Για εξαιρετικά άστοχες αποφάσεις εκ μέρους της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας που είχαν ως αποτέλεσμα να δημιουργηθούν περισσότερα προβλήματα από αυτά που ενδεχομένως θέλησε να λύσει κάνει λόγο σε κείμενο διαμαρτυρίας ο Σύλλογος Αναπληρωτών Νηπιαγωγών δια μέσου της Προέδρου Μαρίας Σπανού.
Στο κείμενο που παρατίθεται ακολούθως επισημαίνεται μεταξύ των άλλων ότι η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας αρνείται πλέον να εφαρµόσει δικαστικές αποφάσεις, αρνείται να συµµορφωθεί µε τις διατάξεις του Συντάγµατος και µε µοναδικούς στόχους την ψηφοθηρία και την εξυπηρέτηση συγκεκριµένων οµάδων, επιδιώκει να καταστήσει την δηµόσια παιδεία κοµµατικό φέουδο.
«Ὤδινεν ὄρος καὶ ἔτεκεν µῦν», Λουκιανός.Η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας µετά από την εξάµηνη σχεδόν «ενασχόλησή» της µε τα ζητήµατα των εκπαιδευτικών και την πρόθεση της να επιλύσει επί το δικαιότερο τα χρονίζοντα ζητήµατα της ελληνικής παιδείας και αφού προηγουµένως συνδιαλλέχθηκε µε κάθε κοινωνική και επαγγελµατική οµάδα, αποφάσισε να προχωρήσει στην κατάθεση ενός Πολυνοµοσχεδίου, µε την µαταιοδοξία ότι θα τα έλυνε µε ένα µαγικό ραβδί. Αντί αυτής της «πρόθεσης» µέχρις στιγµής έχουµε τα εξής:
ένα Πολυνοµοσχέδιο που είναι αµφίβολο αν θα ψηφιστεί καθώς ήδη υπάρχουν αντιδράσεις σε βάρος του, από µερίδα των ελλήνων βουλευτών, την συγκρότηση µιας οµάδας εργασίας, µετά και την πρόσφατη απόφαση 527/2015 του Συµβουλίου της Επικρατείας, η οποία προτείνει «καινοφανείς» και εσχάτως αντισυνταγµατικούς τρόπους διορισµού µόνιµων εκπαιδευτικών και πρόσφατα την έκδοση της εγκυκλίου για την υποβολή αιτήσεων εκπαιδευτικών προκειµένου να καταρτιστούν οι νέοι ενιαίοι πίνακες αναπληρωτών και ωροµίσθιων εκπαιδευτικών για την κάλυψη των κενών της εκπαίδευσης, η οποία στηρίζεται σε διατάξεις αντισυνταγµατικές.
Σε όλες αυτές τις ενέργειες της η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου έλαβε εξαιρετικά άστοχες αποφάσεις, καθώς δηµιούργησε ακόµη περισσότερα προβλήµατα από αυτά που ενδεχοµένως θέλησε να λύσει. Με κύριο χαρακτηριστικό γνώρισµα την ενδοτικότητα και υποχωρητικότητα έναντι κάθε συντεχνιακού και µικροκοµµατικού συµφέροντος, προχώρησε ή προτίθεται να προχωρήσει στην θεσµοθέτηση φωτογραφικών διατάξεων, ευνοώντας απροκάλυπτα και σκανδαλωδώς συγκεκριµένα συµφέροντα. Η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας αρνείται πλέον να εφαρµόσει δικαστικές αποφάσεις, αρνείται να συµµορφωθεί µε τις διατάξεις του Συντάγµατος και µε µοναδικούς στόχους την ψηφοθηρία και την εξυπηρέτηση συγκεκριµένων οµάδων, επιδιώκει να καταστήσει την δηµόσια παιδεία κοµµατικό φέουδο.
Συγκεκριµένα, το Υπουργείο µε την έκδοση της υπ’ αριθµ. 119392/Ε2/24-7-2015 εγκυκλίου, η οποία βασίστηκε και στην τροποποίηση Λοβέρδου, ήτοι την µη προσµέτρηση της προϋπηρεσίας των ετών 2010-2012 και την διπλή µοριοδότηση των δυσπρόσιτων, συνιστά ανεπίτρεπτη και αιφνιδιαστική ανατροπή κάθε έννοιας δικαίου και αντίκειται στην συνταγµατική νοµιµότητα, πριµοδοτώντας, κατά τρόπο σκανδαλώδη, τυχαίες επιλογές.
