Προσπαθούν να μας πείσουν ότι τα παιδιά θα μάθουν να είναι ανεκτικά απέναντι εις άτομα άλλων θρησκειών, αν διδαχθούν εις το σχολείον τις άλλες θρησκείες.
Ορθόδοξος Τύπος Γράφει ο κ. Παύλος Τρακάδας
Παράλληλα κατηγορούν θεολόγους, ανθρώπους που έχουν διδαχθή άλλες θρησκείες, ως φονταμενταλιστές και μισαλλοδόξους. Ως είναι αυτονόητον δεν μπορούν να ισχύουν εκ παραλλήλου και τα δύο. Προφανώς η εννοούν ότι θα προσφέρουν μεροληπτικήν γνώσιν εις τα παιδιά, η οποία θα στοχεύη να πείση τα παιδιά παρουσιάζοντας μόνον τα «καλά» των άλλων θρησκειών η η γνώσις από μόνην της δεν αρκεί δια να καλλιεργήση την ανεκτικότητα.
Πράγματι το μεγαλύτερον ψέμα, που έχει λεχθή εις το ζήτημα των θρησκευτικών, είναι ότι η γνώσις των άλλων θρησκειών καλλιεργεί την ανεκτικότητα. Εις την πραγματικότητα την ανεκτικότητα την καλλιεργεί μόνον η αληθής μύησις εις την Ορθοδοξίαν. Αν ο Χριστιανισμός είναι η «θρησκεία της αγάπης» και η Ορθοδοξία ο μόνος απαραχάρακτος Χριστιανισμός, τότε αν διδαχθούν σωστά τα παιδιά την Ορθοδοξίαν, θα μάθουν να αγαπούν όλους και να είναι ανεκτικά. Εις κάθε άλλην περίπτωσιν η δεν επιτυγχάνεται η ανεκτικότης η οφείλεται εις την καλλιέργειαν ότι «όλοι το ίδιο είμαστε». Δεν είναι δυνατόν οι ίδιοι οι εμπνευστές των νέων θρησκευτικών να διατρανώνουν ως αρχήν και τέλος της Ορθοδοξίας την αγάπην, αλλά να επιμένουν παραλλήλως ότι δεν θα είναι η μύησις εις την Ορθοδοξίαν αυτή που θα διαποτίση τα παιδιά με την αγάπην, αλλά η γνώσις των άλλων θρησκειών! Εγκυκλοπαιδικές γνώσεις λαμβάνουν τα παιδιά από όλα τα μέσα (τηλεόρασις, διαδίκτυον κ.λπ.), αγάπην δεν διδάσκονται.
Λησμονούν -η αποκρύπτουν- όλοι αυτοί οι θιασώται της νέας γραμμής ότι ακόμη και εις το Βυζάντιον, μία ιστορική εποχή όπου ακόμη και η πολιτική εξουσία ενεπνέετο από την χριστιανοσύνην, δεν εξεδιώχθηκαν π.χ. οι Εβραίοι. Δεν ισχυριζόμεθα ότι όλα ήσαν πεποιημένα καλώς ούτε εξιδανικεύομε εκείνην την περίοδον. Δεν θα ήτο δυνατόν άλλωστε να είναι όλα τέλεια, καθώς επρόκειτο δια μίαν αυτοκρατορίαν και όχι δια την «Βασιλείαν του Θεού». Όμως οφείλουν να αναρωτηθούν όλοι: ήσαν καλύτερα τα πράγματα κατά την Βυζαντινήν η κατά την Οθωμανικήν αυτοκρατορίαν; Θέλουν χριστιανούς η μουσουλμάνους εις την πολιτικήν εξουσίαν; Διότι κάποιοι θα κυβερνήσουν και αυτοί θα έχουν διδαχθή θρησκευτικά και ιστορίαν (δια τις νέες αλλαγές της οποίας έχει αντιδράσει η ένωσις των φιλολόγων). Η μήπως επιθυμούν ανθρώπους, οι οποίοι θα γνωρίζουν ολίγον απ’ όλα, αλλά όχι εις βάθος την πίστιν τους; Η κακοδαιμονία της σημερινής ελληνικής καταστάσεως μήπως δεν οφείλεται εις το ότι οι πολιτικοί μας αντί να έχουν φόβον Θεού είναι (πλην ελαχίστων εξαιρέσεων) άνθρωποι με επιδερμικήν σχέσιν με την Ορθοδοξίαν; Αφ’ ενός κάνουν τον σταυρόν τους εμπρός εις τις κάμερες και αφ’ ετέρου ψηφίζουν το σύμφωνον συμβιώσεως των ομοφυλοφίλων; (Εγείρουν το επιχείρημα ότι «βλέπετε ότι αυτοί οι πολιτικοί διδάχτηκαν τα παλιά θρησκευτικά και να που καταντήσαμε». Διατί να μη ισχύη το αντίθετον, δηλ. ότι ευτυχώς που υπήρχαν εκείνα τα θρησκευτικά, διότι σήμερα αυτοί οι πολιτικοί θα ήσαν πολύ χειρότεροι. Βεβαίως, δια να είμεθα ρεαλισταί, δεν ανάγονται όλα αποκλειστικώς εις το μάθημα των θρησκευτικών).
