Με την παρούσα επιστολή, ανταποκρινόμαστε στην πρόσκλησή σας για συμμετοχή στη δημόσια διαβούλευση με τις απόψεις και τις παρατηρήσεις μας. Βασικός στόχος μας και προτεραιότητά μας, ως Ένωση Σχολικών Ψυχολόγων Ελλάδας (Ε.Σχο.Ψ.Ε.), είναι η υποστήριξη, με κάθε πρόσφορο τρόπο, του εκπαιδευτικού έργου, σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα και επιστημονικά τεκμηριωμένες καλές πρακτικές.
Ένωση Σχολικών Ψυχολόγων Ελλάδος
Ως επιστημονική ένωση επαγγελματιών ψυχολόγων που εργάζονται στην εκπαίδευση, χαιρετίζουμε κάθε νομοθετική πρωτοβουλία που έχει ως στόχο την αναβάθμιση του σχολείου και συμβάλλει ολοκληρωμένα στην ενδυνάμωση της σχολικής κοινότητας και στη διαμόρφωση ενός θετικού ψυχολογικού κλίματος. Η καλλιέργεια δεξιοτήτων ζωής, όπως είναι οι κοινωνικές δεξιότητες, η ενσυναίσθηση και η επίλυση προβλημάτων, αναλογεί να έχει τη θέση της στο σύγχρονο σχολείο, όπως επίσης και οι θεματικές πρόληψης («σεξουαλική διαπαιδαγώγηση», «πρόληψη εξαρτήσεων»). Σχολείο προαγωγής της υγείας είναι το σχολείο που καλλιεργεί την υγεία και τη μάθηση με όλα τα μέσα που διαθέτει, διαμορφώνοντας ένα υποστηρικτικό περιβάλλον για όλα τα μέλη της σχολικής κοινότητας.
Παρατηρούμε, ωστόσο, ότι από το σχέδιο νόμου απουσιάζει κάθε αναφορά στον ρόλο και τον θεσμό του σχολικού ψυχολόγου ως αναπόσπαστου μέλους της σχολικής μονάδας, ο οποίος φαίνεται να τοποθετείται αποκλειστικά σε υποστηρικτικές δομές που λειτουργούν εκτός σχολείου. Με αυτόν τον τρόπο απογυμνώνεται από τον βασικό του ρόλο – που είναι το να λειτουργεί προληπτικά και να παρεμβαίνει μέσα στον χώρο του σχολείου, σε άμεση συνεργασία με το προσωπικό του σχολείου, με στόχο τη σχολική επιτυχία κάθε μαθητή – και περιορίζεται στη διαχείριση παραπομπών και στην αντιμετώπιση «μεμονωμένων περιστατικών» ή «ειδικών περιπτώσεων». Την ίδια στιγμή, «ειδικότητες εκπαιδευτικών» επιμορφώνονται προκειμένου να αναλάβουν (πιλοτικά) την ευθύνη της «διδασκαλίας» θεματικών πρόληψης, όπως είναι η «ψυχική υγεία» και η «πρόληψη εξαρτήσεων». Επιπλέον, εισάγεται ο θεσμός του «Εκπαιδευτικού Εμπιστοσύνης», επιφορτίζοντας τους εκπαιδευτικούς με επιπλέον αρμοδιότητες, «ειδικής διαχείρισης κρίσεων», «πρόληψης και αντιμετώπισης ακραίων συμπεριφορών», αναθέτοντάς τους καθήκοντα «συμβουλευτικής», «ομάδων γονέων» και προσθέτοντας επιπλέον βάρος στο πολυσχιδές έργο τους. Η επιμόρφωση όλων των εκπαιδευτικών είναι χρήσιμη και αναγκαία∙ η «αναβάθμιση» όμως ενός εκπαιδευτικού σε «εκπαιδευτικό εμπιστοσύνης», και μάλιστα με τέτοιες αρμοδιότητες, δημιουργεί σύγχυση ρόλων. Εάν τα καθήκοντα που προαναφέρθηκαν μπορεί να τα εκτελέσει ένας εκπαιδευτικός μετά από απλή παρακολούθηση σεμιναρίων «σε περιοδική βάση», τότε οι εξειδικευμένες μεταπτυχιακές και διδακτορικές σπουδές των σχολικών ψυχολόγων στα πανεπιστημιακά ιδρύματα της χώρας μας στερούνται νοήματος.
