Η απόφαση του Υπουργείου Παιδείας να προχωρήσει σε μαζικές περικοπές τμημάτων στα και να τα με άλλα έχει προκαλέσει τις σφοδρές διαμαρτυρίες γονιών και εκπαιδευτικών, οι οποίοι ζητούν να ανακληθούν οι αποφάσεις αυτές, που στόχο έχουν τη μείωση των θέσεων εργασίας σε εκπαιδευτικό προσωπικό.

Όπως κατήγγειλε και στη Βουλή, ο βουλευτής του ΚΚΕ, κ. Δελής, με τις αποφάσεις του Υπουργείου Παιδείας κόβονται περίπου 1.000 τμήματα σε Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια, προφανώς για να γίνει «εξοικονόμηση» κονδυλίων, από την πρόσληψη αναπληρωτών εκπαιδευτικών όλων των αναγκαίων ειδικοτήτων, δημιουργώντας μία εκρηκτική κατάσταση στην Παιδεία και ζητά την ανάκληση των αποφάσεων συγχώνευσης τμημάτων.

Ακόμα, όπως αναφέρει και η Διδασκαλική Ομοσπονδία σε ανακοίνωσή της «αυτή είναι η «αναβάθμιση» της εκπαίδευσης που νομοθετούν, με συγχωνεύσεις και κατάργηση τμημάτων, με κόφτες που στην ουσία μειώνουν θέσεις εργασίας και δυσχεραίνουν την εκπαιδευτική διαδικασία στοιβάζοντας τους/τις μαθητές/-τριες σε μεγάλα τμήματα. Την ίδια στιγμή που το Υπουργείο διατυμπανίζει 10.000 διορισμούς, μειώνει θέσεις εργασίας με τις συγχωνεύσεις για να φέρει «στα δικά του μέτρα» τις προσλήψεις και τους διορισμούς». Κατόπιν αυτών, όλοι ζητούν να μη γίνουν οι συγχωνεύσεις σχολικών τμημάτων και να καλυφθούν άμεσα όλα τα κενά σε εκπαιδευτικούς και βοηθητικό προσωπικό.

Μάλιστα, ο βουλευτής του ΚΚΕ ρωτά ποια μέτρα θα πάρει η κυβέρνηση έτσι ώστε να ανακληθούν οι συγχωνεύσεις – συμπτύξεις τμημάτων που δημιουργούν τερατώδη, υπερπληθή τμήματα, να καλυφτούν όλα τα πραγματικά κενά χωρίς περικοπές σε μία φάση πριν από την έναρξη του σχολικού έτους και να μειωθεί αποφασιστικά ο αριθμός των μαθητών ανά τμήμα, με κατεύθυνση 15 το ανώτερο ανά τμήμα σε νηπιαγωγεία και Α’ και Β’ Δημοτικού και 20 το ανώτερο σε όλες τις υπόλοιπες τάξεις με αντίστοιχες προσλήψεις όλων των αναγκαίων εκπαιδευτικών.

Το πλήρες κείμενο της επίκαιρης ερώτησης

«Με κλειστά τα σχολεία, μέσα στο κατακαλόκαιρο, με εγκύκλιους του Γ.Γ. του ΥΠΑΙΘΑ με αριθμό 76216/Δ2/8-7-24 και 80483/Δ1/15-7-2024 δόθηκαν κατευθύνσεις να συγκροτηθούν τμήματα χωρίς να λαμβάνονται υπόψη ούτε οι μαθητές με ειδικές μαθησιακές δυσκολίες, ούτε οι επικείμενες εγγραφές του Σεπτέμβρη, όπως προβλέπει η ισχύουσα νομοθεσία, ούτε η νομοθεσία που προβλέπει συγκεκριμένο χώρο στην αίθουσα για τον κάθε μαθητή. Αντίστοιχες οδηγίες προωθούνται για την περικοπή των κενών της παράλληλης στήριξης, αφού δεν λαμβάνονται υπόψη οι γνωματεύσεις του ΚΕΔΑΣΥ και προβλέπεται ένας εκπαιδευτικός ανά τμήμα ή ακόμα και ανά τάξη.

Το αποτέλεσμα των παραπάνω είναι η κατάργηση τμημάτων ένταξης, οι ανακλήσεις αποφάσεων κατάτμησης τμημάτων, όπου φοιτούν μαθητές με γνωματεύσεις από το ΚΕΔΑΣΥ, η προώθηση της βίαιης, αντιπαιδαγωγικής δημιουργίας τμημάτων στα μέγιστα απαράδεκτα προβλεπόμενα όρια, δηλαδή με 25 μαθητές/-τριες στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση και με 25 έως 28 μαθητές/-τριες στη Δευτεροβάθμια χωρίς να λαμβάνεται υπόψη κανένα παιδαγωγικό, κοινωνικό κ.λπ. κριτήριο, όπως προβλέπεται άλλωστε και από τον νόμο, το μαζικό κόψιμο ολιγομελών τμημάτων και η συγχώνευσή τους με συνέπεια μαθητές μεγάλων τάξεων του Δημοτικού αλλά και μαθητές Γυμνασίου και Λυκείου να μετακινούνται σε όμορες μονάδες, να αλλάζουν σχολικό περιβάλλον. Δηλαδή κόβονται περίπου 1.000 τμήματα σε Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια προφανώς για να γίνει “εξοικονόμηση” κονδυλίων από την πρόσληψη αναπληρωτών εκπαιδευτικών όλων των αναγκαίων ειδικοτήτων, δημιουργώντας μία εκρηκτική κατάσταση στην Παιδεία.

Με τα υποκριτικά λόγια περί “αναβάθμισης του εκπαιδευτικού έργου”, “βελτίωσης των σχολείων”, “χιλιάδες διορισμοί” επιχειρείται ο καλλωπισμός της πραγματικότητας, όπως έχει διαμορφωθεί με το σύνολο των αντιεκπαιδευτικών νόμων, των κυβερνητικών αποφάσεων, της υποχρηματοδότησης και της υποστελέχωσης, αφήνοντας ουσιαστικά ακάλυπτες τις μορφωτικές ανάγκες των μαθητών. Όχι μόνο δυσχεραίνεται ακόμα περισσότερο η παιδαγωγική διαδικασία, όχι μόνο αμφισβητείται το δικαίωμα των μαθητών με ειδικές μαθησιακές δυσκολίες και αναπηρίες να λαμβάνουν την αναγκαία στήριξη, αλλά πλέον καταργείται το δικαίωμα του κάθε μαθητή να φοιτά στο σχολείο της γειτονιάς του, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την κοινωνικοποίησή του, την εν γένει μαθησιακή του πορεία.

Όλα τα παραπάνω, εύλογα, προκάλεσαν τις έντονες αντιδράσεις των Συλλόγων Εκπαιδευτικών, των Συλλόγων Γονέων, που με παρεμβάσεις στο Υπουργείο Παιδείας, Περιφέρειες και Διευθύνσεις Εκπαίδευσης απαίτησαν το αυτονόητο, να εξασφαλιστούν οι παιδαγωγικοί όροι, ώστε οι μαθητές να έχουν τη μόρφωση που δικαιούνται και οι εκπαιδευτικοί να μπορούν να επιτελέσουν παιδαγωγικό έργο».