Στην ανάπτυξη ενός καινοτόμου συστήματος, το οποίο θα εκτιμά σε σχεδόν πραγματικό χρόνο -μερικά δευτερόλεπτα μετά την έναρξη της σεισμικής διάρρηξης- το επίπεδο των αναμενόμενων βλαβών από στα , εργάζονται οι επιστήμονες του εργαστηρίου Εδαφομηχανικής και Γεωτεχνικής Σεισμικής Μηχανικής του ΑΠΘ, στο πλαίσιο του συγχρηματοδοτούμενου από την Ε.Ε. και τη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας προγράμματος «SAFESCHOOLS», προκειμένου κάθε να αποκτήσει «ταυτότητα τρωτότητας», τονίζει σε συνέντευξη του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης Σεισμικής Μηχανικής, ομ. καθηγητής του ΑΠΘ, Κυριαζής Πιτιλάκης.

{ad|

Αναφερόμενος στη σημασία του προγράμματος, ο κ. Πιτιλάκης τονίζει ότι το σχολικό κτιριακό απόθεμα, τόσο στην Ελλάδα, όσο και σε όλη την υπόλοιπη Ευρώπη, δεν έχει κατασκευασθεί με τις υψηλότερες αντισεισμικές προδιαγραφές, καθώς πολλά κτίρια έχουν κτισθεί πριν πολλές δεκαετίας με σαφώς υποδεέστερους αντισεισμικούς κανονισμούς, ενώ αρκετά από αυτά -ακόμη εν χρήσει- χωρίς κανέναν αντισεισμικό κανονισμό.

Όπως εξηγεί στη συνέντευξη του στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο κ. Πιτιλάκης, με την υλοποίηση του «SAFESCHOOLS», η πληροφορία που θα συγκεντρώνεται θα μπορεί να αξιοποιείται σε τοπικό επίπεδο με την ενεργοποίηση του αντίστοιχου επιπέδου συναγερμού, όπως για παράδειγμα λειτουργία σειρήνας με ήχο, που να ανταποκρίνεται στο κατά περίπτωση επίπεδο βλάβης και ανάλογα φωτεινά σήματα -πράσινα, κίτρινα, κόκκινα- για ασήμαντες, μικρές, μέσης σοβαρότητας ή πολύ σοβαρές βλάβες. Ταυτόχρονα θα ενημερώνονται με διαφόρους τρόπους αρμόδια όργανα όπως η διεύθυνση του σχολείου, ο Δήμος, η Περιφέρεια, η Πολιτική Προστασία και το «112». Μάλιστα εξετάζεται ο τρόπος μετάδοσης αυτής της πληροφορίας και στα κινητά τηλέφωνα.

«Λίγα δευτερόλεπτα μπορούν να σώσουν ζωές. Όλοι οι εμπλεκόμενοι αρμόδιοι φορείς θα είναι σε θέση να γνωρίζουν σε πραγματικό χρόνο τι έχει συμβεί στη συγκεκριμένη σχολική μονάδα και επομένως να ιεραρχήσουν και να κατανείμουν κατάλληλα τις μετασεισμικές τους δράσεις και προτεραιότητες», τονίζει ο κ. Πιτιλάκης. Το σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης σε πραγματικό χρόνο εκτίμησης βλαβών, αναπτύσσεται πιλοτικά σε σχολεία του Δήμου Θεσσαλονίκης και εφόσον τύχει καθολικής εφαρμογής «η Θεσσαλονίκη θα είναι πρωτοπόρος σε παγκόσμιο επίπεδο, παράδειγμα και σημείο αναφοράς για άλλες πόλεις στην Ευρώπη και διεθνώς», σημειώνει ο κ. Πιτιλάκης

Σε ό,τι αφορά την προοπτική αξιοποίησης του συστήματος με ευρύτερη εφαρμογή του, αλλά και ενσωμάτωσή του στους μηχανισμούς της Υπηρεσίας Πολιτικής Προστασίας, ο καθηγητής, στη συνέντευξη του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, εκτιμά ότι «μπορούμε να κάνουμε μικρά καθοριστικά βήματα, όπως είναι η ανάπτυξη τέτοιου συστήματος και στα νοσοκομεία και ίσως μερικές ακόμη κρίσιμες υποδομές, όπως οι υποδομές των μεταφορικών δικτύων, τα δίκτυα ενέργειας και κοινής ωφέλειας, κρίσιμης σημασίας βιομηχανικές μονάδες και μονάδες αποθήκευσης επικίνδυνων υλικών», ενώ σημειώνει ότι «στην πορεία υλοποίησης του προγράμματος σκοπεύουμε να έχουμε συστηματικές επαφές με την Πολιτική Προστασία και το “112”, ώστε αφενός μεν να ενημερωθούν για την ύπαρξη και τις δυνατότητες του, αφετέρου δε για να εξετασθούν οι δυνατότητες συνέργειας, επικοινωνίας και χρήσης των δυνατοτήτων του “112”».

