Πυρά αντήλλαξαν χθες υπουργείο Παιδείας και αντιπολίτευση εξαιτίας των ρυθμίσεων που προωθούνται για το νέο πλαίσιο λειτουργίας των ιδιωτικών σχολείων. Στο επίκεντρο της κόντρας βρέθηκε και το χθεσινό θέμα της «Κ».


Ειδικότερα, το υπ. Παιδείας ανέφερε χθες ότι «με νέα ψεύδη και ανακρίβειες η Ν.Δ. διά του κ. Φορτσάκη και η εφημερίδα “Καθημερινή” με το πρωτοσέλιδό της επιχειρούν να αποπροσανατολίσουν την κοινή γνώμη αναφορικά με το άρθρο για την ιδιωτική εκπαίδευση.

Τόσο ο κ. όσο και η εφημερίδα διαπράττουν το πρωτοφανές: αναλύουν και σχολιάζουν άρθρο νόμου που αφορά την ιδιωτική εκπαίδευση, το οποίο, όμως, είναι διαφορετικό από αυτό που έχει κατατεθεί στη Βουλή! Δεν θα πρέπει να προξενεί εντύπωση, βέβαια, το γεγονός ότι στην πραγματικότητα αυτές οι τοποθετήσεις αναμασούν αυτούσιες τις σχετικές ανακοινώσεις της ηγεσίας του Συνδέσμου Ιδιοκτητών Ιδιωτικών Σχολείων (ΣΙΕΙΕ), αποκαλύπτοντας τις σχεδόν αιμομικτικές σχέσεις της ηγεσίας της Ν.Δ. και του φιλικού της Τύπου με σκληρά και πολύ ισχυρά συντεχνιακά συμφέροντα. Αυτά που ισχυρίζονται δεν έχουν, βέβαια, καμία σχέση με το άρθρο νόμου που έχει κατατεθεί στη Βουλή».

Ο κ. Φορτσάκης σε τοποθέτησή του την Πέμπτη 28 Ιουλίου είχε αναφέρει ότι «η τρίτη κατά σειρά πρόταση της κυβέρνησης για αλλαγές στην ιδιωτική εκπαίδευση κατατέθηκε χθες στη Βουλή. Μετά τη διάλυση της δημόσιας εκπαίδευσης, το υπουργείο Παιδείας προχωρεί και στη διάλυση της ιδιωτικής εκπαίδευσης. Οπως το συνηθίζει ο κ. Φίλης, κατέθεσε αιφνιδιαστικά στη Βουλή νομοθετική ρύθμιση για τα ιδιωτικά σχολεία με μόνο στόχο να ελέγξει ο ίδιος τις εκπαιδευτικές δραστηριότητες των ιδιωτικών σχολείων και τις εργασιακές σχέσεις των ιδιωτικών εκπαιδευτικών. Η ηγεσία του υπουργείου, αντί να εργαστεί για να διορθώσει τα χάλια των δημόσιων σχολείων, που η ίδια έχει προκαλέσει, θέτει ως προτεραιότητά της πλέον και τη διάλυση των ιδιωτικών σχολείων. Ο σκοπός τους είναι ένας και άσχετος με την εκπαίδευση: η ικανοποίηση ενός συγκεκριμένου κομματικού ακροατηρίου, που απεχθάνεται την ιδιωτική πρωτοβουλία, την αξιοκρατία και την αξιολόγηση». Eπίσης, την Πέμπτη, ο υπεύθυνος ΚΤΕ Παιδείας της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, Δημήτρης Κωνσταντόπουλος, ανέφερε ότι «κατά την προσ-Φιλή του τακτική, ο υπουργός Παιδείας ακυρώνει τον διάλογο και την όποια προσπάθεια συναίνεσης. Επιμένει σε σ/ν που απαιτούν ευρύτερη στήριξη (όπως αυτό για την ελληνόγλωσση εκπαίδευση), με τροπολογία που αφορά τα ιδιωτικά σχολεία να δυναμιτίζει το κλίμα. Με συνεχείς ιδεοληψίες απέναντι στην αριστεία, στη λειτουργία των προτύπων, στην υποτροφία στους άριστους και σε κάθε μορφή αξιολόγησης, αφού υποβάθμισε το δημόσιο ολοήμερο σχολείο, προχωρεί και στην αποδόμηση της ιδιωτικής εκπαίδευσης. Η ρύθμιση για τα ιδιωτικά σχολεία παρεμβαίνει ωμά και απροκάλυπτα στη διαμόρφωση των εκπαιδευτικών τους δραστηριοτήτων και στις εργασιακές σχέσεις των εκπαιδευτικών με αντιλήψεις που ταιριάζουν σε άλλα καθεστώτα».

Σύμφωνα με τη χθεσινή ανακοίνωση του υπουργείου, «το άρθρο που κατέθεσε προβλέπει ότι τα ιδιωτικά σχολεία μπορούν να πραγματοποιούν οποιαδήποτε εκπαιδευτική δράση πέραν του υποχρεωτικού ωρολογίου προγράμματος με μία προϋπόθεση: να τη δηλώνουν, ώστε το υπουργείο να ελέγχει τα τυπικά προσόντα των διδασκόντων και τους όρους εργασίας τους, προκειμένου να χτυπηθούν η μαύρη εργασία και η φοροδιαφυγή. Επίσης, το άρθρο δεν αφαιρεί τη δυνατότητα στους ιδιοκτήτες να απολύουν εκπαιδευτικούς υπό μία προϋπόθεση που ισχύει σε όλα τα πολιτισμένα κράτη: να αιτιολογούν επαρκώς την απόλυση. Ωστόσο, το υπουργείο δεν απαντά στις κριτική που του ασκείται, καθώς είναι η τρίτη φορά που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ καταθέτει προς ψήφιση στη Βουλή ρυθμίσεις για την αλλαγή του πλαισίου λειτουργίας των ιδιωτικών σχολείων, που κινούνται στην ίδια λογική. Επίσης, δεν απαντά στην κριτική εάν το αποτέλεσμα της ρύθμισης θα είναι τα ιδιωτικά σχολεία να αποκτήσουν τη φυσιογνωμία των δημόσιων και πώς θα λειτουργούν τα ιδιωτικά σχολεία χωρίς αξιολόγηση.