Το Διοικητικό Συμβούλιο του Πανελλήνιου Επιστημονικού Συλλόγου Ειδικής Αγωγής-Π.Ε.Σ.Ε.Α. θεωρεί ότι οι Τροπολογίες που αφορούν την Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση στο Σχέδιο Νόμου για «ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΤΟΥ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ» αιφνιδιάζουν αρνητικά την εκπαιδευτική κοινότητα και τους γονείς, σε περίοδο Εθνικού Διαλόγου για την Παιδεία, και ακολουθούν την ίδια πρακτική των προηγούμενων πολιτικών ηγεσιών, που με τις αποσπασματικές νομοθετικές ρυθμίσεις οδήγησαν την Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση στα όρια της αθλιότητας (Κουράκης, Α., 2015, τέως Υπουργός Παιδείας).
Στη σημερινή εποχή το «Ένα Σχολείο για Όλους» αποτελεί βασικό σκοπό των εκπαιδευτικών συστημάτων και εκφράζει το στόχο για ισότιμη ένταξη των ατόμων με αναπηρία (ΑμΑ) και των ατόμων με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες (ΑμΕΕΑ) στην κοινωνία. Για το σκοπό αυτό πρέπει να συνυπάρχει ο πολιτικός στόχος. Σήμερα, χωρίς διάλογο με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, χωρίς αντικειμενική διαπίστωση της πραγματικότητας της Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης, χωρίς στρατηγικό σχεδιασμό για παραπέρα πορεία όχι μόνο της ΕΑΕ αλλά συνολικά της δημόσιας εκπαίδευσης για άλλη μια φορά η Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση (ΕΑΕ) γίνεται πεδίο «νέων» ρυθμίσεων που αν εφαρμοστούν θα φέρουν σοβαρές αλλαγές με αρνητικό πρόσημο στις δημόσιες σχολικές μονάδες και στις εργασιακές σχέσεις των εκπαιδευτικών στην ΕΑΕ. Πιο συγκεκριμένα:
Στο κείμενο της διάταξης, το άρθ. 1 παρ. 4 επαναφέρει παλαιότερη διάταξη και τοποθετεί Νηπιαγωγό στην προβαθμίδα των 4/θέσιων των Ειδικών Δημοτικών Σχολείων. Με εκατοντάδες αδιόριστους δασκάλους η παραπάνω διάταξη έτσι όπως συνταχθεί και διατυπωθεί (φωτογραφική διάταξη;) πρέπει να αποσυρθεί.
Στο κείμενο της διάταξης, στο άρθ. 3 θεσμοθετούνται «προγράμματα συνεκπαίδευσης» που η εφαρμογή τους θα καθοριστεί με μελλοντική Υπουργική Απόφαση. Από τον ν.1566/85, το ν. 2817/00 και μέχρι σήμερα πλήθος αναγκαίων μέτρων για τη λειτουργία και τη ρύθμιση διαφόρων θεμάτων της ΕΑΕ έμειναν στο προθάλαμο αναμονής του Υπουργικού γραφείου (χωρίς ποτέ να υλοποιηθούν) ενώ με Υπουργικές Αποφάσεις express εγκρίθηκαν «καινοτόμα» προγράμματα, όργανα και επιτροπές κυρίως με στόχο την απορρόφηση κονδυλίων ΕΣΠΑ, που κρίνοντας από τα αποτελέσματα δεν είχαν ουσιαστικό αντίκρισμα και όφελος για τα ΑμΑ και τα ΑμΕΕΑ. Τα όσα αναφέρονται στην εισηγητική έκθεση δεν αποσαφηνίζουν τι θα είναι ο νέος θεσμός καθώς και σημαντικά στοιχεία όπως: κοστολόγηση, χρονοδιάγραμμα, εμπλεκόμενοι φορείς, εργαζόμενοι κ.ά. Το Διοικητικό Συμβούλιο του Π.Ε.Σ.Ε.Α. ζητά να τοποθετηθούν και να αναλύσουν οι αρμόδιοι τι συγκεκριμένα σηματοδοτεί ο νέος θεσμός.
