Στην αναγκαιότητα ύπαρξης ενός ολοκληρωμένου πλαισίου προστασίας και διαχείρισης έμφυλης βίας ώστε να μπορέσουν τα θύματά της να «σπάσουν τη σιωπή» αναφέρονται, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, η πρόεδρος της Επιτροπής Ισότητας των Φύλων του ΑΠΘ, καθηγήτρια στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης Δήμητρα Κογκίδου και η καθηγήτρια στο Τμήμα Οργάνωσης & Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, επικεφαλής της Ομάδας για την αντιμετώπιση της σεξουαλικής παρενόχλησης στον λόγο και τη συμπεριφορά της Επιτροπής Ισότητας των Φύλων του ΠΑΜΑΚ, Ροδούλα Η. Τσιότσου.
«Καταρχήν», ξεκαθαρίζει η κ. Κογκίδου, «η ευθύνη για τη βία δεν ανήκει ποτέ στο άτομο που την έχει βιώσει». Γενικά, όπως λέει, «όταν αποφασίζει ένα άτομο να το μοιραστεί μαζί μας, πρέπει να είμαστε εκεί, δίπλα του, να το πιστέψουμε, να μην αμφιβάλλουμε καταρχήν αλλά να δείξουμε εμπιστοσύνη, να μη στιγματίζουμε, να ξέρει ότι δεν θα είναι μόνο του σε αυτό. Οφείλουμε σεβασμό και υποστήριξη, ιδιαίτερα τώρα που με τα μέσα κοινωνικά δικτύωσης ο δημόσιος διασυρμός είναι πιο εύκολος από ποτέ. Προτρέπουμε να μιλήσουν, να σπάσουν τη σιωπή παράλληλα όμως το κράτος, η πολιτεία και η κοινωνία οφείλουν να τα στηρίζουν ουσιαστικά παρέχοντας υπηρεσίες και δομές κατάλληλες που να νιώθουν ασφάλεια όταν μιλήσουν. Αυτοί που θα πρέπει να φοβούνται να είναι οι θύτες».
Υπηρεσία διαχείρισης περιστατικών σεξουαλικής κακοποίησης
Για την ίδια, τα «πανεπιστήμια πρέπει να δώσουν έμπρακτα το μήνυμα της μηδενικής ανοχής» εγκαθιδρύοντας μια πολιτική για την πρόληψη και αντιμετώπιση της παρενόχλησης, στην οποία θα ενταχθούν τα προγράμματα ευαισθητοποίησης, η θέσπιση διαδικασιών αναφοράς και των κυρώσεων, καθώς και η υποστήριξη των θυμάτων.
«Σήμερα, θεωρούμε ότι η ίδρυση μιας υπηρεσίας διαχείρισης περιστατικών σεξουαλικής παρενόχλησης και άλλων έμφυλων διακρίσεων είναι πιο επιτακτική από ποτέ και μάλλον θα υλοποιηθεί στο ΑΠΘ. Για την εξέλιξη αυτή συμβάλλει το γεγονός ότι στα περισσότερα πανεπιστήμια ιδρύθηκαν πλέον Επιτροπές Ισότητας των Φύλων σύμφωνα με τον Νόμο 4589/2019, άρθρο 33 και στις αρμοδιότητές τους είναι η παροχή υπηρεσιών διαμεσολάβησης σε περιπτώσεις καταγγελιών για διακριτική μεταχείριση ή παρενοχλητική συμπεριφορά και συνδρομή προς τα θύματα διακρίσεων όταν καταγγέλλουν διακριτική μεταχείριση».
Σύμφωνα με την κ. Κογκίδου, η ενθάρρυνση της συνειδητοποίησης, «πώς δηλαδή θα αναγνωρίζουν και θα επεξεργάζονται όλες τις εκφάνσεις της έμφυλης βίας και να μάθουν πώς μπορούν να αντιδράσουν, έχει ιδιαίτερη σημασία για το νεανικό φοιτητικό πληθυσμό έτσι ώστε να αλλάξει αυτή η πρακτική της σιωπής».
