Εν Πειραιεί τη 25η Φεβρουαρίου 2016.
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Ποιός ο ρόλος των λαϊκών στα θέματα της πίστεως και των αιρέσεων;
(Σχόλιο σε ομιλία αγιορείτου μοναχού)
Σε παλαιότερη ανακοίνωσή μας είχαμε αναφερθεί στην ομολογιακή διάσταση του Ορθοδόξου Μοναχισμού με αφορμή την σύγχρονη τάση που επικρατεί σήμερα να προβάλλεται και να τονίζεται μόνο η ασκητική του διάσταση και παραθέσαμε προς κατοχύρωση των θέσεών μας πλήθος παραδειγμάτων από τα συναξάρια των αγίων και την εκκλησιαστική ιστορία.

Με τον παρόντα σχολιασμό μας θα προσπαθήσουμε με την Χάρη του Θεού να εξετάσουμε εν ολίγοις, αν αυτό το χρέος και το καθήκον που έχουν οι μοναχοί να ομολογούν την Ορθόδοξη πίστη και να επαγρυπνούν για την διαφύλαξή της αφορά μόνο τους μοναχούς, ή επεκτείνεται και στους λαϊκούς. Και εν πάση περιπτώσει, ποιός είναι ο ρόλος των λαϊκών στα θέματα της πίστεως και των αιρέσεων. Έχουν καθήκον και χρέος να επαγρυπνούν και αυτοί για την διαφύλαξη και προάσπιση της πίστεως, ή το καθήκον αυτό αφορά μόνον τους μοναχούς και τους κληρικούς.

Αφορμή για το σχόλιό μας αυτό πήραμε από μια πρόσφατη ομιλία αγιορείτου, του Γέροντος π. Νίκωνος, μοναχού από την Νέα Σκήτη του Αγίου Όρους, την οποία έδωσε στο Μάνχαϊμ της Γερμανίας, και η οποία δημοσιοποιήθηκε μέσω του παγκοσμίου δικτύου You Tube (). Εκτενή σχολιασμό στην παρά πάνω ομιλία έκανε ένας εκλεκτός και λόγιος κληρικός από την Ιερά Μητρόπολη Θεσσαλονίκης, ο πρωτοπρ. π. Νικόλαος Μανώλης, γνωστός για τους αντιαιρετικούς του αγώνες και ιδίως κατά του Οικουμενισμού, το ομολογιακό του φρόνημα, αλλά και τους διωγμούς τους οποίους αδίκως υφίσταται εξ’ αιτίας της αντιαιρετικής του δράσεως. Ακούσαμε με προσοχή τα δύο βίντεο, που δημοσίευσε στο ιστολόγιο «Κατάνυξις», που αναφέρονται στην εν λόγω ομιλία του π. Νίκωνος και τον συγχαίρουμε για τις ευστοχότατες παρατηρήσεις, τις θεοφώτιστες απαντήσεις και σχολιασμούς του, τις οποίες δίδει στα λεγόμενα του π. Νίκωνος. Από την όλη ομιλία του αγιορείτου μοναχού θα περιοριστούμε να σχολιάσουμε, (με πολλή συντομία), μόνο το μέρος εκείνο της ομιλίας του, που αναφέρεται στο θέμα που μας απασχολεί.
