Το να μετέχεις στον δημόσιο διάλογο για ένα σοβαρότατο θέμα όπως είναι οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στον χώρο της εκπαίδευσης, μέσω ακόμα και κάποιου άρθρου στον ημερήσιο Τύπο, είναι κάτι το εξαιρετικό – ειδικά αν είσαι και βουλευτής. Οι ιδέες, καλές ή «κακές», είναι αναγκαίο να ακούγονται, να καταγράφονται, να εμπλουτίζουν τη γενικότερη συζήτηση. Ακόμα και «κακές» δε, είναι απείρως καλύτερο το να τις διατυπώνεις, ως βουλευτής, έστω και εκτός του κοινοβουλίου, από το να προβαίνεις σε χυδαία προφορικά σχόλια εντός της Ολομέλειας – όπως, επί παραδείγματι, ισχύει για τον Αλέξανδρο Τριανταφυλλίδη: ο συγκεκριμένος βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ υπενθυμίζεται πως κάποιο βράδυ του περασμένου Απριλίου, δήθεν αστειευόμενος και γελώντας καθήμενος δίπλα στην τέως πρόεδρο της Βουλής, είχε κάνει σεξιστικά σχόλια σε βάρος προσώπων που ανήκουν στη Νέα Δημοκρατία.
Ας κριθεί, λοιπόν, για τις ιδέες-προτάσεις του, ως βουλευτής ενός κόμματος της Αριστεράς: Για την ιδέα, επί παραδείγματι, να επιβληθούν «δίδακτρα» («Συνδρομή του Συλλόγου Γονέων» την αποκαλεί) ώστε να καλυφθούν τα έξοδα ενισχυτικής-φροντιστηριακής διδασκαλίας στα δημόσια σχολεία. Για το γεγονός ότι δεν τονίζει την ανάγκη να αναβαθμιστεί η παρεχόμενη διδασκαλία, ώστε να μη χρειάζονται φροντιστηριακά μαθήματα ούτε εκτός ούτε εντός δημόσιου σχολείου. Για την πρωτοβουλία του να μιλήσει για «εύπορες οικογένειες» οι οποίες θα καλούνται να καταβάλουν «συνδρομή» ύψους 120 ευρώ μηνιαίως. Θα ήταν ενδιαφέρον, στο σημερινό δημοσιονομικό περιβάλλον, να διευκρινίσει ο βουλευτής της κυβερνώσας Αριστεράς, από ποιο εισόδημα μια οικογένεια που στέλνει το παιδί της στο δημόσιο σχολείο θεωρείται «εύπορη», ώστε να της επιβληθεί νέος περιορισμός στο εισόδημά της.
Ναι, είναι κάτι το εξαιρετικό να ανοίξει ένας τέτοιος διάλογος και για τον χώρο της εκπαίδευσης. Ωστε, επιπροσθέτως, να απαντηθούν και άλλα ερωτήματα, όπως επί παραδείγματι το για ποιους λόγους οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ δεν εγείρουν -όπως έπρατταν κατά το σχετικά πρόσφατο αντιπολιτευτικό τους παρελθόν- ζήτημα αναφορικά με τον υποσιτισμό των παιδιών που πηγαίνουν στο σχολείο, διαρκούσης της δημοσιονομικής κρίσης. Γιατί δεν διαμαρτύρονται, απαιτώντας να μάθουν ποια είναι η εξέλιξη όσον αφορά το θέμα των μαθητικών συσσιτίων.
Αλλά, και ακόμα περισσότερο: Για το ποιος είναι ο λόγος που ούτε η κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, ούτε η κυβέρνηση – και ειδικότερα το υπουργείο Παιδείας, δεν έχουν ακόμα παρουσιάσει νομοθετική πρωτοβουλία για την αντιμετώπιση των οξύτατων προβλημάτων που αντιμετωπίζει η ειδική εκπαίδευση και κατ’ επέκταση χιλιάδες ελληνικές οικογένειες. Ο τελευταίος υπουργός που είχε «δεσμευτεί για άμεση κατάθεση» τέτοιου νομοσχεδίου ήταν, προ… ετών στη Βουλή, ο Α. Λοβέρδος. Και δεν μιλάμε απλώς για προσλήψεις δασκάλων, όπως περιορίζεται κατά περιόδους να λέει ο σημερινός υπουργός Ν. Φίλης. Παράμετροι όπως η ύπαρξη σχολείων με κατάλληλες υποδομές, και μια σειρά από άλλα σχετικά ζητήματα είναι γνωστά και διατυπωμένα πολλάκις και από τους αρμόδιους φορείς, σε πολλές συνεδριάσεις της αρμόδιας Επιτροπής του Κοινοβουλίου. «Δικαιολογίες» που κάνουν την εμφάνισή τους σε επίσημα έγγραφα του υπουργείου, όπως ότι ζητήματα κτιριακά ή μεταφοράς μαθητών ανήκουν στην αρμοδιότητα άλλων (Περιφέρεια, Δήμοι κ.λπ.), προφανώς και πλέον μόνο ως επιεικώς απαράδεκτες μπορούν να χαρακτηριστούν: Τα ζητήματα αφορούν συγκεκριμένο χώρο της Παιδείας και το κράτος είναι ενιαίο.