Ταχύτερα από ό,τι οι απόφοιτοι της γενικής εκπαίδευσης φαίνεται ότι βρίσκουν την πρώτη τους σταθερή δουλειά οι νέες και οι νέοι, που έχουν επιλέξει σπουδές επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης (ΕΕΚ) στην Ελλάδα, αλλά και στην Ευρωπαϊκή Ενωση των 28 κρατών-μελών.

Πάντως, παρά την προοπτική για γοργότερη επαγγελματική αποκατάσταση και την υψηλή ποιότητα των σπουδών του είδους στην Ελλάδα, που χαρακτηρίζεται ως πλήρως ικανοποιητική από τους ίδιους τους αποφοίτους, το ποσοστό των νεαρών Ελληνίδων και Ελλήνων, ηλικίας 16 ώς 18 ετών, που σπουδάζουν στην ανώτερη δευτεροβάθμια VET παραμένει πολύ χαμηλότερο από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο. Αυτό ίσως εξηγείται σε έναν βαθμό από την άποψη των Ελλήνων ότι το γόητρο της γενικής εκπαίδευσης είναι υψηλότερο σε σχέση με εκείνο της επαγγελματικής.

Τα παραπάνω προκύπτουν από έρευνα γνώμης που διενεργήθηκε για λογαριασμό του Ευρωπαϊκού Κέντρου για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης (Cedefop), σε σχέση με τη ΕΕΚ στην ΕΕ των 28 κρατών-μελών (η έρευνα ξεκίνησε τον Ιούνιο του 2016 και βασίστηκε σε αντιπροσωπευτικό δείγμα 35000 ατόμων, ενώ στην περίπτωση της Ελλάδας συμμετείχαν 1.301 άτομα). Πέραν των παραπάνω, η έρευνα έδειξε ακόμη ότι η επιλογή της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης ως κατεύθυνσης σπουδών συχνά δεν γίνεται -από τους συμμετέχοντες σε αυτή- με βάση την ικανότητά τους να διαχειριστούν τα συγκεκριμένα γνωστικά αντικείμενα, ούτε εκλαμβάνεται σαν “μονοπάτι” προς την ανώτατη εκπαίδευση και το πανεπιστήμιο. Χαρακτηριστικό είναι δε ότι σε επίπεδο επαγγελματικού προσανατολισμού, οικογένεια και φίλοι αναλαμβάνουν συχνά τον ρόλο των καθοδηγητών καριέρας, με αποτέλεσμα σε πολύ λίγες περιπτώσεις οι νέες και οι νέοι να επιλέγουν την ΕΕΚ βασισμένοι όντως στις ικανότητές τους ή στην κλίση τους (καθώς όταν η καθοδήγηση αυτού του είδους αφήνεται αποκλειστικά σε οικογένεια και φίλους, η εικόνα της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης είναι συχνά ελλιπής αν όχι παραπλανητική, όπως επισημαίνεται στην έρευνα).

Το 64% των αποφοίτων της ΕΕΚ στην Ελλάδα βρήκαν δουλειά εντός έτους

Αναλυτικότερα, όπως προκύπτει από την έρευνα του Cedefop, περίπου το 64% των αποφοίτων επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης στην Ελλάδα βρήκαν την πρώτη μακροχρόνια εργασία τους εντός έτους από την ολοκλήρωση των σπουδών τους (9% πριν την ολοκλήρωση αυτών), έναντι 49% για τους αποφοίτους της γενικής εκπαίδευσης. Στην περίπτωση της ΕΕ των 28 κρατών-μελών τα αντίστοιχα ποσοστά είναι 84% για τους αποφοίτους ΕΕΚ (πάνω από οκτώ στους δέκα βρήκαν δουλειά εντός έξι μηνών) και 81% για εκείνους της γενικής εκπαίδευσης.

Παρότι η ποιότητα της ΕΕΚ θεωρείται υψηλή -εννέα στους δέκα ερωτηθέντες, που επέλεξαν την επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση στην Ελλάδα, δήλωσαν ότι είναι “πλήρως ικανοποιημένοι” από τη διδασκαλία που έλαβαν- συγκριτικά λίγοι είναι όσοι ακολουθούν αυτή την κατεύθυνση: μόνο περίπου το 29% των ατόμων ηλικίας 16-18 ετών στην Ελλάδα επιλέγουν να συμμετάσχουν στην ανώτερη δευτεροβάθμια ΕΕΚ, ποσοστό πολύ χαμηλότερο σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ, που ανέρχεται στο 49%.

