Ο μοναδικός λόγος που παρακολούθησα (ένα μικρό μέρος) το χριστουγεννιάτικο “Hot Seat” («τηλεπαιχνίδι γνώσεων» του ΣΚΑЇ με τον Γ. Ζουγανέλη), είναι επειδή οι παίκτες ήταν παιδιά· μαθητές της τελευταίας τάξης του γυμνασίου ή –το πιθανότερο- λυκείου. Απογοήτευση. Και να ’ταν μονάχα αυτή η αφορμή…
Η παρουσία τους ήταν αποκαρδιωτική. Πρόλαβα να μετρήσω περίπου δέκα ερωτήσεις από αυτές που τους έγιναν. Γνώριζαν να απαντήσουν σε μια (με σιγουριά) άντε δυο (με βοήθεια). Μεταξύ αυτών που δεν γνώριζαν ήταν ότι το μαύρο χρώμα δεν ανήκει στα χρώματα της Ίριδας, ότι η Ρόδος δεν ανήκει στο σύμπλεγμα των Κυκλάδων, ότι κατά τη διάρκεια του δωδεκαήμερου (των γιορτών που διανύουμε) τα κάλαντα τραγουδιούνται τρεις φορές, ότι το σύμβολο Fe συμβολίζει τον σίδηρο· είχαν κακή σχέση με τη μυθολογία, δεν μπορούσαν να ξεχωρίσουν αν ο βήχας ή το χασμουρητό σχετίζεται με την εισπνοή και κάποιο -με την αθωότητα της ηλικίας του- είπε ότι δεν είδε ποτέ στη ζωή του ουράνιο τόξο.
Αναρωτιέμαι τι ελπιδοφόρο μπορούμε να περιμένουμε από εφήβους που δεν μύρισαν ποτέ το χώμα μετά τη βροχή, που δεν μάτωσαν τα γόνατά τους στα χαλίκια της αλάνας ή στην άσφαλτο της μπασκέτας, που δεν κοίταξαν ποτέ νύχτα προς τον ουρανό, που «τα φτιάχνουν» και «τα χαλάνε» μέσω των κοινωνικών δικτύων, που δυσκολεύονται να αρθρώσουν και να γράψουν ελληνικά (σε αντίθεση με τα «γκρικλις»), που ζορίζονται όταν τους ζητηθεί να περιγράψουν με λέξεις ένα σύνολο εικόνων του οποίου έγιναν αποδέκτες, που, πνιγμένα από την πλημμυρίδα της πληροφορίας, έμαθαν να επικοινωνούν με εικόνες (κινούμενες ή μη) και όχι με λόγο, που στα λιγοστά βιβλία που διαβάζουν πρωταγωνιστούν «μεταφυσικοί» ή υπερφυσικοί ήρωες και τέρατα, η βία, η καταστροφή, ο θάνατος και το αίμα. Δεν ξέρω αν αυτή η εικόνα αξίζει, σήμερα, στην κοινωνία που ζούμε, πρόκειται όμως σίγουρα για το αντικαθρέφτισμα αυτής της ίδιας κοινωνίας και της εποχής που διανύουμε.
Τα παιδιά δεν φταίνε. Έχουν τουλάχιστον τη δύναμη της αθωότητας της ηλικίας και της καθαρότητας της ψυχής τους να μην προσπαθούν να κρυφτούν πίσω από προσωπεία που θα μας ικανοποιούσαν και, ίσως, μας βόλευαν κιόλας, αφού θα έσπρωχναν τις δικές μας ευθύνες κάτω από το χαλί (της απάθειας ή των ενοχών μας). Αυτή είναι η κοινωνία μας, της εκμετάλλευσης και της θεοποίησης του κέρδους, στην οποία ο άνθρωπος έχει αξία όσο παράγει και καταναλώνει τα σκουπίδια της· που είναι αναλώσιμος (όπως και το μελάνι του εκτυπωτή μας), και προγραμματισμένος από τη στιγμή που θα γεννηθεί να ακολουθήσει μια πεπερασμένη πορεία που «κάποιοι» άλλοι χάραξαν γι’ αυτόν αντί για τον ίδιο.
Ας αναλογιστούμε, τι παίρνουν τα παιδιά από την οικογένειά τους; Τι τους προσφέρουν οι δάσκαλοι και οι καθηγητές τους; Τι έχουν (δεν αναφέρομαι σε υλικά μέσα) και τι μπορούν σήμερα να τους προσφέρουν οι γονείς και οι δάσκαλοι; Όταν οι ανάγκες της λαϊκής οικογένειας καθορίζονται μόνο κατά πως «υπηρετούνται» τα στομάχια της (κι όλο και πιο συχνά ούτε αυτές μπορούν να καλυφτούν) και επιβάλλουν οι κανόνες -όχι της ζωής αλλά- της –αγχωτικής- επιβίωσης; Και όταν τα πρότυπα που βομβαρδίζουν τις προσλαμβάνουσες μικρών και μεγάλων είναι με τέτοιο τρόπο σχεδιασμένα και τόσο αποτελεσματικά που λίγοι να καταφέρνουν να «γλιτώσουν» και αυτοί μάλιστα χαρακτηρίζονται ως αιθεροβάμονες και ονειροπαρμένοι;
Έχουμε όμως -και εμείς- ευθύνες· όλοι μας και ο καθένας ξεχωριστά. Για τα χατίρια που δεν χαλάσαμε, για τον χρόνο που δεν αφιερώσαμε, για τις απαντήσεις που δεν δώσαμε, για τα συναισθήματα που τσιγκουνευτήκαμε, που δεν διακινδυνεύσαμε την «ησυχία» μας, όταν επικαλούμαστε με ευκολία και για τα πάντα την «κρίση», για τη μιζέρια που αποδεχτήκαμε, για το βόλεμα που δεν συγκρουστήκαμε, για τις αυταπάτες που μας υπνώτισαν, που ούτε καν διαπραγματευτήκαμε πριν παραδοθούμε. Γι’ αυτά που δεν κάναμε ενώ μπορούσαμε, για τότε που φερθήκαμε «λογικά» και κάτσαμε στ’ αυγά μας, για κείνη τη φορά που σταθήκαμε «ρεαλιστές» και δεν αντιταχτήκαμε· τότε που έπρεπε και ήταν καιρός. Και τώρα είναι καιρός…
Πηγή: atexnos.gr