ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 25η Ιουλίου 2016.
ΠΟΙΑ ΕΙΔΟΥΣ ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ ΘΕΛΕΙ Ο ΘΕΟΣ;
Τα αποτελέσματα της λεγομένης Αγίας και Μεγάλης Συνόδου του Κολυμβαρίουάρχισαν να «αποδίδουν καρπούς». Οι θιασώτες της διαδίδουν εκείθεν κακείθεν ότι «μπήκαν τα θεμέλια» για την ενότητα της Χριστιανοσύνης.
Ότι η Μεγάλη Σύνοδος «άνοιξε το δρόμο» για την ποθητή ένωση των κατακερματισμένων Χριστιανών. Ότι έδωσε «νέα ώθηση» στην Οικουμενική Κίνηση, αφού, όπως είναι γνωστό, μέσω των αποφάσεών της, ο Οικουμενισμός θεωρείται μονόδρομος για την πορεία της Εκκλησίας.
Αφορμή για τη σύνταξη του παρόντος σχολίου μας πήραμε από πρόσφατη συνέντευξη του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου στην ιταλική εφημερίδα «LaRepubblica», η οποία δημοσιοποιήθηκε στα ελληνικά στο ιστολόγιο «Ρομφαία», με τον τίτλο: «ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ: “ΟΤΑΝ Ο ΘΕΟΣ ΘΕΛΗΣΕΙ ΘΑ ΠΡΟΧΩΡΗΣΟΥΜΕ ΣΤΗΝ ΠΟΘΗΤΗ ΕΝΟΤΗΤΑ”» (http://www.romfea.gr/oikoumeniko-patriarxeio/9421-oikoumenikos-patriarxis-otan-o-theos-thelisei-tha-proxorisoume-stin-pothiti-enotita).
Μελετώντας με προσοχή την ως άνω συνέντευξη διείδαμε την πρόθεση του Παναγιωτάτου να αποσαφηνίσει τον πραγματικό και κύριο σκοπό της συγκλήσεως της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου (σ.σ. το άμεσο μέλλον θα δείξει αν υπήρξε όντως Αγία και Μεγάλη). Ο κύριος σκοπός της συγκλήσεως, της λειτουργίας της και των αποφάσεών της ήταν η προώθηση των στόχων του Οικουμενισμού, η προωθούμενη ενότητα του χριστιανικού κόσμου, όπως την οραματίζεται το σύγχρονο οικουμενιστικό μοντέλο. Ήτοι: συμφωνία σε ένα μίνιμουμ αρχών και όχι σε όλα όσα χωρίζουν την Εκκλησία με τις πολυποίκιλες χριστιανικές κοινότητες, αλλά και τις διαφορές μεταξύ αυτών των κοινοτήτων.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, ο Παναγιώτατος έκαμε ιδιαίτερη αναφορά στην Σύνοδο της Κρήτης, τονίζοντας πως: «Ή Αγία και Μεγάλη Σύνοδος, μέσα από τα κείμενα πού επεξεργάστηκε και ενέκρινε, κατάφερε να ανταποκριθεί επιτυχώς στις ανάγκες του σύγχρονου Ορθοδόξου Χριστιανού, αναλύοντας και διευθετώντας καθημερινά ποιμαντικά προβλήματα, όπως οι μικτοί γάμοι καθώς και οι σχέσεις μετά του λοιπού Χριστιανικού κόσμου και η σημασία των διαλόγων σε διαχριστιανικό και διαθρησκειακό επίπεδο».
