Χωλαίνει η ειδική εκπαίδευση στη Λάρισα, καθώς εντοπίζεται ένα μεγάλο κενό στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, το οποίο βέβαια λειτουργεί σε βάρος των μαθητών που χρειάζονται στήριξη στην πορεία τους στο σχολείο.
Εκτός του ότι πολλοί μαθητές βρίσκονται στη δύσκολη θέση να αντιμετωπίζουν μαθησιακές δυσκολίες, πολλές εκ των οποίων οφείλονται σε γενετικούς παράγοντες και ως εκ τούτου μη αναστρέψιμοι, βρίσκουν και την πόρτα της εκπαίδευσης κλειστή, στην ανάγκη βοήθειας που επιζητούν, με αποτέλεσμα να μην έχουν τις ίδιες ευκαιρίες με τα υπόλοιπα παιδιά.
Ναι μεν στο πλαίσιο του εκπαιδευτικού συστήματος, υπάρχουν υπηρεσίες που διαπιστώνουν το πρόβλημά τους, ναι μεν γίνεται γνωστό στο σχολείο όπου φοιτούν ότι απαιτείται η στήριξή τους από ειδικούς εκπαιδευτικούς, αλλά αυτή φαίνεται να αρχίζει και να σταματά και μόνο στις τάξεις του δημοτικού σχολείου.
Με την εισαγωγή τους όμως στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, ξαφνικά όλα τελειώνουν, σαν αυτά τα παιδιά να μην έχουν πια πρόβλημα, σαν να μην χρειάζονται πλέον τη στήριξη και να μπαίνουν σε μια άλλη πραγματικότητα που τους αναγκάζει να ακολουθήσουν δύο δρόμους: Ο πρώτος να μην καταφέρουν να ανταπεξέλθουν στο απαιτητικό πρόγραμμα του σχολείου τους και να χαρακτηρίζονται «κακοί μαθητές» και ο δεύτερος και ο πιο σπάνιος ειδικά στη σημερινή εποχή, είναι να κάνουν ιδιαίτερα μαθήματα στήριξης στο σπίτι τους, όταν οι γονείς έχουν τη δυνατότητα να ανταπεξέλθουν στο μεγάλο οικονομικό κόστος που αυτό συνεπάγεται.
Αν και προβλέπεται η δημιουργία τμημάτων στήριξης στα Γυμνάσια και στα Λύκεια, πέρυσι τέτοια δεν λειτούργησαν στη Λάρισα, σε αντίθεση με άλλες πόλεις, γεγονός που σίγουρα δεν οφείλεται στο ότι δεν υπήρχαν μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες όταν το ΚΕΔΔΥ, ο φορέας που κάνει τις διαγνώσεις παιδιών με μαθησιακές δυσκολίες, αναφέρει πως έχει αντιμετωπίσει και μόνο πέρυσι 800 περιστατικά!
Στο παρελθόν λειτούργησαν μεν σε κάποια σχολεία της Λάρισας, τμήματα ένταξης, αλλά και πάλι όχι τόσα που να καλύπτουν τον αριθμό των μαθητών στη Λάρισα, οι οποίοι διαγνώστηκαν με προβλήματα μάθησης.
Τα ερωτήματα είναι πολλά: Γιατί δεν λειτούργησαν πέρυσι στη Λάρισα τα τμήματα ένταξης; Όταν λειτούργησαν τις προηγούμενες χρονιές, γιατί ήταν μικρός ο αριθμός τους μπροστά στις ανάγκες που έχει η Λάρισα;
Αυτά τα παιδιά που χωρίς βοήθεια μπορούν κάλλιστα να χαρακτηριστούν «κακοί μαθητές», που θα στηριχθούν, όταν το ίδιο το σχολείο είναι σαν να κλείνει τα μάτια στο πρόβλημά τους;
Από τους καταλληλότερους να μας μιλήσουν για όλα αυτά, είναι οι εκπαιδευτικοί ειδικής αγωγής, οι οποίοι σπούδασαν για να βοηθήσουν τέτοιες περιπτώσεις παιδιών, αλλά εισερχόμενοι στην εκπαίδευση δεν πίστευαν ότι ακόμη κι αυτό δεν είναι αυτονόητο σήμερα.
Διαπιστώνουν μια μεγάλη αδικία εις βάρος αυτών των παιδιών και μας καταθέτουν τους προβληματισμούς τους, ενώ καταγγέλλουν παράλληλα τα όσα «φρενάρουν» στην εκπαίδευση τη στήριξη παιδιών με μαθησιακές δυσκολίες.
Ο κ. Παναγιώτης Θεοδωρόπουλος και ο κ. Μιχάλης Σκπρίμπας, μέλη του Συλλόγου αναπληρωτών καθηγητών ειδικής αγωγής, ρίχνουν βολές εναντίον ακόμη και διευθυντών σχολείων, που δεν ζητούν τη δημιουργία τμημάτων ένταξης στα σχολεία τους για να μην «ταράξουν το ωρολόγιο πρόγραμμά τους»!
