη δέν ἔχει ἀσιατικη ἀκτή, εἶναι καθαρά εὐρωπαϊκή πόλη.
Ὁ ὅρος «ρυθμοί» τῶν ναῶν εἶναι ἐσφαλμένος καί κακῶς χρησιμοποιεῖται στό μάθημα 20 «Ἐκκλησιαστική τέχνη Α΄: Ναοδομία καί ἁγιογραφία»[18]. Τόν ἴδιο ὅρο χρησιμοποιεῖ καί τό πρόγραμμα σπουδῶν. Ὁ σωστός ὅρος εἶναι «τύποι» ναῶν. Ὁ ὅρος «ρυθμοί» χρησιμοποιεῖται μόνο γιά τούς ἀρχαίους ναούς, οἱ ὁποῖοι διακρίνονται βάσει τῶν κιονοκράνων τους.
Στό τέλος τοῦ μαθήματος 21 «Ἐκκλησιαστική τέχνη Β΄: Ὑμνολογία» ἀναφέρονται τά ἑξῆς: «ἐνῷ κατά τούς ὀκτώ πρώτους χριστιανικούς αἰῶνες ἡ ἐξέλιξη τῆς ἐκκλησιαστικῆς ὑμνωδίας (ποίηση καί μέλος) ἦταν ραγδαία, σήμερα παραμένει ἡ ὑμνωδία αὐτή χωρίς ποιοτική ἐξέλιξη γιά περίπου χίλια διακόσια χρόνια. Εἶναι καιρός, ὅμως, νά συνεχισθεῖ ἡ πορεία μέ μία προσπάθεια ἀπόδοσης τῶν ὕμνων σέ πιό κατανοητή γλώσσα, ὥστε νά γίνει ἐμφανές ὅτι ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας ἀφορᾶ ὅλο τόν κόσμο, ὅλων τῶν ἐποχῶν καί ὅτι δέν ἀποτελεῖ ἁπλῶς μουσειακό θησαυρό.»[19]
Πρέπει ἐδῶ νά γίνει κατανοητό, ὅτι κάθε καλλιτεχνική, συχνά μάλιστα καί ἁπλῶς τεχνική, δραστηριότητα τοῦ ἀνθρώπου φθάνει σέ ἕνα ὕψιστο σημεῖο τελειότητας, πέρα ἀπό τό ὁποῖο δέν ὑπάρχει δυνατότητα ἀναπτύξεως, διότι ἐλλοχεύει πλέον ὁ κίνδυνος καταστροφῆς του. Αὐτό συνέβη τουλάχιστον μέ τή βυζαντινή μουσική. Πέραν τούτου, ὅσον ἀφορᾶ τήν ὑμνογραφία, κανένας δέν ἐμποδίζει τούς ὑμνογράφους νά ἐπινοήσουν νέα εἴδη ὕμνων, χρειάζεται βέβαια ταλέντο καί τόλμη γιά νά γίνει κάτι τέτοιο.
Ἀπορία προξενεῖ ἡ παντελῶς ἀναιτιολόγητη ἀπόπειρα τοῦ σχολικοῦ βιβλίου νά συνδέσει τήν πρόοδο στήν ὀρθόδοξη ὑμνογραφία μέ προσπάθεια ἀπόδοσης τῶν ὕμνων σέ πιό κατανοητή γλώσσα. Πιστεύουμε κατ΄ ἀρχήν ἀκράδαντα, ὅτι ἡ ἀπόδοση τῶν ἤδη ὑπαρχόντων ἱστορικῶν ὕμνων στήν καθομιλουμένη σύγχρονη ἑλληνική δέν θά ἀποτελοῦσε πρόοδο στήν ὑμνογραφία.
Ἀνεξάρτητα ἀπό αὐτό, πιστεύουμε ὅτι, ἄν ἐν τέλει ἐκπονηθοῦν τέτοιες ἀποδόσεις δέν θά πρέπει καί νά ψάλλονται καί ἐπίσης δέν θά πρέπει νά ἀντικαταστήσουν τούς πρωτότυπους ὕμνους, ἀλλά νά τυπωθοῦν σέ βιβλία, τά ὁποῖα θά ἔχουν σέ παράλληλες στῆλες πρωτότυπο καί νεοελληνική ἀπόδοση[20]. Τά βιβλία αὐτά θά συμβουλεύεται, κατά τή διάρκεια τῶν ἀκολουθιῶν ἤ στό σπίτι του, ὅποιος πιστός δυσκολεύεται νά κατανοήσει τήν πρωτότυπη γλώσσα τῶν ὕμνων.
Κατά τά ἄλλα, θά μποροῦσαν, ὅταν θά ὑπάρξουν περιπτώσεις νέων ἁγίων, νά συντεθοῦν οἱ ἀσματικές τους ἀκολουθίες στή νέα ἑλληνική, ὄχι ὅμως ἡ μετάφραση τῶν παλαιῶν ἀριστουργημάτων νά τά ἀντικαταστήσει, οὔτε νά συντεθοῦν ἐξ ὑπαρχῆς νέοι ὕμνοι γιά νά ἀντικαταστήσουν τούς παλαιούς. Τέτοια ἀπόπειρα θά ἦταν μέγα ἀνοσιούργημα καί τερατούργημα!
Γ΄. Γλωσσικά σφάλματα
Στό μάθημα 9 «Οἱ μεγάλοι διωγμοί τῶν χριστιανῶν» ἀναφέρεται: «γίνεται διάλογος μέ τούς ἐθνικούς στή βάση τῆς ἑλληνικῆς φιλοσοφίας καί τοῦ πολιτισμοῦ»[21]. Τό ἴδιο ἀναφέρεται καί στό μάθημα 26 «Τό σχίσμα τοῦ 1054: γεγονός μεγάλης ὀδύνης»: «ἀκυρώνει τήν κοινωνία τους στή βάση τῆς ἰσότητας καί τῆς διαφορᾶς»[22]. Προσπαθούσαμε μέ πολύ κόπο νά καταλάβουμε, τί νά σημαίνουν αὐτές οἱ ἀκατανόητες φράσεις. Καί ἄν ἕνας ἐκπαιδευτικός μέ δεκαετίες ὁλόκληρες διδακτικῆς ὑπηρεσίας καί συγγραφικῆς δράσεως δέν καταλαβαίνει τούς γλωσσικούς ἀκροβατισμούς ἑνός σχολικοῦ βιβλίου, εἶναι εὔκολο νά φαντασθοῦμε, ἄν τούς καταλαβαίνει ἕνας δεκατετράχρονος μαθητής. Μετά ἀπό πολλή σκέψη καταλήξαμε στό συμπέρασμα, ὅτι μᾶλλον εἶναι ἀτυχής μεταφορά στή δημοτική τῆς φράσεως «γίνεται διάλογος μέ τούς ἐθνικούς βάσει τῆς ἑλληνικῆς φιλοσοφίας καί τοῦ πολιτισμοῦ». Ἄν λοιπόν θέλουμε νά γράφουμε σωστή δημοτική καί νά μή κακοποιοῦμε τήν ἑλληνική γλώσσα, θά πρέπει ἐδῶ νά γράψουμε: «γίνεται διάλογος μέ βάση τήν ἑλληνική φιλοσοφία καί τόν πολιτισμό», ὅπως καί τήν ἄλλη φράση πρέπει νά τή γράψουμε ὡς ἑξῆς: «ἀκυρώνει τήν μέ βάση τήν ἰσότητα καί τή διαφορά κοινωνία τους».
Τό γ΄ μέρος τοῦ μαθήματος 16 «Μέγας Βασίλειος: ἕνας κορυφαῖος ἱεράρχης» τιτλοφορεῖται «Οἱ ἐπιστολές τοῦ Μ. Βασιλείου: εἰκόνα ἑνός Μεγάλου Πατέρα τῆς Ἐκκλησίας»[23], ἀλλά ὁμιλεῖ γιά ὅλο τό συγγραφικό ἔργο τοῦ μεγάλου Βασιλείου. Καί δέν κατανοοῦμε γιατί θά ἔπρεπε νά ὁμιλήσει μόνο γιά τίς ἐπιστολές του, ἀφοῦ ὅλο τό συγγραφικό ἔργο του εἶναι ἀνεκτίμητο.
Ἄλλο ἕνα σημεῖο στό ὁποῖο φαίνεται ἡ γλωσσική ἀνεπάρκεια τοῦ ἐν λόγῳ βιβλίου εἶναι τό ἑξῆς. Στό μάθημα 27 «Μαρτίνος Λούθηρος. Ἡ Μεταρρύθμιση στή δυτική χριστιανοσύνη» ἀναφέρεται: «Ἀπό τό 14ο αἰώνα ἡ παπική δύναμη ἄρχισε νά δέχεται πλήγματα στό κύρος της (ὑπῆρξε ἐποχή, τό 1378-1415, ὅταν ἡ Ρωμαιοκαθολική Ἐκκλησία εἶχε δύο Πάπες, ἕναν μέ ἕδρα τή Ρώμη καί ἄλλον μέ ἕδρα τήν Ἀβινιόν τῆς Γαλλίας, δηλαδή εἴχαμε παπικό σχίσμα).»[24] Καί γεννᾶται τό ἐρώτημα: Τό σχίσμα τοῦ 1054 τί ἦταν, δέν ἦταν παπικό σχίσμα; Προφανῶς ἀντί «παπικό σχίσμα» ἔπρεπε νά γραφεῖ «σχίσμα ἐντός τῆς παπικῆς ἐκκλησίας».
Δ΄. Ἐλλιπής ἀνάλυση καί ἐσφαλμένη ὁρολογία
Στό μάθημα 3 «Πεντηκοστή: τό ξεκίνημα τῆς Ἐκκλησίας» Ἀναφέρεται καί στίχος τοῦ ἀποστόλου Παύλου[25]. Ὀρθῶς βεβαίως, διότι ἡ ὅλη πορεία του ἀποστόλου τῶν ἐθνῶν ἦταν πλήρης Πνεύματος Ἁγίου, ὅμως πρέπει νά κατανοήσουν οἱ μαθητές, ὅτι στήν Πεντηκοστή ὁ Παῦλος δέν ἦταν παρών. Τό ξεκαθαρίζουμε αὐτό, διότι οἱ νεαροί μαθητές μένουν μέ τήν ἐντύπωση, πώς ἐφ΄ ὅσον ἀναφέρεται στό μάθημα, ἦταν παρών ὡς ἀπόστολος σέ ὅλα αὐτά τά γεγονότα.
Τό οἰκονομικό σύστημα τῆς πρώτης Ἐκκλησίας τῶν Ἱεροσολύμων τό γνωρίζαμε ἀνέκαθεν ὡς «κοινοκτημοσύνη». Τόν ὅρο «κοινοκτημοσύνη» ἀποδίδει τό σχολικό βιβλίο στό μάθημα 4 «Ἱεροσόλυμα: πρότυπο χριστιανικῶν κοινοτήτων» μόνο στό οἰκονομικό σύστημα τῶν μοναστηριῶν. Τό γιατί ἀναφέρεται τό σύστημα τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ἱεροσολύμων ὡς «κοινοχρησία»[26] καί σέ τί διαφέρει αὐτό ἀπό τήν «κοινοκτημοσύνη» τῶν μοναστηριῶν δέν μᾶς εἶναι γνωστό. Πιστεύουμε ὅτι δέν διαφέρει σέ τίποτε. Παρ΄ ὅλα αὐτά ὅμως προτιμήθηκε ἐδῶ ὁ ὡς ἄνω θεολογικός νεολογισμός καί κατ΄ αὐτόν τόν τρόπο δίνεται στούς μαθητές ἡ ἐσφαλμένη ἐντύπωση, ὅτι τά δύο αὐτά κατ΄ οὐσίαν διαφέρουν.