Εννέα στους δέκα πιστεύουν ότι η γενική εκπαίδευση είναι υψηλότερου γοήτρου…

Κατά το Cedefop, η χαμηλή συμμετοχή εξηγείται σε έναν βαθμό από το εύρημα της έρευνας, σύμφωνα με το οποίο σχεδόν εννέα στους δέκα ερωτηθέντες στην Ελλάδα (ποσοστό 87%) θεωρούν ότι η γενική εκπαίδευση έχει πιο θετική εικόνα από την επαγγελματική, ενώ πάνω από οκτώ στους δέκα δείχνουν να πιστεύουν ότι η ΕΕΚ προορίζεται για μαθητές με χαμηλούς βαθμούς κι ότι οι πιστοποιήσεις και οι τίτλοι της είναι ευκολότερο να αποκτηθούν (σε σχέση με τη γενική εκπαίδευση). Κι αυτό ενώ πάνω από τους μισούς ερωτηθέντες (ποσοστό 53%) θεωρούν ότι οι απόφοιτοι της ανώτερης δευτεροβάθμιας επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης είναι πιθανότερο να βρουν δουλειά μετά τις σπουδές τους, σε σχέση με εκείνους της γενικής.

Όπως παρατηρούν οι μελετητές, το τελευταίο αυτό εύρημα δεν αποτελεί έκπληξη, δεδομένου ιδίως ότι πολλοί απόφοιτοι της ανώτερης δευτεροβάθμιας ΕΕΚ αναμένουν ότι θα αναζητήσουν δουλειά αμέσως μετά την ολοκλήρωση των σπουδών τους, σε αντίθεση με όσους σπουδάζουν στη γενική εκπαίδευση, οι οποίοι συνήθως ετοιμάζονται για να συνεχίσουν στο πανεπιστήμιο. Αντίθετα, προσθέτουν, ίσως προκαλεί περισσότερη έκπληξη το γεγονός ότι περίπου επτά στους δέκα ερωτηθέντες στην Ελλάδα (ποσοστό 69%) πιστεύουν ότι η ολοκλήρωση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης δεν βελτίωσε την πιθανότητα να βρουν δουλειά, σε σύγκριση με τους αποφοίτους της ανώτερης δευτεροβάθμιας ΕΕΚ.

…αλλά έξι στους δέκα εκτιμούν ότι η ΕΕΚ μπορεί να οδηγήσει σε θέσεις εργασίας που χαίρουν υψηλής εκτίμησης

“Σημαντικό είναι ότι η ανώτερη δευτεροβάθμια ΕΕΚ δεν αντιμετωπίζεται απλά σαν μονοπάτι προς μια οποιαδήποτε δουλειά. Έξι στους 10 ερωτηθέντες στην Ελλάδα θεωρούν ότι μπορεί να οδηγήσει σε μια θέση εργασίας που χαίρει υψηλής εκτίμησης. Υπάρχει ένα επιχείρημα ότι η ανώτερη δευτεροβάθμια επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση υπο-χρησιμοποιείται σαν μονοπάτι προς μια καλή δουλειά και ότι η αξία της υποτιμάται σε σχέση με της γενικής εκπαίδευσης, αλλά οι προσεγγίσεις ως προς αυτό ενδέχεται να αλλάζουν. Από την έρευνα προκύπτει ότι πάνω από τους μισούς ερωτηθέντες πιστεύουν ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να προτεραιοποιήσει την επένδυση στη VET, σε σύγκριση με το ένα τρίτο (που δίνει την ίδια απάντηση) για τη γενική εκπαίδευση” υπογραμμίζεται στο σημείωμα που συνοδεύεται την έρευνα γνώμης.

Άλλα ευρήματα της έρευνας:

*Σε μακροοικονομικό επίπεδο, η επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση εκτιμάται πως έχει θετικό αντίκτυπο στην οικονομία, ενώ σε προσωπικό επίπεδο οι απόφοιτοί της φαίνεται ότι έχουν καλύτερη προοπτική στην αγορά εργασίας -βάσει τουλάχιστον των απαντήσεών τους στην έρευνα- και είναι λιγότερο πιθανό να αντιμετωπίσουν δυσκολίες στην εξεύρεση εργασίας ή στην πρόσβαση σε κατάρτιση σχετική με το εργασιακό τους αντικείμενο. Αναλυτικότερα, το 77% των ερωτηθέντων στην Ελλάδα (ασχέτως της εκπαιδευτικής τους κατεύθυνσης) πιστεύουν ότι η ΕΕΚ ισχυροποιεί την οικονομία, το 75% ότι βοηθά στην αντιμετώπιση του κοινωνικού αποκλεισμού και το 66% ότι συνεισφέρει στη μείωση της ανεργίας.