Λέγει ο π. Νίκων: «Τίποτα δεν θα κάνετε έξω απ’ την Εκκλησία. Θα ακολουθούμε την Εκκλησία. Να μη μας κοροϊδεύει ο διάβολος: ‘είναι αιρετικός ο Πατριάρχης, είναι αιρετικός ο Δεσπότης, είναι αιρετικός ο παπάς’».Ερωτούμε τον π. Νίκωνα: Οι κατά καιρούς διακηρύξεις του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου περί μιας και ταυτόχρονα διασπασμένης εκκλησίας είναι ορθόδοξες ή αιρετικές; Απηχούν την ορθόδοξη διδασκαλία περί εκκλησίας, ή μια νέα αιρετική εκκλησιολογία; Οι πατέρες της Συνάξεως Κληρικών και Μοναχών που συνέταξαν το κείμενο με τίτλο «Η νέα εκκλησιολογία του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου», το οποίο υπέγραψαν έξι επίσκοποι, καθηγητές Θεολογικών Σχολών, πλήθος ηγουμένων, κληρικών, μοναχών και λαϊκών, άραγε πλανήθηκαν από τον διάβολο; Τους «κοροϊδεύει ο διάβολος»;
Λέγει παρά κάτω: «Τον άνθρωπο που θέλει να σωθεί, ο Χριστός θα τον σώσει. Δεν θα χαθεί ο ταπεινός άνθρωπος από κανέναν παπά κι από κανέναν Δεσπότη κι από κανέναν Πατριάρχη κι από κανέναν αιρετικό κι από κανέναν δαίμονα». Πράγματι, ο Θεός θα σώσει τον ταπεινό. Αλλά δεν μας λες, π. Νίκων, πώς ο Θεός θα σώσει τον ταπεινό. Θα τον σώσει, ενώ ακολουθεί τον αιρετικό παπά, ή δεσπότη, ή πατριάρχη, ή φεύγοντας μακριά από αυτόν; Το λέμε αυτό, διότι ο Χριστός μας απαγορεύει να ακολουθούμε τους αιρετικούς ποιμένες: «αλλοτρίω δε, [δηλαδή αιρετικά φρονούντα], ου μη ακολουθήσωσιν, αλλά φεύξονται απ’ αυτού» (Ιω.10,5).Δεν μας λες ακόμη, τι θα γίνει με τους άλλους, που δεν έχουν φθάσει ακόμη στην αληθινή ταπείνωση, που είναι και οι συντριπτικά περισσότεροι. Αυτοί δεν κινδυνεύουν από τον αιρετικό παπά, ή δεσπότη, ή πατριάρχη; Γι’ αυτούς δεν θα πρέπει να λάβει μέριμνα η Εκκλησία; Αυτός που είναι ταπεινός, π. Νίκωνα, δεν αγωνίζεται να αποκτήσει μόνο την ταπείνωση, αλλά αγωνίζεται να εφαρμόσει όλες τις εντολές του Χριστού, μια από τις οποίες είναι και η παρά πάνω.
Παρά κάτω προσθέτει: «Διότι μπορεί τα πράγματα να μην είναι όπως τα βλέπουμε. Εμείς να νομίζουμε ότι είναι λάθη αυτά που βλέπουμε και να μην είναι καθόλου λάθη. Αλλά θα χουμε αυτή την ταπείνωση και θα ακολουθούμε την Εκκλησία, χωρίς αμφιβολίες, όταν εξομολογούμαστε, όταν κοινωνάμε, όταν λέμε ‘Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησέ με’». Ρωτάμε το Γέροντα: όταν ακούμε επισήμως από πατριαρχικά χείλη και διαβάζουμε σε επίσημα, (προσυνοδικά), κείμενα ότι «υπάρχουν και άλλες Εκκλησίες» εκτός της Ορθοδόξου, έχουμε παραισθήσεις; Όταν βλέπουμε Πατριάρχες να συμπροσεύχονται σε διαθρησκειακά συνέδρια με κατεγνωσμένους αιρετικούς και αλλοθρήσκους και να μοιράζουν «άγια Κοράνια», έχουμε παραισθήσεις;
