Ο ΠΑΣΑΝ αναδεικνύει ένα ζήτημα υψίστης σημασίας που αφορά την προσχολική εκπαίδευση στη χώρα μας.

Παρά τον κρίσιμο ρόλο του νηπιαγωγείου ως θεμελιώδους σταδίου στην εκπαιδευτική διαδρομή κάθε παιδιού, ο κλάδος των νηπιαγωγών εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σοβαρές ελλείψεις σε μόνιμο προσωπικό, γεγονός που υπονομεύει τη σταθερότητα και την ποιότητα της εκπαιδευτικής διαδικασίας.

Με δεδομένη την εφαρμογή της δίχρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης και την αύξηση των ολοήμερων τμημάτων, η ανάγκη για νέες οργανικές θέσεις και μόνιμους διορισμούς είναι πλέον αδήριτη. Οι αναπληρωτές νηπιαγωγοί, που κάθε χρόνο καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες, βιώνουν ένα καθεστώς εργασιακής ανασφάλειας, ενώ η απουσία σταθερού προσωπικού δυσχεραίνει την ανάπτυξη ουσιαστικών παιδαγωγικών σχέσεων με τους μαθητές και την ομαλή λειτουργία των σχολικών μονάδων.

Η επιστολή αυτή απευθύνεται προς την πολιτική ηγεσία της χώρας, ζητώντας άμεσες ενέργειες για την ίδρυση νέων οργανικών θέσεων, τη των εκπαιδευτικών και την ενίσχυση των δομών της προσχολικής εκπαίδευσης. Η επένδυση στον κλάδο των νηπιαγωγών δεν αποτελεί μόνο ζήτημα επαγγελματικής δικαιοσύνης, αλλά και αναγκαία προϋπόθεση για την παροχή ποιοτικής εκπαίδευσης, την ισότιμη συμμετοχή όλων των παιδιών στο εκπαιδευτικό σύστημα και τη διασφάλιση της σταθερότητας στην καθημερινότητα των σχολικών κοινοτήτων.

Δείτε επίσης

Σχολεία - Επείγον αίτημα αναπληρωτών νηπιαγωγών: Μόνιμοι διορισμοί και νέες οργανικές θέσεις

Aναλυτικά η επιστολή ΠΑΣΑΝ:

Αξιότιμοι κύριε Πρωθυπουργέ, κύριε Υπουργέ και κυρία Υφυπουργέ του Υπουργείου Παιδείας Αθλητισμού και Θρησκευμάτων, μέλη του Υπουργείου, κύριοι/κυρίες Βουλευτές, κυρία Γραμματέα της Πολιτικής

Επιτροπής, καθώς και μέλος της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Παιδιών,

 

 

Λειβαδιά, 5/2/2025 Με την παρούσα επιστολή θα θέλαμε ως εκπρόσωποι όλων των

αναπληρωτών/τριών Νηπιαγωγών Ελλάδος να εκφράσουμε την επιτακτική ανάγκη για την ίδρυση νέων οργανικών θέσεων στον κλάδο των Νηπιαγωγών γενικής και ειδικής αγωγής (ΠΕ60, ΠΕ60ΕΑΕ) καθιστώντας αναγκαίους τους μόνιμους διορισμούς των εκπαιδευτικών.

Ο κλάδος των Νηπιαγωγών παραμένει κατάφωρα υποτιμημένος σε ό ,τι αφορά στους μόνιμους διορισμούς και την ίδρυση οργανικών θέσεων, παρά το γεγονός ότι το νηπιαγωγείο αποτελεί βασικό θεμέλιο της εκπαιδευτικής πορείας κάθε παιδιού. Παρόλο που οι ανάγκες στην προσχολική εκπαίδευση αυξάνονται συνεχώς, οι διορισμοί που πραγματοποιούνται είναι ανεπαρκείς, διατηρώντας χιλιάδες νηπιαγωγούς σε ένα καθεστώς εργασιακής επισφάλειας και συνεχών μετακινήσεων. Η έλλειψη οργανικών θέσεων επιτείνει το πρόβλημα, διαταράσσοντας τη σταθερότητα του εκπαιδευτικού προσωπικού, με άμεσο αντίκτυπο στη συνοχή και την ποιότητα της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Είναι πλέον επιβεβλημένο το Υπουργείο Παιδείας να προχωρήσει χωρίς άλλη καθυστέρηση σε ουσιαστική ενίσχυση του κλάδου, με αυξημένους μόνιμους διορισμούς και δημιουργία νέων οργανικών θέσεων, ώστε

 

να διασφαλιστεί η εύρυθμη λειτουργία των νηπιαγωγείων και να αναγνωριστεί στην πράξη η αναντικατάστατη συμβολή των νηπιαγωγών στην εκπαίδευση

των παιδιών.