Οι αναπληρωτές εκπαιδευτικοί, η ραχοκοκαλιά της ελληνικής εκπαίδευσης, ο µοναδικός λόγος που εδώ και χρόνια το ελληνικό κράτος µπορεί να ισχυρίζεται ότι στελεχώνει επαρκώς τις σχολικές µονάδες, µε µικρότερο κόστος για τον Κρατικό Προϋπολογισµό από αυτό που θα είχε να έκανε µόνιµους διορισµούς, αντιµετωπίζονται από την σηµερινή πολιτική ηγεσία του Υπουργείου σαν «δεύτερης» κατηγορίας πολίτες ή στην καλύτερη περίπτωση ως τους «τυχερούς» µιας ιδιότυπης λοταρίας. Χωρίς να τους αναγνωρίζεται ο παραµικρός σεβασµός, χωρίς να τους αναγνωρίζεται ο κόπος που κάθε έτος καταβάλλουν µε κόστος προσωπικό, οικογενειακό και οικονοµικό, χωρίς να υποστηρίζονται στο παραµικρό, οι αναπληρωτές εκπαιδευτικοί το µόνο που ζήτησαν ήταν µια αξιοπρεπή αντιµετώπιση και διαφάνεια στην κατάρτιση των πινάκων, αίτηµα το οποίο δεν εισακούστηκε, τόσο από το Υπουργείο όσο και από την ΔΟΕ και από την ΟΛΜΕ.
Επιπλέον, η οµάδα εργασίας του Υπουργείου για τους µόνιµους διορισµούς «απεργάζεται» σχέδια για την κατάρτιση πινάκων µε την εισαγωγή κοινωνικών κριτηρίων, π.χ. αναγνώριση προϋπηρεσίας αποκτηθείσας σε ιδιωτικά σχολεία ή πολύτεκνων, ανάγοντας εσχάτως τα τέκνα των εκπαιδευτικών εκτός από τα γνωστά φορολογικά τεκµήρια και σε προσόν άξιο µοριοδότησης, λες και οι αναπληρωτές που κάθε χρόνο µετακοµίζουν σε όλη την Ελλάδα και αδυνατούν εκ των πραγµάτων να δηµιουργήσουν τις συνθήκες για οικογένεια, είναι οι «στείροι» παράγοντες της νεοελληνικής κοινωνίας. Τα ως άνω «κριτήρια» αποσκοπούν στο να παρακάµψουν, πραξικοπηµατικά, την υπ’ αριθµ. 527/2015 απόφαση του ΣτΕ η οποία προτάσσει έναντι όλων και κατά απόλυτο τρόπο τους επιτυχόντες γραπτού διαγωνισµού και ειδικότερα του 2008, µε µοναδικό σκοπό την εξυπηρέτηση ορισµένης «πελατείας», για λόγους ψηφοθηρικούς και εκπλήρωσης «εργολαβικών» συµβάσεων. Είναι σαφές ότι από τις εργασίες και τα πορίσµατα της Οµάδας, οι ‘Ελληνες εκπαιδευτικοί έγιναν σοφότεροι και αντιλήφθηκαν, ότι τα «κελεύσµατα» των καιρών συναντούν ευήκοα ώτα εκεί που πρέπει.
Η πολιτική ηγεσία που προφανώς προσδοκά ότι θα λειτουργήσει υπέρ του για µια ακόµη φορά η εγγενής αντιπαλότητα µεταξύ των ελλήνων εκπαιδευτικών και τα αντικρουόµενα συµφέροντα τους, η ιδιοτελής υποστήριξη των συνδικαλιστικών φορέων, οι ενστικτώδεις και ίσως σπασµωδικές αντιδράσεις των αναπληρωτών.
Δεν θα πρέπει όµως η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου να παραγνωρίσει ότι ο αναπληρωτής εκπαιδευτικός αν και εγκλωβισµένος στην υπαρξιακή υπεράσπιση της ατοµικότητας του και τη προάσπιση του προσωπικού του αγώνα, έχει την δική του δυναµική, όταν, ειδικά, αντιληφθεί την βλάβη που υφίσταται από «οµάδες» µε πρόσβαση στην νοµή της εξουσίας και στα κέντρα λήψης αποφάσεων. Αυτή η δυναµική, δυστυχώς για το Υπουργείο, έχει ήδη εκδηλωθεί και µε βήµατα σταθερά και σε κάθε forum, εγχώριο ή ευρωπαϊκό, θα ανατρέψει κάθε προσπάθεια να παρακαµφθούν το Σύνταγµα και οι δικαστικές αποφάσεις.
Για το Σύλλογο Αναπληρωτών Νηπιαγωγών Η Πρόεδρος Σπανού Μαρία