Σε άλλο σημείο λέγει: «Γι’ αυτό κλειστό το στόμα και να αφήσουμε τους πατριάρχες και τους δεσποτάδες και τους παπάδες ήσυχους και να κοιτάμε τα χάλια μας τα μαύρα….. Αν έρθει η ώρα να πεθάνουμε, δεν θα σε ρωτήσει ο Χριστός, τί έκανε ο παπάς, ή τί έκανε ο δεσπότης, ή τί έκανε ο πατριάρχης. Εσύ τί έκανες. Κι αν κάνει κάτι άσχημο ο δεσπότης, κάτι αιρετικό, κάτι πλανεμένο, ή ο Πατριάρχης, δεν είσαι εσύ που θα σώσεις την Εκκλησία κι εγώ. Πονάς εσύ την Εκκλησία, καλά κάνεις και πονάς. Αν μαθαίνεις ότι κάτι σου φαίνεται άσχημο από αυτά που κάνανε οι πατριάρχες και οι δεσποτάδες, κάνε ένα κομποσχοινάκι»! Κατ’ αρχήν εδώ τσουβαλιάζεται στο ίδιο τσουβάλι το «άσχημο» με το «αιρετικό», που «κάνει ο δεσπότης… ή ο πατριάρχης». Και τα δύο, η πτώση στην αίρεση και η πτώση σε οποιοδήποτε άλλο αμάρτημα, έχουν την ίδια βαρύτητα για τον π. Νίκωνα, τοποθετούνται στο ίδιο επίπεδο. Φέρ’ ειπείν συνέβη κάποτε ο δεσπότης να οργισθεί, ή να αδικήσει κάποιον. Λέμε «άσχημα έκανε», δεν έπρεπε να το κάνει αυτό, οπότε πέφτουμε στο αμάρτημα της κατακρίσεως: «Μη κρίνετε ίνα μη κριθήτε» (Ματθ.7,1).Το ίδιο συμβαίνει και με την αίρεση, ισχυρίζεται ο π. Νίκων. Η επισήμανση και η στηλίτευση της αιρέσεως και η κατάγνωση του αιρετικά φρονούντος θεωρείται αμάρτημα, θεωρείται ένα είδος κατακρίσεως. Η πτώση στην αίρεση γίνεται ένα μικρό αμαρτηματάκι, ένα μικρό λαθάκι, που πρέπει να το προσπερνάμε, για να μην πέσουμε στην κατάκριση. Έχουν όμως έτσι τα πράγματα; Ασφαλώς όχι. Αν είχαν έτσι τα πράγματα, τότε και οι άγιοι πατέρες έπεφταν στην κατάκριση, κάθε φορά που ήλεγχαν τους αιρετικούς για τις αιρετικές τους διδασκαλίες. Κακώς έπρατταν που για ένα μικρό λαθάκι, για ένα μικρό αμαρτηματάκι, έμπαιναν σε αγώνες και θυσίες και υφίσταντο διωγμούς και συγκροτούσαν Συνόδους για την εκρίζωση της αιρέσεως και την καθαίρεση των αμετανοήτως επιμενόντων στην αίρεση αιρετικών. Έπρεπε να βάλουν φερμουάρ στο στόμα τους, για να μην πέσουν στην κατάκριση. Όχι π. Νίκων, όχι, δεν είναι έτσι τα πράγματα. Η κατάγνωση της αιρέσεως και των αιρετικά φρονούντων όχι μόνο δεν είναι κατάκριση, αλλ’ απεναντίας είναι ομολογία πίστεως. Η αίρεση δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα είδος αθεΐας, είναι το δεύτερο είδος αθεΐας, όπως επισημαίνει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. Οι άγιοι πατέρες αγωνίστηκαν εναντίον των αιρέσεων, όπως ακριβώς και οι άγιοι μάρτυρες εναντίον της ειδωλολατρίας κατά τους τρείς πρώτους αιώνες του Χριστιανισμού. Το θυσιαστικό ήθος, τον ηρωισμό και την αυτοθυσία τους, τα βασανιστήρια και τις εξορίες που υπέμειναν για την καταπολέμηση των αιρέσεων, αλλά και τους μαρτυρικούς των θανάτους, μπορούμε να αντιπαραβάλουμε με τα μαρτύρια των αρχαίων μεγάλων μαρτύρων της Εκκλησίας κατά την εποχή των διωγμών. Η διαφορά έγκειται στο γεγονός ότι τώρα οι διώκτες δεν είναι πλέον οι ειδωλολάτρες Ρωμαίοι αυτοκράτορες, αλλά «χριστιανοί». Είναι αιρετικοί αυτοκράτορες, στρατιωτικοί, κληρικοί, επίσκοποι, ακόμη και πατριάρχες! Όπως ο λόγος του Χριστού «Πας ουν όστις ομολογήσει εν εμοί έμπροσθεν των ανθρώπων, ομολογήσω καγώ εν αυτώ έμπροσθεν του πατρός μου του εν τοις ουρανοίς» Ματθ.10,32), βρίσκει την πλήρη εφαρμογή του στους αγίους μαρτυρες, εξ’ ίσου βρίσκει την ίδια εφαρμογή και στους αγίους πατέρες που αγωνίστηκαν εναντίον των αιρέσεων.