«Είναι σημαντικό να υπάρχει ένα πλαίσιο στο οποίο να ορίζονται οι παραβιαστικές συμπεριφορές και να υπάρχει ρητή απαγόρευση και δέσμευση για την εξάλειψή τους, να υπάρχει επιβολή άμεσων πειθαρχικών κυρώσεων όσων κρίνονται ένοχοι για παρενόχληση, αναλυτική περιγραφή της διαδικασίας υποβολής καταγγελιών και καθορισμός των προσώπων που θα δέχονται τις καταγγελίες, ρητή δέσμευση να παραμένουν εμπιστευτικές όλες οι καταγγελίες και οι διαδικασίες για παρενόχληση, δέσμευση για τη διασφάλιση της προστασίας των μαρτύρων, διασφάλιση ότι αυτές/αυτοί που καταγγέλλουν δεν θα υποστούν αντίποινα, αν η καταγγελία εξακριβωθεί ότι είναι αληθινή, κ.ά. Οι πολιτικές αυτές θα πρέπει να καλύπτουν όλα τα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας (φοιτήτριες /ές και προσωπικό όλων των κατηγοριών) και σε όλους τους χώρους δραστηριοτήτων».
Παράδειγμα για την πρόληψη της έμφυλης βίας θα μπορούσαν να γίνουν τα πανεπιστήμια
Για την πρόεδρο της Επιτροπής Ισότητας των Φύλων του ΑΠΘ, τα προγράμματα ευαισθητοποίησης για την καταπολέμηση της σεξουαλικής παρενόχλησης που γίνονταν έως τώρα δεν μπορούν να είναι πολύ αποτελεσματικά, αν δεν είναι ενταγμένα σε ένα ολοκληρωμένο και θεσμοθετημένο σχέδιο παρέμβασης για την καταπολέμηση του φαινομένου, ενταγμένο και υποστηριζόμενο από μια πολιτική ισότητας των φύλων.
«Η ένταξή τους σε ένα χώρο εκπαίδευσης -όπως εκτιμώ ότι θα γίνει άμεσα στο ΑΠΘ- “διαπαιδαγωγεί” φοιτήτριες/ες (αλλά και προσωπικό) στην πρόληψη, στην αναγνώριση των περιστατικών που ενδέχεται να συνιστούν παρενόχληση, καθώς και στην αναφορά και γενικότερα συμβάλλει ώστε η παρενόχληση να μη κανονικοποιείται ως μέρος της ακαδημαϊκής κουλτούρας. Θα μπορούσαν τα ΑΕΙ να πρωτοπορήσουν και να αποτελέσουν ένα παράδειγμα καλής πρακτικής και για άλλους φορείς και να έχει αυτό σημαντικό αντίκτυπο γενικά στη πρόληψη της έμφυλης βίας».
Πάντως, όπως επισημαίνει η επικεφαλής της Ομάδας για την αντιμετώπιση της σεξουαλικής παρενόχλησης στον λόγο και τη συμπεριφορά του Πανεπιστημίου Μακεδονίας Ροδούλα Η. Τσιότσου, «μέχρι πρόσφατα δεν υπήρχε κάποιος φορέας για καταγγελίες περιστατικών σεξουαλικής παρενόχλησης και κακοποίησης μέσα στα πανεπιστήμια και μόλις το 2019 ο νόμος 4589/2019 (άρθρο 33), έδωσε τη δυνατότητα στα Α.Ε.Ι να ιδρύσουν τις Επιτροπές Ισότητας των Φύλων (Ε.Ι.Φ) ως συμβουλευτικά όργανα».
«Συνεπώς, επειδή η ίδρυση των Ε.Ι.Φ είναι σχετικά πρόσφατη, δεν έχουν σχεδιαστεί ακόμα οι διαδικασίες/πρωτόκολλα τις οποίες θα πρέπει να ακολουθήσει κάποιο άτομο που δέχεται σεξουαλική παρενόχληση ή/και κακοποίηση διαδικτυακά από άτομα του Πανεπιστημίου ή διά ζώσης στον χώρο αυτού. Επίσης, δεν είναι σαφές στη νομοθεσία σχετικά με τον τρόπο διαχείρισης και τις περαιτέρω διαδικασίες που θα πρέπει να ακολουθήσουν οι Ε.Ι.Φ. για την προώθηση των σχετικών καταγγελιών ώστε να πάρουν τη δικαστική οδό. Θεωρώ ότι η ίδρυση Γραφείου Ισότητας των Φύλων στο Υπουργείο Παιδείας θα βοηθούσε στην προώθηση της ισότητας σε όλα τα επίπεδα του εκπαιδευτικού μας συστήματος καθώς η έμφυλη βία ξεκινά από την πρώιμη παιδική ηλικία».
