Σε πολύ καλό κλίμα, πραγματοποιήθηκε σήμερα η συνάντηση του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων κ. Κώστα Γαβρόγλου με τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερώνυμο, τους Μητροπολίτες Ελασσώνος κ.κ. Χαρίτωνα και Γρεβενών κ.κ. Δαβίδ, παρουσία του Γενικού Γραμματέα Θρησκευμάτων κ. Γιώργου Καλαντζή.
Στο τέλος της συνάντησης ο Υπουργός δήλωσε:
«Δηλώνουμε κατηγορηματικά την πρόθεση -όπως αυτή αποτυπώθηκε από την ομόφωνη απόφαση της Ιεραρχίας και τη δική μας κυβερνητική επιμονή- για τη συνέχιση του διαλόγου. Ο διάλογος έχει πολλές διαστάσεις. Αναλύονται, διευκρινίζονται πράγματα, συζητούνται θέματα και γίνονται συνθέσεις. Σήμερα, λοιπόν, είναι μια συνάντηση για τη συνέχιση του διαλόγου.
Πληροφορήθηκα από τον Μακαριώτατο ότι στην επόμενη συνάντηση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, τον Δεκέμβριο, θα υπάρξει μια επιτροπή με την οποία θα συνεργαστούμε πολύ συστηματικά για να συγκεκριμενοποιηθεί το πλαίσιο συμφωνίας.
Και, βεβαίως, είχα την ευκαιρία -και δεν είναι η πρώτη φορά, το έχω ξαναπεί- εκφράζοντας την κυβερνητική απόφαση, όχι απλά βούληση, να διαβεβαιώσω ότι θα κατοχυρωθούν με απόλυτο, διαφανή και κατηγορηματικό τρόπο και η μισθοδοσία των ιερέων και τα συνταξιοδοτικά των ιερέων και τα θέματα περίθαλψης. Δεν θα υπάρχει καμία αλλαγή ως προς το εργασιακό και μισθολογικό καθεστώς των ιερέων.
Αυτό το μετέφερα στον Αρχιεπίσκοπο και περιμένουμε τη συνεδρίαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου για να αρχίσει πια το τελικό στάδιο της επεξεργασίας του νομοσχεδίου. Θα σας παρακαλούσα να μείνουμε σε αυτές τις δηλώσεις που είναι αυτά που συζητήσαμε με τον Αρχιεπίσκοπο, και να ολοκληρώνουμε σιγά σιγά τα βήματα και τα στάδια, και θα ενημερώνουμε.
Τη Κυριακή θα έχω την χαρά να συναντήσω αντιπροσωπεία της Εκκλησίας της Κρήτης. Θα συναντηθώ, επίσης, με όποιον Μητροπολίτη το ζητήσει, θα επιδιώξω και συγκεκριμένες συναντήσεις με Μητροπολίτες των Δωδεκανήσων, προφανέστατα θα συνεχίσουμε τη συζήτηση και με το Οικουμενικό Πατριαρχείο και μέσα από όλα αυτά θα γίνουν οι αναγκαίες και σίγουρα δημιουργικές και προωθητικές συνθέσεις. Νομίζω ότι πρέπει να συζητάμε τα θέματα όταν ωριμάζουν και όταν έχουμε κάτι επί της ουσίας και έγκυρο να πούμε. Ως προς το χρονοδιάγραμμα για σύνταξη του νομοσχεδίου, η αίσθησή μας και η βούλησή μας είναι να υπάρχει η δυναμική που θέλουμε να υπάρχει και από πλευράς της Εκκλησίας και από δικής μας πλευράς. Δηλαδή, περιμένουμε την επιτροπή, προετοιμαζόμαστε όλοι, θα δούμε τις λεπτομέρειες και αυτό θα καθορίσει το επόμενο βήμα. Νομίζω ότι αυτό είναι κάτι που όλοι πρέπει να επιδιώξουμε. Ούτε αχρείαστες βιασύνες, αλλά ούτε και παραπομπή στις καλένδες, κάτι που θα ήταν απαράδεκτο για μια τόσο ιστορική συμφωνία».