Του

Γνωστή η συνταγή, παλιά και δοκιμασμένη και φοβερά πολιτικάντικη. Ουσιαστικά καταδεικνύει την κενότητα αυτού που έπεται. Για ποιο ζήτημα μιλάω. Τι συμβαίνει όταν θέλει κάποιος Υπουργός Παιδείας να εφαρμόσει μια εκπαιδευτική πολιτική που δεν έχει περιεχόμενο; Μιλάει με τα πιο απαξιωτικά λόγια για το υπάρχον εκπαιδευτικό σύστημα και εμφανίζει τη δική του πρόταση ως μοναδική πρόταση σωτηρίας και ως οδό του πιο ελπιδοφόρου μέλλοντος…

Αυτή η θεώρηση δεν δηλώνει μόνο δημαγωγική υποκουλτούρα και κενότητα στο πεδίο της εφαρμοσμένης πολιτικής αλλά προσβάλλει ευθέως τους βασικούς συντελεστές που λειτουργούν διαχρονικά στους μορφωτικούς θεσμούς, εκπαιδευτικούς και μαθητές αφενός αλλά και τη λεγόμενη «κοινή λογική» αφετέρου – γιατί ποιος μπορεί να ισχυριστεί ότι η πρόοδος της χώρας μας όλα τα χρόνια της ιστορίας της δεν στηρίχτηκε εν πολλοίς στη θεσμική μας εκπαίδευση;

Το λύκειο είναι από τους λίγους θεσμούς της ελληνικής κοινωνίας που λειτουργεί με τόσο συστηματικό τρόπο, με προσήλωση σε έναν πολύ συγκεκριμένο σκοπό, με καθημερινή ένταση, με την ολοκλήρωση πάντα ενός συγκεκριμένου έργου κάθε ημέρα και κάθε χρόνο! Το ελληνικό γενικό λύκειο έχει από τα υψηλότερα μαθησιακά standards συγκρινόμενο με τα αντίστοιχα λύκεια των άλλων δυτικοευρωπαϊκών κρατών!! Στα «θετικά μαθήματα» οι απαιτήσεις των αναλυτικών προγραμμάτων και των σχολικών βιβλίων και της όλης σχολικής λειτουργίας αντιστοιχούν σε αρκετά σημεία σε όψεις της Τριτοβάθμιας εκπαίδευσης άλλων χωρών. Υπάρχει άραγε άλλη δημόσια υπηρεσία ή κοινωνικός θεσμός που μπορεί να ισχυριστεί κάτι ανάλογο;

Το λύκειο σαφώς και έχει προβλήματα – άλλωστε ένας τόσο ζωντανός και κρίσιμος κοινωνικός θεσμός που ενδιαφέρει κάθε ελληνική οικογένεια βρίσκεται κατ’ ανάγκη στη δίνη των πολλαπλών απαιτήσεων και των άπειρων προσδοκιών, μαθητών και γονέων. Έχει ως κρατούσα αντίληψη και πρακτική του, ως βασικό – αν όχι ως αποκλειστικό – στόχο την καλύτερη δυνατή απόδοση των μαθητών στις Πανελλαδικές Εξετάσεις και όχι στη γενικότερη προαγωγή της εκπαίδευσης και της παιδείας των νέων. Αλλά αυτή η αντίληψη δεν είναι αυτόνομη επιλογή του λυκείου – είναι επιλογή / πρόταγμα της κοινωνίας, και το λύκειο δεν μπορεί να παραγνωρίσει αυτή την απαίτηση. Αλλά δεν μπορούμε να του φορτώνουμε ως μορφωτική αδυναμία αυτό που εμείς ζητάμε να είναι προτεραιότητά του!

Αποδίδουμε επίσης ως αδυναμία του λυκείου την παράλληλη ανάπτυξη των φροντιστηρίων, παραγνωρίζοντας την απλή πραγματικότητα που συνδέεται με ό,τι αναφέραμε παραπάνω. Η φροντιστηριακή νοοτροπία απορρέει από τις απαιτήσεις των Πανελλαδικών εξετάσεων και κυρίως από την αγωνία και την ανησυχία γονέων και μαθητών για την καλύτερη δυνατή προετοιμασία. Είναι απόρροια της «γονεϊκής φροντίδας» για την επίτευξη του καλύτερου οικονομικά πτυχίου και επαγγέλματος.

