Γράφει η Κερασιώτη Αλεξάνδρα, Κλινική Ψυχολόγος – Ψυχοπαθολόγος
Η μετάβαση από τη μία σχολική βαθμίδα στην άλλη, η μετακόμιση της οικογένειας σε άλλη περιοχή λόγω αλλαγής δουλειάς του …
γονιού, κατοικίας ή διαζυγίου, η μετάβαση από κάποιο ιδιωτικό εκπαιδευτήριο σε δημόσιο ή το αντίθετο αποτελούν τις συνηθέστερες αιτίες αλλαγής σχολείου. Ο αποχωρισμός από το οικείο περιβάλλον προκαλεί θλίψη, ακόμα και στις περιπτώσεις που είναι επιθυμητός.
Το πέρασμα από τη μια σχολική βαθμίδα στην άλλη συνήθως συμβαδίζει με τη μετάβαση σε άλλη ηλικιακή φάση, από την παιδική ηλικία στην εφηβεία ή ενηλικίωση, και συχνά προκαλεί αμφίθυμα συναισθήματα. Τα παιδιά νιώθουν μια χαρμολύπη αφού από τη μια αδημονούν να μεγαλώσουν και να κατακτήσουν δικαιώματα και προνόμια, από την άλλη αισθάνονται στεναχώρια για τον αποχωρισμό και άγχος για τις νέες ευθύνες και αυξημένες σχολικές υποχρεώσεις. Επίσης, η απώλεια φίλων γεμίζει αγωνία τα παιδιά, ιδίως τα πιο εσωστρεφή, που αναρωτιούνται αν θα καταφέρουν να αποκτήσουν ξανά νέες παρέες.
Η μετακόμιση συνεπάγεται εκτός από την αναγκαστική αλλαγή σχολείου την απώλεια του οικείου περιβάλλοντος ή/και της ρουτίνας. Σε περιπτώσεις διαζυγίου αυτή η αλλαγή μπορεί να λειτουργήσει ανακουφιστικά, όταν υπήρχαν εντάσεις. Συνήθως όμως δημιουργεί συναισθήματα δυσφορίας, όπως θυμό, θλίψη, άγχος και ανασφάλεια.
Η αλλαγή σχολικού περιβάλλοντος προκύπτει σε κάποιες περιπτώσεις είτε επειδή οι γονείς επιθυμούν το παιδί να μεταβεί σε ιδιωτικό σχολείο, που πιστεύουν ότι θα του προσφέρει περισσότερα εφόδια είτε επειδή αδυνατούν εξαιτίας της κρίσης να αντεπεξέλθουν στις οικονομικές υποχρεώσεις της ιδιωτικής φοίτησης. Οι λόγοι που επιβάλλουν αυτή την αλλαγή μπορεί για εκείνους να είναι ευνόητοι, αντίθετα το παιδί να δυσκολεύεται να κατανοήσει το γιατί και να νιώθει έντονο θυμό, απόγνωση και σύγχυση. Αναγκαία είναι γι’ αυτό η ενημέρωσή του.
Και στις δύο περιπτώσεις το παιδί χρειάζεται να προσαρμοστεί σε ένα συνήθως πολύ διαφορετικό σχολικό περιβάλλον με άλλη κουλτούρα, συνήθειες και πρόγραμμα και να αντιμετωπίσει μεταβολές στη ρουτίνα τόσο του σχολείου όσο και του σπιτιού, αφού σε κάποιες περιπτώσεις παύουν να υφίστανται παροχές, όπως φύλαξη. Το πώς διαχειρίζεται την αλλαγή του σχολικού περιβάλλοντος το παιδί εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον τρόπο που οι γονείς αντιμετωπίζουν τους λόγους που οδήγησαν σε αυτή την αλλαγή καθώς και με το πώς διαχειρίζονται τα δικά τους συναισθήματα.
Γονείς, για παράδειγμα, που εξαιτίας της οικονομικής κρίσης αναγκάζονται να τροποποιήσουν σε μεγάλο βαθμό τις συνθήκες διαβίωσής τους και αδυνατούν να διαχειριστούν τη ματαίωση, το θυμό και τη θλίψη τους δυσκολεύονται να στηρίξουν κατάλληλα τα παιδιά τους.
Σε περιπτώσεις αλλαγής σχολείου λόγω της οικονομικής κρίσης χρειάζεται ο γονιός να εξηγήσει στο παιδί – ανάλογα με την ηλικία του – τι συμβαίνει δίχως ωστόσο να παρουσιάσει την αλλαγή ως αποτυχία ή συμφορά αλλά ως αναγκαία ενέργεια εξοικονόμησης πόρων σε μια φάση που πλήττεται ολόκληρη η κοινωνία.