Στη συνέχεια για να δικαιολογήσει τις βλάσφημες και κακόδοξες δηλώσεις πατριαρχών και αρχιερέων, τις παράνομες συμπροσευχές, το μοίρασμα Κορανίων κλπ. λέγει: «Οι θέσεις που κάθονται αυτοί οι άνθρωποι είναι ηλεκτρικές καρέκλες. Ψήνονται εκεί που κάθονται. Αυτοί και η καρδιά τους ξέρουνε τί τραβάνε και τί υπομένουνε και τί διπλωματίες πρέπει να παίζουνε και τί ελιγμούς πρέπει να κάνουνε για να σώσουν ένας Θεός ξέρει τί». Π. Νίκων στις ίδιες «ηλεκτρικές καρέκλες», στους ίδιους πατριαρχικούς θρόνους δεν κάθισαν πριν από αυτούς, άγιοι και θεοφόροι πατέρες, που αγωνίστηκαν με θυσιαστικό φρόνημα για την αντιμετώπιση των αιρέσεων της εποχής των; Πόσο «ηλεκτρική» ήταν για παράδειγμα η καρέκλα του πατριαρχικού θρόνου της Αλεξανδρείας και πόσωνWatt τάση πρέπει να είχε, ώστε να «τινάξει» τον Μέγα Αθανάσιο από τον θρόνο στην εξορία πέντε φορές; Μέχρι τώρα από ό,τι ξέρουμε κανένας από τους οικουμενιστές Πατριάρχες δεν «τινάχθηκε» από την «ηλεκτρική» του καρέκλα στην εξορία. Φαίνεται ότι οι οικουμενιστές πριν καθίσουν, φροντίζουν να ελλατώνουν την ηλεκτρική τάση της καρέκλας των με «διπλωματίες» και «ελιγμούς», μη τυχόν και τους τινάξει!!! Δικαιολογούνται όμως οι «διπλωματίες» και οι «ελιγμοί» σε θέματα πίστεως και αιρέσεων; Μήπως οι άγιοι πατέρες δεν ήξεραν να κάνουν διπλωματίες για να αποφύγουν διωγμούς και εξορίες; Ήξεραν και όμως δεν έκαναν! Προτίμησαν τον διωγμό και την εξορία, παρά να καταφύγουν στη διπλωματία, γιατί απλούστατα στα θέματα πίστεως δεν χωρούν διπλωματίες. Στα θέματα της πίστεως, ή ομολογείς Χριστό, καταγγέλλοντας τις βλάσφημες δηλώσεις, τις συμπροσευχές, το μοίρασμα Κορανίων κλπ., ή τον αρνείσαι, καταφεύγοντας σε διπλωματίες.
Σε άλλο σημείο λέγει: «Δεν θα τη σώσουμε (σ.σ. την Εκκλησία) κυνηγώντας αιρετικούς ή κυνηγώντας Δεσποτάδες ή παπάδες ή Πατριάρχες που κατά τη γνώμη μας πλανώνται» και συνεχίζει: «Φυσικά και θα πεθάνουμε για την Ορθοδοξία, αλλά όχι να πεθαίνουμε τους άλλους. Είναι μια διαφορά αυτή». Εμείς δεν αγωνιζόμαστε να σώσουμε την Ορθοδοξία, αλλά να πράξουμε το καθήκον μας. Η Εκκλησία δεν σώζεται, αλλά σώζει. Η υπόδειξη στους αιρετικούς της πλάνης των δεν σημαίνει «κυνήγι», αλλά οφειλόμενο χρέος ομολογίας πίστεως. Πέραν αυτών εδώ ο π. Νίκων επιχειρεί να αντιστρέψει τα πράγματα. Ότι δήθεν εμείς είμαστε εκείνοι που «κυνηγούμε» και «πεθαίνουμε τους άλλους», ότι δηλαδή εμείς είμαστε οι θύτες και οι οικουμενιστές τα θύματα. Ωστόσο η αλήθεια είναι, ότι εδώ συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Εκείνοι κυνηγούν εμάς και όχι εμείς εκείνους. Αναφέρουμε μερικάπαραδείγματα. Όλοι μας ξέρουμε την περιπέτεια του πρώην Ράτσκας και Πρισρένης Αρτεμίου. Πόσο τον κυνήγησαν οι οικουμενιστές του Πατριαρχείου Σερβίας, ώστε να φθάσουν μέχρι σημείου να τον καθαιρέσουν για τους αγώνες του εναντίον του οικουμενισμού. Επίσης αρκετά μέλη της «Συνάξεως Ορθοδόξων Κληρικών και Μοναχών», αλλά και άλλοι, που δεν είναι μέλη της «Συνάξεως», υπέστησαν και υφίστανται μέχρι σήμερα ποικίλους διωγμούς.
Παρά κάτω για να στηρίξει τις θέσεις του, προβάλλει κάποιο λόγο του αγίου Ισαάκ του Σύρου: «Έλεγξον τη δυνάμει των αρετών σου τους αντιδογματίζοντάς σοι, και μη τη πιθανολογία των λόγων σου». Ασφαλώς ο έλεγχος της αιρέσεως και των αιρετικών, που γίνεται με την δύναμη της αρετής και της αγιότητος έχει πολύ μεγαλύτερη αξία από τον έλεγχο, που γίνεται με λόγια και επιχειρήματα. Ένας άγιος μπορεί ακόμη και με θαύματα, (όπως το γνωστό θαύμα της κεραμίδας του αγίου Σπυρίδωνος στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο), να αποδείξει και να κονιορτοποιήσει την πλάνη της αιρέσεως. Ωστόσο εδώ ο άγιος δεν δογματίζει, ότι για την καταπολέμηση της αιρέσεως δεν χρειάζονται τα λόγια και τα επιχειρήματα. Διότι τότε θα ερχόταν σε αντίθεση με μια πλειάδα αγίων, οι οποίοι με αντιρρητικούς λόγους και αποδεικτικούς συλλογισμούς, καταπολέμησαν τις αιρέσεις της εποχής των, όπως ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ο άγιος Μάξιμος ο ομολογητής, ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός κ.α.