Ο κ. Πιτιλάκης γνωστοποιεί, περαιτέρω, πως το ΑΠΘ έχει υποβάλει πρόταση στην Ευρωπαϊκή Ένωση για τον σχεδιασμό μιας μεγάλης κλίμακας ερευνητικής υποδομής, που αφορά την προστασία σχολείων έναντι φυσικών καταστροφών, καλύπτοντας μάλιστα όλη την Ευρώπη.

«Αναφερόμαστε πέραν του σεισμικού κινδύνου και στις πλημμύρες ή τις κατολισθήσεις. Η φιλοσοφία είναι η ίδια. Διαφορές υπάρχουν στα θέματα της έγκαιρης ειδοποίησης και της τρωτότητας των σχολικών μονάδων, τα οποία χρειάζονται διαφορετική προσέγγιση», διευκρινίζει ο κ. Πιτιλάκης., σημειώνοντας ότι στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπάρχει έντονο ενδιαφέρον για την ανάπτυξη μοντέλων εκτίμησης της διακινδύνευσης και διαχείρισης της κρίσης για συνδυασμό διαφόρων φυσικών και ανθρωπογενούς προέλευσης καταστροφών (multi risk assessment and management).

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης του καθηγητή Κυριαζή Πιτιλάκη στη Σμαρώ Αβραμίδου για το ΑΠΕ-ΜΠΕ:

Ερώτηση: Στο εργαστήριο Εδαφομηχανικής και Γεωτεχνικής Σεισμικής Μηχανικής του ΑΠΘ εργάζεστε εδώ και χρόνια, μέσα και από ευρωπαϊκά ερευνητικά προγράμματα μεταξύ άλλων και πάνω στα συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης σεισμών και σε πραγματικό χρόνο εκτίμησης του αναμενόμενου βαθμού βλαβών. Τι καινοτόμο φέρνει το πρόγραμμα «SAFESCHOOLS» σε σχέση με τις πρώτες πιλοτικές εφαρμογές που αναπτύχθηκαν σε κτίρια του ΑΠΘ;

Απάντηση: Πρόκειται για ένα πολύ φιλόδοξο και διεθνώς πρωτοποριακό πρόγραμμα, το οποίο χρηματοδοτείται από την Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας. Συμμετέχουν δύο ακόμη εργαστήρια από το ΑΠΘ και μια ιδιωτική εταιρεία ανάπτυξης και παραγωγής ηλεκτρονικών συστημάτων. Στόχος του προγράμματος είναι η ανάπτυξη ενός καινοτόμου συστήματος, το οποίο θα εκτιμά σε πραγματικό χρόνο -μερικά δευτερόλεπτα μετά την έναρξη της σεισμικής διάρρηξης, δηλαδή, την γένεση του σεισμικού συμβάντος- το επίπεδο των αναμενόμενων βλαβών, που θα έχουμε σε ένα συγκεκριμένο κτίριο -εν προκειμένω ένα σχολικό κτίριο- για το συγκεκριμένο σεισμικό συμβάν.

Η καινοτομία συνίσταται όχι τόσο στο σύστημα της έγκαιρης ειδοποίησης του σεισμού, αλλά ακριβώς στο επόμενο ουσιαστικό βήμα, που είναι το επίπεδο της διακινδύνευσης, δηλαδή των αναμενόμενων βλαβών, διότι σε τελευταία ανάλυση είναι αυτό που ενδιαφέρει τον κόσμο και την Πολιτεία. Το σύστημα έγκαιρης ειδοποίησης (early warning system) προσφέρει μόνο την έγκαιρη εκτίμηση του μεγέθους και της επικεντρικής απόστασης. Όχι τις αναμενόμενες βλάβες σε ένα κτίριο, οι οποίες εξαρτώνται τόσο από τη θέση του κτιρίου και τις γεωτεχνικές- γεωλογικές συνθήκες που επικρατούν στη θέση που βρίσκεται, όσο και κύρια από το ίδιο το κτίριο και την τρωτότητά του. Αυτό ακριβώς προσπαθούμε να κάνουμε εμείς. Το ίδιο μπορεί να φαντασθεί κανείς ότι μπορεί να γίνει για άλλες κρίσιμες υποδομές όπως είναι νοσοκομεία, δημόσια κτίρια, κτίρια συγκέντρωσης κοινού, όπως και βιομηχανικές εγκαταστάσεις.

