Η κυβέρνηση της Ν.Δ. προχώρησε στην κατάθεση του , μετά από καθυστέρηση 5 μηνών από την αρχική της δήλωση ότι θα το καταθέσει, μεσούσης της κοινωνικής κρίσης από την πανδημία λόγω του κορωνοϊού και τις συνδικαλιστικές ενώσεις των εκπαιδευτικών να αντιδρούν.

Άρθρο του Θωμά Γεωργιάδη Μέλος της Γραμματείας του Τομέα Παιδείας του Κινήματος Αλλαγής


Πρόκειται για μια επιστροφή στο «παρελθόν», όπου όχι μόνο δεν υπάρχει κανένα όραμα για την αλλά είναι ολοφάνερη η προσπάθεια συντηρητικής «στροφής» αλλά και ενίσχυση της ιδιωτικής εκπαίδευσης.
Παραθέτω κάποια βασικά σημεία του νομοσχεδίου που πιστοποιούν τα παραπάνω
• Καταθέτει νομοσχέδιο το οποίο στον πυρήνα του έχει την επαναφορά των Δεσμών της δεκαετίας του 1990 – σύστημα που είχε συναντήσει τη γενική κατακραυγή και είχε προκαλέσει πολλές στρεβλώσεις στο Λύκειο. Παράλληλα ακολουθεί την συνταγή ΣΥΡΙΖΑ στα εξεταζόμενα μαθήματα: όπως άκριτα η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ άλλαξε τα Λατινικά με την Κοινωνιολογία, το ίδιο άκριτα αλλάζει τώρα η κυβέρνηση της Ν.Δ. την Κοινωνιολογία με τα Λατινικά.
• Η κατάργηση της Γ΄ εξεταστικής περιόδου για τους μαθητές της Γ΄ Γυμνασίου και επανάληψη της τάξης σε περίπτωση αποτυχίας. Πρόκειται για αποτυχημένη συντηρητική – τιμωρητική λογική καθώς το Γυμνάσιο εκδίδει Απολυτήριο και αν ήθελε να είναι συνεπής με την αντίληψη αυτή της επανάληψης της τάξης θα έπρεπε να προτείνει το ίδιο και στην Γ΄ Λυκείου. (;!)
• Η αναγραφή του χαρακτηρισμού της διαγωγής των μαθητών σε τίτλους σπουδών θυμίζει άλλες εποχές και προωθεί συντηρητικές λογικές, παρότι αναφέρεται ότι ο χαρακτηρισμός της διαγωγής έχει παιδαγωγικό χαρακτήρα.
• Η δυνατότητα να ιδρύονται ή να χαρακτηρίζονται Πρότυπα σχολεία που δεν ανήκουν στην δημόσια εκπαίδευση αφήνοντας «ανοιχτό το παράθυρο» να μπορούν να είναι και ιδιωτικά. Η επανάληψη «του έργου» με την αναγνώριση των Κολεγίων δείχνει καθαρά την λογική εξυπηρέτησης ιδιωτικών συμφερόντων.
• Η διαμόρφωση της ονομαζόμενης «αυτοαξιολόγησης» η οποία δεν έχει καμία σχέση με τις αντιλήψεις και θέσεις του συνδικαλιστικού κινήματος σαν αποκλειστική διαδικασία του συλλόγου διδασκόντων κάθε σχολείου. Πρόκειται για μια αξιολόγηση με καθαρά χαρακτηριστικά εξωτερικής παρέμβασης – αξιολόγησης και είναι ενταγμένο στη λογική της αξιολόγησης του εκπαιδευτικού, βάζοντάς τον στο στόχαστρο «με το υπονοούμενο» ότι αυτός φταίει για την αρνητική κατάσταση που επικρατεί στα σχολεία.
• Ο καθορισμός ανώτατου ηλικιακού ορίου τα 17 έτη για την εγγραφή μαθητών στα ημερήσια ΕΠΑ.Λ. Όπως αναφέρεται μάλιστα στην αιτιολογική έκθεση ο καθορισμός αυτός γίνεται: α) για αποτελεσματικότερη πρόληψη φαινομένων ενδοσχολικής βίας και εκφοβισμού και β) παράλληλα επιχειρείται η σταδιακή αποσυμφόρηση, από σκοπιάς μαθητικού δυναμικού, δηλαδή με βίαιο και αντιπαιδαγωγικό τρόπο επιχειρεί τη μείωση του μαθητικού δυναμικού. Οι παραπάνω διατυπώσεις δείχνουν ολοκάθαρα την αντιδραστική νοοτροπία και το όραμα που έχει η κυβέρνηση της Ν.Δ. για την Τεχνική Εκπαίδευση και για το σύνολο της εκπαίδευσης.
• Η «αφηρημένη» επανεισαγωγή της Τράπεζας Θεμάτων – και μάλιστα από τον Σεπτέμβρη του 2020 – (πότε θα προλάβουν με όλα όσα συμβαίνουν να την διαμορφώσουν αντικειμενικά και ποιοτικά;;). Η Τράπεζα Θεμάτων θα είναι συνδεδεμένη κατά την γενική της διατύπωση, με τις εξετάσεις της Α΄ και Β΄ Λυκείου όπως και κατά την πρώτη αποτυχημένη εφαρμογή της το 2014. Τα παραπάνω δείχνουν ότι η κυβέρνηση: αφενός δεν έχει διδαχθεί από το παρελθόν και αφετέρου ότι είναι ανίκανη να διαχειριστεί ένα μέτρο που θα μπορούσε να αποτελέσει όπλο στα χέρια των εκπαιδευτικών για βελτίωση της εκπαίδευσης.