Επιστρατεύει επίσης και τον άγιο Πορφύριο και τον π. Εφραίμ, πρώην ηγούμενο της Ιεράς Μονής Φιλοθέου, για να δικαιωθεί: «Ακούσατε ποτέ τον πατέρα Πορφύριο να πει κάτι εναντίον του Πατριάρχη, εναντίον ενός Δεσπότη, εναντίον ενός παπά;».Το αν ο άγιος Πορφύριος ήλεγξε, ή όχι τον Πατριάρχη, δεν το γνωρίζουμε και αν έπρεπε να το κάνει και δεν το έκανε, θα δώσει το δικό του λόγο στο Θεό για την παράλειψη αυτή. Υπάρχουν αυτόπτες μάρτυρες, που ομολογούν ότι τον άκουσαν να καταδικάζει την αίρεση του οικουμενισμού. Πέραν τούτου ποτέ η στάση ενός, η δύο αγίων δεν θεωρήθηκε ως κανόνας, ως γραμμή και πορεία πλεύσεως της Εκκλησίας, ως αυθεντική διδασκαλία της Εκκλησίας, αλλά μόνον το consensus partum. Άρα λοιπόν δεν θα κρίνουμε την Πατερική μας Παράδοση, έχοντες ως μέτρο και ως γνώμονα την διδασκαλία των δύο αυτών αγίων, αλλά αντιθέτως την διδασκαλία των εν λόγω αγίων με βάση την Πατερική μας Παράδοση. Και τούτο, διότι και οι άγιοι ακόμη δεν υπήρξαν αλάθητοι. Εμείς γνωρίζουμε ότι η συντριπτική πλειάδα των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας μας δεν δίστασαν να ασκήσουν έλεγχο οπουδήποτε, ακόμα και σε Πατριάρχες και Πάπες!
Σε άλλο σημείο λέγει: «Πονάμε την Εκκλησία, φοβόμαστε μη χαθεί η Ορθόδοξη πίστη, ανησυχούμε για την Εκκλησία, ναι. Και δεν ανησυχεί ο Χριστός, που έχυσε το αίμα του για να τη δημιουργήσει, για να την έχουμε εμείς σήμερα; Όταν θα ‘ρθει η ώρα και πλανηθεί ο παπά Γιώργης, και ο Πατριάρχης και ο ένας κι άλλος, έχει ο Χριστός, θα αναδείξει άλλους αγίους Μάρκους Ευγενικούς, θα αναδείξει, έχουμε θεολόγους και θεολόγους». Όντως ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός υπήρξε μέγας πρόμαχος της Ορθοδοξίας, τον οποίον ανέδειξε ο Θεός στην κατάλληλη ώρα. Ωστόσο ξεχνάει φαίνεται ο π. Νίκων, ότι τον αγώνα δεν τον έκανε μόνος του ο άγιος Μάρκος, αλλά μαζί με τον λαό. Ο πιστός λαός του Θεού κλήθηκε να παίξει τον ρόλο του. Όπως γνωρίζουμε από την εκκλησιαστική ιστορία το ορθόδοξο πλήρωμα της Βασιλεύουσας αποδοκίμασε με σφοδρότητα την προδοσία της πίστεως που έγινε στην ψευδοσύνοδο Φεράρας – Φλωρεντίας εκ μέρους των άλλων αρχιερέων. Όταν έφθασε στο λιμάνι το καράβι που μετέφερε τους προδότες αρχιερείς, ο λαός τους αποδοκίμασε και τους ανάγκασε να μετανοήσουν και να ομολογήσουν την ενοχή τους, ώστε να λέγουν: «η γλώσσα μας που είπε το ναι να ξεριζωθεί και το χέρι μας που υπέγραψε την ψευδένωση να κοπεί»!