Η ιδιοσυγκρασία κάθε παιδιού και οι παρελθούσες εμπειρίες αποχωρισμού επηρεάζουν επίσης σημαντικά τον τρόπο αντίδρασης και προσαρμογής του. Εσωστρεφή, συνεσταλμένα και αγχώδη παιδιά αντιμετωπίζουν μεγαλύτερες δυσκολίες αφού φοβούνται ότι δεν θα ξαναποκτήσουν νέες παρέες και ερμηνεύουν με αρνητικό ή καταστροφικό τρόπο την αλλαγή μεγεθύνοντας τις δυσκολίες που θα αντιμετωπίσουν. Κοινωνικά, εξωστρεφή παιδιά μπορούν επίσης να εμφανίσουν ένταση αφού χάνουν παρέες που δημιούργησαν. Τα παιδιά εκδηλώνουν τη δυσφορία τους με αντιδράσεις, όπως ένταση, ανησυχία, υπερκινητικότητα, δυσκολία στη συγκέντρωση, διαταρακτική συμπεριφορά, πτώση της σχολικής επίδοσης, σωματικά συμπτώματα (σωματοποίηση του στρες) και παλινδρόμηση, πισωγύρισμα δηλαδή σε συμπεριφορές παιδιών μικρότερης ηλικίας.
Σε κάθε περίπτωση απαραίτητη είναι η έγκαιρη ενημέρωση του παιδιού από τους γονείς για την επικείμενη αλλαγή ώστε το παιδί να αποχαιρετίσει το παλιό του σχολείο δίχως βιασύνη και πίεση. Η οργάνωση κάποιου αποχαιρετιστήριου πάρτι και η συμπλήρωση ενός λευκώματος από συμμαθητές και δασκάλους αποτελούν μερικές ιδέες που βοηθούν το παιδί να κλείσει πίσω του ό,τι αφήνει και να κάνει μια καινούργια αρχή. Η διατήρηση της επικοινωνίας με παλιούς συμμαθητές σε τακτά χρονικά διαστήματα διευκολύνει τον αποχωρισμό και βοηθά το παιδί να αντιληφθεί βιωματικά ότι οι σχέσεις και οι δεσμοί δεν χάνονται, αλλά διατηρούνται στο χρόνο όταν φροντίζονται. Η συνέχεια της ρουτίνας στο σπίτι συμβάλλει στην καλύτερη προσαρμογή ενισχύοντας την αίσθηση ασφάλειας. Η γνωριμία του παιδιού με το νέο σχολικό περιβάλλον πριν την έναρξη της φοίτησης προάγει την εξοικείωση, βοηθά στην ομαλότερη προσαρμογή και παρέχει τη δυνατότητα για καλλιέργεια γνωριμιών.
Οι γονείς θα πρέπει να μην υποβαθμίζουν τις ανησυχίες του παιδιού, να δείχνουν κατανόηση και σεβασμό, να το ακούν επιδεικνύοντας ωστόσο σταθερότητα και συνέπεια στις αποφάσεις τους και να το βοηθούν να επιλύσει τα προβλήματά του. Οι γονείς χρειάζεται επίσης να λεκτικοποιούν και να καθρεφτίζουν στο παιδί όσα εκείνο δυσκολεύεται να εκφράσει. Σημαντικό είναι επίσης να του εμφυσήσουν αισιοδοξία, ελπίδα και ρεαλιστικές προσδοκίες για τη νέα κατάσταση.
Η ανάγνωση σχετικών ιστοριών και παραμυθιών με ήρωες παιδιά ή ζωάκια και η ζωγραφική βοηθούν μικρότερα παιδιά να εκφράσουν και να διαχειριστούν τα συναισθήματα δυσφορίας ανακαλύπτοντας λύσεις.
Η αλλαγή σχολείου στο τέλος της σχολικής χρονιάς ενδείκνυται αφού επιτρέπει στο παιδί να «κλείσει» τον κύκλο του έχοντας αρκετό χρόνο να επεξεργαστεί την αλλαγή και να προσαρμοστεί στη νέα κατάσταση.
Χρειάζεται τέλος οι γονείς να έχουν κατά νου ότι η αλλαγή δεν αποτελεί απαραίτητα τραυματικό γεγονός αφού μπορεί να οδηγήσει σε νέες σχέσεις και βιώματα προάγοντας την ανάπτυξη του παιδιού.