Του Γιώργου Κ. Καββαδία*
Οι πρόσφατες δηλώσεις του Υπουργού Παιδείας Α. Μπαλτά για αύξηση του ωραρίου των εκπαιδευτικών είναι αντιγραφή παλαιότερων δηλώσεων του πρώην Υπουργού Παιδείας Κ. Αρβανιτόπουλου. «Η χώρα βρίσκεται σε κρίση όλοι πρέπει να βάλουμε τον όβολο μας για να ξεπεραστεί η κρίση. Αν χρειαστεί ένας δάσκαλος να κάνει μια ή δυο ώρες παραπάνω ως συμβολή στο ξεπέρασμα της κρίσης νομίζω ότι θα το δεχθεί. Ο καθένας οφείλει να συμβάλει με τον τρόπο του για να ξεπεραστεί η κρίση».
«Ξεχάστηκαν» λοιπόν, πολύ γρήγορα οι προεκλογικές δεσμεύσεις για «αύξηση των δαπανών . ακόμα και σε περιόδους οικονομικής ένδειας», «επαναλειτουργία σχολικών μονάδων που καταργήθηκαν», «οικονομική . αναβάθμιση εκπαιδευτικών», «επαναφορά – μείωση του ωραρίου των εκπαιδευτικών», «εφαρμογή του ανώτατου ορίου των 25 μαθητών ανά τμήμα στην Δευτεροβάθμια και μεσοπρόθεσμα των 20 μαθητών στην Πρωτοβάθμια εκπαίδευση», ακόμα και οι μετεκλογικές υποσχέσεις για διορισμό 2- 3 χιλιάδων εκπαιδευτικών. Όλα αποδείχτηκαν . σχήματα λόγου, μνημεία πολιτικού αμοραλισμού και αγυρτείας προς άγραν ψήφων.
Η μνημονιακή μετάλλαξη της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛΛ κρατά γερά δεμένο στην κλίνη του μνημονιασκού Προκρούστη και των περικοπών και των μηδενικών διορισμών το δημόσιο σχολείο. Με την χρηματοδότηση της εκπαίδευσης να πρέπει να κατακρημνιστεί έως 1,8% σε δαπάνες μέχρι το 2018 βάσει του ΑΤΜ (Αριστερού Τρίτου Μνημονίου)…Επιλέγεται μια εμβαλωματική «λύση» της αύξησης του ωραρίου για να «καλυφθούν» 27.000 κενά μόλις ένα μήνα πριν από την έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς! Μια «λύση» δοκιμασμένη με καταστροφικά αποτελέσματα πριν από τρία χρόνια, όπου απολύθηκαν χιλιάδες αναπληρωτές και επιβλήθηκαν συνθήκες εργασιακής και μισθολογικής γαλέρας. Αποδείχτηκε περίτρανα ότι οι άθλιες συνθήκες εργασίας των εκπαιδευτικών δυσχεραίνουν ακόμη περισσότερο τις συνθήκες μάθησης των μαθητών μας. Με καταργημένες και συγχωνευμένες εκατοντάδες σχολικές μονάδες, τον ΟΕΔΒ, τις σχολικές βιβλιοθήκες, την Ενισχυτική Διδασκαλία και την Πρόσθετη Διδακτική στήριξη για τους οικονομικά και μαθησιακά αδύναμους μαθητές. Με περικοπή ειδικοτήτων, αλχημείες στις αναθέσεις και στη διαμόρφωση του ωρολόγιου προγράμματος, με καταστρατήγηση των μορφωτικών δικαιωμάτων των μαθητών. Με τη σαρδελοποίηση των μαθητών, σε 30 ανά τμήμα, για να περιορίζονται τα λειτουργικά έξοδα των σχολείων.
Στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης η πλειονότητα των εκπαιδευτικών απασχολείται ενεργά με τη διδασκαλία μαθητών από 18 έως 20 ώρες την εβδομάδα, εξαιρώντας προκαθορισμένα διαλείμματα και άλλους χρόνους επαφής με μαθητές που δεν περιλαμβάνουν τη διδασκαλία. Από τα στοιχεία διαπιστώνουμε ότι ο μέσος όρος διδακτικών ωρών για τους εκπαιδευτικούς των 25 χωρών από τις 27 της Ε.Ε. για την κατώτερη Δ.Ε. είναι 19,1 και για αυτούς της ανώτερης Δ.Ε. είναι 18,4.
Σε γενικές γραμμές, οι χώρες τείνουν να μειώνουν τον εβδομαδιαίο διδακτικό χρόνο των εκπαιδευτικών στην κατώτερη και στην ανώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Άλλωστε σύμφωνα με έρευνα της Unesco προκύπτει ότι μια ώρα εργασίας των εκπαιδευτικών ισοδυναμεί με τέσσερις άλλων κλάδων εργαζομένων. Άρα ένα εβδομαδιαίο διδακτικό ωράριο 23 ωρών ισοδυναμεί με 92 ώρες!