Ερ.: Γιατί όμως είναι τόσο σημαντικό;

Απ.: Η απάντηση είναι απλή: Το να γνωρίζει κανείς ότι επίκειται ένας σεισμός κάποιου μεγέθους Μ σε κάποια απόσταση R από τη θέση και το κτίριο που μας ενδιαφέρει είναι προφανώς μια χρήσιμη πληροφορία. Το επίπεδο όμως του «συναγερμού» που θα πρέπει να ενεργοποιηθεί ακαριαία -σε πραγματικές δηλαδή συνθήκες- είναι συνάρτηση εκτός από το μέγεθος επερχόμενου σεισμού και της πραγματικής τρωτότητας του κτιρίου. Με άλλα λόγια μπορεί μεν ο επερχόμενος σεισμός να είναι ισχυρός, αλλά οι αναμενόμενες βλάβες λόγω της ποιότητας και της αντοχής του κτιρίου ή της εγκατάστασης να είναι πολύ περιορισμένες ίσως και ασήμαντες. Εάν αντιθέτως το κτίσμα είναι πολύ μικρής αντοχής, δηλαδή υψηλής τρωτότητας, τότε ακόμη και ένας μικρής έντασης σεισμός μπορεί να προκαλέσει σημαντικές βλάβες, κάτι που θα απαιτεί υψηλό επίπεδο συναγερμού.

Ερ.: Γιατί επιλέχθηκε η πιλοτική εφαρμογή σε σχολεία;

Απ.: Και εδώ η απάντηση είναι προφανής. Πρόκειται για κρίσιμες υποδομές πολύ μεγάλης κοινωνικής -και όχι μόνο- ευαισθησίας. Η ασφάλεια και η προστασία των παιδιών είναι θέμα πρώτης προτεραιότητας για οποιαδήποτε κοινωνία. Επιπλέον το σχολικό κτιριακό απόθεμα τόσο στην Ελλάδα, όσο και σε όλη την υπόλοιπη Ευρώπη, δεν έχει κατασκευασθεί με τις υψηλότερες αντισεισμικές προδιαγραφές. Πολλά κτίρια έχουν κτισθεί πριν πολλές δεκαετίας με σαφώς υποδεέστερους αντισεισμικούς κανονισμούς, ενώ αρκετά από αυτά -ακόμη εν χρήσει- χωρίς κανέναν αντισεισμικό κανονισμό. Αντιλαμβάνεσθε επομένως ότι θεωρητικά είναι τρωτά. Με αυτό δε θα ήθελα να μείνει η εντύπωση ότι κάθε παλαιό κτίσμα είναι εκ προοιμίου πολύ τρωτό. Πρέπει όμως να είναι γνωστό το επίπεδο της τρωτότητάς τους σε ενδεχόμενο σεισμό και αυτό είναι κάτι που εμμέσως επιτυγχάνεται με το πρόγραμμα SAFESCHOOLS. Συγκεκριμένα το κάθε σχολείο θα πρέπει να αποκτήσει μια «ταυτότητα τρωτότητας» και σε περίπτωση που η τρωτότητα είναι πολύ υψηλή τότε η αντοχή του θα πρέπει να αναβαθμισθεί, δηλαδή να ενισχυθεί.

Ερ.: Από ποια σχολεία ξεκίνησε η πιλοτική εφαρμογή;

Απ.: Το σύστημα αναπτύσσεται πιλοτικά σε τρία σχολεία του Δήμου Θεσσαλονίκης. Ένα νηπιαγωγείο και ένα δημοτικό σχολείο που έχουν κτισθεί με τον παλαιότερο αντισεισμικό κανονισμό του 1959 και ένα γυμνάσιο που κτίσθηκε με το πλέον πρόσφατο αντισεισμικό κανονισμό και άρχισε να λειτουργεί πολύ πρόσφατα. Στα σχολεία αυτά αναπτύσσονται οι πλέον σύγχρονες μέθοδοι αναλυτικής και πειραματικής εκτίμησης της τρωτότητάς τους. Όλα έχουν ενοργανωθεί ή θα ενοργανωθούν με προηγμένης τεχνολογίας όργανα και ηλεκτρονικά συστήματα, σύμφωνα με τις ανάγκες και τους στόχους του προγράμματος. Η ενοργάνωση αυτή αφορά τόσο στην εκτίμηση της τρωτότητας και την έγκαιρη ειδοποίηση, όσο και στην σε πραγματικό χρόνο μετάδοσης της πληροφορίας.