Ἀπό τό μάθημα 12 «Διάταγμα τῶν Μεδιολάνων: ἕνας νέος δρόμος ἀνοίγεται γιά τούς χριστιανούς» οἱ μαθητές δέν καταλαβαίνουν τί εἶναι «ὁ στιγματισμός στό πρόσωπο» [27]. Εἶναι λοιπόν τό σημάδεμα τοῦ προσώπου μέ πυρακτωμένο σίδερο. Αὐτή ἡ τιμωρία ἐπιβαλλόταν στούς φυγάδες δούλους, οἱ ὁποῖοι συλλαμβάνονταν.
Ἀπό τό μάθημα 17 «Χριστιανική ἄσκηση – μοναχισμός» οἱ μαθητές δέν καταλαβαίνουν τί σημαίνει «ἔκπτωση τῆς πνευματικότητας»[28]. Καλύτερα καταλαβαίνουν τόν ὅρο «κατάπτωση».
Στό γ μέρος τοῦ μαθήματος 19 «Εἰκονομαχία: μία τραγωδία πού συγκλόνισε τήν Ἐκκλησία» δέν καταλαβαίνουν τί σημαίνει «σάρκωση». Ἔπρεπε λοιπόν τό σχολικό βιβλίο νά ἐξηγεῖ, ἔστω στό γλωσσάριο, ὅτι σημαίνει πώς ὁ Χριστός εἶναι καί τέλειος ἄνθρωπος[29].
Στό γ μέρος τοῦ ἰδίου μαθήματος δέν καταλαβαίνουν τί σημαίνει «νά ἀνάγονται εὐκολότερα πρός τό Θεό». Μποροῦμε νά ποῦμε «νά ὁδηγοῦνται πνευματικά»[30].
Στό μάθημα 24 «Οἱ ἅγιοι Εἰρηναῖος Λυῶνος καί Ἀμβρόσιος Μεδιολάνων» δέν ἔχει προσεχθεῖ μία λεπτομέρεια καί γι΄ αὐτό προξενεῖ παρεξηγήσεις: ἀναφέρει τό βιβλίο γιά τόν Εἰρηναῖο, «ὅτι ἦταν πρεσβύτερος στό Λούγδουνο τῆς Νότιας Γαλλίας». Γιά τόν Ἀμβρόσιο ἀναφέρει ὅτι «γεννήθηκε περί τό 340 μ.Χ. στά Τρέβιρα τῆς Γαλατίας»[31]. Οἱ μαθητές δέν γνωρίζουν, ὅτι Γαλατία καί Γαλλία ταυτίζονται καί κακῶς τό βιβλίο δέν τό ἀποσαφηνίζει, ἀλλά ἁπλῶς τό ἀναφέρει μέ δύο διαφορετικούς τρόπους.
Ε΄. Παραλείψεις σημαντικῶν θεμάτων καί λοιπές ἐλλείψεις
Κατ΄ ἀρχήν δέν ἀποσαφηνίζει τό βιβλίο αὐτό, τί ἀκριβῶς διδάσκει ἡ ἐκκλησιαστική ἱστορία. Τό δέ ὄνομα ἁπλῶς δέν εἶναι πάντοτε προφανές γιά τούς δεκατετράχρονους μαθητές. Πρέπει λοιπόν νά τονίσουμε, ὅτι ἀπό τήν ἀπό τήν ἐκκλησιαστική ἱστορία μαθαίνουμε πῶς ἐφαρμόσθηκε τό θέλημα τοῦ Χριστοῦ μέσα στήν πάροδο τῶν αἰώνων.
Ἐπίσης δέν ἀποσαφηνίζει, ποιά εἶναι ἡ σχέση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας μέ τήν πολιτική καί στρατιωτική ἱστορία. Ἡ ἐκκλησιαστική ἱστορία εἶναι ὁ ἀντίποδας τῆς πολιτικῆς καί στρατιωτικῆς ἱστορίας. Στίς μέν βλέπουμε νά κυριαρχοῦν φιλοδοξία, φιλαρχία, φιλαργυρία, ὑποκρισία, ραδιουργίες, πόλεμοι, σφαγές, καταστροφές. Ἡ δέ ἔχει ὡς σκοπό νά διορθώσει ἤ ἔστω νά ἀπαλύνει ὅλα τά ἀνωτέρω, διότι οἱ πρωταγωνιστές της διακρίνονται ἀπό αὐταπάρνηση, αὐτοθυσία, φιλανθρωπία, εὐθύτητα, φιλειρηνικότητα, πραότητα, ἀρετές τίς ὁποῖες θέλουν νά καταστήσουν κανόνα τοῦ κόσμου[32]. Μέ ὅλα αὐτά ἡ ἐκκλησιαστική ἱστορία ἐπέφερε βαθειά τομή στήν παγκόσμια ἱστορία.
Στό μάθημα 3 «Πεντηκοστή: τό ξεκίνημα τῆς Ἐκκλησίας» ἀναφέρει τό σχολικό βιβλίο τό καινοδιαθηκικό βιβλίο τῶν Πράξεων Ἀποστόλων, ὅμως δέν ἀναφέρει ποιός εἶναι ὁ συγγραφέας του, πράγμα τό ὁποῖο οἱ μαθητές δέν θυμοῦνται ἀπό τή δευτέρα γυμνασίου, γι΄ αὐτό καλό θά ἦταν νά ἐπαναλαμβάνεται τό ἱστορικό αὐτό στοιχεῖο.
Στό ἴδιο μάθημα καλό εἶναι, πιστεύουμε, νά δίνονται στό γλωσσάριο καί κάποιες πληροφορίες γιά τό τί ἦταν ἡ ἑβραϊκή γιορτή τῆς πεντηκοστῆς: Ἦταν καθαρά ἀγροτική γιορτή καί ὀνομαζόταν ἀλλιῶς «γιορτή τοῦ θερισμοῦ τῶν πρωτογεννημάτων». Γιορταζόταν τήν πεντηκοστή ἡμέρα ἀπό τό Πάσχα. Κατά τήν ἑβραϊκή παράδοση αὐτή τήν ἡμέρα δόθηκε ὁ δεκάλογος ἀπό τόν Θεό στόν Μωυσή. Διαρκοῦσε μία ἡμέρα καί κατά τή διάρκειά της πρόσφεραν σιταρένια ψωμιά καί θυσίαζαν ζῶα. Μέ αὐτή βέβαια τήν ἑβραϊκή πεντηκοστή, δέν ἔχει καμμία σχέση ἡ χριστιανική Πεντηκοστή.
Στό μάθημα 4 «Ἱεροσόλυμα: πρότυπο χριστιανικῶν κοινοτήτων», δέν ἀναφέρεται ἡ σημασία τῆς λέξεως «διάκονος», ἡ ὁποία σημαίνει «ὑπηρέτης». Λέξη σημαδιακή γιά τό ἦθος τό ὁποῖο πρέπει νά ἔχει ὅποιος ζῆ μέσα στόν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Χαρακτηριστική εἶναι ἡ φράση τοῦ Χριστοῦ: «εἰ τις θέλει πρῶτος εἶναι, ἔσται πάντων ἔσχατος καί πάντων διάκονος», ἡ ὁποία ἀναφέρεται μέ διάφορες διατυπώσεις δύο φορές στό κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιο[33] καί δύο φορές στό κατά Μάρκον[34] καί αὐτό φανερώνει τή σημασία της. Καί τό ρῆμα «διακονῶ», τ.ἔ. «ὑπηρετῶ» εἶναι σημαντικό γιά τήν ἐκκλησιαστική ζωή καί πρέπει νά χαρακτηρίζει ὅποιον ἀναλαμβάνει τό ὁποιοδήποτε ἐκκλησιαστικό ἀξίωμα[35].
Στό μάθημα 5 «Ὁ πρῶτος διωγμός τῶν χριστιανῶν»μολονότι τό σχολικό βιβλίο ἔχει ἀστερίσκο στό ὄνομα «Σαδδουκαῖοι»[36], τό γλωσσάριο δέν ἐξηγεῖ τί ἦταν αὐτοί. Ἡ δέ παράγραφος, ἡ ὁποία περιλαμβάνεται στό βιβλίο τῆς Β΄ γυμνασίου εἶναι ἐλλιπής. Δέν ἀναφέρει, τί πίστευε αὐτή ἡ ἰουδαϊκή θρησκευτική παράταξη. Δέν πίστευαν στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, οὔτε στή θεία πρόνοια, διότι δέχονταν ἀπεριόριστη ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου. Ἐπίσης δέν δέχονταν τήν παράδοση, ἀλλά μόνο τόν μωσαϊκό νόμο, ὅπως δέν δέχονταν καί τήν ὕπαρξη τῶν ἀγγέλων καί πνευμάτων γενικά.
Ἐπίσης στό ἴδιο μάθημα ἔχει ἀστερίσκο στή λέξη «Συνέδριο», ἀλλά ἐπίσης δέν ἀναφέρει τίποτε στό γλωσσάριο. Πρόκειται γιά τό ἰουδαϊκό «μεγάλο συνέδριο», τό ὁποῖο εἶχε 71 μέλη προερχόμενα ἀπό ὅλες τίς τάξεις καί ἀπό τό ἱερατεῖο, καί μάλιστα ὀνομαζόταν «σανχεντρίν», λέξη προερχόμενη ἀπ΄ εὐθείας ἀπό τήν ἑλληνική λέξη «συνέδριον». Πρόεδρός του ἦταν ὁ ἀρχιερεύς. Ἦταν ἡ ἀνώτατη διοικητική καί δικαστική ἀρχή τῶν Ἑβραίων. Ἐννοεῖται, σέ ὅσα ζητήματα δέν ἐνέπιπταν στή δικαιοδοσία τῆς ρωμαϊκῆς ἀρχῆς.
Πρέπει ἀκόμη νά τονισθεῖ, διότι στό βιβλίο δέν ἀποσαφηνίζεται, ὅτι ἐνῷ ἡ δίκη τοῦ Χριστοῦ ἦταν στημένη δίκη, δηλαδή δίκη μέ προαποφασισμένο ἀποτέλεσμα, ἡ δίκη τοῦ πρωτομάρτυρος Στεφάνου, μολονότι μποροῦμε δίκαια νά ὑποθέσουμε ὅτι ὁμοίως ἦταν δίκη μέ προαποφασισμένο ἀποτέλεσμα, δέν τελείωσε ποτέ τυπικά. Ποτέ δέν ἐκδόθηκε καταδικαστική ἀπόφαση. Τόν Στέφανο δολοφόνησαν οἱ ἴδιοι οἱ ψευδομάρτυρες[37], ὅπως βλέπουμε στό βιβλίο τῶν Πράξεων Ἀποστόλων, ἀμέσως μετά τήν ἀπολογία του.