Αλλά διερωτόμαστε και ψάχνουμε να βρούμε, πως η Σύνοδος κατάφερε να ανταποκριθεί επιτυχώς στις ανάγκες των συγχρόνων Ορθοδόξων Χριστιανών; Τι άλλαξε ή τι πρόκειται πρακτικά να αλλάξει, στη ζωή τους; Μήπως οι μικτοί γάμοι, όπως ανάφερε ο Παναγιώτατος; Μήπως άλλαξε κάτι στη νηστεία; Απολύτως τίποτα! Ό, τι μέχρι σήμερα γινόταν, «κατ’ οικονομίαν», θα γίνεται και στο εξής! Για ποια ανταπόκριση κάνει λόγο ο Παναγιώτατος; Ίσως να εννοεί τα σύγχρονα κοινωνικά προβλήματα της διάκρισης των ανθρώπων, της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, τα άδικα οικονομικά συστήματα, το πρόβλημα της ειρήνης, του καταναλωτισμού, της φτώχειας, της καταστροφής του περιβάλλοντος κ.α. Αλλά αυτά το προβλήματα δεν υπήρχαν πάντα; Αυτά τα προβλήματα δεν επιλαμβάνονται και κοσμικά σχήματα, όπως ο Ο.Η.Ε.; Η Εκκλησία, διά της Αγίας Γραφής και των Αγίων και θεοφόρων Πατέρων δεν τα στιγμάτισε και τα καταδίκασε ως «οψώνια της αμαρτίας» (Ρωμ.6,23), ως αφύσικες μεταπτωτικές καταστάσεις στη θεία δημιουργία εξ’ αρχής; Δεν έδωσε τις λύσεις; Τι περισσότερο κατάφερε να κάνει η Σύνοδος του Κολυμβαρίου; Πόσο θα ληφθούν υπόψη οι αποφάσεις της για να εξαφανιστούν αυτά τα προβλήματα από προσώπου γης;
Κατά τον Παναγιώτατο: η Σύνοδος συγκλήθηκε (και) να ορίσει τις «σχέσεις (σ.σ. της Ορθοδόξου Εκκλησίας) μετά του λοιπού Χριστιανικού κόσμου και τη σημασία των διαλόγων σε διαχριστιανικό και διαθρησκειακό επίπεδο»! Ιδού λοιπόν, πως αποδεικνύεται ξεκάθαρα ο κύριος σκοπός της συγκλήσεως της Συνόδου ήταν να επανακαθορίσει τις σχέσεις της με τον υπόλοιπο χριστιανικό κόσμο, όχι όπως έχει θεσμοθετήσει η Εκκλησία των αγίων Πατέρων, αλλά όπως ορίζει και επιδιώκει ο σύγχρονος Οικουμενισμός! Μάλιστα χωρίς να παραμικρή αποτίμηση 50 χρόνων διεξαγομένων διαλόγων. Οι άγιοι και θεοφόροι Πατέρες έβλεπαν τους εκτός της Εκκλησίας, όπως τα κλήματα εκτός της αμπέλου, τα οποία δεν μπορούν να καρποφορήσουν, σύμφωνα με το λόγο του Κυρίου: «εγώ ειμί η άμπελος, υμείς τα κλήματα. Ο μένων εν εν εμοί καγώ εν αυτώ, ούτος φέρει καρπόν πολύν, ότι χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν. Εάν μη τις μείνη εν εμοί, εβλήθη έξω ως το κλήμα και εξηράνθη, και συνάγουσιν αυτά και εις το πυρ βάλλουσι, και καίεται» (Ιωάν.15, 5-6). Οι αποκοπέντες από το Σώμα της Εκκλησίας είναι τα κλήματα εκτός της αμπέλου, τα οποία δεν μπορούν να καρποφορήσουν και είναι προορισμένα για τη φωτιά, ως άχρηστα και επιζήμια! Αυτά λέει ο λόγος του Θεού. Αυτά ερμήνευσαν θεοπνεύστως οι άγιοι Πατέρες, οι οποίοι θεωρούν τους αποκομμένους από την Εκκλησία ως σχισματικούς και αιρετικούς, κάτι που δεν έκανε η Σύνοδος της Κρήτης. Η λέξη «αίρεση»απουσιάζει παντελώς από τις αποφάσεις Της. Τι έγινε τελικά, εξαφανίστηκε το φαινόμενο της αίρεσης στις μέρες μας; Σαφέστατα όχι! Το αντίθετο μάλιστα, οι πλάνες πληθύνονται και γιγαντώνονται. Βιώνουμε ίσως τη χειρότερη πνευματική σύγχυση και πνευματική κατάπτωση της ιστορίας!Οι άγιοι Πατέρες, στη δισχιλιόχρονη πορεία της Εκκλησίας, μέσω των Αγίων Συνόδων, έθεταν όρια ανάμεσα στην σώζουσα πίστη της Εκκλησίας και στην αίρεση και καλούσαν τους αιρετικούς σε μετάνοια και επιστροφή στη σώζουσα αγκαλιά της Εκκλησίας, επειδή δεν έβλεπαν σωτηρία στην αίρεση. Αυτού του είδους την αγάπη γνώριζαν εκείνοι και όχι την ψεύτικη τη σημερινή, η οποία δίνει την ψευδαίσθηση στους αιρετικούς ότι βρίσκονται εντός της Εκκλησίας και έχουν εξασφαλισμένη τη σωτηρία! Αυτού του είδους η «αγάπη» καταντά όλεθρος, καταστροφή και απώλεια για τους πλανεμένους αδελφούς μας!