Δυστυχώς αντικατεστάθησαν οι αρχές του Ευαγγελίου από άλλες αρχές, τις οποίες όλοι οι υπέρμαχοι των νέων προγραμμάτων τις θεωρούν ανώτερες, ώστε «κομπιάζουν», όταν πρέπη να υπερασπισθούν το Ευαγγέλιον. Τους ακούς να ομιλούν δι’ ανθρώπινα δικαιώματα και όχι δια τις εντολές του Ευαγγελίου, διότι η λέξις εντολή είναι απηγορευμένη από την «πολιτικήν ορθότητα».
Το Ευαγγέλιον διδάσκει την αληθινήν αγάπην, την οποίαν όμως οι σχεδιαστές των νέων προγραμμάτων αντήλλαξαν με την ανοχήν, θεωρούντες ότι αυτή είναι ανωτέρα της αγάπης. Διατί φοβούνται να χρησιμοποιήσουν την λέξιν αίρεσις; Δεν επιβάλλουν τοιουτοτρόπως ένα «λεκτικόν φασισμόν», όπως συμβαίνει σήμερα με την λέξιν «ομοφοβία»; Εβάπτισαν την αίρεσιν «ετερότητα», ακριβώς όπως και την ομοφυλοφιλίαν, δια να μη ελέγχεται η συνείδησίς τους. Δηλαδή, εθεώρησαν σπουδαιότερον να λέγουν εις τους ανθρώπους ψέματα: ότι πρέπει να καταφάσκωμεν την αίρεσιν (και την ομοφυλοφιλίαν), διότι είναι και αυτός ένα τρόπος υπάρξεως! Οι μέντορές τους, οι θεολόγοι του ’60, συμφωνούν; Ερωτώμεν δι’ αυτούς, διότι όταν αναφέρωμεν Πατέρας της Εκκλησίας, τους θεωρούν αναχρονιστικούς! Ο Σεβ. Ζηζιούλας πιθανόν να συμφωνή. Όμως ο Χρ. Γιανναράς γράφει εις το «Αλφαβητάρι της Πίστης»: «Αίρεση είναι… η έμπρακτη άρνηση του εκκλησιαστικού τρόπου της υπάρξεως, που είναι η ενότητα και η κοινωνία της αγάπης». Επομένως η αίρεσις δεν είναι τρόπος και δεν είναι αγάπη. Δεν θα τους χαρακτηρίσωμε «αναλφαβήτους», διότι οι ίδιοι πλέον έχουν επιλέξει να χαρακτηρίζουν τους διδασκάλους τους αναχρονιστικούς και τους εαυτούς τους προοδευτικούς. Φαντασθείτε ότι αν δια τα συγγράμματα του κ. Γιανναρά έχη ορθώς ασκηθή σφοδρή κριτική, τι κριτική θα πρέπη να ασκηθή εις τας απόψεις των «μαθητών» του, οι οποίοι θεωρούν ότι «ξεπέρασαν» τον διδάσκαλόν τους;
Με βάσιν αυτές τις απόψεις δεν οικοδομήθησαν τα νέα προγράμματα των θρησκευτικών; Με αυτές τις «σύχρονες» ιδέες, όπως τις χαρακτηρίζουν οι ίδιοι, δεν εδημιουργήθησαν οι νέοι φάκελοι δια τα παιδιά;
Ηκούσθη μάλιστα και το επιχείρημα ότι «αυτά όλα τα επιτάσσει η νέα παιδαγωγική μέθοδος», δηλ. να διδάσκωνται από 8 ετών όλες τις θρησκείες! Υποστηρίζουν λοιπόν ότι δεν θα ορίζη η Εκκλησία το περιεχόμενον των θρησκευτικών, αλλά η παιδαγωγική μέθοδος, δηλαδή μία μέθοδος θα ορίζη το περιεχόμενον! Δεν αντιβαίνει αυτό προς την λογικήν; Και αν εις το μέλλον η μέθοδος επιτάσση κάτι παράλογον; Πάλιν τότε θα προτιμηθή η «νέα μέθοδος»; Η Ιεραρχία δυστυχώς δεν κατενόησε ότι ενέκρινε δια της σιωπής της ότι μία μέθοδος, την οποίαν επέλεξε η ομάς «ΚΑΙΡΟΣ», θα ορίζη την διδασκαλίαν των θρησκευτικών! Δια τούτο όταν εζήτησε η εξ Αρχιερέων επιτροπή αφαίρεσιν των θρησκειολογικών στοιχείων από τας τάξεις Γ καὶ Δ Δημοτικοῦ, η Υπουργική ομάς «ΚΑΙΡΟΣ» απέρριψε κατ’ ουσίαν αυτό, κρατούσα τον Ιουδαϊσμόν και το Ισλάμ, διότι αντιβαίνει εις την φιλοσοφίαν και μέθοδον του νέου προγράμματος.
