Το πρόβλημα με τις διαγραφές φοιτητών που προβλέπονται από τον ισχύοντα νόμο έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις και ανησυχίες στην πανεπιστημιακή κοινότητα. Η καθιέρωση αυστηρών χρονικών ορίων φοίτησης (ν+2/ν+3) χωρίς να εξετάζεται η διαφορετικότητα των περιπτώσεων έχει δημιουργήσει ένα πλαίσιο που όχι μόνο αδικεί χιλιάδες ενεργούς φοιτητές, αλλά και αγνοεί τις πραγματικές αιτίες που οδηγούν στην καθυστέρηση αποφοίτησης. Η προοπτική μαζικών διαγραφών, που αφορά δεκάδες χιλιάδες φοιτητές, απειλεί να πλήξει την ηρεμία της ακαδημαϊκής ζωής και να εντείνει την αβεβαιότητα στους φοιτητές που προσπαθούν να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους.
Η απουσία μελέτης για τις αιτίες που οδηγούν στη λιμνάζουσα φοίτηση και η αδιαφορία για την αξιοποίηση των σπουδών που έχουν πραγματοποιηθεί έως τη διαγραφή καταδεικνύουν σοβαρά κενά στη νομοθέτηση. Ενδεικτικό παράδειγμα είναι η έλλειψη πρόβλεψης για φοιτητές που βρίσκονται κοντά στην ολοκλήρωση των σπουδών τους, αλλά διαγράφονται χωρίς καμία αναγνώριση του έργου τους. Τέτοιες ρυθμίσεις λειτουργούν περισσότερο ως «απειλές» παρά ως εργαλεία επίλυσης των πραγματικών προβλημάτων του εκπαιδευτικού συστήματος, δημιουργώντας αίσθημα αδικίας και ανασφάλειας.
Η Κίνηση Πανεπιστημιακής Αναβάθμισης (ΚΙΠΑΝ), σε συνεργασία με την ΠΟΣΔΕΠ, έχει υιοθετήσει κοινές θέσεις που στοχεύουν στη δίκαιη και αποτελεσματική αντιμετώπιση του ζητήματος. Κεντρικό σημείο των προτάσεών τους είναι η ανάγκη διαχωρισμού των ενεργών από τους ανενεργούς φοιτητές. Οι ανενεργοί φοιτητές που έχουν εγκαταλείψει τις σπουδές τους θα πρέπει να διαγράφονται, ενώ για τους ενεργούς φοιτητές που προσπαθούν να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους πρέπει να προβλέπονται εύλογα χρονικά περιθώρια. Η φοιτητοκεντρική και μαθησιοκεντρική προσέγγιση που προτείνουν βασίζεται στην παρακολούθηση της πορείας των φοιτητών και στη μελέτη των αιτίων της καθυστέρησης, με στόχο τη βελτίωση του συνολικού εκπαιδευτικού συστήματος.
Η εφαρμογή των διατάξεων του νόμου 4957/2021, χωρίς καμία προσαρμογή στις ανάγκες των φοιτητών και των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, φανερώνει μια προσέγγιση περισσότερο διοικητική και λογιστική παρά εκπαιδευτική. Η άκαμπτη εφαρμογή του χρονικού ορίου ν+2/ν+3 όχι μόνο δεν λύνει το πρόβλημα των λιμναζόντων φοιτητών, αλλά ενδέχεται να δημιουργήσει μεγαλύτερες εντάσεις στα πανεπιστήμια. Η ΚΙΠΑΝ και η ΠΟΣΔΕΠ προειδοποιούν για τις επιπτώσεις της συνέχισης αυτής της πολιτικής και καλούν την κυβέρνηση να αναλάβει άμεσα δράση για την τροποποίηση του νόμου, ώστε να εξασφαλιστεί η δίκαιη μεταχείριση όλων των φοιτητών.
Η άμεση τροποποίηση του νόμου είναι απαραίτητη για την αποφυγή μιας επικείμενης κρίσης στην πανεπιστημιακή κοινότητα. Οι προτάσεις για ευέλικτη αντιμετώπιση των ενεργών φοιτητών και μεταφορά της ευθύνης διαχείρισης στις πανεπιστημιακές σχολές μπορούν να αποτελέσουν τη βάση για μια ορθολογική και αποτελεσματική προσέγγιση. Εάν η κυβέρνηση προχωρήσει εγκαίρως στις αναγκαίες αλλαγές, θα επιδείξει σωφροσύνη και προσαρμοστικότητα, αποφεύγοντας την κλιμάκωση της έντασης και διασφαλίζοντας την ηρεμία και τη λειτουργικότητα της πανεπιστημιακής ζωής.
