Μωράκι τραβάει και βγάζει την πάνα του, 3χρονο κοριτσάκι κάνει την πρώτη του βουτιά στη θάλασσα, 6χρονο αγοράκι κλαίει πρώτη μέρα στο σχολείο, 12χρονη μασάει επιδεικτικά τσίχλα κλπ. φωτογραφίες με προσωπικές στιγμές παιδιών που κατακλύζουν το διαδίκτυο και έχουν «ανεβάσει» οι γονείς τους.
Με αφορμή την είδηση, που δημοσιεύθηκε πριν από λίγες ημέρες στο διεθνή Τύπο, ότι μία 18χρονη στην Αυστρία μήνυσε τους γονείς της γιατί αναρτούσαν φωτογραφίες της ίδιας, όταν ήταν παιδί και έφηβη, στο facebook, χωρίς τη συγκατάθεσή της, παραβιάζοντας την ιδιωτικότητά της, ειδικοί μιλούν στο ΑΠΕΜΠΕ για το συγκεκριμένο φαινόμενο και απαντούν στο ερώτημα: «Τελικά, να ανεβάζουν οι γονείς φωτογραφίες των παιδιών τους στο διαδίκτυο»;
Από τις δηλώσεις τους προκύπτει ότι δεν πρόκειται καταρχήν για μία παράνομη ενέργεια, πρέπει όμως, να δίνεται προσοχή από τους γονείς στην ανάγκη προστασίας των προσωπικών δεδομένων των παιδιών, της ιδιωτικής τους ζωής, αλλά και στη σημασία που έχει η εξασφάλιση της προηγούμενης συγκατάθεσης των παιδιών τους, κυρίως των εφήβων.
Τα δικαιώματα του παιδιού
«Θεωρούμε ότι ανεξάρτητα από το εάν οι φωτογραφίες, στις οποίες απεικονίζεται το παιδί αποτυπώνουν προσωπικές στιγμές που το φέρνουν σε δύσκολη θέση, τώρα ή στο μέλλον, ή όχι, δεν παύουν να αποτελούν προσωπικά δεδομένα και κομμάτι του “ψηφιακού αποτυπώματός” του» τονίζειο Συνήγορος του Παιδιού.
Όπως έγινε γνωστό μέσα από τα δημοσιεύματα του διεθνούς Τύπου, ο πατέρας της 18χρονης στην Αυστρία υποστηρίζει πως είχε κάθε δικαίωμα ως γονιός να «ανεβάζει» φωτογραφίες της κόρης του στο facebook, παρά τη δική της άρνηση. Για το Συνήγορο του Παιδιού, «η επιθυμία ενός γονέα να απαθανατίζει στιγμές της ζωής του παιδιού του είναι απολύτως κατανοητή, ωστόσο από τη στιγμή που φωτογραφίες δημοσιεύονται σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, παύουν να είναι προσωπικές, αποποιούμαστε τα πνευματικά δικαιώματά τους, γίνονται δημοσίως και εύκολα προσβάσιμες και διαθέσιμες προς όλους, μπορούν να υποστούν αλλαγές και να χρησιμοποιηθούν από (κακόβουλους) τρίτους και δεν διαγράφονται οριστικά (ακόμη και αν διαγραφεί το προφίλ, πολλές πληροφορίες δεν αφαιρούνται και ενδέχεται να υπάρχουν αλλού στο διαδίκτυο). Με άλλα λόγια, η ανάρτηση από γονείς στοιχείων των παιδιών τους (φωτογραφίες, βίντεο, ονόματα, τοποθεσίες, στοιχεία σχολείου, φίλων κλπ) στο διαδίκτυο ενδέχεται να θέσει, άθελά τους και εν αγνοία τους, τα παιδιά τους σε κίνδυνο. Θεωρώντας δεδομένη την αίσθηση ευθύνης και αγάπης προς το παιδί τους και στο πλαίσιο της άσκησης του γονικού τους ρόλου, ενθαρρύνουμε τους γονείς να συζητήσουν και να συνεργαστούν μεταξύ τους και με το παιδί τους, με γνώμονα το υπέρτατο συμφέρον του παιδιού, την προστασία της εικόνας και της ταυτότητας του και την αποφυγή προβλημάτων και δυσάρεστων καταστάσεων στο παρόν ή στο μέλλον».