Όχι απλά «εξαφανίστηκε»η έννοια και η λέξη «αίρεση» στη Μεγάλη Σύνοδο, αλλά αυτή προχώρησε έτι περισσότερο, αναγνώρισε την ονομασία και άλλων «εκκλησιών», με τις οποίες η Ορθόδοξος Εκκλησία, οφείλει να συνδιαλέγεται για την ενότητα! Τίθεται βέβαια το λογικό ερώτημα: πως δέχεσαι την ονομασία «ενώσεως ανθρώπων» και δε δέχεσαι την ύπαρξή τους ως «Σώμα Χριστού»; Εκθείασε επίσης και τη συμμετοχή της Εκκλησίας στο παναιρετικό Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών, ως απαραίτητη, ως δήθεν μαρτυρία της Ορθοδοξίας στις «Ετερόδοξες Εκκλησίες», στην ουσία όμως για την προώθηση της ενότητας του χριστιανικού κόσμου, όπως την οραματίζεται ο Οικουμενισμός!
Σε άλλο σημείο ο Παναγιώτατος προσπάθησε να δικαιολογήσει την προκλητική παρουσία των πολυπληθών και ποικιλώνυμων αιρετικών στη Μεγάλη Σύνοδο: «η παρουσία παρατηρητών εκ μέρους των ετεροδόξων Εκκλησιών και των Χριστιανικών οργανισμών, αποτελεί ένα απτό παράδειγμα της σπουδαιότητας την οποία αποδίδει ή Ορθόδοξη Εκκλησία στην συνεργασία με τους λοιπούς χριστιανούς και για τον λόγο αυτό ακριβώς το Οικουμενικό Πατριαρχείο, ως η Πρωτόθρονος Εκκλησία, έχουσα την ευθύνη τού συντονισμού των σχέσεων και των διαλόγων σε διαχριστιανικό και διαθρησκειακό επίπεδο, συνεχίζει με αμείωτο ενδιαφέρον την πορεία αυτή για την μαρτυρία τού Ευαγγελίου». Εδώ και πάλι ο Παναγιώτατος αποκαλεί «εκκλησίες» τις αιρέσεις, με τις οποίες επιδιώκει «συνεργασία». Διερωτόμαστε τι είδους συνεργασία μπορεί να έχει το Σώμα του Χριστού με τις «ψευδοεκκλησίες»,κατά τον σύγχρονο μέγα θεολόγο και ομολογητή άγιο Ιουστίνο Πόποβιτς και τις θρησκείες του κόσμου; Πότε η Εκκλησία στο δισχιλιόχρονο παρελθόν της είχε σχέσεις οποιασδήποτε συνεργασίας με τους αιρετικούς και τους αλλοθρήσκους; Τι έχει να ωφεληθεί η Ορθοδοξία από τέτοιου είδους «συνεργασίες» με τις σύγχρονες, συνοδικά καταδικασμένες, αιρετικές κοινότητες των παπικών, των προτεσταντών, των αγγλικανών, των παλαιοκαθολικών, των κοπτών, των νεστοριανών, των μαρωνιτών, των χαρισματικών, κ.α. και των αλλοθρήσκων; Δεν φτάνει η Χάρις του Θεού και η αέναη παρουσία και πνοή του Θεού Παρακλήτου σε Αυτή και έχει την ανάγκη «συνεργασιών» με τους κατεγνωσμένους αιρετικούς και τους αλλοθρήσκους; Η μόνη, βεβαίως, συνεργασία και κοινωνία με αυτούς είναι η κατάδειξη των πλανών τους και η κλήση τους για μετάνοια και επιστροφή τους στην Μία και Μοναδική Εκκλησία, την Ορθοδοξία! Αυτό που έκαναν οι άγιοι και θεοφώτιστοι Πατέρες, εδώ και δύο χιλιάδες χρόνια!