Έτσι, ίσως, μπορεί να κατανοηθεί τι σημαίνει για τον εκπαιδευτικό και την ποιότητα της εκπαίδευσης ακόμα και μια ώρα αύξησης του ωραρίου. Ακόμα και μια ώρα δεν μπορεί να προσμετρηθεί με ποσοτικά κριτήρια. Μια επιπλέον ώρα μπορεί να σημαίνει την αναστάτωση και την αποδιοργάνωση της εκπαιδευτικής διαδικασίας, αφού συνοδεύεται με ανακατανομές μαθημάτων και τμημάτων, νέο πρόσθετο διδακτικό αντικείμενο ή και μετακίνηση σε άλλο σχολείο. Στην Ελλάδα του 2015 υπάρχουν εκπαιδευτικοί που διδάσκουν και μετακινούνται ακόμα και σε 6 – 7 σχολεία και από το ένα χωριό στο άλλο διανύοντας ατέλειωτα χιλιόμετρα! Για ένα γλίσχρο μισθό που ισοδυναμεί μόλις με το 19% του συναδέλφου του στο Λουξεμβούργο ή το 53% στην Κύπρο και το 58% του μέσου όρου των χωρών της Ευρώπης. Το «οβολόν τους για να ξεπεραστεί η κρίση» τον έχουν καταθέσει και με το παραπάνω οι εκπαιδευτικοί. Με την απώλεια τουλάχιστον τεσσάρων μισθών και περικομμένα δώρα Χριστουγέννων και Πάσχα, ζώντας με μισθούς κάτω από τα όρια της επιβίωσης βάσει του ενιαίου μισθολογίου- φτωχολογίου. Με μισθό πρωτοδιόριστου εκπαιδευτικού στα 670 ευρώ. Με συντάξεις στα τάρταρα, με τον εφιάλτη συνταξιοδότησης ύστερα από 40 χρόνια εργασίας στα 62 ή στα 67.
Και μάλιστα όσο πιο αντίξοες είναι οι οικονομικές συνθήκες, τόσο πιο δύσκολο και επίπονο γίνεται και το εκπαιδευτικό έργο. Με μαθητές που υποσιτίζονται και λιποθυμούν σε σχολεία που δεν μπορούν να καλύψουν στοιχειώδεις ανάγκες αυξάνεται με ιλιγγιώδεις ρυθμούς ο μαθητικός πληθυσμούς που παραιτείται και αδυνατεί να παρακολουθήσει ουσιαστικά την εκπαιδευτική διαδικασία. Σε αυτές τις συνθήκες οι εκπαιδευτικοί υποχρεώνονται να καταβάλουν περισσότερες προσπάθειες, να αφιερώσουν περισσότερο χρόνο προετοιμασίας για να αυτομορφωθούν και να επιμορφωθούν ανασκευάζοντας παραδοσιακές μεθόδους διδασκαλίας για μπορούν να μετατρέψουν τις παγωμένες και γυμνές από υλικοτενική υποδομή και εποπτικά μέσα, αίθουσες σε εργαστήρια μάθησης και δημιουργίας.
Στην Ελλάδα ο εκπαιδευτικός δεν αντιμετωπίζεται ως επιστήμονας με πολυσύνθετο έργο και παιδαγωγός που διαμορφώνει ελεύθερους και κριτικά σκεπτόμενους πολίτες, αλλά ως φτωχός και άβουλος δημόσιος υπάλληλος – ιμάντας μεταβίβασης της κυρίαρχης γνώσης και ιδεολογίας.. Ο εργασιακός μεσαίωνας επελαύνει, το καθεστώς εργασιακής τρομοκρατίας οικοδομείται.
Αν η κυβέρνηση, η Ε.Ε. και το κεφάλαιο θέλουν να οικοδομήσουν το φθηνό, ευέλικτο, πειθαρχημένο σχολείο υποταγμένο στους νόμους της αγοράς πάνω στα ερείπια του δημόσιου σχολείου με εκπαιδευτικούς φτωχούς και υποταγμένους για να διαμορφώνουν ένα εξειδικευμένο, αλλά αμόρφωτο εργατικό δυναμικό, εμείς έχουμε κάθε λόγο να να προβάλουμε το όραμά μας για ένα άλλο σχολείο. Πραγματικά δημόσιο και δωρεάν που να ανταποκρίνεται στην ανάγκη του ανθρώπου να ανακαλύπτει τους νόμους κίνησης της φύσης και της κοινωνίας, να τους χρησιμοποιεί για να καλυτερέψει την ανθρώπινη ζωή, που να δημιουργεί δημοκρατικά ελεύθερες προσωπικότητες, ανθρώπους που να μαθαίνουν να συνεργάζονται, να σέβονται τη διαφορετικότητα και να δουλεύουν συλλογικά για την προσωπική , αλλά και κοινωνική απελευθέρωση και ευτυχία.
*Ο Γιώργος Κ. Καββαδίας είναι φιλόλογος, μέλος του ΔΣ της ΕΛΜΕ Πειραιά, μέλος της ΣΕ του περιοδικού «Αντιτετράδια της εκπαίδευσης» και αρθρογράφος στο «ΕΘΝΟΣ».