 

Οι λόγοι που καθιστούν τους μόνιμους διορισμούς απαραίτητους είναι οι εξής:

 

Αυξημένος αριθμός προσλήψεων αναπληρωτών: Σε κάθε νέα σχολική χρονιά, στην πρώτηφάση προσλήψεων, ο αριθμός των αναπληρωτών νηπιαγωγών είναι μεγαλύτερος από οποιονδήποτε άλλο κλάδο εκπαιδευτικών. Αυτό αποδεικνύει τη σταθερή και αυξανόμενη ανάγκη για προσωπικό, γεγονός που καθιστά επιβεβλημένη και αναγκαία την πραγματοποίηση μόνιμων διορισμών.

 

Δίχρονη υποχρεωτική φοίτηση στο νηπιαγωγείο: Η εφαρμογή της δίχρονης υποχρεωτικής προσχολικής εκπαίδευσης έχει αυξήσει τον αριθμό των μαθητών/τριών που φοιτούν στα νηπιαγωγεία, δημιουργώντας αυξημένες απαιτήσεις γιαπεραιτέρω εκπαιδευτικό προσωπικό. Η δίχρονη προσχολική εκπαίδευση αποτελεί ένα σημαντικό βήμα προς τη σωστή προετοιμασία των παιδιών για το δημοτικό σχολείο. Προσφέρει στα παιδιά την ευκαιρία να αναπτύξουν κοινωνικές και συναισθηματικές δεξιότητες, να εξοικειωθούν με τη μαθησιακή διαδικασία και να βελτιώσουν τη γλωσσική και γνωστική τους ανάπτυξη μέσα από κατάλληλα σχεδιασμένα προγράμματα.

Επιπλέον, συμβάλλει στην έγκαιρη ανίχνευση και υποστήριξη παιδιών με μαθησιακές, γνωστικές και συναισθηματικές δυσκολίες, επιτρέποντας την αποτελεσματική παρέμβαση από κατάλληλα εξειδικευμένο προσωπικό. Η προσχολική εκπαίδευση θέτει τα θεμέλια για τη μελλοντική σχολική επιτυχία, την ομαλή κοινωνικοποίηση και την ανάπτυξη αυτονομίας των παιδιών.

Εκτός από τα παραπάνω, η συμμετοχή των μαθητών/τριών σε ένα κατάλληλα, δομημένο μαθησιακό περιβάλλον από τη νηπιακή ήδη ηλικία, ενισχύει άμεσα τη δημιουργικότητα, τη συγκέντρωση και την αυτοπεποίθησή τους. Ωστόσο, για να

 

διασφαλιστεί η επιτυχία της δίχρονης προσχολικής εκπαίδευσης, είναι απαραίτητο να υπάρχει μόνιμο εκπαιδευτικό προσωπικό.

Οι μόνιμοι/ες νηπιαγωγοί έχουν τη δυνατότητα να αναπτύξουν σταθερές παιδαγωγικές σχέσεις με τους/τις μαθητές/τριες, να δημιουργήσουν ένα ασφαλές και υποστηρικτικό περιβάλλον μάθησης και να προσαρμόζουν σε κάθε περίπτωση τη διδασκαλία σύμφωνα με τις ατομικές ανάγκες κάθε παιδιού. Επιπλέον, η ύπαρξη μόνιμου προσωπικού διασφαλίζει τη συνέχεια και τη συνοχή στην εφαρμογή εκπαιδευτικών προγραμμάτων, ενισχύοντας την ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης και διαμορφώνοντας ένα σχολικό περιβάλλον που προάγει τη σταθερότητα και την παιδαγωγική συνέπεια και εξέλιξη .