Ερ.: Τι θα γίνει μετά το τέλος του προγράμματος που είναι σε δύο περίπου χρόνια από σήμερα;

Απ.: Ελπίζω μετά από τη συστηματική ενημέρωση που προβλέπεται από το ίδιο το πρόγραμμα σε πολλούς αποδέκτες, ο Δήμος, η Πολιτεία ακόμη και οι ίδιοι οι πολίτες να ασκήσουν την απαραίτητη πίεση ώστε να τύχει καθολικής εφαρμογής στη Θεσσαλονίκη. Και πιστέψτε με αν γίνει αυτό η Θεσσαλονίκη θα είναι πρωτοπόρος σε παγκόσμιο επίπεδο. Παράδειγμα και σημείο αναφοράς για άλλες πόλεις στην Ευρώπη και διεθνώς.

Ερ.: Ένα σύστημα «Early Warning and Real Time Risk Assessment» υπολογίζει με κάποιον «αλγόριθμο» και τα μέτρα προστασίας, που -συνεκτιμώντας τα κατά περίπτωση δεδομένα- δύνανται να ληφθούν για τον περιορισμό των εκτιμώμενων απωλειών ή ο σχεδιασμός τους αφορά την Πολιτική Προστασία και άλλες αρμόδιες Αρχές της Πολιτείας;

Απ.: Ένα απλό σύστημα έγκαιρης ειδοποίησης υπολογίζει με κάποιον αλγόριθμο, όπως λέτε, όπου σημειωτέον υπεισέρχονται πολλές αβεβαιότητες, το μέγεθος και το επίκεντρο ενός εν τη γενέσει του ισχυρού σεισμού. Για την ενεργοποίηση του συστήματος και του αλγορίθμου απαιτείται η ταυτόχρονη λήψη δεδομένων από ένα σύνολο σεισμολογικών σταθμών που ιδανικά είναι καλό να περιβάλλει την περιοχή. Εν συνεχεία, ουσιαστικά όμως ταυτοχρόνως με την εκτίμηση του μεγέθους και της επικεντρικής απόστασης -κάτι που επιτυγχάνεται σε 1 έως 2 δευτερόλεπτα από την έναρξη της ενεργοποίησης της σεισμικής πηγής, π.χ. ρήγμα- και μερικά δευτερόλεπτα πριν η μεγάλη ένταση της σεισμικής ταλάντωσης φτάσει στην συγκεκριμένη θέση, η πληροφορία αυτή οδηγείται και πάλι μέσω κατάλληλων αλγορίθμων, όπου είναι ενσωματωμένες πληροφορίες για την τρωτότητα του κτιρίου και τις εδαφικές συνθήκες θεμελίωσης, στην εκτίμηση των αναμενόμενων βλαβών για το συγκεκριμένο κτίριο.

Η πληροφορία αυτή αξιοποιείται σε τοπικό επίπεδο με την ενεργοποίηση του αρμόζοντος επιπέδου συναγερμού, για παράδειγμα σειρήνα με ήχο που να ανταποκρίνεται στο κατά περίπτωση επίπεδο βλάβης και ανάλογα φωτεινά σήματα -πράσινα, κίτρινα, κόκκινα- για μικρές, ασήμαντες, μέσης σοβαρότητας ή πολύ σοβαρές βλάβες. Ταυτόχρονα ενημερώνονται με διαφόρους τρόπους αρμόδια όργανα όπως είναι η διεύθυνση του σχολείου, ο Δήμος, η Περιφέρεια, η Πολιτική Προστασία, το «112» κλπ. Στο μέλλον εξετάζεται η πληροφορία αυτή να πηγαίνει και στα κινητά τηλέφωνα.

Σε ό,τι αφορά στα μέτρα προστασίας αντιλαμβάνεσθε ότι αυτά θα πρέπει να έχουν προσχεδιασθεί και να ενεργοποιούνται ανάλογα με την ένταση των αναμενόμενων βλαβών.

Ερ.:Λαμβάνοντας υπόψη ότι οι πιο φονικοί σεισμοί στην Ελλάδα ήταν μεσαίου μεγέθους και κοντινοί στις πόλεις, άρα και ότι εκεί όπου ένα EWS μπορεί να σώσει ζωές, ο χρόνος άφιξης των σεισμικών κυμάτων σε μία θέση δίνει περιθώριο για προειδοποίηση ελάχιστων δευτερολέπτων, τι μέτρα προστασίας μπορούν να ληφθούν; Στα σχολεία, για παράδειγμα, τι αυτόματα συστήματα αντίδρασης μπορούν να προβλεφθούν, σε χρόνο 7-10 δευτερολέπτων, πέρα από τα προφανή μέτρα να ηχήσουν σειρήνες και οι μαθητές να μπουν κάτω από τα θρανία;

