Προβληματισμό προκαλεί η σχολική διαρροή στα επαγγελματικά λύκεια της χώρας * Αυξημένη η μέση ηλικία των εκπαιδευτικών
Την ανάγκη ενίσχυσης της επαγγελματικής εκπαίδευσης στο πλαίσιο της γενικότερης αναβάθμισης της δημόσιας Παιδείας σηματοδοτεί η ετήσια έκθεση του Κέντρου Ανάπτυξης Εκπαιδευτικής Πολιτικής της ΓΣΕΕ, που παρουσιάστηκε χθες.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει στα χρόνια της κρίσης η μεταβολή της δαπάνης του νοικοκυριού σε σχέση με τη μείωση του ΑΕΠ, που συνεπάγεται τη μείωση της αγοραστικής δύναμης του νοικοκυριού, την ίδια ώρα που μειωνόταν και η κρατική δαπάνη για την εκπαίδευση. Ταυτόχρονα η περιστολή προσλήψεων από το 2010 και έπειτα αναδεικνύει τη γήρανση του εκπαιδευτικού προσωπικού, την ίδια στιγμή που υπάρχει ανάγκη για ενίσχυσή του.
Συσχέτιση πτώσης ΑΕΠ με δαπάνες εκπαίδευσης
Στην έκθεση επισημαίνεται ότι “τα μέτρα δημοσιονομικής πειθαρχίας που υιοθετήθηκαν κατά την περίοδο της ύφεσης επηρέασαν σημαντικά τόσο το ύψος της δημόσιας χρηματοδότησης της εκπαίδευσης όσο και τις δαπάνες των νοικοκυριών για αγορά αγαθών και υπηρεσιών εκπαίδευσης”. Σύμφωνα, λοιπόν, με την έκθεση οι δημόσιες δαπάνες για την εκπαίδευση το 2008 ανέρχονταν στα 8,32 δισ. ευρώ ενώ το 2015 περιορίστηκαν στα 5,61 δισ. ευρώ και το 2016 στα 5,34 δισ. ευρώ.
Συσχετίζοντας τη μείωση των δαπανών για την εκπαίδευση με τη συρρίκνωση του ΑΕΠ, για τη διετία 2008-2009 προκύπτει ότι η μείωση των κρατικών δαπανών στην εκπαίδευση ήταν αναλογικά μεγαλύτερη (-3,17%) σε σχέση με τη μείωση του ΑΕΠ (-1,8%), πράγμα που σημαίνει ότι πρώτα έγιναν μειώσεις στην εκπαιδευτική δαπάνη, παρότι με χρονική καθυστέρηση διαπιστώθηκε η μείωση του ΑΕΠ.
Ωστόσο αυτή η μεταβολή δεν αποτυπώθηκε στον ίδιο βαθμό και στην ιδιωτική δαπάνη για την εκπαίδευση, δείχνοντας την προτεραιότητα που δίνει η μέση ελληνική οικογένεια. Έτσι η συνολική δαπάνη των νοικοκυριών για αγορά αγαθών και υπηρεσιών εκπαίδευσης το 2008 διαμορφώθηκε στα 5,24 δισ. ευρώ, το 2009 αυξήθηκε στα 5,53 δισ. ευρώ και από τότε άρχισε να υποχωρεί φθάνοντας το 2014 στα 3,77 δισ. ευρώ.
Ειδικά για τη φοίτηση ατόμων στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση: Ενώ το 2008 οι ιδιωτικές δαπάνες, δηλαδή οι δαπάνες των νοικοκυριών, προσδιορίζονται στα 4,72 δισ. ευρώ, το 2009 αυξάνονται στα 5,51 δισ. ευρώ, ενώ το 2014 περιορίζονται στα 3,68 δισ. ευρώ. Παρακολουθώντας τα μεγέθη ως προς τη δημόσια δαπάνη για την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, το 2008 αυτή προσδιορίζεται στα 4,43 δισ. ευρώ, το 2009 αυξάνεται στα 4,75 δισ. ευρώ και το 2014 πέφτει στα 3,21 δισ. ευρώ.
Στην καρδιά της Ελλάδας οι καλύτερες σχολικές επιδόσεις
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι σχολικές επιδόσεις σε επίπεδο περιφερειακών ενοτήτων. Συγκεκριμένα οι περιφερειακές ενότητες Κοζάνης, Ευρυτανίας, Καρδίτσας, Τρικάλων, Άρτας και Γρεβενών καταγράφουν υψηλές επιδόσεις του μαθητικού πληθυσμού τους στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (Γυμνάσιο, Γενικό Λύκειο, Επαγγελματικό Λύκειο). Τις χαμηλότερες επιδόσεις καταγράφουν οι περιοχές Ξάνθης, Δυτικής Αττικής, Ροδόπης και Ζακύνθου.
Τόνωση στον πληθυσμό έδωσε η ένταξη των αλλοδαπών παιδιών
Η απάντηση στο ζήτημα της υπογεννητικότητας του εγχώριου πληθυσμού αποτυπώνεται στην τόνωση που προκάλεσε ο πληθυσμός αλλοδαπών παιδιών. Ο συνολικός πληθυσμός μαθητών το 2014 ήταν 1.443.308 παιδιά, κατανεμημένα σε Νηπιαγωγείο 160.994, Δημοτικό 625.165, Γυμνάσιο 310.389, Λύκειο 241.905, Επαγγελματικό Λύκειο 94.855.