Παρακάτω σας παραθέτουμε έναν ενδεικτικό πίνακα, στον οποίο φαίνεται ξεκάθαρα πόσο έχει αυξηθεί η ανάγκη για την κάλυψη των κενών πριν και μετά την υποχρεωτική δίχρονη φοίτηση:

Γενική Αγωγή Προσλήψεις Αναπληρωτών
2018-2019 1946
2019-2020 3375
2020-2021 4235
2021-2022 3380
2022-2023 3373
2023-2024 3164
2024-2025 3071

 

 

Αυξημένος αριθμός ολοήμερων τμημάτων: Τα ολοήμερα τμήματα σε όλη τη χώρα συνεχώςαυξάνονται, απαιτώντας περισσότερο διδακτικό προσωπικό για την ομαλή και αποτελεσματική λειτουργία τους. Ωστόσο, η έλλειψη μόνιμων εκπαιδευτικών δυσχεραίνει τη σωστή στελέχωση των ολοήμερων τμημάτων, οδηγώντας συχνά σε καθυστερήσεις στην έναρξή τους, κυρίως μετά τη Β’ φάση προσλήψεων. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την αναστάτωση τόσο των εκπαιδευτικών της εκάστοτε σχολικής μονάδας, οι οποίοι/ες καλούνται να προσαρμοστούν σε συνθήκες αβεβαιότητας, όσο και για τους γονείς που εργάζονται και βασίζονται στη λειτουργία του ολοήμερου για την ομαλή καθημερινότητά τους. Η αδυναμία έγκαιρης έναρξης του ολοήμερου δημιουργεί έντονα προβλήματα στις οικογένειες, καθώς πολλοί γονείς αδυνατούν να καλύψουν τις ανάγκες

 

φύλαξης των παιδιών τους. Η ανάγκη για μόνιμες προσλήψεις στον κλάδο των νηπιαγωγών είναι επιτακτική, ώστε να διασφαλιστεί η εύρυθμη λειτουργία των ολοήμερων τμημάτων από την αρχή της σχολικής χρονιάς και να παρέχεται στα παιδιά αλλά και στους γονείς ένα σταθερό, ασφαλές και πλούσιο μαθησιακό περιβάλλον, απαλλαγμένο από τις δυσλειτουργίες που προκύπτουν από την υποστελέχωση του εκπαιδευτικού προσωπικού.

 

Διευρυμένο ολοήμερο τμήμα: Με την προσθήκη του διευρυμένου ολοήμερου τμήματος, δημιουργούνται νέες ανάγκες στελέχωσης, καθώς απαιτούνται

περισσότεροι/ες ακόμη νηπιαγωγοί για τη λειτουργία των επιπλέον ωρών που έχουν προστεθεί στο ήδη υπάρχον ωριαίο πρόγραμμα. Παρόλα αυτά πρέπει να τονιστεί πως η εξάρτηση από αναπληρωτές/τριες εκπαιδευτικούς δεν αποτελεί βιώσιμη και μόνιμη λύση.

Επαρκής στελέχωση των τμημάτων ένταξης: Τα τμήματα ένταξης αποτελούν κρίσιμη δομή για την υποστήριξη μαθητών/τριών με ειδικές εκπαιδευτικές και μαθησιακές ανάγκες. Η ύπαρξη μόνιμων εκπαιδευτικών στις δομές αυτές κρίνεται ζωτικής σημασίας, καθώς η σταθερότητα στοεκπαιδευτικό προσωπικό διασφαλίζει τη συνέχεια της εκπαιδευτικής παρέμβασης και την ομαλή προσαρμογή του μαθητικού πληθυσμού.

Οι μαθητές/τριες με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες επωφελούνται από ένα σταθερό και οικείο μαθησιακό περιβάλλον, το οποίο δε μεταβάλλεται συνεχώς και μέσα του μπορούν να αναπτύξουν τις δεξιότητές τους χωρίς τις αναταραχές που προκαλούν οι συχνές αλλαγές του εκπαιδευτικού προσωπικού.

Η συνεχής εξάρτηση κάθε σχολική χρονιά από αναπληρωτές/τριες εκπαιδευτικούς δημιουργεί προβλήματα στη συνοχή και την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών, καθώς η συχνή εναλλαγή εκπαιδευτικών δεν επιτρέπει την εδραίωση μιας μακροχρόνιας σχέσης εμπιστοσύνης και ασφάλειας ανάμεσα στον/στην μαθητή/τρια και τον/την εκπαιδευτικό.

 

Επιπλέον, οι εκπαιδευτικοί των τμημάτων ένταξης χρειάζονται συνεχή επιμόρφωση και εξοικείωση με τις ανάγκες των παιδιών τους, γεγονός που καθίσταται δύσκολο όταν κάθε χρόνο αλλάζουν τα πρόσωπα που στελεχώνουν αυτές τις θέσεις.