Καί ἐνῷ στή δίκη τοῦ Χριστοῦ ζητεῖται ἡ ἐπανάληψή της καί ἐπικύρωσή της ἀπό τή ρωμαϊκή ἀρχή, τήν ὁποία ἐκπροσωπεῖ ὁ Ρωμαῖος διοικητής Πόντιος Πιλάτος, διότι οἱ Ἑβραῖοι δέν εἶχαν σύμφωνα μέ τούς ρωμαϊκούς νόμους δικαίωμα νά καταδικάσουν καί νά ἐκτελέσουν κανέναν, στή δίκη τοῦ Στεφάνου δέν τίθεται κἄν τέτοιος προβληματισμός, ἔχουν πέσει πιά τά προσχήματα. Προφανῶς οἱ κατήγοροι καί οἱ δικαστές θεώρησαν πώς ἐφ΄ ὅσον δέν θίγονται τά συμφέροντα τῆς ρωμαϊκῆς ἀρχῆς, δέν θά ἐνδιαφερθεῖ αὐτή νά ἐπιβάλει κυρώσεις γι΄ αὐτή τήν παράνομη θανάτωση. Καί μᾶλλον εἶχαν δίκαιο τελικά, διότι ἡ ρωμαϊκή ἀρχή δέν ἀντέδρασε διόλου, κάτι τέτοιο δέν ἔμεινε στήν ἱστορία.
Γεννᾶται βέβαια καί τό ἐρώτημα, γιατί ἀφοῦ δέν νοιάζονταν γιά τή νομιμότητα, δέν δολοφόνησαν τόν Στέφανο ἐνῷ περπατοῦσε στόν δρόμο. Προφανῶς ἤθελαν μέ αὐτή τήν παρωδία δίκης νά δοθεῖ μεγάλη δημοσιότητα στό γεγονός, ὥστε νά τρομοκρατηθοῦν ὅσο τό δυνατόν περισσότερο οἱ χριστιανοί.
Στό μάθημα 7 «Ἡ Ἀποστολική Σύνοδος: συλλογική λήψη ἀποφάσεων» θά ἔπρεπε νά ἐπισημαίνεται, πώς ὅταν φάνηκε, ὅτι μέ τούς διωγμούς δέν κατέστη δυνατή ἡ διάλυση τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ἐπιχειρήθηκε ἡ ἐνσωμάτωσή της στόν ἰουδαϊσμό διά τῆς πλήρους εἰσαγωγῆς καί ἐπιβολῆς τῶν ἰουδαϊκῶν ἐθίμων. Ἡ ἀποστολική ὅμως σύνοδος ξεκαθάρισε μιά γιά πάντα τό θέμα: οἱ χριστιανοί δέν ὄφειλαν νά τηροῦν τά ἰουδαϊκά ἔθιμα καί ὁμοίως ὄφειλαν νά ἀπέχουν ἀπό τήν εἰδωλολατρία καί τά ἔθιμά της.
Γιά τούς ἁγίους Δημήτριο καί Γεώργιο ἀναφέρει τό μάθημα 9 «Οἱ μεγάλοι διωγμοί τῶν χριστιανῶν» μόνο τά ὀνόματά τους καί ὅτι μαρτύρησαν ἐπί Διοκλητιανοῦ[38], καλό θά ἦταν νά ἀναφερόταν κάτι παραπάνω, τοὐλάχιστον γιά τόν ἅγιο Δημήτριο, διότι γιά τόν ἅγιο Γεώργιο δέν σώζονται πολλά βιογραφικά ἤ ἀκόμη δέν θά ἔβλαπτε νά ἀναφερόταν καί κανένα ἀπολυτίκιο, ἀφοῦ πολλά ἀπό τά παιδιά μας ἔχουν αὐτά τά ὀνόματα.
Γιά τό μαρτύριο τοῦ ἁγίου Πολυκάρπου Σμύρνης, ὁ ὁποῖος σύμφωνα μέ ὅλες τίς μαρτυρίες ἦταν ὁ δεύτερος ἐπίσκοπος Σμύρνης, ἀναφέρει τό σχολικό βιβλίο στό ἴδιο μάθημα, ὅμως τό παραθέτει πρίν ἀπό τό μαρτύριο τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου τοῦ Θεοφόρου, μολονότι ἐκεῖνο προηγήθηκε χρονικά. Ὀρθῶς ἀναφέρεται, ὅτι ὁ ἅγιος Πολύκαρπος ὑπῆρξε μαθητής τοῦ εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου, ὅμως δέν ἀναφέρεται στό οἰκεῖο μάθημα τό ἴδιο καί γιά τόν ἅγιο Ἰγνάτιο.
Ἀπολύτως τίποτε δέν ἀναφέρεται γιά τό μαρτύριο τοῦ ἁγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης, ὁ ὁποῖος ἦταν ὁ τελευταῖος ἐπίσκοπος τῆς πόλεως αὐτῆς. Παράλειψη ἡ ὁποία βαρύνει κατ΄ ἀρχήν τούς δημιουργούς τοῦ προγράμματος σπουδῶν.
Στό μάθημα 10 «Οἱ κατακόμβες: τόπος καταφυγῆς καί μνήμης» δέν περιλαμβάνεται ἐτυμολογία τῆς λέξεως «κατακόμβη», ἡ ὁποία εἶναι ἑλληνική καί ὄχι λατινική, ὅπως νομίζουν μερικοί. Προέρχεται ἀπό τήν πρόθεση «κατά» καί τό οὐσιαστικό «τύμβος».
Στό ἴδιο μάθημα δέν ἀναφέρεται, γιατί κατέφευγαν στίς κατακόμβες κατά τίς δύσκολες ὧρες τῶν διωγμῶν[39]: διότι τά νεκροταφεῖα ἐθεωροῦντο ἀπό τή ρωμαϊκή νομοθεσία ἱεροί τόποι καί δέν γίνονταν ἔφοδοι καί ἔρευνες ἐκεῖ.
Ἕνα ἄλλο θέμα, συγγενικό μέ τά ἀμέσως προηγούμενα, τό ὁποῖο δέν ἀναφέρεται διόλου στό σχολικό βιβλίο, εἶναι οἱ διωγμοί τούς ὁποίους ὑπέστη, παντελῶς ἀναίτια[40] ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἀπό τά κομμουνιστικά καθεστώτα. Βεβαίως ἡ εὐθύνη γι΄ αὐτή τήν παράλειψη βαρύνει πρωταρχικῶς τούς συντάκτες τοῦ προγράμματος, ἀφοῦ αὐτό δέν περιλαμβάνει τό ἐν λόγῳ θέμα. Νά ρωτήσουμε, γιατί συνέβη αὐτό; Μήπως ἐπειδή κάποιοι φοβοῦνται, ὅτι παρά τήν πάροδο ἑνός τετάρτου τοῦ αἰῶνος ἀπό τήν κατάρρευση τῶν δικτατορικῶν αὐτῶν καθεστώτων ὑπάρχουν ἀκόμη ὑποστηρικτές τους;
Κάποτε λοιπόν θά πρέπει τά παιδιά μας νά μάθουν, ὅτι οἱ κληρικοί, οἱ οἰκογένειές τους καί οἱ μοναχοί χαρακτηρίζονταν ἀπό τό καθεστώς τῆς πρώην Σοβιετικῆς Ἑνώσεως «ἐχθροί τοῦ λαοῦ» καί δέν ἐλάμβαναν δελτία τροφίμων, ἀπαραίτητα γιά τήν ἐπιβίωση ὅποιου κατοικοῦσε ἐκεῖ τότε, καί ἔτσι ὁδηγοῦνταν ἄκοντες στήν ἐπαιτεία[41]καί μάλιστα ὅποιος τούς ἐλεοῦσε ἔθετε ἑαυτόν σέ κίνδυνο. Δέν θά ἔβλαπτε ἐπίσης νά μάθουν, ὅτι μόνο τό 1922 τό σοβιετικό καθεστώς ἐκτέλεσε 8.100 κληρικούς καί μοναχούς[42] καί ὅτι στόν τόπο ἐκτελέσεων Μπούτοβο ὑπάρχει ὁμαδικός τάφος 25.000 ἀνθρώπων ἐπισκόπων, ἱερέων, διακόνων, μοναχῶν, λαϊκῶν πιστῶν «πού τό ἔγκλημά τους ἦταν ὅτι πίστευαν στό Θεό.»[43]. Ἐπίσης καλό θά ἦταν κάποτε νά γίνει γνωστό καί στά ἑλληνικά σχολεῖα, ὅτι ὁ πρόεδρος τῆς Ρωσίας Βλαντιμίρ Πούτιν ἐπισκεπτόμενος τόν τόπο αὐτό δήλωσε «Τέτοιου εἴδους τραγωδίες συμβαίνουν ὅταν κάποια ἀδιαμφισβήτητα ἐλκυστικά ἀλλά κενά ἰδεώδη τίθενται πάνω ἀπό τίς βασικότερες ἀξίες, ὅπως αὐτή τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς, τῶν ἀνθρώπινων δικαιωμάτων καί τῆς ἐλευθερίας. Ἑκατοντάδες χιλιάδες, ἑκατομμύρια ἄνθρωποι σκοτώθηκαν ἤ αἰχμαλωτίσθηκαν σέ στρατόπεδα συγκέντρωσης, ὅπου βασανίστηκαν καί τελικά ἐκτελέστηκαν. Ὅλοι αὐτοί οἱ ἄνθρωποι πού χάθηκαν εἶχαν τίς δικές τους ἰδέες καί ἀπόψεις καί ἦταν αὐτοί πού δέν φοβήθηκαν νά μιλήσουν. Ἦταν ὅ,τι καλύτερο εἶχε νά δείξει τό ἔθνος μας.»[44]
Ὅσον ἀφορᾶ τήν ἑλληνική γλώσσα ἀναφέρει τό μάθημα 13 «Χριστιανισμός – Ἑλληνισμός: μία ἰδιότυπη συνάντηση»: «ἡ ἑλληνική γλώσσα στάθηκε τό κατ΄ ἐξοχήν μέσο χάρη στό ὁποῖο οἱ Πατέρες καί οἱ ἐκκλησιαστικοί συγγραφεῖς μπόρεσαν νά μεταγγίσουν τά μηνύματα τοῦ Εὐαγγελίου στήν ψυχή τῶν ἀνθρώπων. Ἡ Καινή Διαθήκη, τά περισσότερα ἀπό τά ἔργα τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, τό Σύμβολο τῆς Πίστεως, οἱ ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καταγράφηκαν στήν ἑλληνική γλώσσα»[45]. Πρέπει νά τονίσουμε, ὅτι οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας δέν κάμουν ἁπλῶς χρήση τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας, ἀλλά χρήση μέ πρότυπο τρόπο. Καλλιεργοῦν τή γλώσσα, τόσο στά καθ΄ αὐτό θεολογικά τους ἔργα, ὅσο καί σέ καθ΄ αὐτό φιλολογικά, ὅπως ὁ Φώτιος Κωνσταντινουπόλεως ὁ μέγας, ὁ ὁποῖος συνέθεσε καί λεξικό καί ὁ Εὐστάθιος Θεσσαλονίκης ὁ ὁποῖος συνέγραψε τά περίφημα σχόλια στόν Ὅμηρο, τά ὁποῖα εἶναι ταυτόχρονα καί πρότυπο ἔργο λαογραφίας. Δέν κακοποιοῦν τήν ἑλληνική γλώσσα, ὅπως μερικοί σύγχρονοί μας, οἱ ὁποῖοι ἀνακάλυψαν κάπως καθυστερημένα ὅτι εἶναι Ἕλληνες καί γιά νά τό ἀποδείξουν, ὑβρίζουν τούς πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καί ταυτόχρονα τήν ἱστορική ἀλήθεια.