Παρά κάτω λέγει: «Μη παίρνουμε φόρα και δεν αφήνουμε τίποτα όρθιο. Μου λέει μια, ‘πιάνω τον Δεσπότη και του λέω, βρε, ο τάδε και αναφέρει ένα όνομα κάποιου παλιού αιρετικού, ήταν αιρετικός κι εσύ κάθεσαι και τρως μ’ αυτούς;’ Την κοιτάζω… απ’ τη συμπεθέρα περίμενε ο Δεσπότης τί ήτανε ο τάδε. Γίνεται ο κάθε υδραυλικός και ο κάθε νταλικέρης κι ο κάθε ψιλικατζής, θεολόγος….. Όχι ότι δεν θα πρέπει να ελεγχθούνε κάποιοι μεγάλοι που κάνουνε, που μπορεί να λένε αιρέσεις ή που μπορεί να πέφτουν σε αιρέσεις. Άλλο λέω, ότι δεν είμαστε εμείς αυτοί που θα τους διορθώσουμε. Ούτε το θεολογικό εξοπλισμό έχουμε, ούτε θεολογίες ξέρουμε, ούτε τίποτα». Ο τελευταίος νταλικιέρης και ο τελευταίος υδραυλικός και ο τελευταίος ψιλικατζής μπορεί να είναι άγιος και θεόπτης και να ζει το γεγονός της πεντηκοστής, και να θεολογεί εν αγίω Πνεύματι, χωρίς εμείς να το γνωρίζουμε. Οι άγιοι απόστολοι δεν ήταν ψαράδες; Και όμως ο Θεός τους ανέδειξε θεολόγους. Δεν λέει ο Παύλος ότι «τα μωρά του κόσμου εξελέξατο ο Θεός ίνα τους σοφούς καταισχύνη» (Α΄ Κορ.1,27). Ας μην καταφρονούμε λοιπόν τους απλοϊκούς αυτούς ανθρώπους. Βέβαια είναι αλήθεια ότι δεν μπορούν όλοι να θεολογούν, δεν είναι για όλους η θεολογία, είναι όμως για όλους η ομολογία της πίστεως και ο έλεγχος της αιρέσεως και των αιρετικών. Ο λόγος του Χριστού «Πας ουν όστις ομολογήσει εν εμοί…» αφορά όλους, και τους θεολόγους και τους μη θεολόγους και τους κληρικούς και τους λαϊκούς. Ο όσιος Θεόδωρος ο Στουδίτης, εδίδασκε σχετικά με το ζήτημα αυτό: «Είναι εντολή Κυρίου να μην σιωπούμε, όταν η πίστη κινδυνεύει από αιρέσεις. Διότι λέγει ‘να ομιλείς και να μην σιωπάς’ και ‘εάν υποστέλληται (υποχωρήσει), ουκ ευδοκεί, (δεν ευαρεστείται) σ’ αυτόν η ψυχή μου’ (Εβρ.10,38), και ‘εάν ούτοι σιωπήσωσι οι λίθοι κεκράξονται’, (Λουκ.19,40). Ώστε όταν ο λόγος είναι περί πίστεως, δεν μπορούμε να πούμε: Εγώ ποιος είμαι; Ιερεύς; Ουδέποτε. Άρχων; Ούτε και αυτό. Στρατιώτης; Από πού; Γεωργός; Αλλά ούτε και αυτό. Πτωχός προμηθευόμενος μόνο την εφήμερη τροφή. Δεν μου πέφτει λόγος ούτε φροντίδα για το προκείμενο ζήτημα. Αλίμονο οι λίθοι θα κραυγάσουν και εσύ θα μείνης σιωπηλός και αμέριμνος;… Ώστε και αυτός ο πτωχός είναι εστερημένος από κάθε απολογία την ήμερα της κρίσεως επειδή τώρα δεν ομιλεί και άξιος κατακρίσεως και μόνο γι’ αυτόν τον λόγο» (PG 99,1321A-C). Και αλλού γράφει: «Kατά τον καιρό τούτο που διώκεται ο Χριστός μέσω της Εικόνος του, οφείλει κάποιος να αγωνίζεται, όχι μόνον αν είναι υπέρτερος στο αξίωμα και τη γνώση, ομιλώντας και διδάσκοντας τον λόγον της Ορθοδοξίας, αλλά κι αν ακόμη ευρίσκεται σε θέση μαθητού, έχει χρέος να φανερώνει με θάρρος την αλήθεια και να ομιλή με ελευθερία. Δεν είναι λόγος εμού του αμαρτωλού, αλλά του θείου Χρυσοστόμου μαζί με άλλους Πατέρας». Εδώ ο άγιος δεν εξαιρεί κανένα από το καθήκον της ομολογίας και του ελέγχου της αιρέσεως, ακόμη και αν είναι ένας αγράμματος γεωργός.