Όρια φοίτησης, λιμνάζοντες και διαγραφές – πρέπει να τροποποιηθεί άμεσα ο νόμος
Η εγκατάλειψη και η καθυστέρηση ολοκλήρωσης των πανεπιστημιακών σπουδών αποτελούν δείκτες ποιότητας της παρεχόμενης εκπαίδευσης και απασχολούν διεθνώς όσους εμπλέκονται με το σχεδιασμό και την εφαρμογή εκπαιδευτικής πολιτικής.
Η Ελλάδα έχει από τα χειρότερα ποσοστά καθυστέρησης αποφοίτησης, επειδή δεν διαγράφονται ούτε εκείνοι που έχουν εγκαταλείψει οριστικά τις σπουδές.
Η έλλειψη μακρόπνοης και συναινετικής εκπαιδευτικής πολιτικής, με διαχρονική ευθύνη των πολιτικών δυνάμεων, αντικατοπτρίζεται και στο θέμα αυτό, που έχει πάρει τον παραπλανητικό τίτλο «αιώνιοι φοιτητές», ενώ η αντιμετώπισή του παρουσιάζεται σαν δήθεν μεγάλη τομή και από την άλλη σαν αιτία πολέμου.
Έχουν νομοθετηθεί τρεις φορές όρια φοίτησης με διαγραφές για νέους φοιτητές και με μεταβατική περίοδο για τους παλαιούς (νόμοι «Γιαννάκου», «Διαμαντοπούλου», «Κεραμέως»). Όμως νομοθετήθηκαν όρια χωρίς να υπάρχουν αναλυτικά στοιχεία (πέρα από τον συνολικό αριθμό όσων έχουν ξεπεράσει το όριο σπουδών ν+2/ν+3), όπως στοιχεία για την χρονική κατανομή των λιμναζόντων και για τα ποσοστά ενεργών ή ανενεργών. Τα στοιχεία αυτά μόλις τώρα τα ζήτησε το υπουργείο από τους πρυτάνεις.
Δείτε Έρχεται ΝΕΟ έκτακτο επίδομα για φοιτητές – Δικαιούχοι
Νομοθετήθηκαν όρια φοίτησης χωρίς προηγουμένως να εξετάζονται και να αντιμετωπίζονται οι λόγοι που οδηγούν σε μη έγκαιρη αποφοίτηση ή σε εγκατάλειψη των σπουδών – λόγοι που ανάγονται όχι τόσο στη χαλαρή «φοιτητική ζωή», αλλά στην εισαγωγή αρχικά (επαγγελματικός προσανατολισμός, εισαγωγή σε σχολή χαμηλά στην επιλογή ή υψηλών απαιτήσεων σε σχέση με το γνωστικό υπόβαθρο του Λυκείου), στις ατομικές συνθήκες φοίτησης (οικονομική δυνατότητα, φοιτητική μέριμνα, προσωπικά προβλήματα, εργασία παράλληλα με τις σπουδές), ή στους όρους σπουδών (εκπαιδευτικός φόρτος, σχεδιασμός του προγράμματος σπουδών, αναλογία διδασκόντων-φοιτητών, διδακτικές προσεγγίσεις, εκπαιδευτικές υποδομές κλπ) που συντελούν σε έγκαιρη αποφοίτηση.
Νομοθετήθηκαν διαγραφές χωρίς να υπάρχει πρόβλεψη στο νόμο για το τι αντίκρισμα έχουν οι έως τη διαγραφή σπουδές, ακόμη και αν στο όριο (ν+2/ν+3) υπολείπονται λίγα μαθήματα για την ολοκλήρωσή τους. Δηλαδή νομοθετήθηκαν όρια φοίτησης και διαγραφές χωρίς καμία μελέτη των αιτιών του προβλήματος και των συνεπειών της νομοθέτησης.