Στο κείμενο της διάταξης, το άρθ. 5 αναφέρεται στα Τμήματα Ένταξης (Τ.Ε.) και όσα αναφέρει αλλάζουν τη λειτουργία και το ρόλο των Τ.Ε. και ο εκπαιδευτικός του Τ.Ε. καλείται σε ρόλους που ενυπάρχουν σε άλλους θεσμούς όπως η Παράλληλη Στήριξη. Το Διοικητικό Συμβούλιο του Π.Ε.Σ.Ε.Α. ζητά την άμεση απόσυρση της τροπολογίας.
Οι εκπαιδευτικοί των Τμημάτων Ένταξης με την προσφορά τους έχουν αποδείξει στην πράξη ότι το Τμήμα Ένταξης αντί μια «στατική» δομή όπως το θέλουν οι αναχρονιστικοί νόμοι Ειδικής Αγωγής που ταξινομούν τους μαθητές υιοθετώντας το ιατρικό μοντέλο, αποτελεί μια ενταξιακή σχολική δομή που συμβάλλει στην ενιαία σχολική μαθησιακή διαδικασία με ποικίλους τρόπους. Οι εκπαιδευτικοί και κυρίως οι Δάσκαλοι των Τμημάτων Ένταξης χρόνια τώρα αντισταθμίζουν τις πολλές δυσκολίες και στρεβλώσεις που απορρέουν από το χαρακτήρα του συγκεντρωτικού γραφειοκρατικού εκπαιδευτικού συστήματος και την εφαρμογή πολιτικών όπως τη συνεχή εισαγωγή «καινοτόμων»(!) προγραμμάτων (ΕΣΠΑ-ΟΑΕΔ) με σκοπό την καλύτερη και ποιοτική αναβάθμιση της ΕΑΕ(!), πολιτικών που έβαλαν πολλά εμπόδια στην «ισότιμη» εκπαίδευση των ΑμΑ και των ΑμΕΕΑ στέλνοντας χιλιάδες παιδιά στον ιδιωτικό τομέα, μεταβιβάζοντας την ευθύνη της Πολιτείας (όπως ορίζεται από το άρθ. 16 του Συντάγματος) στους γονείς.
Πιστώνεται θετικά στους εκπαιδευτικούς των Τμημάτων Ένταξης και κυρίως στους δασκάλους της πράξης ότι:
- με την καθημερινή εργασία τους με τους μαθητές,
- τη συνεργασία τους με όλους τους εκπαιδευτικούς της σχολικής μονάδας,
- τη συνεργασία τους με τους γονείς,
- το επιστημονικό και ερευνητικό τους έργο,
- την ανάδειξη των σοβαρών ελλείψεων και των εμποδίων στην εκπαίδευση των των ΑμΑ και των ΑμΕΕΑ,
- το συνεχή αγώνα τους για ισονομία στα εργασιακά δικαιώματα,
- τη συμμετοχή τους σε επιστημονικούς φορείς και στους συλλόγους εκπαιδευτικών.
Οι εκπαιδευτικοί των Τμημάτων Ένταξης σε αντίξοες συνθήκες που είναι γνωστές στο Υπουργείο, (Εκθέσεις του Π.Ι.- Χαρτογράφηση Ε.Α., υπομνήματα εμπλεκόμενων φορέων- έχουν άλλωστε αναδειχθεί από την κυβερνητική παράταξη με τη μορφή Επερωτήσεων στη Βουλή των Ελλήνων, κατά την αντιπολιτευτική της θητεία) έχουν κατορθώσει τα Τμήματα Ένταξης να αποτελούν μια δομή πλήρως ενταγμένη στη σχολική μονάδα και η ένταξη των μαθητών με αναπηρίες και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες να μην αποτελεί αυτοσκοπό αλλά να μετατρέπεται σ μια ενεργητική διαδικασία που να αφορά όλη τη σχολική μονάδα με την άρση των όποιων εμποδίων της μάθησης και την αποδοχή της διαφορετικότητας.