Ας αναφέρουμε μερικά παραδείγματα απλών λαϊκών, κάποιων «νταλικιέρηδων και ψιλικατζήδων», όπως θα τους ονόμαζε ο π. Νίκων, που αγωνίστηκαν κατά των αιρέσεων: Αναφέρουμε τον λαϊκό Ευσέβιο, που μεταγενεστέρως έγινε Επίσκοπος Δορυλαίου. Ήταν ένας εκ των πρώτων που αντέδρασαν κατά του αιρετικού Πατριάρχου Νεστορίου. Ο Ευσέβιος (όντας λαϊκός) είχε αντιδράσει αμέσως (το 429), αντικρούοντας τον αιρετικό Πατριάρχη εντός της Εκκλησίας. Αναφέρουμε τους λαϊκούς που εδιώχθησαν από τον αιρεσιάρχη Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Νεστόριο. Από επιστολή του Πάπα Ρώμης Κελεστίνουπρος τον Νεστόριο πληροφορούμαστε, ότι πολλοί Κωνσταντινουπολίτες, οι οποίοι αντέδρασαν στην αίρεση του Πατριάρχη τους Νεστορίου, υπέστησαν διωγμούς και ακοινωνησία από τον αιρετικό Πατριάρχη. Αναφέρουμε τους αγίους δέκα Μάρτυρες της Χαλκής Πύλης, που αγωνίστηκαν εναντίον της Εικονομαχίας, των οποίων η μνήμη εορτάζεται στις 9 Αυγούστου. Αναφέρουμε τον λαό της Κωνσταντινουπόλεως που αντέδρασε και ακύρωσε την ψευδοένωση της Ψευδοσυνόδου Φεράρας Φλωρεντίας, για την οποία έγινε λόγος προηγουμένως.
Ο άγιος Νικόδημος ο αγιορείτης σε ένα λόγο του στην εορτή της συνάξεως των αρχαγγέλων, (8 Νοεμβρίου), λέγει τα εξής σχετικά με το αν μπορούν οι κατώτεροι, ακόμη και λαϊκοί, να ελέγχουν τους ανωτέρους των ακόμη και πατριάρχες: «Τι λοιπόν άτακτον, ή άτοπον ακολουθεί, αν ο κατώτερος Μιχαήλ, ο μείνας εν τω αγαθώ, βλέπων τας ανωτέρους αρχάς και εξουσίας να εκπίπτωσι του αγαθού, εμύησεν αυτάς και εδίδαξεν να μένουν εν τω αγαθώ; Βέβαια ουδέν. Και εν τη καθ’ ημάς ανθρωπίνη ιεραρχία, του ιερέως και ιεράρχου ατακτούντων, ή κακώς φρονούντων, και διάκονος και μοναχός δύνανται ευτακτήσαι και νουθετήσαι αυτούς, καθώς τα παραδείγματα εισί πάμπολλα».
Πέραν αυτών θα θέλαμε να ρωτήσουμε τον π. Νίκωνα, πώς θα πρέπει να εννοήσουμε την γνωστή διακήρυξη των Πατριαρχών της Ανατολής στον Πάπα Πίο τον 9ο, το 1848, στην οποία προβάλλεται η σημασία του ρόλου των λαϊκών στην διατήρηση της Πίστεως της Εκκλησίας: «σε μας, ούτε Πατριάρχες, ούτε Σύνοδοι μπόρεσαν ποτέ να εισαγάγουν νέα [δόγματα και έθη], διότι ο υπερασπιστής της θρησκείας είναι το ίδιο το σώμα της Εκκλησίας, δηλαδή ο ίδιος ο λαός, ο οποίος θέλει το θρήσκευμά του αιωνίως αμετάβλητο και ομοειδές με αυτό των πατέρων του». Πως θα πρέπει να εννοήσουμε το γεγονός ότι στην Ορθόδοξη Εκκλησία το έσχατο κριτήριο ορθότητος, ή μη των δογμάτων της πίστεως είναι η γρηγορούσα δογματική συνείδηση του πληρώματος της Εκκλησίας, η οποία στο παρελθόν επεκύρωσε, ή θεώρησε ληστρικές ακόμη και Οικουμενικές Συνόδους, πράγμα που αποδεικνύει ότι το συνοδικό σύστημα από μόνο του δεν διασφαλίζει την ορθότητα της ορθοδόξου πίστεως;