Ἀπό τή φιλοσοφία οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας δέν υἱοθέτησαν μόνον ὁρολογία, ρητορικές τεχνικές καί συλλογιστικές μεθόδους, ὅπως ἐσφαλμένως ἀναφέρει τό ὑπό ἐξέταση σχολικό βιβλίο[46], ἀλλά καί πλεῖστες ὅσες ἰδέες χρήσιμες στή χριστιανική ζωή, ἀκόμη καί ἰδέες μέ τίς ὁποῖες καταπολέμησαν τήν εἰδωλολατρία!
Στό ἴδιο μάθημα δέν ἀναφέρονται οἱ ἀρχαῖες ἑλληνικές ἀρετές: φρόνηση, σωφροσύνη, ἀνδρεία, δικαιοσύνη, τίς ὁποῖες ἐνσωμάτωσε ὁ χριστιανισμός καί μάλιστα ὁ μέγας Βασίλειοςἐπιχειρεῖ νά τίς ἀνιχνεύσει καί μέσα στήν Παλαιά Διαθήκη. Οὔτε τίς χριστιανικές βασικές ἀρετές, ὅπως τίς ἀναφέρει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ἀναφέρει σωστά. Αὐτές εἶναι: πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη. Ἡ ἑπτάδα λοιπόν αὐτή μᾶς δίνει τόν τέλειο ἄνθρωπο καί δέν ἔχει ξεπερασθεῖ ἀπό κανένα θρησκευτικό, φιλοσοφικό ἤ πολιτικό σύστημα μέχρι σήμερα.
Ὅσον ἀφορᾶ τίς ἐπιπτώσεις τῶν αἱρέσεων, καλό εἶναι νά τονίζουμε, ὅτι καταστρέφουν ἀνθρώπους. Κάποιες φορές, ἀφοῦ τούς ἔχουν ἤδη ὁδηγήσει στόν πνευματικό θάνατο, τούς ὁδηγοῦν καί στόν σωματικό θάνατο, ὅπως συνέβη σέ ἀρκετούς χιλιαστές, οἱ ὁποῖοι ἀρνήθηκαν νά ὑποστοῦν μετάγγιση αἵματος. Ἐπίσης κάποια μέλη τῆς Σαϊεντόλοτζυ πέθαναν, διότι ἡ ὀργάνωση δέν τούς ἐπέτρεπε νά ἀπευθυνθοῦν σέ γιατρούς παρά μόνον σέ καθοδηγητικά μέλη τῆς ὀργανώσεως, τά ὁποῖα δέν ἦταν γιατροί. Πολύ συχνότερη εἶναι ἡ οἰκονομική ἐκμετάλλευση τῶν θυμάτων τους, γι΄ αὐτό καμμία αἵρεση δέν χαρακτηρίζεται ἀπό φτώχεια[47]. Ἡ Σαϊεντόλοτζυ εἶναι μάλιστα καί πλοιοκτήτρια καί ἀναγκάζει τούς ἐργαζόμενους στά πλοῖα της νά ἐργάζονται ὑπό ἀπάνθρωπες συνθῆκες[48].
Ἡ ἀπάλειψη τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καί τοῦ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου ἀπό τήν ὕλη τῆς Γ΄ γυμνασίου, ἀπαράδεκτη πράξη ἡ ὁποία βαρύνει πρωταρχικῶς τούς δημιουργούς τοῦ προγράμματος, προκάλεσε θλίψη σέ πολύ κόσμο, καί μάλιστα ὄχι μόνο σέ θεολόγους. Ἡ δικαιολογία τῶν ὑπευθύνων γι΄ αὐτή τήν κατά τή γνώμη μας ἀσυγχώρητη ἀπάλειψη ἦταν, ἐπειδή περιλαμβάνεται στήν ὕλη τοῦ δημοτικοῦ σχολείου! Ἐπ΄ αὐτοῦ ἀπαντήσαμε, ὅτι ἄν ἔτσι ἔχουν τά πράγματα, τότε θά ἔπρεπε νά ἀπαλειφθεῖ καί ἡ γέννηση τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ τή διδάσκονται στό δημοτικό. Τήν παρατήρηση αὐτή κάποιοι μᾶλλον τήν ἐξέλαβαν ὡς αἴτημα καί γι΄ αὐτό δέν περιέλαβαν τή γέννηση τοῦ Χριστοῦ στό πιλοτικό πρόγραμμα τοῦ γυμνασίου τοῦ 2011!
Κατά παράδοξο τρόπο οἱ Β΄, Ε΄, καί Στ΄ σύνοδοι δέν ἀναφέρονται πουθενά στό βιβλίο. Ἡ Β΄ ἀναφέρεται μόνο σέ μία εἰκόνα[49]. Ἡ δέ Α΄ ἀναφέρεται μόνο στό μάθημα γιά τόν Μέγα Ἀθανάσιο. Γιατί περιθωριοποιοῦνται αὐτά τά τόσο σημαντικά γεγονότα, στά ὁποῖα ὀφείλει ἡ Ἐκκλησία μας τήν ἐπιβίωσή της; Ὁπωσδήποτε θά ἔπρεπε νά ἀναφέρεται, ὅτι ἡ Β΄ οἰκουμενική σύνοδος πρόσθεσε τά πέντε τελευταία ἄρθρα τοῦ συμβόλου τῆς πίστεως.
Στό μάθημα 21 «Ἐκκλησιαστική τέχνη Β΄: Ὑμνολογία» θά ἔπρεπε νά ἀναφέρεται, ὅτι ὁ κανόνας χωρίζεται σέ ἑννέα ὠδές, ἀπό τίς ὁποῖες ἡ δεύτερη συνηθιζόταν νά παραλείπεται ὡς πένθιμη. Κάθε ὠδή χωρίζεται σέ τροπάρια καί τό πρῶτο τροπάριο κάθε ὠδῆς λέγεται εἰρμός. Σύμφωνα μέ τόν εἰρμό ψάλλονται καί τά ὑπόλοιπα τροπάρια τῆς ὡδῆς. Τελικά σχηματίσθηκαν καί κανόνες μέ ἀκόμη λιγότερες ὠδές, μέχρι καί μέ τρεῖς καί σχηματίσθηκε τό γνωστό μας λειτουργικό βιβλίο Τριώδιο.
Στό ἴδιο μάθημα ἀναφέρονται οἱ βυζαντινές νότες[50], ἀλλά δέν ἀναφέρεται, ὅτι οἱ νότες αὐτές εἶναι στήν πραγματικότητα ἁρχαῖες ἑλληνικές καί τίς εἶχε ἐπινοήσει ὁ Πυθαγόρας, ἀντιστοιχοῦν δέ στά ἑπτά πρῶτα γράμματα τοῦ ἑλληνικοῦ ἀλφαβήτου.
Γιά τό μάθημα 22 «Ὁ ἐκχριστιανισμός τῶν σλαβικῶν λαῶν» πρέπει νά ἀναφερθεῖ, ὅτι στή μεγάλη Μοραβία κάλεσε τούς Ἕλληνες ἀδελφούς Κύριλλο καί Μεθόδιο ὁ ἡγεμόνας Ραστισλάβος. Ἐκεῖ δέν ἦταν ἄγνωστη ἡ χριστιανική πίστη. Πρέπει νά καταστεῖ σαφές, πράγμα τό ὁποῖο δέν φαίνεται στό σχολικό βιβλίο, ὅτι ἀρκετοί Μοραβοί ἦταν ἤδη χριστιανοί. Ὅμως ἡ σημαντική προσφορά τῶν δύο Ἑλλήνων[51] ἀδελφῶν ἦταν, ὅτι ὁ Κύριλλος ἐπινόησε ἀλφάβητο, τό λεγόμενο γλαγολιτικό μέ βάση τό ἑλληνικό καί ἐπίσης ἐκπόνησαν γραπτές μεταφράσεις τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῶν λειτουργικῶν βιβλίων στή γλώσσα τοῦ τόπου. Ἔτσι βοήθησαν τόν πληθυσμό νά καταλάβει τήν πίστη καί νά γίνει πιό συνειδητός χριστιανός.
Μετά τήν κοίμηση τοῦ Κυρίλλου στή Ρώμη, ὁ Μεθόδιος χειροτονήθηκε ἀπό τόν πάπα ἀρχιεπίσκοπος Σιρμίου καί συνέχισε τό ἔργο πού εἶχαν ἀρχίσει μαζί μέ τόν ἀδελφό του, ὅμως ἐπειδή εἶχε ἐπέλεθει πολιτική μεταβολή στή Μοραβία, (ὁ Σβατοπλόκος ἀνηψιός τοῦ Ραστισλάβου σκότωσε τόν θεῖο του καί συμμάχησε μέ τούς Φράγκους), συνελήφθη ὁ Μεθόδιος καί φυλακίσθηκε ἀπό τόν Φράγκο ἐπίσκοπο τοῦ Πασάου Ἔρμανριχ, διότι οἱ Φράγκοι δέν ἤθελαν ἡ λειτουργία νά γίνεται στά σλαβικά, ἐπειδή ἤθελαν νά ἔχουν τίς περιοχές ἐκεῖνες ὑπό τή δική τους ἐπιρροή. Ὁ πύργος τῆς Βαυαρίας ὅπου φυλακίσθηκε ὁ Μεθόδιος ἐπί διόμισυ χρόνια, ἀπό τό 870 ἕως τό 873 ὑπάρχει ἀκόμη καί εἶναι ἐπισκέψιμος, βρίσκεται στό Ellwangen, ὅπου ὑπάρχει καί μοναστήρι. Ἀπελευθερώθηκε μέ μεσολάβηση τοῦ πάπα Ἰωάννου τοῦ Η΄, ὅμως τοῦ ἀπαγορεύθηκε ἡ χρήση τῆς Σλαβονικῆς στή λειτουργία. Ὁ Κύριλλος ἐκοιμήθη σέ ἡλικία 42 ἐτῶν καί ὁ Μεθόδιος σέ ἡλικία περίπου 70. Τό ἔργο τους, μολονότι γρήγορα ὑπονομεύθηκε στή Μοραβία, δέν ἐξαφανίσθηκε, ἀλλά συνεχίσθηκε σέ ἄλλες περιοχές ἀπό μαθητές τους. Ὁ Κύριλλος καί ὁ Μεθόδιος ποτέ δέν ἔφθασαν στή Ρωσία, καί ὅμως ἡ Ρωσία χρησιμοποιεῖ τό Κυριλλικό ἀλφάβητο.
