Η ΠΕΑΔ εκφράζει την έντονη δυσαρέσκεια και αποδοκιμασία για τις δηλώσεις της Υπουργού Παιδείας περί γραπτού διαγωνισμού ΑΣΕΠ:
Ανάστατος ο εκπαιδευτικός κόσμος, μετά τις πρόσφατες δηλώσεις της Υπουργού Παιδείας περί μετάβασης σε ένα νέο μεικτό σύστημα κατάταξης
εκπαιδευτικών για διορισμούς και προσλήψεις, βασιζόμενο -εκτός των άλλων- και σε γραπτό διαγωνισμό μέσω ΑΣΕΠ. Οι εκπαιδευτικοί εκφράζουν την έντονη δυσαρέσκεια και αποδοκιμασία τους και καλούν την Υπουργό Παιδείας να δώσει σαφείς απαντήσεις και χρονοδιαγράμματα, σχετικά με τις όποιες αλλαγές επεξεργάζεται και προτίθεται να εφαρμόσει τα επόμενα χρόνια, εφόσον παραμείνει στην ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας.
Η θέση της Πανελλήνιας Ένωσης Αναπληρωτών Δευτεροβάθμιας (Π.Ε.Α.Δ.) είναι ξεκάθαρα κατά του γραπτού διαγωνισμού και οι λόγοι αναλύονται παρακάτω:
1) Η λογική ενός γραπτού διαγωνισμού για διορισμούς στο δημόσιο τομέα βασίζεται στην αποφυγή των γνωστών φωτογραφικών προκηρύξεων, οι οποίες απευθύνονταν σε «εκλεκτούς» και διενεργούνταν βιαστικά και χωρίς μεγάλη δημοσιότητα, για να μην «παρεισφρήσουν» ανταγωνιστικοί υποψήφιοι. Τίποτα από όλα αυτά δεν ισχύει στο ισχύον σύστημα κατάταξης εκπαιδευτικών προς διορισμό. Δεν υπάρχουν φωτογραφικές διατάξεις που να ευνοούν συγκεκριμένους υποψηφίους ή άλλες κοινωνικές ομάδες. Υπάρχει μια λογική μοριοδότηση, η οποία λαμβάνει υπόψη τόσο τις ικανότητες/προσόντα των υποψηφίων όσο και διάφορα κοινωνικά κριτήρια.
2) Μέσω της μοριοδότησης ακαδημαϊκών προσόντων δίνεται η δυνατότητα ουσιαστικής ανέλιξης στους πίνακες κατάταξης όλων των εκπαιδευτικών, ακόμα και εκείνων με μικρή ή μηδενική προϋπηρεσία, κάτι που παρατηρήθηκε στις αντίστοιχες προκηρύξεις κατάταξης εκπαιδευτικών. Αναρωτιόμαστε, λοιπόν, ποιες ανάγκες και σκοπιμότητες εξυπηρετεί η ανακίνηση του γραπτού διαγωνισμού στον
χώρο της εκπαίδευσης την παρούσα χρονική στιγμή.
3) Είναι τελείως λανθασμένη η αντίληψη πως ένας γραπτός διαγωνισμός θα διασφάλιζε τον διορισμό των ικανοτέρων. Αν όντως συνέβαινε αυτό, οι γραπτοί διαγωνισμοί θα είχαν υιοθετηθεί και από την ιδιωτική εκπαίδευση ως μια μέθοδο επιλογής προσωπικού, πράγμα που δεν συμβαίνει.
4) Εκ των παραπάνω συνάγεται το συμπέρασμα πως δεν υπάρχει προφανής λόγος για τη μετάβαση σε ένα σύστημα γραπτού διαγωνισμού για τους
εκπαιδευτικούς. Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη ότι ανάλογα με την ένταση των «αλλαγών», που γίνονται ερήμην των εκπαιδευτικών, θα πρέπει να δίνεται και ο ανάλογος χρόνος «προσαρμογής» και προετοιμασίας.
Καθίσταται μεγάλη η ανάγκη να επικρατεί σταθερότητα στο σύστημα διορισμών και προσλήψεων εκπαιδευτικών και να μην γίνονται αλλαγές, που αιφνιδιάζουν τους εκπαιδευτικούς.
5) Σύμφωνα με τα όσα έχουν ειπωθεί από την ηγεσία του Υπουργείου, οι εκπαιδευτικοί θα οδηγούνται σε «ξαφνικό θάνατο» στον εργασιακό τους βίο, αν δεν καταφέρουν να συγκεντρώσουν βαθμολογία πάνω από τη βάση στον γραπτό
διαγωνισμό. Μάλιστα, άνθρωποι που εργάζονται πολλά χρόνια στην εκπαίδευση με οικογενειακές υποχρεώσεις θα μένουν τουλάχιστον για δύο με τρία χρόνια άνεργοι, αν για παράδειγμα δεν μπορέσουν να προσέλθουν στην εξέταση, επειδή διαγνώστηκαν με Covid ή για σοβαρούς λόγους υγείας ή λόγω εγκυμοσύνης, λοχείας, ατυχήματος, δυσμενών καιρικών συνθηκών, απώλειας εγγράφου ταυτοποίησης, αργοπορίας άνευ υπαιτιότητας των ιδίων κ.ά.
6) Οι εκπαιδευτικοί είναι οι πλέον προσοντούχοι υπάλληλοι έναντι όλων των υπολοίπων δημοσίων υπαλλήλων. Μια επιπλέον εξέταση των γνώσεών τους μέσω γραπτού διαγωνισμού εκμηδενίζει όλες τις προσπάθειές τους μέχρι σήμερα και απαξιώνει τα πτυχία που έχουν λάβει από τα Πανεπιστήμια (προπτυχιακά, μεταπτυχιακά, διδακτορικά, μεταδιδακτορικά). Ταυτόχρονα, εκπαιδευτικοί με πολλά χρόνια προϋπηρεσίας και υπηρέτησης σε δημόσια σχολεία κάθε γωνιάς της Ελλάδας είναι ανεπίτρεπτο να μη θεωρούνται ικανοί για διδασκαλία και να χρειάζεται να αποδείξουν την αξία τους με έναν ακόμη γραπτό διαγωνισμό. Εξάλλου, κρίνονται καθημερινά στις τάξεις τους.
7) Αξίζει να σημειωθεί πως στον ευρύτερο δημόσιο τομέα διενεργείται γραπτός διαγωνισμός μόνο για την πλήρωση μόνιμων θέσεων και όχι για την
κάλυψη θέσεων με συμβάσεις ορισμένου χρόνου. Είναι άξιο απορίας πώς θα εφαρμοστεί γραπτός διαγωνισμός ακόμα και για προσλήψεις αναπληρωτών με συμβάσεις εργασίας για 9 μήνες ή λιγότερους. Βεβαίως, θα πρέπει να συνυπολογιστεί και το κόστος διεξαγωγής ενός τέτοιου διαγωνισμού, καθώς και τα πρακτικά προβλήματα που προκύπτουν, εξαιτίας του τεράστιου αριθμού εκπαιδευτικών (εξεταστικά κέντρα, διόρθωση γραπτών, χρονοβόρα διαδικασία).