ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑ ΕΝΩΣΙΣ ΘΕΟΛΟΓΩΝ
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Θεσσαλονίκη 21 Οκτωβρίου 2016
ΠΡΟΣ:
1) Υπουργόν Παιδείας Έρευνας και Θρησκευμάτων κ. Νικόλαο Φίλη.
2) Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής.
ΚΟΙΝ:
1) Μακαριώτατον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών & πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερώνυμο.
2) Σεβασμιωτάτους Μητροπολίτες της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος.
3) Παναγιώτατον Μητροπολίτην Θεσσαλονίκης κ. Άνθιμο.
4) Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων.
5) Μέσα Ενημέρωσης.
ΨΗΦΙΣΜΑ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ
Την Παρασκευή 21 Οκτωβρίου 2016, πραγματοποιήθηκε έκτακτη συνεδρίαση των μελών του Παραρτήματος της Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων Θεσσαλονίκης,
προκειμένου να συζητήσουν τα νέα δεδομένα, τα οποία διαμορφώθηκαν σχετικά με τη διδασκαλία του Μαθήματος των Θρησκευτικών στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση της χώρας. Μετά από το διάλογο και τις θέσεις που διατυπώθηκαν αποφασίστηκε να σταλεί στο Υπουργείο και στην Ιερά Σύνοδο και να δημοσιευθεί το ακόλουθο ψήφισμα:
Ως εκπαιδευτικοί Θεολόγοι της Θεσσαλονίκης
1.Εκφράζουμε την έντονη αντίθεσή μας στα νέα πολυθρησκειακά Προγράμματα Σπουδών και ζητούμε από το Υπουργείο Παιδείας την άμεση απόσυρσή τους, διότι αλλοιώνουν το χαρακτήρα και το περιεχόμενο του Μαθήματος των Θρησκευτικών. Επιπλέον, εκφράζουμε την αγανάκτησή μας για την νεκρανάσταση και εφαρμογή των νέων Προγραμμάτων Σπουδών για το Μάθημα των Θρησκευτικών, τα οποία έχουν δημιουργήσει τεράστια αναστάτωση και αντίδραση όχι μόνο μεταξύ των συναδέλφων Θεολόγων εκπαιδευτικών, αλλά και μεταξύ των μαθητών, των οικογενειών τους και της ευρύτερης ελληνικής κοινωνίας. Εμείς οι Θεολόγοι της Θεσσαλονίκης, εκφράζουμε την σφοδρή διαμαρτυρία και αγανάκτησή μας, διότι αγνοήθηκαν εντελώς και με επιδεικτικό τρόπο οι πολυάριθμες τεκμηριωμένες επιστημονικά και θεολογικά κρίσεις και θέσεις έγκριτων επιστημόνων, εκκλησιαστικών παραγόντων, συμβούλων και συναδέλφων εν ενεργεία εκπαιδευτικών, που μέσα από Συνέδρια, ημερίδες, συνάξεις και δημοσιεύσεις, επισημαίνουν από το 2012 την παιδαγωγική και θεολογική ακαταλληλότητα αυτών των Προγραμμάτων για μαθητές.
2.Διαπιστώνουμε ότι, ακόμη και η ύστατη προσπάθεια της Εκκλησίας για συνεννόηση και συνεργασία με την πολιτεία, γίνεται αντικείμενο είτε άρνησης είτε πολιτικής εκμετάλλευσης εκ μέρους της Πολιτείας. Ζητούμε, κατά συνέπεια, από το Υπουργείο να τηρήσει τα νόμιμα, έτσι ώστε, η διδασκαλία των Θρησκευτικών να πραγματοποιείται με βάση τα προηγούμενα Αναλυτικά Προγράμματα και σύμφωνα με τα βιβλία που διανεμήθηκαν στους μαθητές. Η βελτίωση και η ανανέωση των προηγούμενων Αναλυτικών Προγραμμάτωνκαι των βιβλίων, κυρίως σε θέματα μεθοδολογίας είναι ασφαλώς αναγκαία αλλά θα πρέπει να γίνει από μηδενική βάση με επιστημονικά και θεολογικά κριτήρια και σε συνεννόηση με την Εκκλησία και την Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων. Η οποιαδήποτε μονομερής συζήτηση ή ενέργεια για αλλαγή του χαρακτήρα και του περιεχομένου τους είναι καθώς αποδεικνύεται εκ του πονηρού και απαράδεκτη για τους Θεολόγους και τον ορθόδοξο ελληνικό λαό.
