Παρακαλούμε να λάβετε υπ΄ όψη σας τις παρακάτω σκέψεις σχετικά με το άρθρο 18 του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου για την παιδεία που έχει παρουσιάσει το υπουργείο σας.

Συλλ. Γονέων και Κηδεμόνων του Πρότυπου Γυμνασίου της Ευαγγελικής Σχολής Σμύρνης

Η προτεινόμενη ρύθμιση του άρθρου 18 του υπό διαβούλευση σχεδίου νόμου “Αναβάθμιση του Σχολείου και άλλες διατάξεις”, αποδεικνύεται πολλαπλώς προβληματική ως προς τον τρόπο επιλογής των μαθητών στα πρότυπα σχολεία, θέτει δε και πλήθος ζητημάτων συνταγματικότητας, ιδίως λόγω ελλείψεως μεταβατικών ρυθμίσεων και σχετικής πρόβλεψης για τους ήδη φοιτούντες μαθητές της α΄ και β΄ τάξεως των προτύπων Γυμνασίων.

Σύμφωνα με το ισχύον νομοθετικό καθεστώς οι μαθητές που εισήχθησαν, κατόπιν απαιτητικών και αδιάβλητων εξετάσεων, και φοιτούν σήμερα στις α΄ και β΄ τάξεις των προτύπων Γυμνασίων, εγγράφονται στα αντίστοιχα συνδεδεμένα πρότυπα Λύκεια αυτοδίκαια, εφόσον βεβαίως επιτύχουν στις απολυτήριες ενδοσχολικές εξετάσεις [βλ. τις διατάξεις του άρθρου 44 παρ. 6 του ν. 3966/2011 “Θεσμικό πλαίσιο των Πρότυπων Πειραματικών Σχολείων … και λοιπές διατάξεις” (Α΄118) (όπως ίσχυε μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 11 του ν. 4327/2015, Α΄ 50), και του άρθρου 90 του ν. 4610/2019 (Α΄70), σύμφωνα με τις οποίες «…. Η επιλογή των μαθητών και μαθητριών [στα πρότυπα Γυμνάσια] αφορά στην εισαγωγική σχολική τάξη (Α΄ τάξη Γυμνασίου) και μόνο, ενώ η σχολική πορεία των μαθητών και μαθητριών από το Γυμνάσιο στο Λύκειο των σχολείων αυτών υπόκειται μόνο στις ενδοσχολικές απολυτήριες εξετάσεις»].

Με την προτεινόμενη ρύθμιση του άρθρου 18 του υπό διαβούλευση σχεδίου νόμου οι μαθητές της α΄ και β΄ τάξεως των προτύπων Γυμνασίων, οι οποίοι έχουν εισαχθεί -κατόπιν εξετάσεων- υπό την ισχύ των προεκτεθεισών διατάξεων, αποβλέποντας κατά την εισαγωγή τους στην εκ του νόμου προβλεπόμενη εξαετή φοίτηση σε πρότυπο Γυμνάσιο και στο συνδεδεμένο με αυτό πρότυπο Λύκειο, καλούνται, όλως αιφνιδιαστικώς, να δώσουν, πέραν των ενδοσχολικών- απολυτήριων εξετάσεων, και εισαγωγικές εξετάσεις, προκειμένου να διεκδικήσουν εκ νέου την παραμονή τους στο συνδεδεμένο Πρότυπο Λύκειο, και να μην αναγκαστούν να αλλάξουν βιαίως και παρά τη θέλησή τους σχολικό περιβάλλον, κατά την ιδιαίτερη σημαντική μετάβασή τους προς το Λύκειο, η οποία συμπίπτει με την πολύ δύσκολη ηλικιακή φάση της εφηβείας. Η ρύθμιση αυτή αποδεικνύεται πολλαπλώς προβληματική , όχι μόνο για τους ήδη φοιτούντες μαθητές, αλλά και για τους μαθητές που πρόκειται να φοιτήσουν σε αυτά, καθώς και για τον χαρακτήρα και τους στόχους των προτύπων σχολείων, για τους ακόλουθους λόγους:

– Κατά προφανή παραβίαση της συνταγματικής αρχής της ασφάλειας δικαίου και της απορρέουσας από αυτήν προστατευόμενης εμπιστοσύνης του πολίτη προς το Κράτος μεταβάλλει όλως αιφνιδιαστικώς τον τρόπο εισαγωγής στα πρότυπα Λύκεια, απουσία μεταβατικής ρύθμισης για τους ήδη φοιτούντες μαθητές, οι οποίοι κατά την εισαγωγή τους απέβλεψαν στην εκ του νόμου προβλεπόμενη εξαετή φοίτηση σε πρότυπη σχολική μονάδα. Τούτο δε ενισχύει το άγχος όλων των μαθητών, καθώς τυχόν μη επιτυχία στις εξετάσεις αυτές ανατρέπει πλήρως τον προσωπικό προγραμματισμό των μαθητών και των οικογενειών τους, αναγκάζει τον μαθητή (ο οποίος στην ευαίσθητη φάση της εφηβείας βιώνει ήδη πολλές και σημαντικές αλλαγές) σε βίαιη αλλαγή σχολικού περιβάλλοντος, με τις όποιες πρακτικές και ψυχολογικές προεκτάσεις τούτο συνεπάγεται κατά την ιδιαιτέρως δύσκολη και σημαντική μετάβαση αυτού προς το Λύκειο.

-Κατά πρόδηλη παραβίαση της συνταγματικής αρχής της ισότητας (άρθρο 4 του Συντάγματος) και της επίσης συνταγματικά κατοχυρωμένης στο άρθρο 16 παρ. 4 του Συντάγματος υποχρέωσης του Κράτους να ενισχύει τους σπουδαστές που διακρίνονται, θέτει σε δυσμενέστερη θέση, έναντι όλων των υπόλοιπων μαθητών, του μαθητές των πρότυπων Γυμνασίων, οι οποίοι είναι και οι μόνοι που αναγκάζονται να υποστούν υποχρεωτικώς (εκ νέου) εισαγωγικές εξετάσεις στο πρότυπο Λύκειο, προκειμένου να μην αλλάξουν σχολικό περιβάλλον. Αντίθετα, όλοι οι υπόλοιποι μαθητές της Γ΄ γυμνασίου μπορούν να συμμετάσχουν προαιρετικώς στις εισαγωγικές εξετάσεις των προτύπων Λυκείων (οι οποίες σημειωτέον προβλέπονται και υπό το ισχύον καθεστώς κάθε έτος, ενώ δημιουργούνται και νέα πρότυπα Λύκεια με το προτεινόμενο σχέδιο νόμου), εφόσον θέλουν να επιδιώξουν την εισαγωγή τους σε αυτά, σε περίπτωση δε μη επιτυχίας, απλώς συνεχίζουν να φοιτούν στο ήδη οικείο σχολικό περιβάλλον.

– Αποπροσανατολίζει τα παιδιά των προτύπων Γυμνασίων από τους στόχους της διευρυμένης μάθησης, καλλιέργειας, εμβάθυνσης και καινοτομίας, τους οποίους υποτίθεται ότι εξυπηρετεί η πρότυπη εκπαίδευση. Σε αντίθεση προς τον ίδιο τον σκοπό της αναβάθμισης των προτύπων σχολείων που εξαγγέλλεται στο άρθρο 11 του ίδιου σχεδίου νόμου, με τη ρύθμιση του άρθρου 18 δεν υπηρετούνται οι επιδιωκόμενοι στόχοι της ανάπτυξης της δημιουργικότητας, καινοτομίας κ.λπ., καθώς οι μαθητές του γυμνασίου αποθαρρύνονται από τη συμμετοχή στους προαιρετικούς ομίλους που διοργανώνονται στα σχολεία τους, τους οποίους μέχρι σήμερα με ιδιαίτερο ζήλο και προθυμία παρακολουθούν πέραν του σχολικού προγράμματος και ωραρίου, ενώ αποθαρρύνονται και από τη συμμετοχή σε μαθητικούς και λοιπούς διαγωνισμούς γνώσεων και δεξιοτήτων, στους οποίους μέχρι σήμερα με προθυμία συμμετέχουν και πρωτεύουν. Τούτο δε διότι, τον όποιον ελεύθερο χρόνο τους θα τον απορροφά πλέον η στείρα αναπαραγωγή γνώσεων και η φροντιστηριακή προετοιμασία, προκειμένου να διατηρήσουν τη θέση τους στο πρότυπο Λύκειο.

– Καλλιεργεί, κατά τρόπο παιδαγωγικά αλλά και ηθικά απαράδεκτο, τον στείρο ανταγωνισμό μεταξύ των συμμαθητών της ίδιας τάξης των προτύπων σχολείων, σε βαθμό που καταλύεται κάθε έννοια συνεργασίας και κοινής προσπάθειας (ενισχύοντας αντίθετα τη βαθμοθηρία). Τα παιδιά παύουν να είναι συμμαθητές και συναγωνιστές προς τη γνώση, γίνονται απλοί ανταγωνιστές σε ένα αγώνα για μία θέση στο πρότυπο Λύκειο. Ακόμα και στις πανελλήνιες εξετάσεις, δεν έχεις να ανταγωνιστείς υπό την έννοια αυτή τον διπλανό σου, καθώς οι θέσεις και οι ευκαιρίες είναι πολύ περισσότερες. Εν προκειμένω, όμως, και με δεδομένο ότι η δυνατότητα εξετάσεων εισαγωγής στο πρότυπο Λύκειο προβλέπεται μόνο στο πλαίσιο κάθε σχολικής μονάδας χωριστά, είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι ο στείρος ανταγωνισμός μεταξύ των συμμαθητών της ίδιας τάξης θα θριαμβεύσει!