Ο Συνήγορος του Παιδιού λαμβάνει συχνά αναφορές που «κυρίως αφορούν διαφωνίες διαζευγμένων γονέων για το χειρισμό αναρτήσεων με τα παιδιά τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Στο πλαίσιο του διαμεσολαβητικού του ρόλου και της αποστολής του για την προάσπιση και προαγωγή των δικαιωμάτων του παιδιού, υπενθυμίζει στους γονείς ότι σύμφωνα με το νόμο η ιδιωτική ζωή των ανηλίκων πρέπει να προστατεύεται («Κανένα παιδί δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο αυθαίρετης ή παράνομης επέμβασης στην ιδιωτική του ζωή, στην οικογένειά του, στην κατοικία του ή στην αλληλογραφία του, ούτε παράνομων προσβολών της τιμής και της υπόληψής του», Διεθνής Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού Ν. 2101/92, άρθρο 16). Επιπλέον, επισημαίνει ότι «για το ζήτημα αυτό πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη και η γνώμη του παιδιού, δεδομένου ότι το θέμα το αφορά άμεσα, όπως άλλωστε προβλέπεται και στο άρθρο 12 του προαναφερθέντος νόμου («Τα Συμβαλλόμενα Κράτη εγγυώνται στο παιδί που έχει ικανότητα διάκρισης το δικαίωμα ελεύθερης έκφρασης της γνώμης του σχετικά με οποιοδήποτε θέμα που το αφορά, λαμβάνοντας υπόψη τις απόψεις του παιδιού ανάλογα με την ηλικία του και με το βαθμό ωριμότητάς του….»)».
Προσωπικά Δεδομένα
«Η συγκεκριμένη υπόθεση- με την ιδιαιτερότητα της – αναδεικνύει περίτρανα», σύμφωνα με τον Δημήτρη Ζωγραφόπουλο, νομικό ελεγκτή της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ) ότι «η προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι ένα από τα μεγαλύτερα , ένα από τα σπουδαιότερα νομικά ζητήματα της εποχής μας, και, πλέον, ένα σοβαρότατο κοινωνικό πρόβλημα». Ο κ Ζωγραφόπουλος εκφράζει τη βεβαιότητα ότι η κατάσταση θα γίνεται όλο και πιο κρίσιμη τα επόμενα χρόνια, για τον απλούστατο λόγο ότι αυξάνουν οι πιθανότητες επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και οι τεχνικές επεξεργασίας τους.
«Για παράδειγμα, όταν μιλάμε για το “διαδίκτυο των πραγμάτων” (internet of the things – IoT), όπου πράγματα που υπάρχουν στον περιβάλλοντα χώρο μας, στο σπίτι μας, που παραδοσιακά θεωρείται άσυλο, στο αυτοκίνητό μας, στις συσκευές που φέρουμε πάνω μας, θα διασυνδέονται μεταξύ τους μέσω του διαδικτύου και θα μεταφέρουν προσωπικά μας δεδομένα (σε ποιους άραγε και για ποιους σκοπούς;), η κοινή λογική μας – και η λογική που διέπει τη νομοθεσία – πρέπει να γίνεται συνεχώς περισσότερο προστατευτική».
