Η εργασιακή εξουθένωση αποτελεί μία από τις πλέον ανησυχητικές πτυχές της σύγχρονης επαγγελματικής πραγματικότητας, με τα αποτελέσματά της να γίνονται ιδιαίτερα αισθητά στον χώρο της ιδιωτικής εκπαίδευσης.
Σύμφωνα με την τελευταία έρευνα του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ (ΙΝΕ-ΓΣΕΕ), οι εργαζόμενοι στον κλάδο της ιδιωτικής εκπαίδευσης, όπως και σε άλλους τομείς, βιώνουν καθημερινά συνθήκες που οδηγούν σε σοβαρή επαγγελματική καταπόνηση, συχνά με ανεπανόρθωτες συνέπειες για την υγεία τους. Η εργασιακή αυτή πίεση, σε συνδυασμό με τις χαμηλές αμοιβές, την ανασφάλεια για τη θέση εργασίας, καθώς και την ελλιπή προστασία της υγείας και ασφάλειας στους χώρους εργασίας, συνθέτει ένα ζοφερό σκηνικό που χαρακτηρίζει τη σύγχρονη αγορά εργασίας.
Ιδιαίτερη βαρύτητα αποκτούν τα ευρήματα της έρευνας για τον χώρο της ιδιωτικής εκπαίδευσης, όπου οι εκπαιδευτικοί εμφανίζονται να πλήττονται σε ανησυχητικά υψηλά ποσοστά από εργασιακή εξουθένωση. Σχεδόν τρεις στους τέσσερις εκπαιδευτικούς δηλώνουν ότι επιστρέφουν σπίτι τους εξαντλημένοι μετά το πέρας της εργασίας τους, καταδεικνύοντας τις πιέσεις που υφίστανται σε καθημερινή βάση. Αυτές οι συνθήκες δεν είναι τυχαίες, αλλά συνδέονται άμεσα με την εντατικοποίηση της εργασίας και την υποβάθμιση των εργασιακών δικαιωμάτων, όπως επισημαίνει επανειλημμένα η ΟΙΕΛΕ. Τα προβλήματα αυτά επηρεάζουν όχι μόνο τους εκπαιδευτικούς που εργάζονται σε ιδιωτικά σχολεία, φροντιστήρια και κέντρα ξένων γλωσσών, αλλά και την ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης συνολικά.
Η έρευνα της ΓΣΕΕ αποτυπώνει τη βαθύτερη πραγματικότητα ενός αναπτυξιακού μοντέλου που βασίζεται στην ένταση της εργασίας και την υπερβολική διάρκεια των ωραρίων, αφήνοντας τους εργαζόμενους να πληρώνουν βαρύ τίμημα για την υγεία και την ευημερία τους. Τα στοιχεία αναδεικνύουν τη διασπορά της εργασιακής εξουθένωσης σε όλους τους επαγγελματικούς κλάδους, με τους εργαζόμενους στην εκπαίδευση να βρίσκονται σε μια από τις πιο επιβαρυμένες κατηγορίες. Σε αυτό το πλαίσιο, η έρευνα καταδεικνύει την ανάγκη για άμεσες πολιτικές παρεμβάσεις που θα διασφαλίσουν δίκαιες εργασιακές συνθήκες, καλύτερη εποπτεία της αγοράς εργασίας και ενίσχυση των εργασιακών δικαιωμάτων.
Η αντιμετώπιση αυτού του διαρκώς εντεινόμενου φαινομένου απαιτεί όχι μόνο πολιτική βούληση αλλά και την υλοποίηση ενός νέου οράματος για τη βιώσιμη και δίκαιη ανάπτυξη. Ένα μοντέλο που θα προάγει την ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής, θα εγγυάται αξιοπρεπείς μισθούς και θα διασφαλίζει την υγεία και την ασφάλεια στους χώρους εργασίας. Τα δεδομένα της έρευνας δεν αφήνουν περιθώρια αμφιβολίας: απαιτείται άμεση δράση για να προστατευθούν οι εργαζόμενοι και να δοθεί τέλος στις συνθήκες εξουθένωσης που πλήττουν την κοινωνική και επαγγελματική ζωή χιλιάδων ανθρώπων.
H ανακοίνωση της ΟΙΕΛΕ:
«Σαρώνει» η εργασιακή εξουθένωση στο χώρο της ιδιωτικής εκπαίδευσης, με βάση τα στοιχεία έρευνας του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ
Πολύ ανησυχητικά είναι τα ευρήματα έρευνας του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ που σχετίζεται με την ποιότητα της εργασίας. H μεγάλη πλειονότητα των εργαζόμενων δηλώνει ότι υποφέρει από εργασιακή καταπόνηση και εξουθένωση και ότι η εργασία επιβαρύνει σοβαρά την υγεία τους. Σε συνδυασμό με τις χαμηλές αμοιβές, την εργασιακή επισφάλεια, τη χαμηλή προστασία για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζόμενων, φιλοτεχνείται μια δυστοπία στο χώρο της εργασίας.