Η νέα μέθοδος, υποστηρίζουν ότι επιβάλλει το μάθημα ως υποχρεωτικόν. Είναι παράδοξον ότι αυτοί που κόπτονται δια την ελευθερίαν των παιδιών θέλουν να τα υποχρεώνουν εις παρακολούθησιν και είναι διατεθειμένοι να δώσουν οποιανδήποτε μορφήν και περιεχόμενον εις το μάθημα, αρκεί αυτό να μείνη πάση θυσία υποχρεωτικόν. Αναρωτώμεθα όμως: Το περιεχόμενον είναι εκείνο που καθιστά ένα μάθημα υποχρεωτικόν; Αν η Εκκλησία θέλη να διδάξη την πίστιν της, δεν της επιτρέπεται, διότι μόνον η διδασκαλία όλων των θρησκειών μπορεί να είναι υποχρεωτική; Με αυτόν τον τρόπον δεν επιβάλλει η Πολιτεία εμμέσως το περιεχόμενον των θρησκευτικών; Υποχρεωτικόν εις τελικήν ανάλυσιν είναι ο,τιδήποτε αρέσει εις την Πολιτείαν, όπως οι «έμφυλες ταυτότητες» (κατ’ ουσίαν το προκάλυμμα δια να διδαχθή η ομοφυλοφιλία ως φυσιολογική εις τα σχολεία, δια το οποίον δεν αντέδρασε η Εκκλησία); Και εν τέλει διατί η υποχρεωτικότης του μαθήματος έχει καταστή δόγμα; Διατί πρέπει το μάθημα να είναι υποχρεωτικόν, αν δεν διδάσκη την αλήθειαν; Πρέπει να είναι υποχρεωτικόν, προκειμένου να μη μπορή η Εκκλησία να διδάξη αυτό που επιθυμεί! Να σύρεται η Εκκλησία σιδηροδέσμιος από την «μέθοδον» (το «καμουφλάζ» της Πολιτείας, δια να ελέγχη το μάθημα)! Αντιθέτως, όλα τα άλλα μαθήματα είναι υποχρεωτικά όχι λόγω περιεχομένου (η μεθόδου), αλλά απλώς και μόνον επειδή το επιτάσσει η Πολιτεία. Τόσον απλά!
Η προκάλυψις των ιθυνόντων είναι ότι ένα «κατηχητικό μάθημα το βρίσκουν βαρετό οι καθηγητές και τα παιδιά». Γνωρίζουν πολλούς μαθητές, οι οποίοι έχουν ενδιαφέρον δια τα μαθηματικά; Υπάρχουν ίσως ολίγοι. Είναι όσοι ακριβώς ευρίσκουν και το «κατηχητικό μάθημα» ενδιαφέρον. Όμως το ένα, τα μαθηματικά, είναι υποχρεωτικόν ενώ το άλλο, τα θρησκευτικά, τίθεται εις εκβιασμόν ότι «αν δεν αλλάξη περιεχόμενον θα παύση να είναι»! Ας ομολογήσωμε επιτέλους την αλήθειαν: οι ίδιοι οι σχεδιαστές των νέων θρησκευτικών υπέσκαψαν την υποχρεωτικότητα του μαθήματος, διότι αν με την ΠΕΘ και την Εκκλησίαν είχαν δημιουργήσει αρραγές μέτωπον, δεν θα ετίθετο ζήτημα μη υποχρεωτικότητος από την Πολιτείαν ανεξαρτήτως του περιεχομένου.
Μία τελευταία επισήμανσις: διέρρευσε –το αναφέρομε με πάσαν επιφύλαξιν- ότι η επιτροπή του Υπουργείου είπε προς την επιτροπήν της Εκκλησίας: «Ορθοδοξία θα διδάξουμε, απλά δεν μπορούμε να το πούμε ωμά προς τα έξω, διότι θα αντιδράσει η Πολιτεία». Και οι Ιεράρχες μας φυσικά τους εμπιστεύθησαν απολύτως, άνευ δευτέρας σκέψεως, αφού εκείνοι ωρκίσθησαν εις τον λόγον τους…! Τελικά, ανερωτήθη ο Σεβ. Μεσογαίας, ο Σεβ. Ύδρας και ο Σεβ. Μεσσηνίας, τι είναι δεσμευτικόν: αι «προεκλογικαί» υποσχέσεις η εκείνο που είναι καταγεγραμμένον εις το μνημόνιον;