Τα μαθήματα για το σχολικό έτος ολοκληρώθηκαν, όμως οι ενδοσχολικές εξετάσεις είναι… παιχνιδάκι. Η διαδρομή των μαθητών στην υποχρεωτική εκπαίδευση είναι ανεμπόδιστη, καθώς ο πήχυς της προαγωγής ή απόλυσης έχει χαμηλώσει ιδιαίτερα.
Ενας μαθητής μπορεί να προαχθεί ακόμη και με βαθμούς κάτω από τη βάση σε κρίσιμα μαθήματα, ενώ οι ηγεσίες του υπουργείου Παιδείας την τελευταία τριετία έχουν μειώσει τα υπό εξέταση μαθήματα στο τέλος της σχολικής χρονιάς στο γυμνάσιο. Μάλιστα, πληροφορίες αναφέρουν ότι η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας εξετάζει τη μείωση των υπό εξέταση μαθημάτων στο τέλος της χρονιάς και για την Α΄ και Β΄ του Λυκείου.
Σήμερα, οι μαθητές της Α΄ Λυκείου για να προαχθούν εξετάζονται στο τέλος της χρονιάς σε 13 μαθήματα και της Β΄ σε 16. Οι σκέψεις κάνουν λόγο για περιορισμό του αριθμού κατά το ήμισυ. Από την άλλη, όπως αναφέρει στην «Κ» ο μαθηματικός-αναλυτής Στράτος Στρατηγάκης, τώρα ένας μαθητής λυκείου μπορεί να προαχθεί εάν έχει ετήσιο βαθμό στα Μαθηματικά 5 και στα Θρησκευτικά 15. Ο γενικός μέσος όρος, που προκύπτει από όλα τα μαθήματα πλην της Γυμναστικής, πρέπει να είναι τουλάχιστον 9,5. Αυτό σημαίνει ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο ένας μαθητής να μείνει μετεξεταστέος.
Αρνητικές επιπτώσεις
Πρόκειται για επιλογή που ναι μεν πλήττει τη βαθμοθηρία και περιορίζει τον φόρτο των μαθητών, αλλά έχει και αρνητικές επιπτώσεις στη μάθηση τόσο στο γυμνάσιο όσο και στο λύκειο. Και αυτό διότι «οι περισσότεροι μαθητές, με στόχο την εύκολη προαγωγή, αποστηθίζουν αποσπασματικά την ύλη κατά τη διάρκεια της χρονιάς και δεν υποχρεούνται να τη μελετήσουν κριτικά και με σφαιρικότητα στο τέλος της χρονιάς», όπως τόνισε στην «Κ», ο φυσικός σε γυμνάσιο κ. Νίκος Κόλλιας.
• Στο δημοτικό στις τάξεις Α΄ και Β΄ γίνεται μόνο περιγραφική αξιολόγηση και οι μαθητές προάγονται κατά την κρίση του δασκάλου. Στις τάξεις Γ΄ και Δ΄ εκτός από την περιγραφική αξιολόγηση χρησιμοποιείται η κλίμακα βαθμολογίας Αριστα (Α), Πολύ Καλά (Β), Καλά (Γ), Σχεδόν Καλά (Δ). Οταν στους τελικούς μέσους όρους υπερισχύουν οι χαρακτηρισμοί «Δ», ο μαθητής επαναλαμβάνει την τάξη. Σε Ε΄ και ΣΤ΄ του Δημοτικού προβλέπεται λεκτική και αριθμητική κλίμακα βαθμολογίας: «Αριστα» για μέσον όρο πάνω από 9, «Πολύ καλά» (7-8), «Καλά» (4,5-6) και «Σχεδόν καλά» για έως 4,5. Το προεδρικό διάταγμα 8 του 1995 όριζε το «Καλά» μεταξύ 5 και 6, και το «Σχεδόν Καλά» έως 4. Ωστόσο, απόφαση του υπ. Παιδείας Κώστα Γαβρόγλου διευκρίνισε ότι εάν ο μαθητής έχει 4,5 έως 4,9 προάγεται. Προς το παρόν, σε 100 δημοτικά γίνεται πιλοτική εφαρμογή της αποκλειστικής περιγραφικής αξιολόγησης των μαθητών. «Στις δύο πρώτες τάξεις του δημοτικού ο