Χωρίς πραγματικό ενδιαφέρον για το επίπεδο σπουδών και την πορεία των νέων, αλλά μάλλον σαν απειλή και πίεση να μην καθυστερούν – αλλιώς κόποι, χρόνος, έξοδα θα πάνε χαμένα.
Σε αντίθεση με το ν.4009/2011, που όριζε «περίοδο κανονικής φοίτησης» το ν+2 και παρέπεμπε στον οργανισμό κάθε πανεπιστημίου για τους όρους συνέχισης της φοίτησης, ο ισχύων ν.4957/2021 προβλέπει οριστική διαγραφή με τη συμπλήρωση της «ανώτατης διάρκειας φοίτησης» (ν+2/ν+3) για τους εισαχθέντες το 2021-22 και μετά.
Για δε τους παλαιότερους φοιτητές, που ανέρχονται σε 300.000 περίπου, με την πλειοψηφία να είναι ανενεργοί, εξαντλείται η μεταβατική περίοδος και διαγράφονται από τον Σεπτέμβριο του τρέχοντος έτους μέχρι και το 2030. Ο ν.4957 μάλιστα ορίζει πειθαρχικό παράπτωμα την παράλειψη των διοικήσεων να διαγράψουν τους φοιτητές και προβλέπει περιορισμό της χρηματοδότησης σε πανεπιστήμια που δεν συμμορφώνονται.
Όμως δεν είναι εύλογη ανώτατη διάρκεια το ν+2 όταν υπάρχουν σχολές όπου στα ν+2 έτη αποφοιτούν οι μισοί. Ούτε είναι λογικό να διαγράφονται φοιτητές αδιακρίτως, και με βάση ένα χρονικό όριο και μόνο, ανεξάρτητα από το αν οφείλουν 1 μάθημα ή 40, ανεξάρτητα από το αν έχουν εγκαταλείψει τις σπουδές ή αν ασχολούνται και προσπαθούν να τις ολοκληρώσουν.
Η ΚΙΠΑΝ υποστηρίζει πλήρως τις προτάσεις της ΠΟΣΔΕΠ, τις οποίες άλλωστε έχουμε συνδιαμορφώσει και υπερψηφίσει. Δεν θεωρούμε ότι οι διαγραφές αφορούν ένα ζήτημα ανύπαρκτο, ούτε ότι η απάντηση είναι λογιστική και διοικητική. Θέτουμε το ζήτημα των λιμναζόντων φοιτητών ως πρόβλημα φοιτητικής αποτυχίας, αλλά και διδακτικής ανεπάρκειας, επισημαίνοντας την ανάγκη για παρακολούθηση της πορείας των σπουδών των φοιτητών, για μελέτη και αντιμετώπιση των αιτιών της καθυστέρησης, για επανεξέταση και βελτίωση των σχετιζόμενων πλευρών του εκπαιδευτικού συστήματος (γνωστικό επίπεδο Λυκείου, επαγγελματικός προσανατολισμός, εισακτέοι, οριζόντια κινητικότητα, πρόγραμμα σπουδών με πραγματική βαρύτητα ECTS, πόροι εκπαιδευτικών ιδρυμάτων).
Δείτε Αιώνιοι φοιτητές: Παρέμβαση ΕΚΠΑ – Τι ζητά
Με τις συγκεκριμένες προτάσεις για τροποποίηση του νόμου ζητάμε να διαχωρίζεται η αντιμετώπιση των ανενεργών φοιτητών, οι οποίοι και να διαγράφονται, από τους ενεργούς, που ασχολούνται με τις σπουδές και προσπαθούν να τις ολοκληρώσουν, για τους οποίους πρέπει να προβλέπονται εύλογοι χρόνοι ολοκλήρωσης. Το κυριότερο, ζητάμε η ευθύνη για την αντιμετώπιση των λιμναζόντων να μεταφερθεί εκεί που ανήκει, στις Σχολές και στα Πανεπιστήμια. Η προσέγγισή μας αυτή είναι φοιτητοκεντρική και μαθησιοκεντρική.