Ὅπως τά ἀναφέρει τό βιβλίο καί τά σημειώνει ὁ χάρτης τοῦ βιβλίου, δέν γίνεται ἀντιληπτό ποῦ ἀκριβῶς δίδαξαν τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ οἱ ἅγιοι Κύριλλος καί Μεθόδιος. Οἱ τότε περιοχές Μοραβίας καί Παννονίας ἀντιστοιχοῦν στίς ἑξῆς σημερινές: Τσεχία, Σλοβακία, μέρος τῆς νοτιοδυτικῆς Πολωνίας, ἡ δυτική Οὐγγαρία, μέρος τῆς ἀνατολικῆς Αὐστρίας καί τό νοτιοανατολικό τμῆμα τῆς Γερμανίας. Κάποτε θά πρέπει νά περιληφθεῖ στά σχολικά βιβλία χάρτης, ὁ ὁποῖος νά περιλαμβάνει τίς τότε περιοχές καί ὀνομασίες σέ συνδυασμό μέ τίς σημερινές, ὅπως καί τά τότε ὅρια κρατῶν σέ συνδυασμό μέ τά σημερινά.
Στό μάθημα 24 «Οἱ ἅγιοι Εἰρηναῖος Λυῶνος καί Ἀμβρόσιος Μεδιολάνων» δέν ἀναφέρεται, ὅτι οἱ δύο αὐτοί ἅγιοι πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἦταν κάτοχοι σημαντικῆς ἑλληνικῆς παιδείας, ἡ ὁποία γίνεται ἀντιληπτή καί ἀπό τά συγγράμματά τους, τά ὁποῖα ὁ μέν Εἰρηναῖος συνέγραψε στήν ἑλληνική, ὁ δέ Ἀμβρόσιος στή λατινική. Ἔχει δέ παρατηρηθεῖ γιά τόν Εἰρηναῖο, ὅτι ἀξιοποιεῖ τήν ποιητική, τή φιλοσοφική, ἀλλά καί τή ρητορική ἑλληνική παράδοση τῆς ὁποίας ἐπανειλημμένως χρησιμοποιεῖ τεχνικές.
Δέν γνωρίζουμε τόν λόγο γιά τόν ὁποῖο ἀπαλείφθηκε ὁλόκληρη περίοδος τετρακοσίων χρόνων ζωῆς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, δηλαδή ἡ περίοδος ἀπό τό σχίσμα μέχρι καί τήν ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως, πράξη ἡ ὁποία ὀφείλεται κατ΄ ἀρχήν στούς δημιουργούς τοῦ προγράμματος. Καί γιά νά μή ἀδικήσουμε κανέναν, ἀναφέρουμε ὅτι τά μόνα γεγονότα, τά ὁποῖα ἀναφέρονται ἀπό αὐτή τήν περίοδο, εἶναι δύο σύνοδοι (Λυών 1274, Φερράρα -Φλωρεντία 1438-39) μέ σκοπό τήν ἐπανένωση τῶν Ἐκκλησιῶν, ἐπ΄ εὐκαιρίᾳ τῶν ὁποίων ἀναφέρεται καί ὁ ἅγιος Μάρκος ὁ Εὐγενικός.
Ἡ τακτική μάλιστα αὐτή τῆς ἀπαλείψεως τῶν ἐν λόγῳ αἰώνων ἀπό τό πρόγραμμα σπουδῶν τηρήθηκε μέ εὐλάβεια καί στό πιλοτικό πρόγραμμα τοῦ ἔτους 2011. Ἄραγε θεωρήθηκε ξαφνικά ἀπολύτως ἀσήμαντη ἡ περίοδος αὐτή καί οἱ προσωπικότητες οἱ ὁποῖες ἔδρασαν τότε;
Μολονότι τό σχολικό βιβλίο ἐπιμένει ἀρκετά στόν Λούθηρο, ἐνῷ ἔχει μόλις μιάμιση γραμμή γιά τόν μέγα Φώτιο καί ἀπαξιώνει νά ἀναφέρει Συμεών νέο Θεολόγο, Γρηγόριο Σιναΐτη, Γρηγόριο Παλαμᾶ, δέν ἀναφέρει στό μάθημα 27 «Μαρτίνος Λούθηρος. Ἡ Μεταρρύθμιση στή δυτική χριστιανοσύνη» ποιός ἦταν ὁ ἀληθινός λόγος γιά τόν ὁποῖο ὁ Λούθηρος βρῆκε προστασία καί δέν ἐκτελέσθηκε στήν πυρά, ὅπως ἄλλοι πρίν ἀπό αὐτόν. Ὁ λόγος ἦταν, ὅτι οἱ ἡγεμόνες ἔβλεπαν ὅτι μέ τήν πώληση συγχωροχαρτιῶν (indulgentiae), ἔφευγαν ἀπό τίς περιοχές τῆς ἐξουσίας τους, κυριολεκτικά μέσα ἀπό τά χέρια τους, μεγάλα ποσά χρημάτων, τά ὁποῖα πήγαιναν στή Ρώμη. Αὐτό ἄρχισαν πλέον νά μή τό ἀνέχονται, ἀφοῦ ἡ τακτική αὐτή τῆς Ρώμης ἀφαιροῦσε ἀπό τά ταμεῖα τους πολύτιμους φόρους καί ἀπό τίς ἀγορές τῆς ἐπικράτειάς τους πολύτιμα κεφάλαια κινήσεως, γι΄ αὐτό καί ὁ ἐκλέκτορας τῆς Σαξονίας Φρειδερίκος πρόσφερε καταφύγιο στόν Λούθηρο.
Στό ἴδιο μάθημα ἀναφέρει τό σχολικό βιβλίο καί στοιχεῖα ἀπό τίς δοξασίες τῶν προτεσταντῶν, παραλείποντας ὅμως καί νά τά κρίνει βάσει τῆς διδασκαλίας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἀναφέρει γιά τίς δοξασίες τοῦ Λουθήρου: «Ἡ σωτηρία, κατά τήν ἑρμηνεία τοῦ Λουθήρου, ὡς δῶρο τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο, ἐξαρτᾶται μόνο ἀπό τήν πίστη στόν Χριστό καί δέν ἐπηρεάζεται ἀπό τίς καλές πράξεις τοῦ ἀνθρώπου.»[52] Πρέπει νά τονίσουμε, ὅτι ἐν τοιαύτῃ περιπτώσει τί νόημα θά εἶχε τό 25ο κεφάλαιο τοῦ κατά Ματθαῖον Εὐαγγελίου, ὅπου ὁ Χριστός ἀπευθυνόμενος στούς ἀνθρώπους στούς ὁποίους ἔχει ἤδη πεῖ τό «δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τήν ἠτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπό καταβολῆς κόσμου»[53] λέγει τό γνωστό «ἐπείνασα καί ἐδώκατέ μοι φαγεῖν»[54] καί ὅλα τά συναφή; Καί μάλιστα μέ αὐτόν τόν λόγο τοῦ Χριστοῦ κλείνει ἡ διδασκαλία του στό κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιο, πράγμα τό ὁποῖο δηλώνει τήν ἰδιαίτερα μεγάλη σημασία του.
Ὀρθόδοξη κριτική ἀπαιτεῖται καί γιά τή δοξασία τοῦ Ζβιγκλίου, ὅτι δεχόταν τή Βίβλο ὡς μόνη πηγή ἀληθείας καί ἀπέρριπτε τήν ἱερή παράδοση[55]. Διότι ἄν δέν ἔχουμε ἱερή παράδοση, παύει ἡ συνέχεια τῆς πίστεως στήν Ἐκκλησία, παύει ἡ διδασκαλία, παύει ἡ ἀποστολική διαδοχή καί ἐν τέλει παύει νά εἶναι πηγή θείας ἀποκαλύψεως καί ἡ Ἁγία Γραφή, ἡ ὁποία βάσει τῆς ἐμπειρίας τῆς ἱερᾶς παραδόσεως καθιερώθηκε ὡς τέτοια καί ἐξακολουθεῖ νά ἀναγνωρίζεται ὡς τέτοια. Ἀλλιῶς πῶς θά τή δεχόματε ὡς Ἁγία Γραφή, ἐπειδή τό γράφει ἐπάνω; Ὁ καθένας μπορεῖ νά γράψει ἐπάνω σέ ἕνα βιβλίο ὁτιδήποτε. Καί μόνο τό ὅτι δεχόμαστε ἕνα κάποιο βιβλίο ὡς «Ἁγία Γραφή», εἶναι ἱερή παράδοση. Ἄρα χωρίς ἱερή παράδοση δέν ὑπάρχει Ἁγία Γραφή.
Γιά τόν Καλβίνο ἀναφέρει, ὅτι δίδασκε πώς «ἡ σταυρική θυσία τοῦ Χριστοῦ ἔγινε μόνο γιά τούς προορισμένους ἀπό τήν ἀρχή τοῦ κόσμου ἐκλεκτούς, πού ἔτσι ἔλαβαν τή θεία χάρη νά σωθοῦν.»[56] Θά ἔπρεπε νά ἀναφέρει, πώς ἡ δοξασία αὐτή ἀντιτίθεται στή διδασκαλία τοῦ ἀπόστόλου Παύλου, ὁ ὁποῖος ἀναφέρει σαφῶς στήν Α΄ πρός Τιμόθεον[57] ἐπιστολή του, ὅτι ὁ Θεός «πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν».
Κατά παράδοξο τρόπο τό σχολικό βιβλίο στό μάθημα 29 «Προσπάθειες ἀνασυγκρότησης τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας» δέν ἀναφέρει διόλου τήν Ἱερά Ἐξέταση (Inquisitio), τό παπικό δικαστήριο, τό ὁποῖο εἶχε μέν ἱδρυθεῖ κατά τόν μεσαίωνα μετά τό σχίσμα, ἀλλά ἀναδιοργανώθηκε καί ἐπεκτάθηκε ὡς ἕνα ἀπό τά πλέον δραστικά μέτρα, ἴσως τό δραστικότερο, τῆς ἀντιμεταρρυθμίσεως καί μέ τρομερά ἀπάνθρωπα βασανιστήρια δολοφόνησε πολλές χιλιάδες ἀθώους, καταργήθηκε δέ μόλις τό 1821.
Ἀφοῦ λοιπόν οἱ πάπες τοῦ εἰκοστοῦ αἰῶνος ζήτησαν εἰκοσιοκτώ φορές συγγνώμη γιά τά ἐγκλήματα τά ὁποῖα προξένησαν στήν ἀνθρωπότητα οἱ προκάτοχοί τους τῆς ἐποχῆς τοῦ μεσαίωνα καί τῆς ἐποχῆς τῆς ἀντιμεταρρυθμίσεως, ἐμεῖς γιατί νά διστάζουμε νά ἀναφέρουμε στούς μαθητές μας κάποια ἀπό τά ἐγκλήματα αὐτά;
Γιά τήν ἱερά ἐξέταση πρέπει νά τονίσουμε, ὅτι δήμευε τίς περιουσίες τῶν ὑποδίκων, πρίν ἀκόμη αὐτοί καταδικασθοῦν. Ἦταν δηλαδή ἀπολύτως βέβαιο, πρίν διεξαχθεῖ ἡ δίκη, ὅτι θά καταδικασθοῦν. Καί μάλιστα ὁ καταδότης, αὐτός ὁ ὁποῖος εἶχε καταγγείλει τό θῦμα στήν ἱερά ἐξέταση, συχνά ἐλάμβανε ἕνα μέρος τῆς περιουσίας τοῦ καταδίκου[58]. Ἀκόμη, οἱ ἱεροεξεταστές συνήθιζαν νά λέγουν στόν ὑπόδικο, ὅτι «ἀπό τά βασανιστήρια θά λεπτύνεις τόσο πολύ, ὥστε ὁ ἥλιος θά λάμπει ἀπό μέσα σου»[59], θά γινόταν δηλαδή διαφανής ἀπό τά βασανιστήρια. Καί αὐτός τελικά ὁμολογοῦσε ὁτιδήποτε τοῦ ζητοῦσαν, ὥστε νά παύσουν πιά τά φρικτά βασανιστήρια, τά ὁποῖα ξεπερνοῦσαν κάθε ὅριο ἀπανθρωπιᾶς, καί νά ἔχει τό εὐεργέτημα ἑνός γρήγορου θανάτου.