Για αυτούς τους λόγους που αναφέρθηκαν παραπάνω , η μόνιμη στελέχωση των τμημάτων ένταξης αποτελεί αναγκαιότητα για την αποτελεσματική υποστήριξη των μαθητών/τριών και την προώθηση της συμπεριληπτικής εκπαίδευσης, ενισχύοντας την προσαρμογή τους στο σχολικό περιβάλλον και καλλιεργώντας τις ατομικές, μοναδικές τους δυνατότητες.

Παράλληλη στήριξη: Η διαρκώς αυξανόμενη ζήτηση για παράλληλη στήριξη κάθε σχολική χρονιά αναδεικνύει την αναπόφευκτη αναγκαιότητα για επαρκή στελέχωση των σχολικών μονάδων με εξειδικευμένους/ες νηπιαγωγούς, ικανούς/ές να ανταποκριθούν στις ιδιαίτερες μαθησιακέςκαι ψυχοσυναισθηματικές ανάγκες των παιδιών.

Η παράλληλη στήριξη αποτελεί έναν από τους βασικότερους πυλώνες της ειδικής αγωγής, παρέχοντας εξατομικευμένη υποστήριξη σε μαθητές/τριες με μαθησιακές, αναπτυξιακές και κοινωνικοσυναισθηματικές δυσκολίες. Οι εκπαιδευτικοί που εργάζονται σε αυτόν τον τομέα διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο όχι μόνο στην ακαδημαϊκή πρόοδο των παιδιών, αλλά και στη ψυχοκοινωνική τους ενδυνάμωση, αναπτύσσοντας την αυτοπεποίθηση, την κοινωνικοποίησή τους και τη γενικότερη ένταξη και αυτονόμησή τους στη σχολική ζωή. Τα παιδιά που χρειάζονται μια τέτοια υποστήριξη βασίζονται στη σταθερότητα και στη συνέπεια για να αναπτύξουν τις δεξιότητές τους, γεγονός που καθιστά απαραίτητη την ύπαρξη μόνιμων εκπαιδευτικών, οι οποίοι/ες θα μπορούν να παρέχουν διαρκή και συστηματική καθοδήγηση και να δημιουργήσουν ένα κλίμα ασφάλειας και συνεργασίας με το παιδί . Η έγκαιρη τοποθέτηση και η σταθερότητα του προσωπικού στην παράλληλη στήριξη αποτελεί αδήριτη ανάγκη, καθώς οι εκπαιδευτικοί χρειάζονται χρόνο για να κατανοήσουν τις ανάγκες του κάθε παιδιού ξεχωριστά, να διαμορφώσουν ειδικά, εξατομικευμένα προγράμματα  παρέμβασης  και  ενίσχυσης  και να χτίσουν  επαρκείς  σχέσεις

 

συνεργασίας, εμπιστοσύνης και επικοινωνίας με το παιδί . Η επένδυση στην παράλληλη στήριξη συμβάλλει στην ενίσχυση της συμπεριληπτικής εκπαίδευσης, προάγει την αποδοχή της διαφορετικότητας και της μοναδικής προσωπικότητας του/της κάθε μαθητή/τριας, καθώς επίσης αποτελεί ενισχυτικό παράγοντα και για τη συνολική ποιότητα της εκπαιδευτικής διαδικασίας.

Κάθε παιδί έχει δικαίωμα στη μάθηση και η παράλληλη στήριξη αποτελεί ουσιαστικό εργαλείο για την εξασφάλιση αυτού του δικαιώματος, δημιουργώντας ένα σχολικό περιβάλλον, όπου όλοι/ες οι μαθητές/τριες μπορούν να εξελιχθούν και να αξιοποιήσουν πλήρως τις δυνατότητές τους μέσα στο σχολικό περιβάλλον.

Επίσης, να τονιστεί σε αυτό το σημείο πως είναι εξοργιστικό εν έτει 2025 το γεγονός ότι οι εκπαιδευτικοί παράλληλης στήριξης καλούνται να καλύψουν τις ανάγκες 4 ή και

5 ακόμη παιδιών ταυτόχρονα, τη στιγμή που ο ρόλος τους είναι να παρέχουν εξατομικευμένη υποστήριξη. Σε πρακτικό επίπεδο, αυτό σημαίνει ότι ο χρόνος που μπορούν να αφιερώσουν σε κάθε παιδί είναι ελάχιστος έως μηδαμινός θα λέγαμε, με αποτέλεσμα η παρέμβαση να γίνεται αποσπασματικά και συχνά να μην έχει την επιθυμητή αποτελεσματικότητα.