Αντίθετα, η άποψη που, πατώντας πάνω στο δικαιολογημένο άγχος των φοιτητών, λέει «όχι στις διαγραφές – τελεία!», χωρίς να εξετάζει, ούτε καν να αναφέρει, άλλες αιτίες για τη λιμνάζουσα φοίτηση πέρα από τις οικονομικές δυσχέρειες, είναι φοιτητοπατερική. Αξιοποιεί και υποδαυλίζει τη φοιτητική δυσαρέσκεια στην προοπτική μιας ρήξης με την κυβέρνηση, χωρίς να δίνει κάποια διέξοδο, και εθελοτυφλεί μπροστά στο πρόβλημα, χωρίς να το αντιμετωπίζει («ποιο πρόβλημα; οι ‘’αιώνιοι φοιτητές’’ δεν είναι πρόβλημα»).
Από την άλλη η κυβέρνηση, με την επιμονή της για το ανώτατο όριο του νόμου 4957/2023 και τις διαγραφές φοιτητών, επιχειρεί να κάνει επίδειξη ευνομίας και αποφασιστικότητας στην εφαρμογή των νόμων με μια ρύθμιση που αποτελεί δείγμα κακής νομοθέτησης και πρέπει οπωσδήποτε να τροποποιηθεί.
Η απαρέγκλιτη εφαρμογή της διάταξης δεν θα κρίνει την αξιοπιστία της κυβέρνησης. Εκείνο που κρίνεται είναι η επαφή της με την πραγματικότητα, επειδή δεν λίγοι – ελάχιστοι, αλλά δεκάδες χιλιάδες οι ενεργοί φοιτητές που ξεπερνούν το ν+2. Εκείνο που κρίνεται είναι η λογική. Δεν είναι λογικό να διαγράφονται φοιτητές με εφαρμογή χρονικού ορίου χωρίς να εξετάζεται αν είναι ενεργοί ή όχι. Όπως δεν είναι λογικό να διαγράφεται η προσπάθειά τους, καθώς δεν υπάρχει πρόβλεψη στο νόμο για το τι αντίκρισμα έχουν οι έως τη διαγραφή σπουδές τους και τα 30, 40 ή 50 μαθήματα που έχουν περάσει.
Κρίνεται επίσης η αυτοδιοίκηση των πανεπιστημίων, καθώς ο νόμος θα έπρεπε να ορίζει δυνατότητα διαγραφής, αλλά να αφήνει στα αυτοδιοικούμενα πανεπιστημιακά ιδρύματα να καθορίσουν τους όρους φοίτησης στον εσωτερικό κανονισμό τους.
Αν η κυβέρνηση κάνει τις τροποποιήσεις που προτείνουμε έγκαιρα, πριν ξεσπάσει μια αναμενόμενη αναταραχή στα πανεπιστήμια, θα επιδείξει σωφροσύνη. Τη σωφροσύνη ενός νομοθέτη που αναγνωρίζει ένα λάθος και το διορθώνει. Άλλωστε δεν θα είναι η μόνη τροποποίηση στο νόμο Κεραμέως, έχουν προηγηθεί πάνω από 100 τροπολογίες.
Αν το κάνει καθυστερημένα, θα έχει μεν επιδείξει αποφασιστικότητα, και θα έχει πρόσκαιρα επικοινωνιακά οφέλη, αφού όπως δήλωσε ο κ. Πιερρακάκης η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων είναι υπέρ του μέτρου. Φαίνεται πως υπάρχουν κάποιοι που θέλουν να δουν αίμα στην επικοινωνιακή αρένα, και κάποιοι θέλουν να το προσφέρουν.
Δείτε Πανεπιστήμια: Αντιδράσεις για τις διαγραφές φοιτητών – Ζητείται τροποποίηση του νόμου
Ο υπουργός όμως πρέπει να λάβει υπόψη ότι αυτά τα οφέλη έχουν κόστος, πέρα από το άγχος των υποψηφίων προς διαγραφή. Θα πλήξουν, για άλλη μια φορά από κυβερνητική επιλογή, την ηρεμία της πανεπιστημιακής ζωής και την ευταξία την οποία υποτίθεται ότι επικαλείται για την αδιάλλακτη εφαρμογή των διαγραφών.
Η επιμονή σε άδικες και ανεδαφικές ρυθμίσεις, η καθυστέρηση στην αναγκαία διόρθωση του νόμου και η παράταση της αβεβαιότητας, θα προκαλέσουν για άλλη μια φορά αναταραχή στα πανεπιστήμια και άγονες εντάσεις, που μπορούν και πρέπει να αποφευχθούν.