Στό ἴδιο μάθημα δέν ἀναφέρει ἐπίσης τό σχολικό βιβλίο, ὅτι σκοπός τῆς τεχνοτροπίας «Μπαρόκ» ἦταν νά ἐντυπωσιάσει τόν πιστό καί νά τόν φέρει στή ρωμαιοκαθολική ἐκκλησία, ὄχι νά τόν διδάξει. Νά τόν ἀποσπάσει ἀπό τούς γυμνούς προτεσταντικούς ναούς ἐντυπωσιάζοντάς τον[60].
Πολύ σημαντική περίοδος εἶναι ἐκείνη τῆς ἱστορίας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας κατά τήν τουρκοκρατία, ἡ ὁποία περιλαμβάνεται στό μάθημα 30 «Ἡ Ἀνατολική Ἐκκλησία κατά τήν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας», γιά τήν ὁποία θά ἔπρεπε νά ἀφιερώνει, τόσο τό πρόγραμμα, ὅσο καί τό βιβλίο τοὐλάχιστον δύο μαθήματα, οἱ δέ διδάσκοντες, πιστεύουμε ὅτι, θά πρέπει νά ἀφιερώνουν τοὐλάχιστον τρεῖς διδακτικές ὧρες. Καί ἄν ἐρωτήσει κανεῖς, τί θά διδάσκουν σέ τρεῖς ὧρες, ἡ ἀπάντηση εἶναι, ὅτι ἐκτός ἀπό κάποια γενικά, τά ὁποῖα περιλαμβάνονται στό ὑπό ἐξέταση βιβλίο, θά μποροῦσαν νά διδάσκουν στοιχεῖα ἀπό τούς βίους τῶν μεγάλων ἁγίων τῆς περιόδου αὐτῆς, τῶν ἀνθρώπων οἱ ὁποῖοι κράτησαν ζωντανή τήν πίστη στόν Χριστό ὅσο καί τήν ἑλληνική φυλή. Θά μποροῦσαν λοιπόν νά διδάσκονται τά παιδιά μας στοιχεῖα ἀπό τούς βίους τοῦ ὁσίου Δαβίδ καί τῆς ὁσίας Φιλοθέης καί στοιχεῖα ἀπό τόν βίο καί τίς διδαχές τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, διότι ὡς γνωστόν εἶναι ὅλοι ἅγιοι αὐτῆς τῆς περιόδου καί οἱ μέν δύο πρῶτοι εἶναι ὁμολογητές, διότι βασανίσθηκαν ἀπό τούς ἀπίστους βαρβάρους, ὁ δέ τρίτος εἶναι ἱερομάρτυρας.
Καλό θά ἦταν νά τονισθεῖ ἡ μοναδική μορφή τῆς ἁγίας Φιλοθέης (1522-1589). Δέν ἦταν φεμινίστρια μέ τά λόγια, ἀλλά μέ ἔργα. Ἔδινε στό μοναστήρι της ἐργασία καί στέγη σέ ὅσες γυναῖκες εἶχαν ἀνάγκη, ἀκόμη καί σέ Τούρκισσες, καί μάλιστα δέν δίστασε νά φυγαδεύσει τρεῖς ἑλληνοποῦλες, οἱ ὁποῖες εἶχαν δραπετεύσει ἀπό τήν Ἀκρόπολη τῶν Ἀθηνῶν, ὅπου τίς κρατοῦσαν οἱ Τοῦρκοι οἱ ὁποῖοι τίς εἶχαν ἀπαγάγει. Γι΄ αὐτή της τήν πράξη κτυπήθηκε ἀνηλεῶς ἀπό τούς Τούρκους.
Πλήν ὅμως τό σχολικό βιβλίο δέν ἔχει τήν εὐαισθησία νά προσφέρει στά παιδιά κάτι ἀπό τή ζωή καί τό ἔργο τῶν θαυμάσιων αὐτῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι κράτησαν τήν πίστη καί τήν πατρίδα ζωντανή.
Στό ἴδιο μάθημα ἀναφέρεται ὅτι: «Ὁ Σουλτάνος[61] Μωάμεθ Β΄ ἀναγνώρισε στόν Πατριάρχη τῆς Κωνσταντινούπολης (Οἰκουμενικό Πατριάρχη) δικαιώματα πού εἶχε καί στό Βυζάντιο.»[62] Δέν ἀναφέρει ὅμως ποιόν κατέστησε ὁ Μωάμεθ πατριάρχη. Δέν πιστεύουμε νά εἶναι τόσο ἀσήμαντο τό ὄνομα τοῦ Γενναδίου Σχολαρίου.
Ὅσον ἀφορᾶ δέ στόν σεβασμό τῶν δικαιωμάτων, τά ὁποῖα εἶχε ὁ πατριάρχης καί στό Βυζάντιο, ἀναφέρει ὁ μεγάλος ἱστορικός Κωνσταντίνος Ἄμαντος: «ἡ παραχώρηση τῶν προνομίων ἀπό τό Μεχμέτ[63] Β΄ δέν καθόρισε κατά σταθερό καί ἀπαράβατο τρόπο τίς σχέσεις τοῦ Πατριαρχείου καί τῶν Τούρκων. Ὁ ἴδιος ὁ Γεννάδιος ἀναγκάσθηκε νά παραιτηθεῖ μετά ἀπό κάποια χρόνια (διετέλεσε πατριάρχης 1454-1456 καί 1462-1464). Ἐνῷ ἄλλοτε εἶχε ἀναφέρει τή φιλανθρωπία τοῦ Μεχμέτ Β΄, ἔπειτα ἔγραψε, ἴσως μετά τήν πρώτη του παραίτηση: «φύγαμε, μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ… ἀπό τό δυστυχισμένο αὐτό θρόνο καί ὅλα τά κακά πού αὐτός συνεπάγεται, τά ὁποῖα κανένας ἄνθρωπος μέ ἐλεύθερη ψυχή δέν θά τά ἀνεχόταν μέ τή θέλησή του.» Ἀφοῦ λοιπόν ὁ πατριάρχης Γεννάδιος, πού τόσο εἶχε εὐνοηθεῖ καί τιμηθεῖ ἀπό τό Μεχμέτ Β΄, θεώρησε εὐτύχημα τήν παραίτησή του ἀπό τόν πατριαρχικό θρόνο, μποροῦμε νά φαντασθοῦμε τί ὑπέφεραν οἱ ἄλλοι πατριάρχες, πού συχνά τούς συκοφαντοῦσαν στό σουλτάνο, ὁ ὁποῖος ἐξ αἰτίας τῶν συχνῶν πολέμων γινόταν ὅλο καί πιό σκληρός.»[64]
Γιά τήν ἴδια περίοδο ἔπρεπε νά τονίζεται, ὅτι μεγάλο μέρος τοῦ ἑλληνισμοῦ ἐξισλαμίσθηκε καί ταυτοχρόνως ἐκτουρκίσθηκε. Ἡ ἑλληνική ταυτότητα ἐπιβίωσε, ἐπειδή ἕνα ἄλλο μεγάλο μέρος τοῦ ἑλληνισμοῦ ἀρνήθηκε νά ἐξισλαμισθεῖ καί παρέμεινε πιστό στήν ὀρθόδοξη χριστιανική πίστη παρ΄ ὅλες τίς δυσβάστακτες συνθῆκες ζωῆς. Ἄν δέν εἶχε γίνει αὐτό, σήμερα θά μιλούσαμε ὅλοι τουρκικά καί δέν θά λεγόμαστε Ἕλληνες. Γι΄ αὐτό ἡ ὀρθόδοξη χριστιανική πίστη εἶναι πολύτιμη γιά τόν ἑλληνισμό.
Μολονότι δέ στά κείμενα μετά τό τέλος τοῦ μαθήματος ἀναφέρεται σχετικό περιστατικό, δέν ἐξηγεῖται ἡ λεγόμενη «ἀβανία», ἡ ὁποία συνηθίζεται ἀκόμη καί σήμερα στίς χῶρες ὅπου οἱ μουσουλμάνοι ἀποτελοῦν πλειοψηφία καί οἱ χριστιανοί μειονότητα. Τί εἶναι αὐτή: Ὁ ὁποιοσδήποτε μουσουλμάνος συκοφαντοῦσε στίς ἀρχές τόν ὁποιοδήποτε χριστιανό μέ διάφορα κίνητρα. Συχνά γιά νά τοῦ πάρει τήν περιουσία, ἄλλοτε γιά νά φέρει στό χαρέμι του κάποια χριστιανή γυναίκα, ἄλλοτε διότι πίστευε ὅτι κάποιος συγκεκριμένος χριστιανός, ὁ ὁποῖος φαινόταν ἰδιαίτερα προικισμένος θά ἔπρεπε νά ἀλλαξοπιστήσει ὥστε νά κοσμήσει τόν χῶρο τῶν πιστῶν τοῦ ἰσλάμ, καί ἄλλοτε μόνο ἀπό φθόνο. Ἡ ψευδής καταγγελία περιλάμβανε κατά κανόνα συκοφαντικές κατηγορίες, ὅτι ὁ χριστιανός ἐξύβρισε τάχα τήν ἰσλαμική πίστη ἤ τόν «προφήτη» τοῦ ἰσλαμισμοῦ[65]. Αὐτό γίνεται μέχρι καί σήμερα μέ ἴδιο καί ἀπαράλλακτο τρόπο σέ χῶρες ὅπου ὄχι μόνον ὑπερτεροῦν ἀριθμητικά οἱ μουσουλμάνοι, ἀλλά ταυτοχρόνως ἰσχύει καί ὁ ἰσλαμικός ἱερός νόμος σαρία.
Στό γ΄ μέρος τοῦ ἰδίου μαθήματος ἀναφέρεται, ὅτι «τούς φόρους πρός τό τουρκικό κράτος πλήρωνε ἡ κοινότητα καί ὄχι ὁ κάθε ὑπόδουλος ἀτομικά. Ἔτσι οἱ εἰσφορές τῶν πλουσιοτέρων ἦταν δυνατόν νά ἐξισορροποῦν ἐκεῖνες τῶν φτωχότερων, ἀφοῦ ὅλοι ἀνῆκαν στό ἴδιο σῶμα.»[66] Ἐδῶ παρατηροῦμε δύο παραλείψεις: Πρῶτον, δέν ἀναφέρεται, ὅτι τό σύστημα αὐτό εἶναι ἐπανεισαγωγή τοῦ βυζαντινοῦ «ἀλληλεγγύου». Δεύτερον, δίνεται ἡ ἐντύπωση ὅτι τελικά ὑπῆρχε δικαιοσύνη στή φορολογία τῶν ὑποδούλων, ὅμως κάτι τέτοιο δέν ἴσχυε, διότι οἱ ὑπόδουλοι ἦταν ὑποχρεωμένοι νά πληρώνουν πολλές ἔκτακτες εἰσφορές, τά λεγόμενα «δοσίματα», τό εἶδος καί τό μέγεθος τῶν ὁποίων ρυθμιζόταν κάθε φορά ἀπό τήν αὐθαιρεσία, τήν ἀπληστία καί τήν ἀπανθρωπιά τοῦ κάθε τοπικοῦ διοικητῆ[67].