Οι μαθητές/τριες με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες χρειάζονται σταθερότητα, συνέπεια και αδιάκοπη καθοδήγηση, κάτι που είναι ανέφικτο όταν ο/η εκπαιδευτικός πρέπει να μοιράζεται μεταξύ πολλών παιδιών με διαφορετικά μαθησιακά προφίλ , διαφορετικών τάξεων ακόμη και σχολείων κάποιες φορές. Από την άλλη πλευρά, σε ψυχολογικό επίπεδο, η πίεση είναι τεράστια. Οι εκπαιδευτικοί βιώνουν έντονο άγχος, στρες και ενοχές, καθώς νιώθουν ότι δεν μπορούν να ανταποκριθούν πλήρως στις ανάγκες του κάθε παιδιού, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες που κάνουν. Η αίσθηση ανεπάρκειας λόγω χρόνου και η καθημερινή εξάντληση επηρεάζουν όχι μόνο την απόδοσή τους, αλλά και τη συναισθηματική τους ισορροπία. Επιπλέον, η συνεχής μετακίνηση από τάξη σε τάξη ή από σχολείο σε σχολείο και η γενικότερη απουσία σταθερού πλαισίου εργασίας δυσχεραίνουν ακόμη περισσότερο το έργο τους. Είναι

 

αδιανόητο να απαιτείται από έναν άνθρωπο να κάνει το αδύνατο δυνατό, εις βάρος τόσο των μαθητών/τριών όσο και της δικής του ψυχικοσυναισθηματικής υγείας.

Οιπροκλήσεις μιας/ ενός Νηπιαγωγού που αλλάζει κάθε χρόνο τόπο και τάξη: Η συνεχής αλλαγή τάξης και τοποθεσίας για μια/έναν νηπιαγωγό αποτελεί μια από τις πιο απαιτητικές πτυχές του επαγγέλματός της/του. Δεν πρόκειται μόνο για μια πρακτική δυσκολία, αλλά και για μια διαδικασία που μπορεί να επηρεάσει βαθιά τη ψυχολογία και την αποτελεσματικότητα του/της κάθε εκπαιδευτικού στην όλη εκπαιδευτική διδασκαλία.

Αναλυτικότερα:

Η διαρκής αναπροσαρμογή του εκπαιδευτικού περιβάλλοντος: Κάθε νηπιαγωγόςδιαμορφώνει την τάξη της/του με έναν συγκεκριμένο τρόπο, ώστε να ταιριάζει και να υποστηρίζει κάθε σχολική χρονιά τις ανάγκες του προγράμματος. Αυτό περιλαμβάνει τη χωροταξική διάταξη, τη δημιουργία εκπαιδευτικών γωνιών μάθησης, την επιλογή και την οργάνωση κατάλληλου οπτικοαισθητικού υλικού. Όταν κάθε χρόνο η/ο κάθε εκπαιδευτικός καλείται να βρίσκεται σε έναν νέο χώρο, όπως σαφώς καταλαβαίνετε η όλη διαδικασία αμέσως χάνει τη συνέχεια και την ισορροπία που θα της/του επέτρεπε να εξελίξει και να βελτιώσει το εκπαιδευτικό της/του έργο.

Έλλειψη σταθερότητας καισυνέχειας: Η σταθερότητα είναι βασικός παράγοντας για την ανάπτυξη και τη βελτίωση μιας/ενός εκπαιδευτικού. Όταν κάθε χρόνο ξεκινά από την αρχή της σχολικής χρονιάς έχει τη δυνατότητα να εφαρμόζει μακροπρόθεσμα σχέδια και να εξελίσσει τη μεθοδολογία και το διδακτικό έργο. Οι συνεχείς αλλαγές την/τον αναγκάζουν να προσαρμόζεται διαρκώς σε νέα δεδομένα, χωρίς να έχει το χρόνο να εστιάσει στην ουσία της διδασκαλίας.

Διακοπή σχέσεων με το εκπαιδευτικό περιβάλλον: Η συνεργασία με διαφορετικούς/ές συναδέλφους κάθε χρονιά και η δημιουργία ενός υποστηρικτικούκαι  συνεργατικού  εργασιακού  περιβάλλοντος  κρίνεται

 

καθοριστική. Όταν μια/ένας νηπιαγωγός αλλάζει σχολείο ή τάξη κάθε χρόνο, δεν προλαβαίνει να αναπτύξει δυνατές σχέσεις συνεργασίας και επικοινωνίας, γεγονός που μπορεί να την/τον κάνει να αισθάνεται απομονωμένη/ος.