3.Επισημαίνουμε ότιοι περί ουδετερόθρησκου σχολείου ιδεολογικές θέσεις του κ. Υπουργού Παιδείας και μερίδας πολιτικών και θεολόγων έρχονται σε ευθεία αντίθεση με την ζώσα ορθόδοξη εκκλησιαστική παράδοση του ελληνικού λαού.
4.Ενημερώνουμε ότι γινόμαστε αποδέκτες της αντίθεσης, της ανησυχίας και της αγανάκτησης, που εκφράζεται για την εφαρμογή των νέων Προγραμμάτων Σπουδών στα Θρησκευτικά από γονείς και κηδεμόνες των μαθητών, οι οποίοι,έχουν πλέον ιδία εμπειρία για τη δομή και το περιεχόμενό τους. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι σφοδρές αντιδράσεις κατά των Προγραμμάτων εκφράζονται και από μαθητές άλλων χριστιανικών ομολογιών ή θρησκειών, οι οποίοι, στην αρχή της σχολικής χρονιάς, επέλεξαν να μην απαλλαγούν από το Μάθημα των Θρησκευτικών.
5.Υπογραμμίζουμε ότι αλλαγές σε Προγράμματα Σπουδών δεν πραγματοποιούνται ούτε εν αγνοία των εκπαιδευτικών, οι οποίοι καλούνται να τα υλοποιήσουν στην τάξη ούτε σε ευθεία αυταρχική και εχθρική αντιπαράθεση με αυτούς. Είναι κομβικό λάθος, από πλευράς της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας, να αντιμετωπίζονται οι γενικευμένες αντιδράσεις των Θεολόγων εκπαιδευτικών, όχι ως υπαρξιακή και συνειδησιακή αντίθεση, αλλά ως ένα απλό συντεχνιακό εμπόδιο που με την παρέλευση του χρόνου θα ξεπεραστεί, προκειμένου να υλοποιηθούν εξάπαντος και με κάθε μέσο τα νέα αντορθόδοξα Προγράμματα Σπουδών. Η αγάπη των θεολόγων για τους μαθητές και το ενδιαφέρον τους για το πνευματικό τους μέλλον, συνδέεται άμεσα με την πνευματική ποιότητα της διδασκαλίας του μαθήματος των Θρησκευτικών και αποτελεί το κύριο κριτήριο της αντίδρασής μας σε μια πολυθρησκειακή -και, στην ουσία, αποδομητική για την ήδη δεδομένη χριστιανική πίστη των μαθητών- διδασκαλία.
6.Σημειώνουμε ότι τέτοιας μορφής πρωτοβουλίες για την αλλαγή των Προγραμμάτων Σπουδών ενός μαθήματος, είναι επιστημονικά αναγκαίο να περνούν μέσα από ειδικές δημόσιες και μέσα από διαύγεια διαδικασίες αξιολόγησης, που στην προκειμένη περίπτωση ουδέποτε έγιναν γι αυτά τα Προγράμματα. Η μόνη μορφή δημόσιας αξιολόγησης των νέων Προγραμμάτων Σπουδών για τα Θρησκευτικά είναι όσα διαλαμβάνονται στις πρώτες για το νέο σχολικό έτος ενημερωτικές συγκεντρώσειςτων Εκπαιδευτικών, που πραγματοποιούνται με πρωτοβουλία των Συμβούλων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, οι περισσότερες από τις οποίες δεν κατέστη εφικτό ούτε καν να ολοκληρωθούν επιτυχώς, εξαιτίας των έντονων ενστάσεων και αντιδράσεων των συναδέλφων εκπαιδευτικών.