Τό κρυφό σχολεῖο εἶναι ἀδιαμφισβήτητη ἱστορική πραγματικότητα[68], παρ΄ ὅλο ὅτι κάποιοι ἀνιστόρητοι ἐπιμένουν νά ἰσχυρίζονται τό ἀντίθετο, ὅμως δέν τονίζεται ὡς τέτοια ἀπό τό ἐν λόγῳ βιβλίο, τό ὁποῖο ἀναφέρει σχετικά: «Γιά τή μεγάλη μάζα τοῦ λαοῦ πού δέν εἶχε πρόσβαση στίς σχολές αὐτές, ἱερεῖς καί μοναχοί δίδασκαν περιστασιακά, ἰδίως σέ ταραγμένες περιόδους, ἀνάγνωση καί γραφή χρησιμοποιώντας τά λειτουργικά ἐκκλησιαστικά βιβλία καί κυρίως τό Ψαλτήρι. Στή λαϊκή μνήμη ἡ δράση αὐτή τῶν ἱερωμένων-διδασκάλων ἔμεινε γνωστή ὡς «κρυφό σχολειό».[69]Ὡς πρός τό ἄν αὐτό τό ὁποῖο ἀποτύπωσε ἡ λαϊκή μνήμη κατ΄ αὐτόν τόν τρόπο, ἀνταποκρίνεται στήν ἱστορική πραγματικότητα, ἀποφεύγει τό βιβλίο νά λάβει θέση.
Μία ἱστορική περίοδος στήν ὁποία τό σχολικό βιβλίο δέν ἀναφέρεται διόλου, εἶναι ἡ ἑλληνική ἐπανάσταση, ἡ ἀρχική ὅμως εὐθύνη γιά τό ἀτόπημα αὐτό βαρύνει τούς συντάκτες τοῦ προγράμματος σπουδῶν. Δέν ἀναφέρεται λοιπόν, ὅτι ὁ ἀγώνας διεξήχθη «ὑπέρ πίστεως καί πατρίδος», δέν ἀναφέρεται πόσο σημαντική ὑπῆρξε ἡ πίστη τοῦ λαοῦ μας γιά τήν ἐπιτυχία τοῦ ἀγῶνος. Δέν ἀναφέρεται ἡ κήρυξη τῆς ἐπαναστάσεως στήν ἁγία Λαύρα, ἡ ὁποία εἶναι ἕνα ἀκόμη ἀδιαμφισβήτητο ἱστορικό γεγονός, τό ὁποῖο τό πολεμοῦν μέ ἀπίστευτη μανία ἐλάχιστοι ἀνιστόρητοι πλήν ὅμως ἀστείρευτα θρασεῖς καί ἀναιδεῖς[70].
Καί ἐπειδή οἱ ἴδιοι ὀλιγάριθμοι ἀντιστόρητοι ἐπιμένουν νά συκοφαντοῦν τόν ἱερομάρτυρα πατριάρχη Γρηγόριο Ε΄ γιά τόν ἀφορισμό κατά τῆς ἐπαναστάσεως, τόν ὁποῖο ἐξέδωκε γιά νά ἀποτρέψει τίς σφαγές τῶν ἀμάχων, ἄς ἔχουμε ὑπ΄ ὄψη τή μυστική εὐλογία τοῦ πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄γιά τήν ἐπανάσταση, τήν ὁποία ἀπηύθυνε πρός τόν Ρήγα Παλαμήδη γιά νά τήν διαβιβάσει στούς ἀρχιερεῖς τῆς Πελοποννήσου: «Ἐξεδώκαμεν ἀφορισμόν κατά τοῦ ἐνόπλου Γένους φοβούμενοι τήν σφαγήν τοῦ ἀόπλου γένους. Πορεύεσθε πρός τήν Πελοπόννησον καί ἀναγγείλατε εἰς τόν Παλαιῶν Πατρῶν καί τούς ἄλλους Ἱεράρχας ὅτι ἡ εὐλογία ἐμοῦ ἐπί τά ἔργα τῶν χειρῶν τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ. Πολεμεῖτε τόν Ἀγαρηνόν»[71].
Ὁ ἅγιος ἱερομάρτυρας Γρηγόριος Ε΄ Κωνσταντινουπόλεως δέν ἦταν ὅμως ὁ μοναδικός κληρικός ὁ ὁποῖος θυσιάσθηκε κατά τή διάρκεια τοῦ ἐπαναστατικοῦ ἀγῶνος. Θά ἔπρεπε στό σχολικό βιβλίο νά ἐξαίρεται ἡ συμμετοχή τῶν κληρικῶν καί τῶν μοναχῶν μας στόν ἀγώνα καί ἡ θυσία ἀρκετῶν ἀπό αὐτούς.
Ἐπειδή καί σέ αὐτήν τήν περίπτωση τό πρόγραμμα σπουδῶν δέν τό ἀπαιτεῖ, οὐδεμία ἀναφορά γίνεται στή γενοκτονία τοῦ μικρασιατικοῦ χριστιανισμοῦ καί στούς ἁγίους ἱεράρχες τῆς μικρασιατικῆς καταστροφῆς, ἐνῷ ἡ ἄρνηση τῆς γενοκτονίας αὐτῆς εἶναι πλέον ποινικό ἀδίκημα. Οἱ ἱερομάρτυρες τῆς μικρασιατικῆς καταστροφῆς ἐκτός ἀπό τόν Χρυσόστομο Σμύρνης εἶναι λοιπόν ὁ Κυδωνιῶν Γρηγόριος, ὁ Μοσχονησίων Ἀμβρόσιος, ὁ Ζήλων Εὐθύμιος, καί ὁ Ἰκονίου Προκόπιος[72], οἱ ὁποῖοι μαρτύρησαν μέ φρικτότατα βασανιστήρια.
Τό ἔγκλημα εἰς βάρος τῶν χριστιανῶν τῆς Μικρᾶς Ἀσίας δέν ἔληξε ὅμως μέ τή σφαγή τους. Συνεχίσθηκε καί μετά τόν θάνατό τους. Διότι τό κεμαλικό καθεστώς ἐμπορεύθηκε τά ὀστά τους καί οἱ Εὐρωπαῖοι τά ἀγόρασαν. Τό ἀγγλικό πλοῖο «Ζάν» παρέλαβε τό 1924 τετρακόσιους τόνους ὀστῶν χριστιανῶν ἀπό τή Μικρά Ἀσία. Περνώντας ἀπό τή Θεσσαλονίκη ἐμποδίσθηκε ἀπό τόν ἑλληνικό λαό νά ἀποπλεύσει, ὅμως τελικά ἀφέθηκε ἐλεύθερο κατόπιν παρεμβάσεως τοῦ Ἄγγλου προξένου. Τά ὀστά τῶν χριστιανῶν τά πῆγε στή Μασσαλία[73], ὅπου χρησιμοποιήθηκαν στή σαπωνοποιία. Τελικά ὁ Χίτλερ δέν ἦταν διόλου πρωτότυπος.
Στό μάθημα 31 «Ἡ Αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδας» μολονότι τό σχολικό βιβλίο ἀναφέρει ὅλες τίς αὐθαιρεσίες τῆς βαυαροκρατίας, οἱ ὁποῖες ὁδήγησαν στήν μονομερή ἀνακήρυξη τοῦ αὐτοκεφάλου τῆς ἑλλαδικῆς ἐκκλησίας, δέν ἀποσαφηνίζει ὅτι αὐτή ὑπῆρξε σχισματική ἐπί δεκαεπτά χρόνια. Καί ἐπειδή τό πρόγραμμα σπουδῶν ἀναφέρει, ὅτι στόχος τοῦ μαθήματος αὐτοῦ εἶναι «Νά ἐπισημάνουν [οἱ μαθητές] τά αἴτια καί τήν ἀναγκαιότητα σύστασης τοῦ αὐτοκεφάλου στήν Ἀνατολική Ἐκκλησία καί τά χαρακτηριστικά γνωρίσματά του στήν Ἐκκλησία τῆς Ἐλλάδος», ἐρωτοῦμε: ποιό ἄλλο αἴτιο ὑπῆρξε γιά τό αὐτοκέφαλο ἐκτός ἀπό τήν πολιτική αὐθαιρεσία; Ἄλλωστε καί ἀπό τήν ἀνάλυση στήν ὁποία προβαίνει τό σχολικό βιβλίο αὐτό συνάγεται!
Στό γ΄ μέρος τοῦ ἰδίου μαθήματος ἀναφέρεται ὅτι: «τά ἑπόμενα χρόνια οἱ ἐξελίξεις ἦταν ραγδαῖες: μεγάλος ἀριθμός μοναστηριῶν ἔκλεισε καί ὁ ἀριθμός τῶν ἐπισκόπων περιορίσθηκε»[74]. Δέν ἀποσαφηνίζεται ὅμως, ὅτι αὐτά τά ἐπέβαλαν οἱ Βαυαροί μέ τή βία. Ἔτσι ἔκλεισαν μέ τή βία 412 μοναστήρια, μεταξύ αὐτῶν καί τή μονή τῆς ἁγίας Φιλοθέης στήν Ἀθήνα καί ἀρκετοί καλόγεροι κατάντησαν νά ζητιανεύουν, ὅπως ἀναφέρει καί ὁ Μακρυγιάννης στά ἀπομνημονεύματά του.
Παρ΄ ὅλα αὐτά τό σχολικό βιβλίο δίνει κατά τήν ἀνάλυση διαφόρων μαθημάτων καί ἀφορμές γιά ἐργασίες κρίσεως καί ἐποικοδομητική συζήτηση, τίς ὁποῖες ὅμως συχνά δέν τίς ἐπισημαίνει καί δέν τίς ἀξιοποιεῖ. Δηλαδή προσφέρει συχνά ὡραῖα θέματα πρός ἐπεξεργασία καί συζήτηση κατά τήν ἀνάπτυξη τοῦ μαθήματος, ἀλλά κατόπιν, στίς ἐρωτήσεις καί δραστηριότητες στό τέλος τοῦ μαθήματος, δέν προτείνει σχετικές μέ αὐτά ἐργασίες. Ἄς δοῦμε μερικά σχετικά παραδείγματα.
Στό β΄ μέρος μαθήματος 11 «Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος» τό σχολικό βιβλίο δίνει ἀρκετά ὡραία ἀφορμή γιά νά ἀναθέσουμε ἐργασία γιά τήν κακή συνήθεια τής συκοφαντίας: «Ὅταν αὐτοί [Ἰουδαῖοι καί ἐθνικοί] βλέπουν τούς χριστιανούς νά διαιροῦνται καί νά ἀλληλοσυκοφαντοῦνται, τότε δέν ἔχουν κανένα λόγο νά δεχτοῦν τό μήνυμα τῆς Ἐκκλησίας, ἀφοῦ καί αὐτή ἔχει ὅλα τά ἐλαττώματα πού καταδικάζει στούς ἄλλους.»[75] Ὅμως αὐτή τήν ὡραία ἀφορμή δέν τήν ἀξιοποιεῖ προτείνοντας στο τέλος τοῦ μαθήματος κάποια ἀνάλογη ἐργασία.