Επιπτώσεις στη ψυχολογία: Η συνεχής προσπάθεια προσαρμογής μπορεί να οδηγήσεισε ψυχική εξουθένωση ( burnout ), ειδικά όταν δεν υπάρχει ανταμοιβή για τον κόπο που καταβάλλει συνεχώς. Η αβεβαιότητα σχετικά με το πού και από πότε θα εργάζεται κάθε χρόνο δημιουργεί ιδιαίτερο άγχος και ανασφάλεια, κάνοντας δύσκολη την αφοσίωση στο επάγγελμα. Όταν μια/ένας εκπαιδευτικός δεν έχει την ευκαιρία να δει τη δουλειά της/του να προοδεύει, μπορεί να χάσει τον ενθουσιασμό και τη δημιουργικότητά της/του.

Επιπτώσεις στην απόδοση: Ο επιπλέον χρόνος που απαιτείται για την προσαρμογή σε ένα νέο περιβάλλον μειώνει την ενέργεια και τη συγκέντρωση που θα μπορούσε να αφιερώσει στη διδασκαλία. Η κατάσταση είναι ακόμα πιο δύσκολη για τις/τουςαναπληρώτριες/τές, οι οποίες/οι συχνά προσλαμβάνονται μόλις 3-5 ημέρες πριν την έναρξη της σχολικής χρονιάς, χωρίς να έχουν αρκετό χρόνο να ετοιμάσουν την τάξη τους. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η/ο εκπαιδευτικός καλείται να υποδεχτεί τους/τις μαθητές/τριες σε έναν χώρο αφιλόξενο πολλές φορές που δεν έχει προλάβει λόγω απουσίας χρόνου να οργανώσει, γεγονός που δυσκολεύει ακόμη περισσότερο την ομαλή έναρξη της σχολικής χρονιάς.

Επιπτώσειςστην/ον εκπαιδευτικό: Ο περιορισμένος χρόνος, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, δεν επιτρέπει με βεβαιότητα στους/στις εκπαιδευτικούς να οργανώσουν επαρκώς την τάξη τους, κάτι που είναι κρίσιμο για την ομαλή προσαρμογή των παιδιών και την εφαρμογή του εκπαιδευτικού προγράμματος. Επομένως, η έλλειψη του χρόνου οδηγεί αναπόφευκτα σε αυξημένο άγχος, στρες και μειωμένη αυτοπεποίθηση, καθώς η/ο κάθε εκπαιδευτικός καλείται να ανταποκριθεί στις προσδοκίες των γονέων και των παιδιών χωρίς κατάλληλη προετοιμασία. Ταυτόχρονα, συνδυαστικά με όλα αυτά οι προϊστάμενες/οι που προσλαμβάνονται καθυστερημένα δεν έχουν τον χρόνο να ενημερωθούν

 

επαρκώς για τις διοικητικές ευθύνες, διαδικασίες και τις απαιτήσεις της σχολικής μονάδας που καλούνται να διαχειριστούν. Επομένως, οι διοικητικές εργασίες, όπως η διαχείριση δημοσίων εγγράφων, η επικοινωνία και συνεργασία με άλλες εκπαιδευτικές μονάδες, δομές, φορείς καθώς και με τους γονείς αντίστοιχα, ενδέχεται να μην πραγματοποιούνται έγκαιρα ή αποτελεσματικά όπως θα έπρεπε.

Ανάληψη ρόλουπροϊσταμένης : Πολλές φορές αναπληρώτριες/τές καλούνται να αναλάβουν το ρόλο της/του προϊσταμένης/ου της σχολικής μονάδας, χωρίς να έχουν καμία απολύτως προηγούμενη διοικητική εμπειρία ή σχετικές γνώσεις, γεγονός που προσθέτει σημαντικό διοικητικό βάρος στις ευθύνες που τους/τις αναλογούν. Ο συνδυασμός λοιπόν τόσο των διδακτικών όσο και των διοικητικών καθηκόντων σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα είναι εξαιρετικά απαιτητικός και αγχωτικός και σαφώς μπορεί να οδηγήσει σε ψυχική εξουθένωση (burnout) της/του εκπαιδευτικού. Σύμφωνα με όλα τα

προαναφερθέντα, για τα διοικητικά καθήκοντα, τα οποία περιλαμβάνουν τη διαχείριση οικονομικών, τη διεκπεραίωση δημοσίων εγγραφών, την επικοινωνία με γονείς και διάφορους εκπαιδευτικούς φορείς, δομές και την επίλυση καθημερινών προβλημάτων της μονάδας κλπ., σαφώς θα έπρεπε με κάποιο τρόπο οι εκπαιδευτικοί να επιμορφώνονται από αρμόδιους φορείς πριν αναλάβουν κάποια τέτοια θέση για τις διαδικασίες που θα κληθούν μέσα στη σχολική χρονιά να αναλάβουν να φέρουν εις πέρας.