Συγκεκριμένα αναφέρουν:«Μετά την έκδοση της γνωμάτευσης μαθησιακών δυσκολιών σε μαθητές, τελειώνει η δουλειά του ΚΕΔΔΥ και αναλαμβάνει το σχολείο. Το ΚΕΔΔΥ προτείνει και το σχολείο οφείλει να την υλοποιήσει. Ο κύριος θεσμός που υλοποιεί τις οδηγίες των ΚΕΔΔΥ στο σχολείο είναι το Τμήμα Ένταξης. Το Τμήμα Ένταξης, στελεχωμένο με εξειδικευμένους εκπαιδευτικούς στην ειδική αγωγή και εκπαίδευση, δουλεύοντας με μικρές ομάδες μαθητών (κατ’ ελάχιστο 3) είναι το μόνο που μπορεί να αξιοποιήσει τις οδηγίες του ΚΕΔΔΥ και να αναδείξει τις δυνατότητες του μαθητή.
Ο εκπαιδευτικός της γενικής τάξης, ούτε την εξειδίκευση έχει, ούτε και την πολυτέλεια να δουλέψει τα εξατομικευμένα προγράμματα που προτείνει το ΚΕΔΔΥ, μέσα σε μια τάξη με περισσότερα από είκοσι παιδιά.
Δυστυχώς όμως, το σχολικό έτος 2013-2014 , αν και το ΚΕΔΔΥ εξέτασε 800 περιπτώσεις (όπως ανακοίνωσε), στη πόλη της Λάρισας δεν λειτούργησε ούτε ένα τμήμα ένταξης στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, ενώ στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση λειτούργησαν περίπου είκοσι.
Δηλαδή οι μαθητές που υποστηρίχτηκαν στο δημοτικό όταν πήγαν στο Γυμνάσιο ή στο Λύκειο δεν είχαν την στήριξη που χρειάζονται.
Σε ολόκληρο το νομό Λάρισας, με τόσο μεγάλο πλήθος μαθητών στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση, οι μαθητές έπρεπε να εκπαιδευτούν χωρίς τις κατάλληλες ανά περίπτωση μεθόδους.
Με αυτό τον τρόπο, όλη η πολύ καλή δουλειά που γίνεται στα ΚΕΔΔΥ πηγαίνει χαμένη, αφού το σχολείο χωρίς τμήμα ένταξης αδυνατεί να εφαρμόσει τις οδηγίες και τα παιδιά στην ουσία παραμένουν αβοήθητα.
Το γεγονός λοιπόν ότι 800 οικογένειες ζήτησαν αξιολογήσεις από τα ΚΕΔΔΥ για τα παιδιά τους, μας δείχνει ότι η κοινωνία έχει απενοχοποιήσει το «στίγμα» της ειδικής εκπαίδευσης. Το βλέπουμε άλλωστε και εμείς καθημερινά σε σχολεία άλλων νομών όπου δουλεύουμε και που έχουν την τύχη να έχουν τμήματα ένταξης. Επομένως αν ψάξουμε τις αιτίες που δεν προχωράει η ειδική εκπαίδευση στην πόλη μας, δεν θα μπορούσε σε καμιά περίπτωση μία από αυτές να είναι το γεγονός ότι οι γονείς δεν πάνε την αξιολόγηση του ΚΕΔΔΥ στο σχολείο.
Κατά τη γνώμη μας, οι αιτίες είναι άλλες. Συνοπτικά θα λέγαμε ότι τις αιτίες μπορούμε να τις αναζητήσουμε:
Στο γεγονός ότι η πολιτεία αντιμετωπίζει τα τμήματα ένταξης σαν είδος πολυτελείας για ένα σχολείο και όχι σαν βασικό και αναπόσπαστο κομμάτι του. Έτσι φροντίζει να στελεχώσει τα σχολεία με εκπαιδευτικούς των γενικών τάξεων χωρίς καμία εξειδίκευση στην ΕΑ και αν περισσέψουν χρήματα (που δεν περισσεύουν) να τοποθετήσει και καθηγητές στα τμήματα ένταξης. Ας αναρωτηθούμε όμως, τι μπορεί να προσφέρει ένα πλήρως στελεχωμένο με εκπαιδευτικούς γενικής παιδείας σχολείο σε ένα παιδί με μέτριες δυσκολίες (πχ οριακή νοημοσύνη, διάσπαση προσοχής, αυτισμός υψηλής λειτουργικότητας κ.α.) όταν από το σχολείο λείπει ο ειδικός παιδαγωγός.
Στο γεγονός ότι πολλοί διευθυντές σχολείων θεωρούν ότι ένα τμήμα ένταξης υποβαθμίζει το κύρος του σχολείου τους. Ας αναρωτηθούμε και πάλι πότε ένα σχολείο θεωρείται επιτυχημένο; Όταν διαλέγει και ασχολείται μόνο με τους καλούς μαθητές ή όταν αγκαλιάζει και αυτούς που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη για εκπαίδευση κάθε μορφής (γνωστική, κοινωνική, συναισθηματική);
Τέλος, παρά τις πενιχρές πιστώσεις του υπουργείου, παρά τους ελάχιστους ευαισθητοποιημένους διευθυντές, η περίπτωση της Λάρισας χρειάζεται περαιτέρω έρευνα και εδώ θα θέλαμε η βοήθεια σας. Πως γίνεται άλλες πόλεις να έχουν έστω και ελάχιστα τμήματα ένταξης και η Λάρισα, μία από τις μεγαλύτερες πόλεις της Ελλάδας, να μην έχει ούτε ένα στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση; Δεν μπορούμε να φανταστούμε πως ούτε ένας διευθυντής δεν ζήτησε εκπαιδευτικούς για τμήμα ένταξης!».