Απ.: Πολύ εύστοχη παρατήρηση. Πράγματι στην Ελλάδα, όπως και στην Ιταλία, πολύ συχνά τα ενεργά σεισμικά ρήγματα που θα προκαλέσουν τους μελλοντικούς ισχυρούς σεισμούς βρίσκονται κοντά σε μεγάλες πόλεις, γεγονός που περιορίζει σε μερικά δευτερόλεπτα τον χρόνο αντίδρασης ουσιαστικά σε επίπεδο αυτοπροστασίας. Και αυτά όμως τα λίγα δευτερόλεπτα μπορούν να σώσουν ζωές. Επιπλέον όμως όλοι οι εμπλεκόμενοι αρμόδιοι φορείς θα είναι σε θέση να γνωρίζουν σε πραγματικό χρόνο τι έχει συμβεί στη συγκεκριμένη σχολική μονάδα και επομένως να ιεραρχήσουν και να κατανείμουν κατάλληλα τις μετασεισμικές τους δράσεις και προτεραιότητες. Επιπλέον μην ξεχνάτε ότι πλέον υπάρχει εκτεταμένη χρήση φυσικού αερίου, οι βλάβες του οποίου σε συνδυασμό με άλλες πηγές φωτιάς, είναι δυνατόν να προκαλέσουν καταστροφικές πυρκαγιές.

Μπορεί, επομένως, ανάλογα με το επίπεδο των αναμενόμενων βλαβών να ενεργοποιηθούν έξω από το κτίριο αυτόματες δικλείδες διακοπής της τροφοδοσίας φυσικού αερίου, ώστε να αποτραπεί η πιθανότητα φωτιάς. Ένα εξίσου σημαντικό θέμα που έχει μεγάλη σημασία στην μετασεισμική διαχείριση της κρίσης είναι και οι πιθανές ζημιές στα γειτονικά με τα σχολεία κτίρια που μπορεί να περιορίσουν την πρόσβαση στο σχολείο που έχει υποστεί μεγάλες ζημιές και επομένως να προκαλέσουν μεγάλη καθυστέρηση άφιξης της βοήθειας και της μεταφοράς των τραυματισμένων παιδιών στα νοσοκομεία.

Σε σχέση με το θέμα του χρόνου αντίδρασης δεν πρέπει να λησμονούμε ότι οι σεισμοτεκτονικές συνθήκες στην Ελλάδα δεν είναι παντού όπως στα Ιόνια νησιά ή στον Κορινθιακό κόλπο, δηλαδή σεισμικώς ενεργές ζώνες πολύ κοντά σε πόλεις και οικιστικά σύνολα. Στο νότιο Αιγαίο όπως και σε άλλες περιοχές, η γένεση των σεισμών γίνεται αρκετά μακρυά από το κτισμένο περιβάλλον και ως εκ τούτου ο χρόνος αντίδρασης θα είναι αρκετά μεγαλύτερος, ώστε να είναι δυνατή ακόμη και η έγκαιρη εκκένωση του κτιρίου.

Ερ.: Η νέα γενιά των οργάνων καταγραφής των τριών τύπων σεισμικών κυμάτων εκτιμάτε πως θα μπορέσει να αυξήσει τον χρόνο έγκαιρης προειδοποίησης;

Απ.: Δε νομίζω ότι μπορεί να υπάρξει μια θεαματική και άξια λόγου αύξηση του χρόνου αντίδρασης. Αυτό που προέχει σήμερα και εκεί επικεντρώνονται όλες οι προσπάθειες είναι κυρίως στη βελτίωση της αξιοπιστίας της έγκαιρης εκτίμησης του μεγέθους και της θέσης του επερχόμενου σεισμού.

Ερ.: Ποιες είναι οι νεότερες τάσεις στα Early Warning Systems σε χώρες όπως η Ιαπωνία και οι ΗΠΑ, όπου είναι ευρύτερα διαδεδομένη η αξιοποίησή τους;