Επιπτώσεις στα (προ)νήπια που χρήζουν προσαρμογής: Η προετοιμασία του χώρου είναι ακόμη πιο σημαντική όταν πρόκειται για μικρά παιδιά που βρίσκονται για πρώτη φορά σε σχολικό περιβάλλον. Σε αυτήν την ηλικία, η ασφάλεια και η οικειότητα του χώρου παίζουν καθοριστικό ρόλο στη συναισθηματική τους σταθερότητα.Όταν η/ο νηπιαγωγός είναι αναγκασμένη/ος να αφιερώνει τον χρόνο της/του και σε διοικητικά καθήκοντα, δεν μπορεί να είναι απόλυτα  παρούσα/παρών  στις  ανάγκες  των  παιδιών,  τα  οποία  την/τον

 

χρειάζονται καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας για να προσαρμοστούν ομαλά στο νέο τους περιβάλλον και να νιώσουν μεγαλύτερη ασφάλεια .

Επιπτώσεις στη σχολική μονάδα: Όταν μια/ένας αναπληρώτρια/τής αναλαμβάνει ως προϊσταμένη/ος, η έλλειψη εξοικείωσης με τις διαδικασίες της σχολικής μονάδας μπορεί να οδηγήσει σε καθυστερήσεις και δυσλειτουργίες. Η ελλιπής επικοινωνία και συνεργασία με το υπόλοιπο προσωπικό και η καθυστέρηση στην εφαρμογή του ετήσιου προγραμματισμού μπορεί να δημιουργήσουνπροβλήματα στην εύρυθμη λειτουργία της σχολικής μονάδας. Η έλλειψη προγραμματισμού και συντονισμού μπορεί να δημιουργήσει μια εικόνα αταξίας και απουσίας επαγγελματισμού, κάτι που επηρεάζει την εμπιστοσύνη των γονέων και της τοπικής κοινότητας. Οι γονείς, παρατηρώντας την έλλειψη οργάνωσης, μπορεί να ανησυχήσουν για την ποιότητα της εκπαίδευσης και τη φροντίδα των παιδιών τους.

 Ψυχολογικές επιπτώσεις στις/στους αναπληρώτριες/τές:

Αίσθημαπίεσης και άγχους: Η ανάγκη για ταχεία προσαρμογή και ανάληψη ευθυνών δημιουργεί έντονη ψυχολογική και συναισθηματική πίεση.

Απομόνωση:Οι αναπληρώτριες/τές που προσλαμβάνονται στα μέσα της σχολικής χρονιάς μπορεί να αισθάνονται απομονωμένες/οι, χωρίς την επαρκή υποστήριξη από τους/τις συναδέλφους και την υπόλοιπη διοίκηση.

Μειωμένα κίνητρα καιαυτοεκτίμηση: Όταν δεν υπάρχει χρόνος για σωστή οργάνωση και προγραμματισμό, η/ο εκπαιδευτικός μπορεί να αισθανθεί ότι δεν είναι αποτελεσματική/ός στο έργο της/του, μειώνοντας έτσι τα κίνητρα και την αυτοεκτίμησή της/του.

Δεύτερη/ος Νηπιαγωγός στην τάξη: Η παρουσία δεύτερης/ου Νηπιαγωγού σετάξη, και ιδιαίτερα σε μονοθέσια νηπιαγωγεία, είναι εξαιρετικά σημαντική για την εύρυθμη λειτουργία του σχολείου και την ποιότητα της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Σε αυτά τα

 

σχολεία, η/ο νηπιαγωγός αναλαμβάνει εξ ολοκλήρου τη διαχείριση της τάξης, γεγονός που σημαίνει ότι πρέπει να ανταποκριθεί ταυτόχρονα σε πολλαπλούς ρόλους, όπως:

Εκπαιδευτικός: σχεδιάζει και υλοποιεί το εκπαιδευτικό πρόγραμμα, προσαρμόζοντάς το κάθεφορά στις ανάγκες των παιδιών.