7.Θεωρούμε απόλυτα αληθή και δικαιολογημένα όσα ειπώθηκαν και γράφτηκαν για τα νέα Θρησκευτικά, διά στόματος και διά χειρός του Αρχιεπισκόπου κ. Ιερώνυμου, που εκφράζουν σύσσωμη την Ιεραρχία σε όσα αυτή αποφάσισε συνοδικά τον Μάρτιο και τον Οκτώβριο του 2016. Ο Μακαριώτατος ρητά και κατηγορηματικά είπε ότι θεωρεί τα νέα Προγράμματα «ακατάλληλα και επικίνδυνα»,ότι θα προξενήσουν «ζημιά στην Παιδεία και την Κοινωνία μας», ότι θα έχουν ως «αποτέλεσμα την σύγχυση των μαθητών», ότι «το εκπαιδευτικό υλικό δεν βοηθά το παιδί μιας ορθόδοξης οικογένειας στη διαμόρφωση μιας συνεκτικής εικόνας για την Ορθοδοξία, αλλά κλονίζει τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις, του προκαλεί σύγχυση, ενσπείροντάς του την λογική αμφιβολία», ότι «το μάθημα των Θρησκευτικών τώρα πλέον έγινε “κατηχητικό”, διότι προσπαθεί, με σαφή πολιτικά κριτήρια, να κατηχήσει και να στρατεύσει τους μαθητές σε μια εκκοσμικευμένη στάση απέναντι στο θρησκευτικό φαινόμενο», ότι «συντηρεί μία θεολογικά ρηχή προσέγγιση της Ορθόδοξης Εκκλησίας, εκμηδενίζοντας την ιδιαιτερότητα του ορθόδοξου δόγματος και της χριστιανικής παράδοσης» και τελικά ότι «δεν πρόκειται για θρησκευτικά αλλά για επιχείρηση αλλοιώσεως της πίστεώς μας».
8.Δηλώνουμε ότι, ως Θεολόγοι με πίστη και αφοσίωση στον Χριστό, σε καμιά περίπτωση δεν επιθυμούμε να έλθουμε, σε ρήξη και αντίθεση με την Εκκλησία μας και να εφαρμόσουμε Προγράμματα Σπουδών, που αντίκεινται στη διδασκαλία της. Επιπλέον, δεν είναι δυνατό να παραβλέψουμε τον νομικό, ηθικό και θεολογικό ρόλο και λόγο της Εκκλησίας στην, από κοινού με την πολιτεία, διαμόρφωση της χριστιανικής αγωγής, όπως προβλέπεται από τον Νόμο 590/1977«Περί του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος».Εξίσου, είναι αδύνατο για μας, ως δημοκρατικοί πολίτες και εκπαιδευτικοί που είμαστε, να έλθουμε σε αντίθεση με το Σύνταγμά μας, που στο άρθρο 16 αναφέρει ότι« H παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Kράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες». Είναι επίσης αδύνατο,να μην εφαρμόζουμε,ως εκπαιδευτικοί, τον ισχύοντα εκπαιδευτικό νόμο 1566/1985, ο οποίος ορίζει ότι «Σκοπός της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιαςεκπαίδευσηςείναι να συμβάλει στην ολόπλευρη, αρμονική και ισόρροπη ανάπτυξη των διανοητικών και ψυχοσωματικών δυνάμεων των μαθητών… Ειδικότερα υποβοηθεί τους μαθητές «…να διακατέχονται από πίστη προς την πατρίδα και τα γνήσια στοιχεία της ορθόδοξης χριστιανικήςπαράδοσης».
Με βάση τα παραπάνω δηλώνουμε ότι είμαστε αποφασισμένοι να τηρήσουμε το Σύνταγμα και τον Νόμο που δεν τηρούν το Υπουργείο Παιδείας και το ΙΕΠ, με τα ΦΕΚ που έθεσαν σε ισχύ, μέσω των οποίων θεσμοθετείται, αντί της ορθόδοξης, μια πολυθρησκειακή διδασκαλία. Σε καμιά περίπτωση δεν θέλουμε να συμβάλουμε σε μια ποδηγετημένη ιδεοληπτικά θρησκευτική αγωγή, που δεν αναπτύσσει, κατά το συνταγματικό, νομικό και θεολογικό πλαίσιο της πατρίδας μας, την υπάρχουσα θρησκευτική συνείδηση των μαθητών, αλλά στοχεύει, μέσω μιας ισοπεδωτικής και αλλοτριωτικής πολυθρησκειακής διδασκαλίας, να δημιουργήσει θρησκευτική σύγχυση και θρησκευτικό αποπροσανατολισμό που θα έχει ως συνέπεια την αποορθοδοξοποίησή τους.
Το ΔΣ του Παραρτήματος της ΠΕΘ Θεσσαλονίκης