Απ.: Όπως προείπα οι προσπάθειες σήμερα κατευθύνονται στην καλύτερη και πλέον αξιόπιστη εκτίμηση του μεγέθους και του επικέντρου του επερχόμενου σεισμού. Προς τούτο, τόσο ο αριθμός και τα χαρακτηριστικά όσο και η χωρική διάταξη των σεισμολογικών οργάνων, μαζί φυσικά και το σχετικό λογισμικό, είναι τα θέματα που απασχολούν την επιστημονική κοινότητα, στην προσπάθεια να αναβαθμισθεί το επίπεδο αξιοπιστίας της έγκαιρης ειδοποίησης. Πράγματι η μεγαλύτερη πρόοδος έχει γίνει στην Ιαπωνία και τις ΗΠΑ. Όμως, συστήματα έγκαιρης ειδοποίησης έχουν αναπτυχθεί και αναπτύσσονται και σε άλλες χώρες όπως είναι η Ιταλία, το Μεξικό, η Ταϊβάν, και η Νέα Ζηλανδία. Ειδικά στην Ταϊβάν αναπτύσσεται ένα παρόμοιο σύστημα με αυτό που γίνεται με το πρόγραμμα SAFESCHOOLS. Θα πρέπει όμως εδώ να σημειωθεί ότι προς το παρόν σε καμία από τις χώρες αυτές δεν έχει αναπτυχθεί σε πλήρως επιχειρησιακό επίπεδο ένα σύστημα σαν αυτό που αναπτύσσεται εδώ. Ακόμη και όταν πέραν της ανάπτυξης και βαθμονόμησης τους συστήματος έγκαιρης ειδοποίησης έχουν προχωρήσει στο στάδιο της σε πραγματικό χρόνο ποσοτικής εκτίμησης των αναμενόμενων βλαβών σε κτίρια, βρίσκονται ακόμη, όπως και εμείς, σε πιλοτικό στάδιο ανάπτυξης και εφαρμογής.

Ερ.: Υπάρχει σήμερα διαλειτουργικότητα των μόνιμων δικτύων σεισμογράφων και επιταχυνσιογράφων των διαφόρων ερευνητικών φορέων της χώρας, η οποία να μπορεί να αξιοποιηθεί για μια καθολική εφαρμογή ενός συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης σεισμών;

Απ.: Η απάντηση είναι μερικώς καταφατική. Πράγματι τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει κάποια βήματα στο θέμα αυτό αλλά προς το παρόν μια καθολική εφαρμογή ενός τέτοιου συστήματος, με την χρήση όλων των σταθμών που λειτουργούν στην Ελλάδα σε εικοσιτετράωρη βάση, είναι ακόμη στα σπάργανα.

Προφανώς βέβαια αυτός θα πρέπει να είναι ο τελικός στόχος. Κύρια αιτία είναι η έλλειψη ενός κεντρικού συντονιστικού φορέα που να έχει τους πόρους, την τεχνογνωσία, το ανθρώπινο δυναμικό και την αρμόζουσα θεσμική, διοικητική και πολιτική επάρκεια και υπευθυνότητα, ώστε να μπορεί να το τρέξει και να το διαχειρισθεί με επιτυχία και κυρίως με σοβαρότητα και αξιοπιστία. Λανθασμένες εκτιμήσεις και ειδοποιήσεις, τόσο αναφορικά με το μέγεθος, όσο και το επίκεντρο, μπορεί να έχουν δυσμενέστατες επιπτώσεις σε πολλούς τομείς της κοινωνικής μας ζωής και την οικονομία.

Βρισκόμαστε επομένως ακόμη πολύ μακρυά από αυτό που εύστοχα αποκαλείτε «καθολική εφαρμογή». Μπορούμε όμως να κάνουμε μικρά καθοριστικά βήματα, όπως είναι η ανάπτυξη τέτοιου συστήματος στα σχολεία, τα νοσοκομεία και ίσως μερικές ακόμη κρίσιμες υποδομές, όπως οι υποδομές των μεταφορικών δικτύων, τα δίκτυα ενέργειας και κοινής ωφέλειας, κρίσιμης σημασίας βιομηχανικές μονάδες και μονάδες αποθήκευσης επικίνδυνων υλικών κλπ.

Ερ.: Η εφαρμογή τεχνικά θα μπορούσε να διευρυνθεί και να συμπεριλάβει έγκαιρη προειδοποίηση και εκτίμηση βλαβών και σε περιπτώσεις άλλων φυσικών καταστροφών, π.χ. όταν υπάρχει ακριβής χρονική και τοπική πρόβλεψη εκδήλωσης ακραίων καιρικών φαινομένων;

Απ.: Ναι φυσικά και είναι δυνατόν. Ήδη σε ένα πρόγραμμα που υποβάλλαμε στην Ευρωπαϊκή Ένωση για τον σχεδιασμό μιας μεγάλης κλίμακας ερευνητικής υποδομής για την προστασία σχολείων έναντι φυσικών καταστροφών που να καλύπτει όλη την Ευρώπη, αναφερόμαστε πέραν του σεισμικού κινδύνου και στις πλημμύρες ή τις κατολισθήσεις. Η φιλοσοφία είναι η ίδια. Διαφορές υπάρχουν στα θέματα της έγκαιρης ειδοποίησης και της τρωτότητας των σχολικών μονάδων, τα οποία χρειάζονται διαφορετική προσέγγιση.