Είναι σημαντικό οι γονείς να συνειδητοποιήσουν ότι όταν αναρτούν φωτογραφίες των παιδιών τους στο διαδίκτυο, αυτομάτως, όπως εξηγεί ο κ Ζωγραφόπουλος, διενεργούν επεξεργασία προσωπικών δεδομένων και καθίστανται από το νόμο (κυρίως από την ισχύουσα οδηγία 95/46 της ΕΕ καθώς και το Γενικό Κανονισμό για την Προστασία Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα στην ΕΕ, που θα ισχύσει από το Μάιο του 2018) υπεύθυνοι επεξεργασίας. Φέρουν, συνεπώς, ακέραια την ευθύνη για τα δεδομένα που επεξεργάζονται και την ασφάλεια των δεδομένων αυτών. Το πρόβλημα είναι ότι οι γονείς πράττουν ανάλογα με την αντίληψη που οι ίδιοι έχουν για το τι είναι επιτρεπτό και αναγκαίο».
Τον Μάιο του 2018, όταν θα τεθεί σε ισχύ ο Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην ΕΕ θα θέσει πιο αυστηρές προϋποθέσεις για την παροχή της συγκατάθεσης για την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων. Περιλαμβάνει ειδική διάταξη για τη συγκατάθεση παιδιού σε σχέση με τις υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας, όπως είναι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (άρθρο 8). Μολονότι το πλαίσιο γίνεται λοιπόν, πιο αυστηρό – προβλέποντας επίσης μεταξύ άλλων ότι ένα παιδί για να αποκτήσει facebook θα πρέπει να είναι τουλάχιστον 16 ετών ή αν είναι μεταξύ 13 και 16, μόνο εφόσον η συγκατάθεση παρέχεται από τα πρόσωπα που έχουν τη γονική μέριμνα – ουσιαστικά δεν επιλύει ζητήματα όπως αυτό της 18χρονης.
Αυτό, σύμφωνα με τον νομικό ελεγκτή της ΑΠΔΠΧ, «αναδεικνύει το γεγονός ότι οι γονείς πρέπει οπωσδήποτε να έχουν επίγνωση ότι η ανάρτηση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα συνιστά μια απεμπόληση κατά κάποιο τρόπο του δικαιώματος που έχει το ίδιο το παιδί στη δική του εικόνα και στη δική του προσωπικότητα. Είναι πολύ διαφορετικό το να δημιουργήσεις ένα άλμπουμ με φωτογραφίες, που βρίσκεται φυλαγμένο στο σπίτι και το δείχνεις σε συγγενείς και φίλους από το να το αναρτάς σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, πόσο μάλλον όταν το προφίλ, που δημιουργείται, είναι εν δυνάμει ανοιχτό σε δεκάδες , χιλιάδες άτομα. Ο καθένας – ακόμα και παντελώς άγνωστος – μπορεί όχι απλά να δει τη φωτογραφία, αλλά να την κατεβάσει στον υπολογιστή του , να την επεξεργαστεί και να τη φυλάξει εφ’ όρου ζωής, με όποιους κινδύνους αυτό συνεπάγεται για ένα πρόσωπο».
Ως απάντηση στην αντίληψη κάποιων γονέων ότι “εγώ δεν έχω κάτι να κρύψω”, ο κ. Ζωγραφόπουλος υπογραμμίζει ότι δεν πρέπει να συγχέουμε τη διαφάνεια με την έκθεση. «Η αρχής της διαφάνειας απευθύνεται κυρίως σε φορείς τόσο του δημοσίου όσο και του ιδιωτικού τομέα. Εδώ, δεν τίθεται θέμα διαφάνειας στην προσωπική ζωή, η προσωπική ζωή εξ ορισμού καλύπτεται από ιδιωτικότητα, η οποία κάμπτεται κατ’ εξαίρεση. Ομοίως, δεν πρέπει να συγχέουμε την ιδιωτικότητα με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Οι έννοιες είναι συγγενείς, αλλά όχι ταυτόσημες. Η προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν καλύπτει μόνο τις καθαρά ιδιωτικές στιγμές ενός παιδιού
(παιχνίδι, ύπνο, φιλικές σχέσεις, κλπ.), μπορεί να καλύπτει και δημόσιες στιγμές του. Για παράδειγμα, δεν επιτρέπεται κάποιος χωρίς τη συγκατάθεση του ενδιαφερόμενου γονέα να φωτογραφίσει ένα παιδί δημοσίως, πχ. στην παρέλαση ή στο σχολείο, και να αναρτήσει τη φωτογραφία στο διαδίκτυο. Η έλλειψη της συγκατάθεσης του παιδιού, όπως αυτή παρέχεται από τους γονείς του, καθιστά την επεξεργασία αυτή παράνομη».