Τέλος ο Παναγιώτατος κάνει λόγο για την πολυπόθητη ενότητα του χριστιανικού κόσμου. «Από την πλευρά της ή Ορθόδοξη Εκκλησία έχει πίστη στον Θεό και με αισιοδοξία θα συνεχίσει τούς θεολογικούς διαλόγους, κυρίως με την Ρωμαιοκαθολική αδελφή Εκκλησία και πιστεύουμε ότι στα επόμενα χρόνια θα υπάρξει σημαντική πρόοδος. Δεν θα ήταν σοφό να θέσουμε χρονικά όρια στον διάλογό μας, δεν μπορούμε να εργαζόμαστε με κοσμικά κριτήρια και κανόνες. Πιστεύουμε ότι οφείλουμε να συνομιλούμε με ειλικρίνεια, αίσθημα αγάπης, να προσευχόμαστε πολύ και με την χάρη τού Θεού, όταν εκείνος το θελήσει, θα προχωρήσουμε στην επίλυση των διαφορών μας και στην ποθητή ενότητα». Εδώ συνεχίζει ο Παναγιώτατος να αποκαλεί «αδελφή εκκλησία» τον πολλάκις συνοδικά καταδικασμένο αιρετικό παπισμό και εκφράζει την πεποίθησή του ότι επίκειται η «ένωση των εκκλησιών», παρ’ όλο, που μετά 35 χρόνια αποτυχημένων διαλόγων, τους οποίους ο τέως συμπρόεδρος του μεικτού θεολογικού διαλόγου, Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας κ. Στυλιανός,είχε χαρακτηρίσει ως «ανόσιον παίγιον»! Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε από πού αντλεί αυτή του την αισιοδοξία, τη στιγμή που οι τριών και πλέον δεκαετιών θεολογικοί διάλογοι με τους παπικούς έχουν κυριολεκτικά χρεοκοπήσει και βαλτώσει, καθ’ ότι αυτοί παραμένουν απόλυτα και πεισματικά αμετακίνητοι στις πλάνες τους! Τόνισε πως «προσευχόμαστε πολύ και με τη χάρη του Θεού, όταν εκείνος το θελήσει, θα προχωρήσουμε στην επίλυση των διαφορών μας και στην ποθητή ενότητα»! Ρωτάμε τον Παναγιώτατο: από πότε οι παπικές κακοδοξίες έγιναν «διαφορές μας»; Πόσες «διαφορές» πρόσθεσε η Ορθόδοξος Καθολική Εκκλησία μας, μετά το «σχίσμα» και πόσες ο παπισμός; Γιατί δε λέει τα πράγματα με το όνομά τους: να τις αποκαλέσει πλάνες του παπισμού, συνοδικά καταδικασμένες κακοδοξίες, τις οποίες συσσώρευσε τα τελευταία χίλια χρόνια; Αλλά νομίζουμε ότι και η φράση του: όταν ο Θεός «θελήσει» θα γίνει η ένωση είναι προβληματική. Αυτός, πρέπει να το γνωρίζει καλλίτερα από τον καθένα, πως ο Θεός πάντοτε θέλει την ενότητα των ανθρώπων. Αυτός έδωσε την Εκκλησία Του να λειτουργεί ως ενωτικός και σωστικός παράγων των ανθρώπων μεταξύ τους και με τον Ίδιο. Ουδέποτε «θέλησε» να υπάρχει χάσμα ανάμεσα στην Εκκλησία και τις δαιμονοκίνητες αιρέσεις, διότι, αυτές είναι έργο του διαβόλου. Η θέλησή Του είναι άτρεπτη και αναλλοίωτη. Δεν θα αλλάξει γνώμη κάποτε ο Θεός