“Και γιατί να μην απολυθούν και εκπαιδευτικοί;». Η εφιαλτική αυτή απάντηση σε εκπαιδευτικούς το 2014 από τον κ. Μητσοτάκη, επανέρχεται αυτή την προεκλογική περίοδο στη μνήμη χιλιάδων εκπαιδευτικών που τέθηκαν σε καθεστώς διαθεσιμότητας-απόλυσης το 2013-15.
του Θέμη Κοτσιφάκη,
πρώην προέδρου της ΟΛΜΕ,
υποψήφιου βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ στο Βόρειο Τομέα Αθηνών.
Σε αυτές τις εκλογές οι πολίτες δεν έχουν μόνο να συγκρίνουν προγράμματα, αλλά και την πολιτική που ασκήθηκε από τη συγκυβέρνηση ΝΔ -ΠΑΣΟΚ την περίοδο 2010-14, με αυτή του ΣΥΡΙΖΑ την περίοδο 2015-19, μέσα σε συνθήκες μνημονίου.
Τα μεγάλα διακυβεύματα και στο χώρο της εκπαίδευσης γίνονται φανερά αν συγκρίνουμε τα πεπραγμένα των κυβερνήσεων των αντίστοιχων περιόδων.
Είναι καταγεγραμμένη στους προϋπολογισμούς του Υπ. Παιδείας η κατά 34% μείωση των εκπαιδευτικών δαπανών την πενταετία 2010-14. Αυτό αποτυπώθηκε στην εκπαιδευτική «καθημερινότητα» με δραματικό τρόπο: καταργήσεις και συγχωνεύσεις χιλιάδων σχολείων, μείωση του εκπαιδευτικού προσωπικού, μείωση των χρηματοδοτήσεων των σχολικών επιτροπών, μείωση των μισθών των εκπαιδευτικών, αύξηση ωραρίου τους κ.λπ.
Και αν επικαλεσθούν το μνημόνιο ως αιτία για αυτή τη μείωση, υπάρχει και ο αντίλογος της πραγματικότητας: Στα χρόνια της διακυβέρνησης της χώρας από τον ΣΥΡΙΖΑ (επίσης σε περίοδο μνημονίου, μέχρι το 2018) η εκπαίδευση ενισχύθηκε έμπρακτα και ουσιαστικά. Όχι μόνο σταμάτησε η συνεχής μείωση των δημόσιων δαπανών για την εκπαίδευση, αλλά στους προϋπολογισμούς του 2017, του 2018 και του 2019 αυξήθηκαν αυτές σταθερά κατά 12%, για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια, φτάνοντας το 2,9% επί του ΑΕΠ.
Αυτό πρακτικά μεταφράζεται στο ότι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ δαπανά για την εκπαίδευση πάνω από 1,2 δισ. € περισσότερα από όσα είχε προγραμματίσει με το δικό της μεσοπρόθεσμο η κυβέρνηση Σαμαρά.
Είναι σημαντικό όμως να μιλήσουμε και για τις προγραμματικές διαφορές. Η ΝΔ έχει εξαγγείλει επαναφορά του εξετασιοκεντρικού μοντέλου εκπαίδευσης στο καταταλαιπωρημένο Λύκειο. Σύμφωνα με αυτή την πρόταση, το Λύκειο θα είναι ένα ατέλειωτο εξεταστικό κέντρο με τράπεζα θεμάτων και στις τρεις τάξεις του, σε βάρος της εκπαιδευτικής διαδικασίας και μια μόνιμη πηγή άγχους στην εφηβική ηλικία. Να σημειώσουμε ότι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ μείωσε έως και 65% τις γραπτές εξετάσεις σε όλες τις τάξεις του Γυμνασίου και του Λυκείου, μειώνοντας τον εξεταστικό φόρτο των μαθητών σε όφελος του εκπαιδευτικού έργου.
Η ΝΔ έχει εξαγγείλει την είσοδο των επιχειρήσεων στη διαμόρφωση ακόμα και των προγραμμάτων σπουδών των επαγγελματικών λυκείων, την επαναδημιουργία σχολών πρόωρης κατάρτισης και ανήλικης μαθητείας, θέτοντας σε κίνδυνο τις πολύ σημαντικές μεταρρυθμίσεις στα ΕΠΑΛ της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, που δημιούργησαν ήδη μια θετική κοινωνική αποδοχή και αύξησαν το μαθητικό τα δυναμικό.
Το εκπαιδευτικό μας σύστημα, μετά από 10 χρόνια χωρίς διορισμούς, έχει ανάγκη να ενισχυθεί άμεσα με τους 15.000 μόνιμους εκπαιδευτικούς, διαδικασία που ήδη έχει δρομολογήσει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Τόσο η εξαγγελία του κ. Μητσοτάκη ότι για κάθε 5 υπαλλήλους που θα αποχωρούν θα προσλαμβάνεται 1, όσο και οι κατά καιρούς δηλώσεις στελεχών της ΝΔ και η άρνησή τους να δεσμευτούν για οποιοδήποτε αριθμό, μας δίνουν να καταλάβουμε ότι οι διορισμοί αυτοί, αν η ΝΔ επικρατήσει στις εκλογές, είναι στον αέρα.
Είναι φανερό λοιπόν ότι, εκτός των όσων διακυβεύονται στις εκλογές της 7ης Ιουλίου 2019, στη δημόσια εκπαίδευση, όχι μόνο διακυβεύονται οι σημαντικές μεταρρυθμίσεις που έγιναν από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και η ίδια η ύπαρξη του εκπαιδευτικού αγαθού που ονομάζεται δημόσιο και δωρεάν σχολείο.