Συμπερασματικά, ο κ Ζωγραφόπουλος τονίζει ότι «οποιοδήποτε νομικό πλαίσιο θα παρέχει ατελή νομική προστασία σε πρόσωπα όπως η κοπέλα από την Αυστρία. Γιατί η νομική προστασία θα παρέχεται εκ των υστέρων, αφού έχει γίνει το “κακό”». «Προσωπικά» διευκρινίζει, «επιμένω στο ότι η προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι πρωτίστως θέμα κουλτούρας και η κουλτούρα χτίζεται με την εκπαίδευση. Είναι ταυτόχρονα υπόθεση του καθενός μας και υπόθεση συλλογική, αφορά όλους τους φορείς σε όλους τους τομείς της κοινωνικής και οικονομικής ζωής (στη δουλειά, στο σχολείο, στα ΜΜΕ, κλπ.). Όλοι πρέπει να έχουν συνείδηση ότι τα προσωπικά δεδομένα είναι προστατευόμενο έννομο αγαθό».
Ψυχολογικές συνέπειες για το παιδί
«Δεν υπάρχει λόγος να γίνεται κάτι τέτοιο. Οι προσωπικές μας στιγμές ανήκουν σ’ εμάς, δεν υπάρχει λόγος να δημοσιοποιούνται. Εφόσον όμως, το επιλέγει η οικογένεια, θα πρέπει να γίνεται με κάποια ποιοτική και ποσοτική ασφάλεια, να υπάρχουν κάποια όρια» απαντά η Άρτεμις Τσίτσικα, επίκουρη καθηγήτρια της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών , υπεύθυνη του τμήματος τεχνολογίας της Μονάδας Εφηβικής Υγείας και της Γραμμής Στήριξης “ΜΕ Υποστηρίζω” που λειτουργεί στο Νοσοκομείο Παίδων «Π & Α Κυριακού».
Όπως σημειώνει: «Μερικοί γονείς επιλέγουν αυτό τον τρόπο, να δημοσιοποιούν οικογενειακές στιγμές και κάποιες προσωπικές στιγμές των παιδιών, χωρίς να ξέρουμε ποια μπορεί να είναι η αντίδρασή τους στο μέλλον.
Είναι σημαντικό, όμως, να τηρούνται κάποια όρια, να μην εκτίθεται το παιδί με οποιοδήποτε τρόπο, να σκεφτόμαστε το μέλλον». Για παράδειγμα, όπως εξηγεί η κ Τσίτσικα, να εξετάζουν οι γονείς «αν θα επιλέξουν να δημοσιοποιήσουν πολύ προσωπικές στιγμές του παιδιού σε ηλικία που το παιδί δεν καταλαβαίνει, ή στιγμές που το εκθέτουν με οποιοδήποτε τρόπο και που στο μέλλον θα μπορούσαν να του δημιουργήσουν πρόβλημα ή φωτογραφίες που δείχνουν που μένει, ή προσωπικά του αντικείμενα. Αυτό θα πρέπει να το προσέχουν πολύ».
Επίσης, υπογραμμίζει την ανάγκη συνεννόησης με το ίδιο το παιδί: «σίγουρα αυτό πρέπει να γίνεται σε επικοινωνία με το παιδί, όταν αρχίσει να καταλαβαίνει και να συζητά, να επιλέγει τι θέλει, και μέσα από αυτή τη διαδικασία να καταλαβαίνει και το ίδιο τι σημαίνει προσωπικά δεδομένα, τι κρατώ για τον εαυτό μου, τι μπορώ να δημοσιοποιήσω».