Δείτε επίσης Ενίσχυση έως 10.000 ευρώ για μετεγκατάσταση – Σε ποιά περιοχή
Σημαντικό εύρημα για τον κλάδο μας είναι ότι οι εκπαιδευτικοί του ιδιωτικού τομέα σε ένα συντριπτικό ποσοστό 72% (4οι στο σύνολο των κύριων επαγγελματικών κλάδων) δηλώνουν ότι επιστρέφουν από την εργασία τους εξουθενωμένοι. Επιβεβαιώνεται έτσι πλήρως η ΟΙΕΛΕ που μιλά για την εντατικοποίηση της εργασίας και την κακή ποιότητα των εργασιακών συνθηκών σε ιδιωτικά σχολεία, Φροντιστήρια Μέσης Εκπαίδευσης, Κέντρα Ξένων Γλωσσών και ιδιωτικά ΣΑΕΚ (πρώην ΙΕΚ).
Η αντιμετώπιση της δύσκολης αυτής κατάστασης στην εργασία απαιτεί πολιτική βούληση. Για να αλλάξει ο νόμος για τα ιδιωτικά σχολεία που απορρυθμίζει πλήρως τις εργασιακές σχέσεις και έχει εκτοξεύσει την εργοδοτική αυθαιρεσία. Για να αποκατασταθούν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις που θα φέρουν καλύτερες συνθήκες εργασίας και αμοιβής στους εκπαιδευτικούς της μη τυπικής ιδιωτικής εκπαίδευσης.
Τα βασικά ευρήματα της έρευνας του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ
Η έρευνα του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ δείχνει ότι το αναπτυξιακό μοντέλο της χώρας, το οποίο στηρίζεται κυρίως σε εργασίες υψηλής έντασης και παρατεταμένα ωράρια, «δημιουργεί» εργαζόμενους που πληρώνουν βαρύ τίμημα για την υγεία τους. Αποτυπώνει, δε, με αποκαλυπτικό τρόπο τα τεράστια ζητήματα εργασιακής καταπόνησης και εξουθένωσης, αλλά και τα προβλήματα υγείας που προκαλούνται λόγω της δουλειάς τους στους Έλληνες εργαζόμενους. Χαρακτηριστικά:
Το 47% δήλωσε ότι η εργασία του απαιτεί σημαντική σωματική καταπόνηση
Το 74% δήλωσε ότι πάντα ή συχνά επιστρέφει από την εργασία νιώθοντας σωματική εξάντληση.
Το 61% θεωρεί πως η εργασία έχει επηρεάσει τη σωματική τους υγεία.
Η εργασιακή καταπόνηση (επαναλαμβανόμενες κινήσεις, ορθοστασία, ανύψωση βαρών) απαντάται κυρίως σε επαγγέλματα που απαιτείται ένταση εργασίας (τουρισμός-επισιτισμός, μεταφορές και αποθήκευση, επισκευή μηχανημάτων, χονδρεμπόριο κα λιανεμπόριο) κι όχι τόσο σε επαγγέλματα «πνευματικής» εργασίας (επιστημονικά επαγγέλματα, επαγγέλματα υγείας και εκπαίδευση). Αντιθέτως, η εργασιακή εξουθένωση διαχέεται σχεδόν ισόποσα σε όλες τις επαγγελματικές κατηγορίες, γεγονός που αποδεικνύει ότι η εργασιακή εκμετάλλευση λόγω του φιλεργοδοτικού νομοθετικού πλαισίου και η έλλειψη εποπτείας από την πολιτεία σαρώνει.
Συντριπτικό είναι το ποσοστό εργασιακής εξάντλησης των απασχολούμενων στα καταλύματα και την εστίαση, καθώς ανέρχεται στο 83%. Ακολουθούν με 76% οι εργαζόμενοι στο χονδρικό/λιανικό εμπόριο, στις επισκευές μηχανοκίνητων οχημάτων, καθώς και στον κλάδο των μεταφορών και της αποθήκευσης. Τέλος, εξάντληση μετά τη εργασία δηλώνει το 72% των εργαζομένων στις κατασκευές και στην εκπαίδευση.
Οι ερευνητές του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ τονίζουν στο εισαγωγικό σημείωμα της έρευνας:
«Κατά την άποψή μας, είναι επείγουσα πολιτική προτεραιότητα ο σχεδιασμός και η υλοποίηση ενός νέου οράματος αειφόρου, δίκαιης και συμπεριληπτικής οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης για την Ελλάδα όπου οι εργαζόμενοι θα έχουν τη δυνατότητα να απολαμβάνουν αξιοπρεπείς μισθούς, ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής, καλύτερες συνθήκες ασφάλειας και υγείας στην εργασία και θεμελιωμένα δικαιώματα στον χώρο εργασίας τους.»
Δείτε επίσης Απαλλαγή ΕΝΦΙΑ για τα έτη 2023 και 2024 – Ποιοί είναι οι δικαιούχοι;