Αναρωτιόμαστε εύλογα, λοιπόν, για ποιο λόγο δεν αξιοποιείται το εξειδικευμένο προσωπικό, που διαθέτει την ακαδημαϊκή επάρκεια και την απαιτούμενη εμπειρία στην αντιμετώπιση σύνθετων προκλήσεων, παρά τις επανειλημμένες δηλώσεις της κυβέρνησης για την αναγκαιότητα ενίσχυσης των σχολείων με ψυχολόγους; Ποιος άραγε θα αναλάβει την ευθύνη για την εφαρμογή αποτελεσματικών παρεμβάσεων στην αντιμετώπιση σύνθετων και πολυεπίπεδων προβλημάτων, όπως είναι η σχολική άρνηση, η διαχείριση πένθους, η πρόληψη αυτοκτονιών, η παραβατική συμπεριφορά; Τα εκπαιδευτικά μοντέλα που επιφορτίζουν τους εκπαιδευτικούς με την ευθύνη εξειδικευμένων παρεμβάσεων σε θέματα ψυχικής υγείας έχουν ως συνέπεια την απώλεια εμπιστοσύνης των γονέων προς το δημόσιο σχολείο και την περαιτέρω επαγγελματική εξουθένωση των εκπαιδευτικών. Τέτοια μοντέλα απαντώνται μόνο σε χώρες που δεν διαθέτουν οργανωμένες υπηρεσίες σχολικής ψυχολογικής υποστήριξης. Αντίθετα, στις χώρες όπου ακολουθούνται τα σύγχρονα επιστημονικά δεδομένα και τα διεθνή πρότυπα, ο σχολικός ψυχολόγος τοποθετείται εντός του σχολικού πλαισίου, ως συνδιαμορφωτής ενός κλίματος που ευνοεί την επιτυχία όλων των μαθητών, εστιάζοντας πρωταρχικά στην πρόληψη και συμβάλλοντας στην υποστήριξη ολόκληρης της σχολικής κοινότητας. Η σταθερή παρουσία του στη σχολική κοινότητα δίνει τη δυνατότητα της άμεσης πρόσβασης σε εκπαιδευτικούς, μαθητές και γονείς, δυνατότητα πολύ σημαντική και αναγκαία, ιδιαίτερα αν αναλογιστεί κανείς τον περιορισμένο αριθμό δημόσιων δομών συμβουλευτικής υποστήριξης γονέων και μαθητών στην τοπική κοινωνία, αλλά και τις πολλαπλές προκλήσεις και δυσκολίες που καλείται να αντιμετωπίσει ο σύγχρονος εκπαιδευτικός[1]. Θέματα όπως είναι η αντιμετώπιση του σχολικού εκφοβισμού, η πρόληψη της σχολικής διαρροής και η ενίσχυση ενός σχολικού κλίματος που ευνοεί την ένταξη και τη σχολική επιτυχία όλων των μαθητών, χωρίς διακρίσεις, είναι άμεσα συνδεδεμένα με την παροχή υποστηρικτικών ψυχολογικών υπηρεσιών και, ως εκ τούτου, με τον ρόλο και τις αρμοδιότητες μιας σχολικής ψυχολογικής υπηρεσίας.
Η αναβάθμιση της εκπαίδευσης και η παροχή εξειδικευμένων ποιοτικών υπηρεσιών σε κάθε μέλος της σχολικής κοινότητας, ιδιαίτερα εν μέσω κρίσης, αποτελεί προτεραιότητα όλων μας. Για αυτό το λόγο ζητούμε συνάντηση μαζί σας προκειμένου να σας παραθέσουμε αναλυτικότερα τις θέσεις και τις προτάσεις μας επί των προτεινόμενων μεταρρυθμίσεων, στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας σας για την ενίσχυση του εκπαιδευτικού έργου και την αναβάθμιση του σχολείου.