Διοικητικά Υπεύθυνη/ος (Προϊσταμένη/ος): Διαχειρίζεται δημόσια έγγραφα, επικοινωνείμε ανώτερες αρχές και φορείς, τηρεί αρχεία και οργανώνει ευρύτερα τη λειτουργία όλου του Νηπιαγωγείου.

Ψυχολόγος & Σύμβουλος :Υποστηρίζει ψυχοσυναισθηματικά τα παιδιά, βοηθά στην ομαλή προσαρμογή τους και συνεργάζεταιάμεσα με τους γονείς για την αντιμετώπιση πιθανών δυσκολιών.

Υπεύθυνη/οςασφάλειας & υγιεινής: Διασφαλίζει την υγεία και την ασφάλεια των παιδιών στον χώρο του σχολείου.

Συντονίστρια/ής συνεργασιών: Συνεργάζεται με γονείς, φορείς, συλλόγους και άλλες σχολικές μονάδες για τη βελτίωση της σχολικής ζωής.

Υπεύθυνη/οςυλικοτεχνικής   υποδομής:  Οργανώνει και  φροντίζει τον

υλικοτεχνικό εξοπλισμό και την τάξη γενικότερα, εξασφαλίζοντας κατάλληλες συνθήκες μάθησης.

Οικονομική/ός διαχειρίστρια/ής:Αναλαμβάνει οικονομικές διαδικασίες, όπως παραγγελίες υλικών και διαχείριση κονδυλίων από το κράτος.

Για αυτούς τους λόγους, η ύπαρξη δεύτερης/ου νηπιαγωγού διασφαλίζει ότι :

η προσοχή στα παιδιά είναι εξατομικευμένη, διευκολύνοντας την υποστήριξη μαθητών/τριών με διαφορετικές μαθησιακές ανάγκες και ρυθμούς ανάπτυξης.

ενισχύειτην εφαρμογή διαφοροποιημένης διδασκαλίας,

 

επιτρέπειτην καλύτερη οργάνωση των δραστηριοτήτων και

 

-συμβάλλει άμεσα στη διαχείριση έκτακτων καταστάσεων, όπως η αντιμετώπιση μαθητών/τριών που χρειάζονται άμεση φροντίδα.

 

Επιπλέον, η απουσία δεύτερης/ου νηπιαγωγού εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους, καθώς σε περίπτωση κάποιου έκτακτου περιστατικού, όπως αιφνίδια αδιαθεσία ή ατύχημα της/του εκπαιδευτικού, δεν υπάρχει άλλος υπεύθυνος/η ενήλικας για να αναλάβει την ασφάλεια των παιδιών. Σε τέτοιες περιπτώσεις, τα νήπια μένουν μόνα τους, χωρίς κάποια επίβλεψη, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε αρκετά επικίνδυνες καταστάσεις. Ιδιαίτερα σε απομακρυσμένες περιοχές, όπου η πρόσβαση σε άμεση βοήθεια μπορεί να είναι δύσκολη, η απουσία δεύτερης/ου νηπιαγωγού δεν αποτελεί απλώς ένα οργανωτικό κενό, αλλά σοβαρό ζήτημα ασφάλειας. Συνεπώς, η στελέχωση των μονοθέσιων νηπιαγωγείων με ακόμα έναν/μια νηπιαγωγό δεν είναι πολυτέλεια, αλλά απαραίτητη προϋπόθεση για τη σωστή λειτουργία του σχολείου και την προστασία των παιδιών.

Καταληκτικά, με βάση τα όσα αναφέρθηκαν επιγραμματικά παραπάνω, είναι σαφές ότι η ίδρυση νέων οργανικών θέσεων και η στελέχωση των νηπιαγωγείων με μόνιμους διορισμούς αποτελεί άμεση αναγκαιότητα για τη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας των νηπιαγωγείων, της σταθερότητας του εκπαιδευτικού προσωπικού και κυρίως της ποιότητας της εκπαίδευσης που λαμβάνουν τα παιδιά όλων μας.

Επομένως, ζητάμε υπεύθυνα από εσάς ως αρμόδιοι/ες για την εκπαιδευτική κοινότητα, να εξετάσετε με τη δέουσα σοβαρότητα τα αιτήματά μας και να προχωρήσετε άμεσα στις απαραίτητες ενέργειες που χρειάζονται για την ενίσχυση των νηπιαγωγείων, ενός θεσμού που διαμορφώνει καθημερινά τα θεμέλια της εκπαιδευτικής διαδικασίας και της μελλοντικής εξέλιξης των παιδιών μας.

Δείτε επίσης