Για παράδειγμα η πρόβλεψη εκδήλωσης πλημμυρικών καταστάσεων σε μια περιοχή εξαιτίας της υπερχείλισης χειμάρρων ή μεγάλων ποταμών όπως συμβαίνει στην Βόρεια Ευρώπη, ως αποτέλεσμα ασυνήθιστης έντασης και διάρκειας βροχοπτώσεων, είναι αρκετά πιο εύκολη από ό,τι στην περίπτωση σεισμών. Το σημαντικότερο, δε, είναι ότι στην περίπτωση αυτή οι διαθέσιμοι χρόνοι αντίδρασης είναι πολύ πιο άνετοι. Αρκεί βέβαια να υπάρχουν οι σχετικοί μηχανισμοί. Κάτι ανάλογο θα μπορούσε κανείς να φαντασθεί και στην περίπτωση δασικών πυρκαγιών από τις οποίες τόσο πολύ έχει πληγεί η χώρα μας.

Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί ότι στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπάρχει έντονο ενδιαφέρον για την ανάπτυξη μοντέλων εκτίμησης της διακινδύνευσης και διαχείρισης της κρίσης για συνδυασμό διαφόρων φυσικών και ανθρωπογενούς προέλευσης καταστροφών (multi risk assessment and management).

Ερ.: Το σύστημα που σχεδιάζετε απευθύνεται στους πολίτες, στα κράτη, στους υπεύθυνους πολιτικής προστασίας, στους διαχειριστές των υποδομών; Δε είναι -σε κάθε περίπτωση- αναγκαία και η εκπαίδευση των χρηστών του συστήματος, που εν προκειμένω θα είναι και μικρά παιδιά;

Απ.: Έχετε απόλυτο δίκιο. Μπορεί το σύστημα να απευθύνεται σε όλους αυτούς που αναφέρετε, και σε άλλους ακόμη π.χ. την βιομηχανία, αλλά μια κρίσιμη παράμετρος και συνιστώσα της επιτυχίας ενός τέτοιου συστήματος για τα σχολεία είναι η εκπαίδευση και ενημέρωση των παιδιών και γενικά της μαθητικής κοινότητας, συμπεριλαμβανομένων και των δασκάλων. Γι’ αυτό και στο ευρωπαϊκό πρόγραμμα που σας προανέφερα και το οποίο ευελπιστούμε να πάρουμε, έχουμε προβλέψει μια πολύ συστηματική δραστηριότητα σχετική με το θέμα αυτό. Είναι πράγματι ιδιαιτέρως μεγάλης σημασίας. Φαίνεται προφανές και απλό, αλλά δεν είναι. Απαιτεί ειδικές δράσεις και τεχνογνωσία.

Ερ.: Το πρόγραμμα αυτό, εφόσον προχωρήσει από την πιλοτική σε γενική εφαρμογή, τεχνικά έχει δυνατότητα να επικοινωνεί με συστήματα έγκαιρης ενημέρωσης και προειδοποίησης των πολιτών και εργαλεία που διαθέτει η Πολιτική Προστασία, όπως το «112»;

Απ.: Ναι φυσικά. Στην πορεία υλοποίησης του προγράμματος σκοπεύουμε να έχουμε συστηματικές επαφές με την Πολιτική Προστασία και το «112» ώστε αφενός μεν να ενημερωθούν για την ύπαρξη και τις δυνατότητες του, αφετέρου δε για να εξετασθούν οι δυνατότητες συνέργειας, επικοινωνίας και χρήσης των δυνατοτήτων του «112».

Ερ.:Υπάρχει σήμερα χάρτης που να αποτυπώνει τη σεισμική τρωτότητα των σχολικών υποδομών στην Ελλάδα; Εφόσον υπάρχει ή προχωρήσει η σχετική καταγραφή μια συνολική εφαρμογή του προγράμματος θα προτείνατε να ξεκινήσει να υλοποιείται κατά προτεραιότητα σε σεισμογενείς περιοχές, σε πυκνοκατοικημένες περιοχές ή σε κτίρια που θα βρεθούν περισσότερο ευάλωτα;