Το πρώτιστο πρόβλημα του λυκείου είναι το έλλειμμα πολιτισμού και παιδαγωγικής. Εδώ οι αδυναμίες έχουν θεσμικές και δομικές αφετηρίες αλλά και οι εσωτερικοί συντελεστές του λυκείου έχουν τη δική τους ευθύνη. Ωστόσο, υπάρχουν πολλά σχολεία που αναπτύσσουν μια ζηλευτή πολιτισμική δραστηριότητα και βλέπουμε, για παράδειγμα, μια αξιοθαύμαστη ανθοφορία του Θεάτρου σε τέτοια έκταση και με τέτοια ποιότητα που παραπέμπει στη «χρυσή εποχή» της πρώιμης μεταπολίτευσης. Δεν θα αναφερθώ στις δομικές ελλείψεις ακόμα και εκπαιδευτικών που τείνουν να γίνουν μόνιμο πρόβλημα και στο λύκειο – γιατί σήμερα αποδίδονται στην κρίση και σε κάθε περίπτωση αφορά το σύνολο των θεσμών της εκπαίδευσης.

Το λύκειο δεινοπαθεί περισσότερο από κάθε άλλο παράγοντα από τις συνεχείς και χωρίς νόημα αλλαγές στο Σύστημα Πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Η έλλειψη σταθερότητας αυτού του συστήματος και οι διαρκείς παρεμβάσεις υποβαθμίζουν την ανάγκη για ουσιαστικό και συνολικό μετασχηματισμό του περιεχομένου του λυκείου. Έτσι, ενώ οι παρεμβάσεις για το εξεταστικό σύστημα στη διάρκεια της μεταπολίτευσης είναι σε διψήφιο αριθμό, οι μεταρρυθμίσεις στο περιεχόμενο του λυκείου είναι μόλις δύο, με το Νόμο 1566 του 1985 και με το Νόμο 2525 του 1997. Τότε έγιναν και οι εκτεταμένες αλλαγές στα Αναλυτικά προγράμματα και στα σχολικά βιβλία, ενώ όλα τα άλλα χρόνια δεν άλλαζε και δεν βελτιωνόταν ουσιαστικά τίποτα παρά μόνο τα εξώφυλλα και η προσθαφαίρεση κάποιων κεφαλαίων στα σχολικά βιβλία.

Το λύκειο σε κάθε περίπτωση θα είναι ο θεσμός που θα καθορίζει την εισαγωγή των μαθητών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Δεν μπορώ να καταλάβω, οι αιτιάσεις περί «προθαλάμου» του Πανεπιστημίου σε τι ακριβώς συνίστανται; Υπάρχει περίπτωση το λύκειο να μην απασχολείται με τις μαθησιακές απαιτήσεις που θέτουν τα πανεπιστήμια και αν δεν είναι το λύκειο, ποιος θεσμός θα είναι; Το ζήτημα της αυτονομίας του λυκείου – που δεινοπαθεί βάναυσα από τη δημαγωγία του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – δεν συνδέεται με τη λειτουργία των πανελλαδικών εξετάσεων αλλά με τη διαμόρφωση εκείνου του περιεχομένου του που θα συνεργεί αποτελεσματικά στη μορφωτική, επαγγελματική και κοινωνική εξέλιξη των νέων.

Αλλά ποιος να ασχοληθεί με το περιεχόμενο και τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις του λυκείου, όταν το Υπουργείο Παιδείας έχει σοβαρό έλλειμμα παραγωγής πολιτικής και ασχολείται με τη φτηνή προπαγάνδα και με έναν «διάλογο» χωρίς να έχει κάποια εκπαιδευτική βάση παρά σκόρπιες απόψεις και συνήθως αντικρουόμενες μεταξύ τους;

Υ.Γ.

Για το Επαγγελματικό λύκειο θα ακολουθήσει άλλο άρθρο