Στό μάθημα 14 «Αἰρέσεις: ἐσωτερική πληγή τῆς Ἐκκλησίας»[76] ἀναφέρει σημαντικές ἔννοιες, ἀλλά δέν τίς ἀξιοποιεῖ. Αὐτές εἶναι ὁ ἐγωισμός, ἡ ἀλαζονεία καί ἡ ὑπερτίμηση τῆς ἀνθρώπινης λογικῆς. Καλό θά ἦταν λοιπόν νά δίνεται ἀφορμή νά συζητοῦνται μέσα στή σχολική τάξη οἱ ἐπιπτώσεις τῶν συνηθειῶν καί τῶν ἐλαττωμάτων αὐτῶν σέ πρόσωπα, διαπροσωπικές σχέσεις καί στίς κοινωνίες γενικότερα.
Στό β΄ μέρος τοῦ μαθήματος 16 «Μέγας Βασίλειος: Ἕνας κορυφαῖος ἱεράρχης» δίνονται θαυμάσιες εὐκαιρίες γιά ἐργασίες καί συζητήσεις, οἱ ὁποῖες ὅμως καί πάλι δέν ἀξιοποιοῦνται. Ἀναφέρονται ἡ ἀκόρεστη ἐπιθυμία γιά πλουτισμό καί οἱ διακρίσεις μεταξύ τῶν ἀνθρώπων[77]. Ἀκόμη θά μποροῦσε, μέ ἀφορμή τήν ἀδελφική φιλία τοῦ μεγάλου Βασιλείου μέ τόν Γρηγόριο τόν Θεολόγο, νά ἀναθέτει ἐργασία γιά τή φιλία. Πῶς ὅμως θά ἦταν δυνατόν κάτι τέτοιο, ἀφοῦ ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ἔχει, γιά πρώτη φορά στά χρονικά τοῦ ἐλεύθερου ἑλληνικοῦ κράτους, ἀπαλειφθεῖ ἀπό σχολικό βιβλίο θρησκευτικῶν γυμνασίου;!
Στ΄. Εἰκονογραφικά ἀτοπήματα
Σέ πλεῖστα ὅσα μαθήματα οἱ περιλαμβανόμενες εἰκόνες εἶναι πολύ μικρές, καί ἔτσι ὑπάρχουν ἁπλῶς καί μόνο γιά νά ὑπάρχουν, ἀφοῦ λόγῳ τοῦ μικροῦ τους μεγέθους δέν εἶναι σέ θέση νά βοηθήσουν στήν κατανόηση τοῦ μαθήματος.
Εἰδικά γιά τό μάθημα 20 «Ἐκκλησιαστική τέχνη Α΄: Ναοδομία καί ἁγιογραφία», ὅπου οἱ εἰκόνες εἶναι ζωτικῆς σημασίας περισσότερο ἀπ΄ ὅ,τι σέ κάθε ἄλλο μάθημα, πρέπει νά ἐπισημάνουμε, ὅτι ἀτυχῶς ἔχει κατόψεις μήκους ἀπό 1-3 ἑκατοστά[78], πράγμα τό ὁποῖο δέν βοηθεῖ τούς διδάσκοντες νά διδάξουν τό μάθημα, ὅπως δέν βοηθεῖ καί τούς μαθητές νά τό κατανοήσουν.
Στό μάθημα 30 «Ἡ ἀνατολική Ἐκκλησία κατά τήν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας» δέν ἔχει εἰκόνες τοῦ ὁσίου Δαβίδ, τῆς ἁγίας Φιλοθέης, τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, τοῦ ἁγίου Γρηγορίου Ε΄ Κωνσταντινουπόλεως, ἐνῷ ἔχει τέσσερεις ἀπεικονίσεις τοῦ Λουθήρου καί δέν παραλείπει ἐπίσης καί ἀπεικονίσεις τοῦ Ζβιγγλίου καί τοῦ Καλβίνου.
Στό μάθημα 31 «Ἡ Αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδας» τό βιβλίο περιλαμβάνει ἀπεικόνιση τοῦ Βαυαροῦ ἀντιβασιλιά Μάουρερ καί τοῦ Θεόκλητου Φαρμακίδη, ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε ἡ μαριονέτα τῆς βαυαρικῆς ἀντιβασιλείας, ὅμως δέν ἔχει ἀπεικόνιση τοῦ Κωνσταντίνου Οἰκονόμου τοῦ ἐξ Οἰκονόμων, ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε ἀπό τίς σημαντικότερες προσωπικότητες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, πολυίστωρ, ὀρθόδοξος καί ὑπέρμαχος τῆς κανονικῆς τάξεως τῆς Ἐκκλησίας. Μεταξύ ἄλλων ἔγραψε μάλιστα καί τό περίφημο πολυσέλιδο σύγγραμμα «περί τῆς γνησίας προφορᾶς τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης», ὅπου ὑπεραμύνεται τῆς προφορᾶς τήν ὁποίαν ἐμεῖς οἱ σύγχρονοι Ἕλληνες γνωρίζουμε καί ἀνασκευάζει τή λεγόμενη «ἐρασμιακή προφορά», ἡ ὁποία εἶναι σωστός ἐξευτελισμός τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας.
Ἐν γένει πρέπει νά παρατηρήσουμε, ὅτι τό ὑπό ἐξέταση βιβλίο ἀπέτυχε ὡς πρός τήν εἰκονογράφηση νά ἀνταποκριθεῖ στούς στόχους τούς ὁποίους θέτει τό πρόγραμμα: «οἱ εἰκόνες, φωτογραφίες, διαγράμματα, σκίτσα, χάρτες πού συνοδεύουν τό κείμενο, θά πρέπει νά τό ὑποστηρίζουν ἀποτελεσματικά ὥστε νά αὐξάνουν τό βαθμό κατανόησής του.»
Συμπέρασμα
Ὅλες οἱ ὡς ἄνω ἐπισημάνσεις καταδεικνύουν τό ἐν λόγῳ βιβλίο ἀκατάλληλο γιά τή διδασκαλία τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας τόσο σέ τέκνα ὀρθοδόξων χριστιανῶν, ὅσο καί στόν ὁποιονδήποτε ἄλλο ὁ ὁποῖος θά ἤθελε νά πληροφορηθεῖ γι΄ αὐτήν σωστά καί ὑπεύθυνα. Τό γεγονός αὐτό συνεπάγεται περισσότερο κόπο γιά τούς σχολικούς συμβούλους, οἱ ὁποῖοι εἶναι ἀναγκασμένοι σέ εἰδικά σεμινάρια νά ὑποδεικνύουν στούς ἐκπαιδευτικούς τά προβλήματα τοῦ ὑπό ἐξέταση βιβλίου[79], ὅπως καί γιά τούς ἐκπαιδευτικούς οἱ ὁποῖοι πρέπει κατά τή διδασκαλία νά ὑπερβαίνουν τά προβλήματα αὐτά κατά τόν πλέον ἐνδεδειγμένο παιδαγωγικό τρόπο.
Γιά τό κάτω τοῦ μετρίου ἀποτέλεσμα τό ὁποῖο μόλις περιγράψαμε, ἡ εὐθύνη βαρύνει κατ΄ ἀρχήν τούς δημιουργούς τοῦ προγράμματος σπουδῶν γιά ὅσες παραλείψεις ἤ σφάλματα ὀφείλονται στό πρόγραμμα. Μεγάλο μέρος τῆς εὐθύνης ἔχουν οἱ συγγραφεῖς τοῦ σχολικοῦ βιβλίου, διότι πολλά σφάλματα, θεολογικά, ἱστορικά, παιδαγωγικά, ἀλλά καί πολλές παραλείψεις ὀφείλονται ἀποκλειστικῶς σέ αὐτούς. Ἀλλά καί οἱ γιά τίς παραλείψεις θεμάτων οἱ ὁποῖες ὀφείλονται στό πρόγραμμα, ἡ εὐθύνη δέν παύει νά βαρύνει καί τούς συγγραφεῖς τοῦ βιβλίου. Διότι, ὅταν ἕνας ἄνθρωπος συμβιβάζεται μέ κάτι ἀπαράδεκτο, ἡ πράξη του αὐτή σημαίνει πώς τό ἐγκρίνει. Τό γεγονός ἐν τέλει ὅτι ἕνα ἀκατάλληλο βιβλίο ἐγκρίθηκε, ἐκτυπώθηκε καί ἐπί σειρά ἐτῶν χρησιμοποιήθηκε ὡς σχολικό ἐγχειρίδιο καταλογίζει εὐθύνες καί στούς κριτές – ἀξιολογητές, τοῦ ὑπό ἐξέταση βιβλίου.
Καί ἀπομένει τό καυτό ἐρώτημα: πῶς δέν θά ἐπαναληφθοῦν φαινόμενα σάν αὐτό τό ὁποῖο μόλις ἀναλύσαμε; Ἡ ἀπάντηση δύναται νά εἶναι εἶναι μία καί μοναδική: Ἐάν συγγραφοῦν ὄχι προχείρως καί κατά τό κοινῶς λεγόμενο «στό γόνατο», ἀλλά μέ προσοχή καί ὑπευθυνότητα ἀπό εἰδικούς ἐπιστήμονες καί ὄχι ἀπό τόν ὁποιονδήποτε καί ἐγκριθοῦν ἐπίσης ἀπό εἰδικούς βιβλία τά ὁποῖα θά ἔχουν ὡς μοναδικό γνώμονα τήν ὀρθόδοξη χριστιανική πίστη μας καί τήν εὐθύνη μας ἔναντι τῶν παιδιῶν τά ὁποῖα καλούμαστε νά διαπαιδαγωγήσουμε.
Ὅμως, λαμβανομένης ὑπ΄ ὄψη τῆς συντάξεως τῶν νέων προγραμμάτων σπουδῶν δημοτικοῦ καί γυμνασίου τῶν ἐτῶν 2011/14, ὅπως καί τοῦ νέου προγράμματος λυκείου τοῦ ἔτους 2015, τά ὁποῖα προγράμματα παρουσιάζουν ἀσυγκρίτως περισσότερα καί σοβαρότερα προβλήματα ἀπό τά προγράμματα σπουδῶν καί τά σχολικά βιβλία τά ὁποῖα φιλοδοξοῦν νά ἀντικαταστήσουν, τό μέλλον προβλέπεται ζοφερό.
Γι΄ αὐτό ἀπαιτοῦνται ἀδιάκοπες ἀγωνιστικές κινητοποιήσεις ἀπό μέρους τῶν θεολόγων καθηγητῶν, τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν κληρικῶν καθώς καί ἀπό μέρους τῶν λαϊκῶν πιστῶν, ὅπως καί ἀπό μέρους τῆς ἡγεσίας τῆς Ἐκκλησίας μας προκειμένου νά μή περιέλθει τό ὀρθόδοξο χριστιανικό μάθημα θρησκευτικῶν σέ θανάσιμη κατάπτωση στήν Ἑλλάδα τοῦ εἰκοστοῦ πρώτου χριστιανικοῦ αἰῶνος, πράγμα τό ὁποῖο θά συντελέσει στήν κατάπτωση αὐτῆς τῆς ἴδιας τῆς πατρίδας[80] μας.