Απ.: Εξ όσων γνωρίζω δεν υπάρχει τέτοια μελέτη ούτε τέτοιος συστηματικός χάρτης. Έχουν ξεκινήσει κάποιοι πρωτοβάθμιοι προσεισμικοί έλεγχοι σχολικών μονάδων, αλλά αφενός μεν είναι αποσπασματικοί, αφετέρου δε απέχουν πολύ από τις δυνατότητες που θα προσφέρει το υπόψη πρόγραμμα στην πλήρη του ανάπτυξη, για παράδειγμα για όλα τα σχολεία της Θεσσαλονίκης. Στην φάση εκείνη θα πρέπει το κάθε σχολείο να αποκτήσει την δική του «ταυτότητα τρωτότητας» με συστηματικές μελέτες, σαν αυτές που γίνονται για τα τρία πιλοτικά σχολεία που έχουμε στο πρόγραμμα. Επί αυτού ο πρωτοβάθμιος σεισμικός έλεγχος που έχει δειλά ξεκινήσει και δυστυχώς καρκινοβατεί δεν αποτελεί παρά ένα πρώτο στάδιο. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι ένας πολύ πιο συστηματικός έλεγχος της τρωτότητας -ας πούμε τριτοβάθμιος- από όπου να είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε ποια θα είναι η τρωτότητα του κάθε κτιρίου χωριστά για κάθε επίπεδο σεισμικής διέγερσης. Δηλαδή ποιες θα είναι οι πιθανές βλάβες για έναν μικρό, μεγαλύτερο ή πολύ ισχυρό σεισμό. Ανάλογα δε με το επίπεδο της τρωτότητας και τη σεισμική επικινδυνότητα της περιοχής θα είναι δυνατόν να ιεραρχηθούν με ορθολογικό τρόπο και οι όποιες πολιτικές ενίσχυσης των κτιριακών κατασκευών των σχολικών μονάδων σε δημοτικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο.

Ερ.: Στη Θεσσαλονίκη ξεκινήσατε να μελετάτε τη σεισμική επικινδυνότητα σχολικών μονάδων και υποδομών, στο πλαίσιο του προγράμματος Αστικής Ανεκτικότητας, που υλοποιεί ο κεντρικός Δήμος. Έχει ολοκληρωθεί η καταγραφή αυτή;

Απ.: Έχει γίνει μια πρώτη καταγραφή των αναγκών και της διάρθρωσης μια τέτοιας μελέτης σε συνεργασία μάλιστα και με την Παγκόσμια Τράπεζα. Έχει υποβληθεί μια ολοκληρωμένη πρόταση στην προηγούμενη δημοτική αρχή, η οποία δυστυχώς δεν προχώρησε, πιθανώς λόγω του ότι ο Δήμος εισήλθε σε προεκλογική περίοδο. Ευελπιστώ ότι η νέα δημοτική αρχή και ο νέος Δήμαρχος, που είναι και πολιτικός μηχανικός και εξ αντικειμένου αντιλαμβάνεται πλήρως όλες τις διαστάσεις του προβλήματος, θα δει πιο ζεστά το θέμα και θα κάνει τις απαραίτητες ενέργειες, ώστε να ξεκινήσει.

Ερ.: Έχετε υπολογίσει το κόστος μίας γενικής εφαρμογής του προγράμματος στα σχολεία όλης της ελληνικής Επικράτειας;

Απ.: Όχι. Καταλαβαίνω τη σημασία της γνώσης του κόστους αυτού. Φοβάμαι όμως ότι ένας τέτοιος αριθμός μπορεί να αποβεί και αποτρεπτικός. Ας μην σκεφτόμαστε αμέσως για μια καθολική εφαρμογή. Μπορεί να ξεκινήσει από τις περιοχές όπου ο σεισμικός κίνδυνος είναι υψηλότερος ή ο Δήμος, στην ευθύνη του οποίου είναι οι σχολικές μονάδες, έχει την διάθεση και τους πόρους να το αναπτύξει. Στο μέτρο που θα μας ζητηθεί θεωρώ ότι είμαστε σε θέση να δώσουμε μια αρκετά ρεαλιστική εκτίμηση του κόστους τόσο για την εκτίμηση της πραγματικής τρωτότητας των σχολικών μονάδων όσο και την πλήρη ανάπτυξη τους συστήματος SAFESCHOOLS σε κλίμακα ενός Δήμου όπως ο Δήμος Θεσσαλονίκης. Και πάλι επαναλαμβάνω ότι αν γίνει αυτό η Θεσσαλονίκη θα είναι πρωτοπόρα σε διεθνές επίπεδο κάτι που θα έχει πολλαπλά οφέλη για την πόλη και τους πολίτες της.

Ερ.: Σε ποιες κρίσιμες υποδομές θα προτείνατε να επεκταθεί κατά προτεραιότητα μετά τα σχολεία το πρόγραμμα;

Απ.: Καταρχήν στα νοσοκομεία και γενικά στα κέντρα παροχής ιατρικών υπηρεσιών και ακολούθως σε άλλες κρίσιμες υποδομές όπως είναι διάφορα δημόσια κτίρια, οι πυροσβεστικοί σταθμοί, τα μουσεία, τα αεροδρόμια και τα λιμάνια, οι υποδομές βασικών οδικών δικτύων καθώς και τα δίκτυα κοινής ωφέλειας (φυσικό αέριο, ύδρευση, αποχέτευση).

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Πρόγραμμα Πανελληνίων 2025