Εντούτοις, σύμφωνα με την καθηγήτρια του ΠΑΜΑΚ, «σε κάθε περίπτωση, ιδιαίτερα με την ίδρυση των Ε.Ι.Φ., οι φοιτήτριες και οι φοιτητές θα πρέπει να αισθάνονται ότι βρίσκονται σε ένα ασφαλές περιβάλλον, όπου η έμφυλη βία δεν έχει θέση και συνεπώς να μη φοβούνται από εδώ και στο εξής να καταγγέλλουν περιστατικά σεξουαλικής παρενόχλησης και κακοποίησης».
Θολές γραμμές και ασαφή όρια
Σε διαδικτυακή εκδήλωση που διοργάνωσε πριν από δύο μήνες η Επιτροπή Ισότητας των Φύλων του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, η κ. Τσιότσιου τονίζει πως «φάνηκε από τις ερωτήσεις των φοιτητών/τριών, ότι υπάρχουν θολές γραμμές και τα όρια δεν είναι σαφή». «Για παράδειγμα, δεν ήταν ξεκάθαρο σε όλες/ους τι είναι η σεξουαλική παρενόχληση και κακοποίηση καθώς και η “τοξική αρρενωπότητα” και πώς αυτές οι έννοιες διαφοροποιούνται από το φλερτ ή την ερωτική σχέση. Μετά την εκδήλωση, φοιτήτρια επικοινώνησε μαζί μου και με ενημέρωσε ότι είχε πέσει θύμα σεξουαλικής κακοποίησης εκτός πανεπιστημίου και ότι θα ήταν πρόθυμη να μιλήσει γι’ αυτή την εμπειρία σε κάποια εκδήλωσή μας.
Συνεπώς, χρειάζεται να υπάρξει σχετική ενημέρωση της πανεπιστημιακής κοινότητας με ημερίδες και εργαστήρια για θέματα έμφυλης βίας αλλά πιο πριν πρέπει να γίνει μια αποτύπωση της κατάστασης. Για τον λόγο αυτό, με την Ομάδα για την Αντιμετώπιση της Σεξουαλικής Παρενόχλησης στον Λόγο και τη Συμπεριφορά που έχουμε συστήσει στην Ε.Ι.Φ, θα προβούμε αρχικά στην εκπόνηση σχετικής έρευνας ανάμεσα στις/ους φοιτήτριες/τές, καθηγήτριες/ές, διοικητικό προσωπικό και εργαζόμενες/ους του Πανεπιστημίου Μακεδονίας και στη συνέχεια θα σχεδιάσουμε σχετικές δράσεις».
Καταλήγοντας, η κ. Τσιότσιου ξεκαθαρίζει ότι «είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι η έμφυλη βία συνιστά παραβίαση των θεμελιωδών δικαιωμάτων των ανθρώπων καθώς πλήττονται η ελευθερία, η ασφάλεια, η ψυχική και σωματική ακεραιότητα, και η αξιοπρέπεια τους».
«Ωστόσο, μόνο με τη συμμετοχή όλης της πανεπιστημιακής κοινότητας και την υποστήριξη των διοικητικών οργάνων των Πανεπιστημίων (π.χ. Σύγκλητος, Πρυτανικές Αρχές, και Κοσμητείες) μπορούμε να αντιμετωπίσουμε, και γιατί όχι να εξαλείψουμε, τη σεξουαλική παρενόχληση ή/και κακοποίηση στα Πανεπιστήμια μας ώστε να συμβάλουμε στη δημιουργία μιας πιο δίκαιης κοινωνίας».