μαθητής οφείλει να έχει κατακτήσει τον μηχανισμό της ανάγνωσης. Σε αντίθετη περίπτωση, εάν προαχθεί, θα δυσκολευθεί στη μετέπειτα διαδρομή του στο σχολείο. Γι’ αυτό ίσως στις δύο πρώτες τάξεις πρέπει να κρίνεται εάν πρέπει ο μαθητής να επαναλάβει την τάξη. Είναι μία απόφαση που πρέπει να ληφθεί με ιδιαίτερη προσοχή από το σχολείο και οι γονείς να είναι ενήμεροι», λέει στην «Κ» ο σχολικός σύμβουλος πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης Χάρης Παπαδόπουλος. Βεβαίως, στην πράξη, και ορθώς σύμφωνα με τον κ. Παπαδόπουλο, σπάνια ένα παιδί καλείται να επαναλάβει την τάξη, καθώς έτσι ίσως να του προκληθεί ψυχικό πλήγμα και να στιγματισθεί. «Από την άλλη, η αξιολόγηση των μαθητών πρέπει να γίνεται με αξιοπιστία», τονίζει ο ίδιος.
• Στο γυμνάσιο, με βάση εγκύκλιο του 2012 (βασιζόμενη και σε εγκύκλιο του 1984) τα μαθήματα χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες (με βάση τη βαρύτητά τους), και η προαγωγή /απόλυση γινόταν όταν ο μαθητής είχε σε κάθε μάθημα των ομάδων Α΄ και Β΄ ετήσιο γενικό βαθμό τουλάχιστον 10 ή υπό προϋποθέσεις 13, φτάνει να μην υστερούσε σε κρίσιμα μαθήματα. Με απόφαση του Νίκου Φίλη μόνο τα τέσσερα μαθήματα της Α΄, βασικότερης ομάδας (Νεοελληνική Γλώσσα και Γραμματεία, Μαθηματικά, Φυσική και Ιστορία), εξετάζονται γραπτώς στο τέλος της σχολικής χρονιάς. Ο μαθητής κρίνεται άξιος προαγωγής ή απόλυσης όταν έχει σε κάθε μάθημα βαθμό ετήσιας επίδοσης τουλάχιστον 10, ή όταν έχει βαθμό ετήσιας επίδοσης σε καθένα από τα μαθήματα της Ομάδας Α΄ τουλάχιστον 8, και έχει συνολικό μέσον όρο βαθμών ετήσιας επίδοσης τουλάχιστον 12. Πριν από την απόφαση, οι μαθητές εξετάζονταν σε 12 μαθήματα. Η απόφαση μείωσε τον φόρτο μελέτης και το άγχος των μαθητών, το άγχος και τα έξοδα φροντιστηρίου για τους γονείς, τον φόρτο της διόρθωσης των γραπτών για τους καθηγητές.
• Στο λύκειο, ο πήχυς προαγωγής και απόλυσης άρχισε να χαμηλώνει μετά τη μεταρρύθμιση του υπουργού Παιδείας Γεράσιμου Αρσένη το 1999. Τότε, ο μαθητής της Β΄ Λυκείου για να προαχθεί εξεταζόταν σε όλα τα μαθήματα σε Πανελλήνιες Εξετάσεις και ο προφορικός του βαθμός προσαρμοζόταν στον γραπτό έως 3 μονάδες (π.χ. εάν ο μαθητής έγραφε σε ένα μάθημα 5, ο προφορικός βαθμός θα έπεφτε στο 8). Το αποτέλεσμα ήταν το 30% των μαθητών να μένει στην ίδια τάξη. Οι αντιδράσεις οδήγησαν σε αλλαγές και η προσαρμογή του προφορικού στον γραπτό έγινε 5 μονάδες. Τα επόμενα χρόνια τα εξεταζόμενα μαθήματα από 14 μειώθηκαν σε 9 και κατόπιν σε 6, οι Πανελλήνιες Εξετάσεις στη Β΄ Λυκείου καταργήθηκαν, αλλά το 9,5 ως μέσος όρος προαγωγής δεν άλλαξε μέχρι το 2014. Τότε εισήχθη η Τράπεζα Θεμάτων στις εξετάσεις του Ιουνίου και θεσπίσθηκε όριο προαγωγής το 10.