Το Διοικητικό Συμβούλιο του Π.Ε.Σ.Ε.Α. θεωρεί ότι η εφαρμογή της ενταξιακής πολιτικής δεν εξαρτάται από την αλλαγή του «σκοπού»(!) π.χ. του Τ.Ε. με αποσπασματικές νομοθετικές διατάξεις ούτε με την υιοθέτηση μεταφρασμένων όρων («συνεκπαίδευση», «συμπερίληψη» κ.ά.), αλλά μέσα από την ανάπτυξη πολιτικής σκέψης και δράσης που θέτουν σε πρώτο πλάνο το ζήτημα της διαφορετικότητας και των κοινωνικών προσδιορισμών της. Άλλωστε, σύμφωνα με τον Armstrong η ένταξη ως όρος, ως στόχος και ως διαδικασία είναι δύσκολο να οριστεί. Αν θέλουμε να εφαρμοστεί η ενταξιακή πολιτική επί της ουσίας και να εξασφαλιστούν ίσες ευκαιρίες για όλους, απαιτούνται ριζικές αλλαγές όχι μόνο στη νομοθεσία, αλλά, κυρίως, σε πρακτικό και οικονομικό επίπεδο (Αθηνά Ζώνιου-Σιδέρη, Ενταξιακή Εκπαίδευση & Κοινωνική Δικαιοσύνη στη Σύγχρονη Εποχή: Ερωτήματα και Προβληματισμοί, 12ο Συνέδριο Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου).
Η συμπεριληπτική εκπαίδευση δεν αποτελεί τον σκοπό αλλά το μέσο που συμβάλλει στη δημιουργία μιας συμπεριληπτικής κοινωνίας. Το σημερινό σχολείο για να ανταποκριθεί στις προϋποθέσεις ενός σχολείου για όλους τους μαθητές χρειάζεται να αλλάξει ο χαρακτήρας του σημερινού εκπαιδευτικού συστήματος. Να γίνει πιο αποκεντρωμένο, πιο ευέλικτο, πιο δημοκρατικό με έμφαση στη σχολική μονάδα και το σχολείο να αποκτήσει καλύτερη οργάνωση και υποδομή με παράλληλες αλλαγές στο κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο.
Αλλιώς, όπως έχει υποστηρίξει ο Slee (2004) «…η ενταξιακή εκπαίδευση διατρέχει τον κίνδυνο να μεταβληθεί σε στρεβλό θεωρητικό σχέδιο. Όσο περισσότερο η ένταξη γίνεται η συνήθης εκπαιδευτική πολιτική, τόσο μεγαλύτερος προβάλλει ο κίνδυνος να μεταλλαχθεί σε μια νεοφιλελεύθερη άμορφη μάζα, ικανή να προσαρμόζεται σε οποιοδήποτε θεωρητικό ή ιδεολογικό σχήμα».