Με βάση αυτά τα στοιχεία οι ερευνητές τονίζουν την ανάγκη για ενίσχυση του προσανατολισμού των μαθητών στην επαγγελματική εκπαίδευση. Το 10% του μαθητικού πληθυσμού ήταν αλλοδαποί, εκ των οποίων το 12,1% φοιτούσε στο Νηπιαγωγείο, το 47,3% στο Δημοτικό, το 22,8% στο Γυμνάσιο, το 9,5% στο Λύκειο και το 8,4% στο Επαγγελματικό Λύκειο.
Ενισχυμένη η σχολική διαρροή στα αγόρια
Ωστόσο φλέγον ζήτημα για την εκπαιδευτική κοινότητα αποτελεί η σχολική διαρροή. Το 2014 το ποσοστό των νέων (ηλικίας 15-24 ετών) που πρόωρα εγκατέλειψαν την εκπαίδευση και κατάρτιση στην Ελλάδα αντιστοιχούσε στο 9%, ενώ ο μέσος κοινοτικός όρος εκινείτο στο 11,2%. Περισσότερα αγόρια εγκατέλειπαν πρόωρα το σχολείο, με το ποσοστό να κυμαίνεται στο 11,5%, ενώ τα κορίτσια που εγκαταλείπουν το σχολείο αντιστοιχούν στο 6,6%, μειώνοντας διαχρονικά τα ποσοστά σχολικής διαρροής.
Κατά τη διάρκεια της περιόδου 2002-2014 καταγράφεται οριακή μείωση (-0,1%) του πλήθους των μαθητών που διέκοψαν αδικαιολόγητα τη φοίτησή τους στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Το 2014, από το σύνολο των 33.363 μαθητών που διέκοψαν αδικαιολόγητα τη φοίτησή τους στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση της χώρας, το 76,9% (25.672 μαθητές) φοιτούσαν σε ημερήσιες μονάδες, ενώ το 23,1% (7.691 μαθητές) φοιτούσαν σε εσπερινές μονάδες της εκπαίδευσης.
Ο δείκτης συγκράτησης μαθητικού πληθυσμού αποτυπώνει την ανάγκη χάραξης στρατηγικής για την ενίσχυση του επαγγελματικού σχολείου. Το 2014 η υψηλότερη τιμή του δείκτη συγκράτησης μαθητικού πληθυσμού κατεγράφη στο Δημοτικό (99,3%) και κατά φθίνουσα τιμή του δείκτη ακολουθούν: το Γενικό Λύκειο (98,0%) και το Γυμνάσιο (95,8%), ενώ η χαμηλότερη τιμή του δείκτη τη συγκεκριμένη χρονιά καταγράφεται στο Επαγγελματικό Λύκειο (83,8%).
Κατά την περίοδο αναφοράς 2002-2014 η διάταξη των βαθμίδων ως προς την τιμή του δείκτη συγκράτησης μαθητικού πληθυσμού παρέμεινε η ίδια, με το Επαγγελματικό Λύκειο να καταγράφει τη χαμηλότερη τιμή του δείκτη (μέση τιμή περιόδου αναφοράς 83,9%) και κατά αύξουσα σειρά ακολουθούν το Γυμνάσιο (95,9%), το Γενικό Λύκειο (98%) και το Δημοτικό (99,4%).
Γήρανση του εκπαιδευτικού προσωπικού
Το 2014 στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση της χώρας υπηρετούσαν 155.436 εκπαιδευτικοί. Εξ αυτών στο Νηπιαγωγείο 13.526 εκπαιδευτικοί (8,7%), στο Δημοτικό 65.329 (42%), στο Γυμνάσιο 38.655 (24,9%), στο Γενικό Λύκειο 24.345 (15,7%) και στο Επαγγελματικό Λύκειο 13.581 (8,7%).
Οι βαθμίδες της εκπαίδευσης διαφοροποιούνται μεταξύ τους ως προς ποσοστό των γυναικών στο διδακτικό τους προσωπικό, με τις γυναίκες να υπερεκπροσωπούνται (από σημαντικά έως ελαφρά) σε όλες τις επιμέρους βαθμίδες, εκτός από το Επαγγελματικό Λύκειο, όπου υποεκπροσωπούνται. Συγκεκριμένα το 2014 το 98,6% του διδακτικού προσωπικού στο Νηπιαγωγείο είναι γυναίκες και κατά φθίνουσα σειρά ποσοστού γυναικών ακολουθούν το Δημοτικό (με 70,2%), το Γυμνάσιο (με 66,1%), το Γενικό Λύκειο (με 54,1%) και το Επαγγελματικό Λύκειο (με 44,6%).
Ωστόσο σημαντικό στοιχείο αποτελεί ο μέσος όρος ηλικίας των εκπαιδευτικών, ο οποίος μεταβλήθηκε από τη διετία 2012 – 2014. Στα νηπιαγωγεία ο μέσος όρος ηλικίας μεταβλήθηκε από τα 40,3 στα 41,4 χρόνια, στα δημοτικά σχολεία από τα 40,8 στα 42,2 χρόνια, στα γυμνάσια από τα 45 στα 46,3 χρόνια, στα λύκεια από 46,6 στα 47,5 χρόνια, ενώ στα επαγγελματικά λύκεια από ΤΑ 44,4 στα 45,7 χρόνια.
Γαβρόγλου: Στην εκπαίδευση το νέο κύμα διορισμών
Νέο Λύκειο με λιγότερα μαθήματα και περισσότερες ώρες