για να γίνει η ένωση. Άρα δεν είναι η «θέληση» του Θεού το εμπόδιο για την «ένωση», αλλά η αμετανοησία των αιρετικών και εν προκειμένω των παπικών. Η ένωση θα γίνει όχι «όταν θελήσει ο Θεός», αλλά όταν θελήσει ο παπισμός, (και οι άλλοι αιρετικοί) να αποβάλλει τις κακοδοξίες του και αποφασίσει να επιστρέψει στη Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, από όπου δραπέτευσε! Ο Θεός φωτίζει «πάντα άνθρωπον ερχόμενος εις τον κόσμον» να αποδεχτεί τη σωτηρία του. Φωτίζει και τους αιρετικούς, αλλά το δαιμονικό πνεύμα της πλάνης και ο εγωισμός τους, τους εμποδίζουν να κάνουν τη μεγάλη υπέρβαση! Ο Θεός δεν καταλύει την ελευθερία τους για να τους επιστρέψει, χωρίς τη θέλησή τους, στην Εκκλησία! Όσο δεν θέλουν οι αιρετικοί την αποβολή των πλανών τους, ένωση δε μπορεί να γίνει, όσο και αν τη θέλει ο Θεός!
Περαίνοντας την ανακοίνωσή μας, θέλουμε να εκφράσουμε τη λύπη μας για το τραγικό γεγονός, ότι εκατομμύρια συνανθρώπων μας, εικόνες του Θεού, βρίσκονται εκτός της Εκκλησίας και άρα εκτός της σωστικής χάριτος του Θεού. Η λύπη μας αυτή απορρέει από το καθήκον της αγάπης μας προς κάθε άνθρωπο και τη λαχτάρα μας να μη χαθεί ούτε μία ανθρώπινη ψυχή. Θέλουμε επίσης να εκφράσουμε τη λύπη μας για τη σύγχρονη οικουμενιστική και συγκρητιστική αντίληψη, η οποία «βλέπει» σωτηρία και εκτός της Εκκλησίας. Διαπιστώνουμε με πόνο ψυχής, να έχει σιγήσει στα στόματα των ιθυνόντων, στις έσχατες και αποκαλυπτικές ημέρες μας, η κλήση του Κυρίου: «δεύτε προς με πάντες» (Ματθ.11,28). Να μην καλούνται οι άνθρωποι για σωτήρια ένωση με το Θεάνθρωπο Λυτρωτή, η οποία συντελείται αποκλειστικά μέσα στην Εκκλησία Του, στην Ορθοδοξία, στο τεθεωμένο Σώμα Του και πουθενά αλλού! Κλήση για οργανική και οντολογική ένωση με το Χριστό, μέσω της ακαινοτόμητης σώζουσας Πίστεως και των Θείων Μυστηρίων. Έτσι, και μόνον έτσι, συντελείται η σωτηρία! Να αφήνονται αβοήθητοι στις πλάνες! Μια τέτοια κλήση, στην Ορθοδοξία, την αληθινή και μοναδική Εκκλησία του Χριστού, περιμέναμε από τη Μεγάλη Σύνοδο, η οποία δεν έγινε! Μια τέτοια κλήση θα περιμέναμε από το μαρτυρικό Φανάρι, από το στόμα του Παναγιωτάτου προς τους αιρετικούς για μετάνοια και επιστροφή στην σώζουσα ορθόδοξη αλήθεια, και όχι ευχολόγια και φρούδες ελπίδες για ενωτικά σχήματα συγκολλήσεων αληθειών και πλανών! Αυτού του είδους την ενότητα δεν τη θέλει ο Θεός!
Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και Παραθρησκειών