-Χρεώνει τον άριστο μαθητή με μία εντελώς άδικη “αποτυχία” και τον τιμωρεί με την βαρύτερη δυνατή -στο πλαίσιο του σχολείου- ποινή, αυτήν της αλλαγής του σχολικού περιβάλλοντος. Τούτο δε όχι για το λόγο ότι ο μαθητής αυτός δεν είναι ικανός ή άριστος, αλλά, επειδή απλώς δεν κατάφερε για άλλη μια φορά να πρωτεύσει μεταξύ των συνυποψηφίων του και να καταλάβει μία από τις περιορισμένες θέσεις (την οποία, ωστόσο, είχε ήδη καταλάβει, αφού έχει ήδη υποστεί τη βάσανο των εξετάσεων επιτυχώς…). Ακόμα και καθόλα άριστοι μαθητές κινδυνεύουν με το σύστημα αυτό να βρεθούν εκτός προτύπου και να αλλάξουν σχολικό περιβάλλον. Η βίαιη αυτή αλλαγή αυτή μπορεί να αποβεί πράγματι ολέθρια για τον άριστο και φιλότιμο μαθητή, που αναγκάζεται να αλλάξει σχολείο ως “αποτυχημένος”, (άριστος μεν, πλην αποτυχημένος). Δυστυχώς, οι ψυχολογικές προεκτάσεις της άδικης και -πέραν του σκοπού του νόμου- “αποτυχίας” αυτής δεν φαίνεται να απασχολούν καθόλου τους συντάκτες του σχεδίου νόμου, οι οποίοι, κατά κατάφωρη παραβίαση του άρθρου 16 παρ. 4 του Συντάγματος, τιμωρούν με το χειρότερο δυνατό τρόπο τα παιδιά (και τις οικογένειές τους), που, έχοντας πραγματική θέληση για γνώση και ανάπτυξη των οριζόντων τους (επιδεικνύοντας μάλιστα ιδιαίτερη ωριμότητα προς τούτο ήδη από την ευαίσθητη ηλικία των 11 ετών), έκαναν το λάθος να εμπιστευτούν το εκπαιδευτικό σύστημα, που τους είχε υποσχεθεί εξαετή φοίτηση σε μία πρότυπη σχολική μονάδα, και, με προσωπικό μόχθο των ίδιων αλλά και των οικογενειών τους, κατάφεραν να επιτύχουν σε ιδιαίτερα απαιτητικές εξετάσεις και να εισαχθούν στα σχολεία αυτά. Σημειωτέον δε ότι όλες αυτές οι τόσο σοβαρές για το μέλλον των παιδιών αποφάσεις λαμβάνονται εν μέσω πανδημίας, με κλειστά τα σχολεία και χωρίς επαρκή ενημέρωση και δυνατότητα τοποθέτησης επί των ρυθμίσεων αυτών όλων των εμπλεκόμενων μερών, μαθητών, γονέων και εκπαιδευτικών.

-Κατ’ αποτέλεσμα, η επίμαχη ρύθμιση αποτρέπει τους άριστους μαθητές να επιδιώξουν την εισαγωγή τους σε πρότυπα σχολεία, καθώς ο κάθε μαθητής, και δη ο άριστος, επιθυμεί ασφάλεια και βεβαιότητα για το σύστημα και το σχολικό περιβάλλον που θα ακολουθήσει, ιδίως κατά τη φάση της μετάβασής του στο Λύκειο, ήτοι λίγο πριν την τελική ευθεία για τις πανελλήνιες εξετάσεις. Προτρέπει, αντίθετα, τους μαθητές αυτούς και τους γονείς τους να καταφύγουν στην ιδιωτική εκπαίδευση, επιδιώκοντας ενδεχομένως κάποια υποτροφία. Το ίδιο, ενδεχομένως, αναγκαστούν (πάση θυσία) να κάνουν και οι γονείς των παιδιών των πρότυπων Γυμνασίων, που τελικώς δεν καταφέρουν να περάσουν στο συνδεδεμένο πρότυπο Λύκειο, προκειμένου να περιορίσουν την τεράστια ηθική και ψυχολογική βλάβη που θα επιφέρει στο παιδί τους η επαναφορά του στο σχολείο της γειτονιάς, με την ιδιότητα του “αποτυχημένου”.