Το 2015, ο υπουργός Παιδείας Τάσος Κουράκης κατήργησε την Τράπεζα Θεμάτων και επανέφερε το 9,5 ως βάση προαγωγής. Πλέον, με βάση την απόφαση του υπουργού Κώστα Γαβρόγλου για το απολυτήριο μετρούν και οι επιδόσεις στα ενδοσχολικά εξεταζόμενα μαθήματα –πλην της Γυμναστικής– και όχι μόνο τα εξεταζόμενα μαθήματα για εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Ο βαθμός απολυτηρίου πρέπει να είναι τουλάχιστον 9,5. Εάν μετρούσαν μόνο οι βαθμοί των πανελλαδικώς εξεταζόμενων μαθημάτων, περίπου το 25% θα κινδύνευε να «μείνει» στην ίδια τάξη.
«Η κατάσταση χρόνο με τον χρόνο χειροτερεύει. Τα παιδιά αντιμετωπίζουν το γυμνάσιο ως ευχάριστη διαδρομή, στην Α΄ Λυκείου νιώθουν ότι τα πράγματα δυσκολεύουν, φτάνουν στη Β΄ Λυκείου και λένε ότι θα εντείνουν τη μελέτη τους. Ενας μαθητής, όμως, που δεν έχει εκπαιδευθεί να διαβάζει μέχρι τα 17 του χρόνια δεν μπορεί να το κάνει ξαφνικά. Αποτέλεσμα είναι στη Γ΄ Λυκείου πολλοί μαθητές να μην μπορούν να αποδώσουν όπως θέλουν. Και αρχίζει το άγχος των Πανελληνίων Εξετάσεων», λέει ο κ. Στρατηγάκης. Μετά όλα αυτά βέβαια, ερώτημα είναι εάν ο πήχυς του… λαϊκισμού θα χαμηλώσει και άλλο τον βαθμό δυσκολίας του σχολείου.
Η κουλτούρα της ευκολίας
«Ο στόχος είναι το απροϋπόθετο σχολείο», λέει στην «Κ» ο φιλόλογος Γιάννης Αντωνίου, ερμηνεύοντας τη συνεχή άρση των εμποδίων –μείωση των εξετάσεων, ψαλίδισμα των βαθμολογικών ορίων– για την προαγωγή των μαθητών στην επόμενη τάξη. «Η κουλτούρα της ευκολίας διαπερνά τη Μεταπολίτευση. Η άποψη για προαγωγή χωρίς υψηλά εμπόδια για τον μαθητή συνάδει με την ιδεολογική θέση ότι το σχολείο είναι μηχανισμός της αστικής τάξης και γι’ αυτό πρέπει να υπονομευθεί. Μια ιδεολογία που υιοθετούν και πανεπιστημιακοί που ανέλαβαν τον υπουργικό θώκο της Παιδείας την τελευταία τριετία», προσθέτει ο κ. Αντωνίου, και τονίζει: «Η εργαλειοποίηση της ευκολίας γίνεται για πολιτικούς λόγους. Η ιδεολογική αυτή θέση συμπλέκεται με μια λαϊκιστική πολιτική, η οποία υπόσχεται εύκολη προαγωγή των μαθητών ελπίζοντας ότι με τον τρόπο αυτό θα υπάρξει πολιτικό όφελος». Πλέον απαιτούνται προσπάθειες για ανάσχεση της κουλτούρας της ευκολίας που διαπνέει όχι μόνο το σχολείο αλλά και πολλούς άλλους τομείς στην Ελλάδα.