Την τελευταία πενταετία οι σχολικές δομές της ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης δέχθηκαν πολλές «τροποποιητικές» νομοθετικές ρυθμίσεις για την εξυπηρέτηση των μνημονιακών πολιτικών, με συρρίκνωση σχολικών δομών, συγχωνεύσεις και υποβαθμίσεις σχολικών μονάδων. Συνεχείς ήταν οι προσπάθειες αλλοίωσης του ρόλου των Τμημάτων Ένταξης, καθώς και της κατάργησής τους. Δεκάδες Τμήματα Ένταξης έκλεισαν με το πρόσχημα της μη φοίτησης μαθητών(!!!) με τη συνεργασία διαφόρων Διευθυντών Εκπαίδευσης & ΚΕΔΔΥ. Σε πολλές περιπτώσεις υπήρξε αλλοίωση του ρόλου του Τ.Ε. με την υποκατάσταση του εκπαιδευτικού του Τ.Ε. σε ρόλο εκπαιδευτικού Παράλληλης Στήριξης «παραβλέποντας» το γεγονός ότι τα δύο μέτρα εκπαιδευτικής υποστήριξης είναι διαφορετικά και σχεδιασμένα να εξυπηρετούν διαφορετικές ανάγκες». (ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ, 2009 ΠΟΡΙΣΜΑ: Εφαρµογή του θεσµού της παράλληλης στήριξης µμαθητών µε αναπηρία ή µε ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες). Επίσης στα Σχέδια Νόμου για την ΕΑΕ του κ. Αρβανιτόπουλου, η Παράλληλη Στήριξη δε δινόταν στα σχολεία που είχαν Τ.Ε. παρότι ο Νόμος δεν περιορίζει την παροχή Παράλληλης Στήριξης αποκλειστικά σε περιπτώσεις όπου στο σχολείο του µμαθητή δεν λειτουργεί Τμήμα Ένταξης (Ν. 3699/2008, άρθρο 6).
Σήμερα η προτεινόμενη τροπολογία που αφορά τα Τμήματα Ένταξης, με όλα τα ευφυολογήματα περί ενίσχυσης του ενταξιακού χαρακτήρα φαίνεται να εξυπηρετεί την ίδια λογική σε αντίθεση με τα όσα είχαν ειπωθεί: «Ο ΣΥΡΙΖΑ θα μεριμνήσει, έτσι ώστε η εκπαίδευση που θα παρέχεται θα συμπεριλαμβάνει και θα είναι υπέρ των μαθητών με αναπηρία οι οποίοι θα παρακολουθούν εξατομικευμένα εκπαιδευτικά προγράμματα σε Τμήματα Ένταξης και θα δέχονται, όταν αυτό είναι αναγκαίο, προνοιακή, ψυχολογική και ψυχιατρική στήριξη εντός του σχολείου από δημόσιες και δωρεάν υπηρεσίες, μετά από συνεργασία με τους γονείς, το σύλλογο διδασκόντων, τους Συμβούλους της Γενικής, Ειδικής και Προσχολικής Αγωγής», (Πρόγραμμα ΣΥΡΙΖΑ, ΑΥΓΗ 22-06-2014).
Το Διοικητικό Συμβούλιο του Π.Ε.Σ.Ε.Α. ζητά την άμεση απόσυρση της συγκεκριμένης τροπολογίας. Η ενταξιακή πολιτική δεν υλοποιείται με την αλλοίωση/κατάργηση θεσμών που έχουν προσφέρει και εξακολουθούν να προσφέρουν σημαντικό έργο στα πλαίσια της σχολικής μονάδας. Αντί αποσπασματικών νομοθετικών ρυθμίσεων η ειδική αγωγή και εκπαίδευση των ΑμΑ και των ΑμΕΕΑ χρειάζεται:
- ενίσχυση του υποστηρικτικού ρόλου τους των Τμημάτων Ένταξης,
- ίδρυση Τμήματος Ένταξης σε κάθε σχολική μονάδα Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης,
- επαναλειτουργία του θεσμού της Μετεκπαίδευσης για εκπαιδευτικούς ΕΑΕ,
- άμεσοι διορισμοί εκπαιδευτικών στην ΕΑΕ με τα ίδια κριτήρια διορισμού που ισχύουν σε όλη την εκπαίδευση,
- αύξηση της χρηματοδότησης της δημόσιας εκπαίδευσης,
- ενιαίος Νόμος για την Εκπαίδευση. Η Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος, που έχει ως βασική σχολική δομή το γενικό σχολείο στην δωδεκάχρονη υποχρεωτική εκπαίδευση.
Για το Διοικητικό Συμβούλιο του Π.Ε.Σ.Ε.Α.
Ο Πρόεδρος Ο Γενικός Γραμματέας
Μηνάς Ευσταθίου Λευτέρης Ρατσιάτος