– Γίνεται, λοιπόν, αντιληπτό πως με τον τρόπο αυτό δεν ενισχύεται ο θεσμός των προτύπων Λυκείων, ο οποίος ενισχύεται πράγματι μόνο με τη δημιουργία επιπλέον σχολικών μονάδων και τάξεων, ώστε να δοθεί η δυνατότητα σε όσο το δυνατόν περισσότερους μαθητές να φοιτήσουν σε αυτά, και όχι με το να αφαιρείται το ήδη κεκτημένο -βάσει εξετάσεων – δικαίωμα άριστων και ικανών μαθητών να συνεχίσουν τη φοίτησή τους στη σχολική μονάδα που έχουν επιτύχει (αδιαφορώντας μάλιστα για τις συνέπειες που θα επιφέρει η αλλαγή αυτή στην εξέλιξη και τη ζωή των μαθητών αυτών). Εξάλλου, οι μαθητές των προτύπων Γυμνασίων καθ’ όλη τη διάρκεια της φοίτησης τους επιδεικνύουν ιδιαίτερο ζήλο για τα μαθήματα του σχολικού προγράμματος, επιτυγχάνοντας άριστα αποτελέσματα και πολύ υψηλό μέσο όρο βαθμολογίας, συμμετέχουν δε με μεγάλη προθυμία στους προαιρετικούς εκπαιδευτικούς ομίλους, πέραν του σχολικού προγράμματος και ωραρίου, ενώ, παράλληλα, πρωτεύουν σε μαθητικούς και λοιπούς διαγωνισμούς, εκπληρώνοντας έτσι στο ακέραιο τους σκοπούς της πρότυπης εκπαίδευσης που ταυτίζονται, άλλωστε, με τους προσωπικούς τους στόχους. Επιπλέον, το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα των προτύπων προβλέπει συνεχή και αυστηρή αξιολόγηση των μαθητών, ενώ στις εξαιρετικές περιπτώσεις που κρίνεται από το διδακτικό προσωπικό ότι οι μαθητές δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν στις αυξημένες απαιτήσεις των σχολικών αυτών μονάδων προβλέπονται ειδικά θεσμοθετημένες διαδικασίες για την αντιμετώπιση του προβλήματος.

-Τέλος, πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη, και οι μαθητές των προτύπων γυμνασίων, είναι πάνω απ’ όλα έφηβοι και πρέπει να αναγνωρίζεται και να γίνεται αποδεκτή η ιδιαίτερη ψυχολογία τους. Υπάρχει πλήθος επιστημονικών μελετών που συμπερασματικά καταλήγουν ότι τα παιδιά αυτά διαθέτουν ιδιαίτερα γνωστικά και συναισθηματικά χαρακτηριστικά, τα οποία μπορούν να τα καταστήσουν ευάλωτα στην περίοδο της εφηβείας, κατά την οποία λαμβάνουν χώρα ραγδαίες μεταβολές και σημαντικές αναπτυξιακές απαιτήσεις. Μην ξεχνάμε άλλωστε ότι τα παιδιά αυτά έχουν υποστεί ιδιαίτερες θυσίες σε μια πολύ τρυφερή ηλικία, όταν αποφάσισαν να μπουν στην επίπονη διαδικασία της προετοιμασίας και της συμμετοχής σε αυτές τις τόσο απαιτητικές εξετάσεις. Η επιτυχία δε στις εξετάσεις αυτές αποτέλεσε την πλήρη δικαίωση των προσπαθειών και των κόπων τους. Συνεπώς μία ακούσια απομάκρυνση από το σχολικό τους περιβάλλον, θα μπορούσε να αποδειχθεί ιδιαίτερα επιβαρυντική στην ευαίσθητη ιδιοσυγκρασία τους και θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα να εμφανίσουν επιδόσεις πολύ κατώτερες των δυνατοτήτων τους ή ακόμα να οδηγηθούν σε σοβαρή, δυνητικά επικίνδυνη κατάθλιψη.

Για όλους τους παραπάνω λόγους η επίμαχη ρύθμιση, κατά την οποία απαιτείται εκ νέου αξιολόγηση των μαθητών των προτύπων Γυμνασίων για την εισαγωγή τους στο συνδεδεμένο πρότυπο Λύκειο είναι συνταγματικώς μη ανεκτή, παιδαγωγικά άστοχη και εσφαλμένη, ενώ παρουσιάζεται ιδιαίτερα άδικη και ηθικά.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πρόγραμμα Πανελληνίων 2025