*Ερωτηθέντες για παράγοντες που ενδέχεται να έπαιξαν ρόλο στην επιλογή της ΕΕΚ (δυνατότητα πολλαπλών απαντήσεων) από νέες και νέους 16-18 ετών στην Ελλάδα, το 45% “έδειξε” τις προοπτικές για καριέρα (έναντι ποσοστού 31% στην ΕΕ-28), το 40% την πιθανότητα εξεύρεσης εργασίας (36% στην ΕΕ), το 37% την ύπαρξη ενδιαφέροντος για τα γνωστικά αντικείμενα της ΕΕΚ (41% στην ΕΕ). Όταν το ερώτημα τεθεί ειδικά σε αποφοίτους της ΕΕΚ, την πιο βαρύνουσα σημασία στην επιλογή τους έχει η πιθανότητα εύρεσης εργασίας (67%, έναντι 43% για τις προοπτικές καριέρας και 33% για το ενδιαφέρον γύρω από τα γνωστικά αντικείμενα).

*Το 91% των ερωτηθέντων στην Ελλάδα πιστεύει ότι όσοι ακολουθούν την κατεύθυνση της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης αποκτουν τις δεξιότητες που ζητούν οι εργοδότες

*Βελτιώσεις εκτιμάται ότι θα επέλθουν από παρεμβάσεις στο πλαίσιο του Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου για την Αναβάθμιση της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, μέσα από την προαγωγή και ισχυροποίηση του κοινωνικού ρόλου της ΕΕΚ, μέσω π.χ. του προγράμματος “Μια Νέα Αρχή για τα ΕΠΑΛ” ή την αναβάθμιση και επέκταση του νέου σχήματος ναθητείας και την καλύτερη διασύνδεση της ΕΕΚ με την ανώτατη εκπαίδευση

Πρόοδος ενόψει;

Σύμφωνα με το Cedefop, στην Ελλάδα, όπως και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, κάποια πράγματα έχουν αρχίσει να αλλάζουν στις πολιτικές, τις δράσεις και την αντίληψη γύρω από την ΕΕΚ. “Όπως συμβαίνει με τα περισσότερα δομικά, διαρθρωτικά θέματα, που αφορούν την οικονομία και την κοινωνία, οι ριζωμένες απόψεις και συμπεριφορές εξελίσσονται στο πιο απαιτητικό θέμα (προς αντιμετώπιση). Αυτό εξηγεί γιατί η ΕΕΚ έχει επιδείξει σταδιακή προσαρμογή ή ακόμη και πρόοδο, την ίδια ώρα που επιμένουν οι ατέλειες και οι αδυναμίες (…) Κάποιες μεταρρυθμίσεις που εισήχθησαν στην Ελλάδα έχουν αφήσει το θετικό αποτύπωμά τους στη στάση των ανθρώπων απέναντι στην ΕΕΚ. Αυτό γίνεται ακόμη πιο εμφανές στην περίπτωση των συμμετεχόντων στην ΕΕΚ (…) Σε σύγκριση με προηγούμενες αναλύσεις, γίνεται φανερό ότι οι αντιλήψεις ως προς τη ΕΕΚ έχουν βελτιωθεί σε σχέση με το παρελθόν, πιθανώς διότι (από τη μία) η κρίση έχει οδηγήσει σε αυξημένη κατανόηση της ανάγκης προσαρμογής στις απαιτήσεις της αγοράς εργασίας και από την άλλη η ΕΕΚ προσφέρει μετρήσιμα αποτελέσματα. Ένας άλλος λόγος είναι ότι μια πιο ξεκάθαρη στρατηγική έχει ενεργοποιηθεί” υπογραμμίζεται.

Όπως συμβαίνει και σε άλλες χώρες της Μεσογείου, σημειώνεται, το εκπαιδευτικό σύστημα στην Ελλάδα είναι σε σημαντικό βαθμό δομημένο πάνω σε ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα, που οδηγεί στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, ενώ η ΕΕΚ συχνά αντιπροσωπεύει ένα λιγότερο δελεαστικό και σχετικά αδύναμο συστατικό του (του συστήματος). “(…)Τουλάχιστον μέχρι τις πρόσφατες και συνεχιζόμενες μεταρρυθμίσεις, η επαγγελματική εκπαίδευση ελάμβανε χώρα κυρίως στη διάρκεια της εργασίας και σε μη επίσημο και τυπικό περιβάλλον. Από την άλλη, οι επίσημοι τίτλοι (εκπαίδευσης) χαίρουν υψηλής εκτίμησης και συχνά συνδέονται με βελτιωμένες προοπτικές κοινωνικής κινητικότητας, σε μερικές περιπτώσεις και ασχέτως του αν οδηγούν σε δουλειές” παρατηρούν οι ερευνητές.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πρόγραμμα Πανελληνίων 2025