Και κάτι ακόμη θα θέλαμε να ρωτήσουμε: Αν ο λαός πρέπει να σιωπά, να κλείνει το στόμα του φερμουάρ, απέναντι στους αιρετικούς και να μην ασχολείται με θέματα αιρέσεων, τότε πως θα πρέπει να ερμηνεύσουμε το γεγονός, ότι οι άγιοι πατέρες στα συγγράμματα τους, τα οποία απηύθυναν προς τον πιστό λαό του Θεού, περιέχουν πλήθος δογματικών αναφορών; Τι νόημα έχει να αναλύουν τα δόγματα της πίστεως στο λαό και να ανατρέπουν με αποδεικτικούς συλλογισμούς τις αιρετικές διδασκαλίες των αιρετικών της εποχής των, αφού ο λαός δεν είναι ο αρμόδιος για θέματα αιρέσεων; Αφού η αντιμετώπιση των αιρέσεων είναι μια υπόθεση των αρμοδίων θεολόγων; Δεν θα έπρεπε να περιορίσουν την διδασκαλία των μόνο σε ηθικές διδασκαλίες και νουθεσίες, σε προτροπές για προσευχούλες, κομποσχοινάκια και μετάνοιες; Καλό θα είναι να προβληματιστεί ο π. Νίκων, γιατί άραγε οι Πατέρες καλλιεργούσαν την δογματική συνείδηση του λαού και να καθρεπτίσει την δική του διδασκαλία με την διδασκαλία των Πατέρων. Άραγε μιμείται τους αγίους πατέρες, όταν αντί να ενεργοποιήσει την γρηγορούσα δογματική συνείδηση του λαού, επισημαίνοντας και καταπολεμώντας την παναίρεση του οικουμενισμού, αυτός την αποκοιμίζει με προσευχούλες και κομποσχοινάκια;
Περαίνοντας τον σχολιασμό μας, παρακαλούμε θερμά τον π. Νίκωνα, με όλο τον σεβασμό και την αγάπη προς το πρόσωπό του, να κάνει τον κόπο και να μελετήσει με προσοχή τους βίους των αγίων Πατέρων, παλαιοτέρων και νεωτέρων, δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή στους αγώνες των κατά των αιρέσεων. Στη συνέχεια να τους μιμηθεί κατά δύναμιν και βαδίζοντας πάνω στα χνάρια τους, να πράξει το αυτονόητο καθήκον του. Τον παρακαλούμε, όταν βγαίνει στο εξωτερικό για ομιλίες στο λαό, να ξεσκεπάζει την παναίρεση του Οικουμενισμού και να ελέγχει, με αγάπη βέβαια, όσους την εκφράζουν με οποιοδήποτε τρόπο, ενεργοποιώντας και αφυπνίζοντας έτσι την δογματική συνείδηση του λαού. Αυτό είναι κάτι το οποίο, ιδιαίτερα στις μέρες μας αποτελεί επιτακτική ανάγκη, εν όψει της συγκλήσεως της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου. Αν φοβάται το κόστος και τις συνέπειες, αν φοβάται τους διωγμούς, που είναι βέβαιο ότι θα υποστεί, τότε είναι προτιμότερο να μη βγαίνει καθόλου για ομιλίες, ούτε στο εξωτερικό, ούτε στο εσωτερικό, διότι χωρίς ίσως να το αντιλαμβάνεται, αντί αν ωφελήσει, προκαλεί βλάβη και ζημία στο λαό, για την οποία θα δώσει λόγο εν ημέρα κρίσεως. Γίνεται εκών άκων το εναργέστερο φερέφωνο του σύγχρονου οικουμενιστικού πνεύματος το οποίο επιτάσσει: «κράτα την πίστη σου για τον εαυτό σου. Μην κατακρίνεις την πίστη του άλλου. Δεν υπάρχουν κακοδοξίες, αλλά διαφορετικοί δρόμοι, οι οποίοι οδηγούν στο Θεό»!
Παρακαλούμε τέλος και τους αδελφούς μας που ζουν στη Γερμανία, ή σε άλλες χώρες του εξωτερικού, να προσέχουν πολύ από περιοδεύοντες αγιορείτες, που γυρίζουν από πόλη σε πόλη και από χώρα σε χώρα με την φίρμα του αγιορείτου και παρουσιάζονται ως «αβάδες και στάρετς» με πνευματικότητα υψηλής ποιότητος. Ιδιαίτερα σήμερα το όνομα του αγιορείτη έχει μεγάλη «πέραση» και «τραβάει» πολύ κόσμο. Η τραγική πραγματικότητα ωστόσο είναι, ότι δεν βαδίζουν δυστυχώς όλοι οι αγιορείτες πάνω στα χνάρια των αγίων Πατέρων μας. Οι «γεροντικές νουθεσίες» των θυμίζουν πολλές φορές περισσότερο ινδουιστικό γκουρουισμό παρά ορθόδοξο μοναχισμό. Γενικότερα μπορούμε να πούμε ότι το Άγιον Όρος βρίσκεται στις μέρες μας σε μια καθίζηση και χρεοκοπία πνευματική, διότι δυστυχώς το θανατηφόρο «δηλητήριο» του νεοεποχίτικου Οικουμενισμού εισέβαλε και στο «Περιβόλι της Παναγίας» μας!

Εκ του Γραφείου επι των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών