| Με αφορμή την περίπτωση στα Χανιά, όπου του Εσπερινού ΓΕ.Λ. δεν μπόρεσαν να δώσουν , διότι δεν κατόρθωσαν να πάρουν από τους εργοδότες τους, ούτε να αλλάξουν βάρδια με συναδέλφους τους, θα θέλαμε να σημειώσουμε τα εξής:

Κωνσταντίνος Αδριανουπολίτης

Εκπαιδευτικός – Ερευνητής

Αντιπρόεδρος Ε.Ε.Τ.Ε.Κ.

  1. Η πολλαπλή αντίδραση  των συνδικαλιστικών οργάνων των εκπαιδευτικών Δ.Ε. είναι απολύτως υγιής και αποδεικνύει, στην περίπτωση αυτή, ότι το συνδικαλιστικό κίνημα δεν ενδιαφέρεται μόνο για τα στενά εργασιακά συμφέροντα των εκπαιδευτικών αλλά και για τα γενικότερα θέματα της παιδείας.

 

  1. Η παροχή άδειας σε περίοδο εξετάσεων δεν είναι νομοθετικά κατοχυρωμένη στον ιδιωτικό τομέα, αν και παλαιότερα στις εθνικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας υπήρχε πρόβλεψη για διευκόλυνση των εργαζομένων μαθητών – φοιτητών.

Οι εθνικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας ψηφιζόταν από τη Βουλή και αποτελούσαν Νόμο του κράτους.

 

Κατά την μακρά διάρκεια των μνημονίων οι συμβάσεις αυτές έπαψαν να ισχύουν και μέχρι σήμερα δεν έχουν εφαρμοστεί νέες.

 

Οι κανονικές άδειες των εργαζομένων ισχύουν σήμερα και οι εργαζόμενοι μαθητές – φοιτητές μπορούν να ζητήσουν τις άδειες αυτές κατά τη διάρκεια των εξετάσεων. Οι εργοδότες όμως δεν είναι υποχρεωμένοι να δώσουν τις άδειες κατά τη διάρκεια των εξετάσεων αλλά όποτε κρίνουν εκείνοι π.χ. τον Αύγουστο όταν πιθανόν οι επιχειρήσεις σταματούν να λειτουργούν.

  1. Η μη διευκόλυνση των εργαζομένων για εκπαίδευση, είναι ένα από τα εμπόδια στον τομέα της Εκπαίδευσης Ενηλίκων, στον οποίο η Ελλάδα βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις πανευρωπαϊκά.
  2. Η παροχή αδειών στους μαθητές των Εσπερινών Λυκείων σε περίοδο εξετάσεων, θα πρέπει να θεσμοθετηθεί και να είναι δεσμευτική για τους εργοδότες.

 

Οι άδειες αυτές έχουν ιδιαίτερη σημασία για τους μαθητές των Εσπερινών Επαγγελματικών Λυκείων διότι εκεί φοιτούν περισσότεροι  μαθητές απ΄ ότι στα Εσπερινά Γενικά Λύκεια.

 

Τα μαθητικά δυναμικά των Γενικών και των Επαγγελματικών Εσπερινών Λυκείων όπως καταγράφονται από το ΥΠΠΕΘ/ ΔΙΟΦΑΝΤΟΣ, Δ/νση Εκπαιδευτικής Τεχνολογίας και το ΥΠΠΕΘ /ΔΙΠΕΕ/Τμήμα Γ΄ Στατιστικής έχουν ως εξής:

 

Μαθητικά δυναμικά Δημόσιων Εσπερινών Λυκείων

Σχολικό έτος 2013-2014               ΓΕ.Λ.         4.515

ΕΠΑ.Λ.    14.045

Σχολικό έτος 2014-2015               ΓΕ.Λ.         4.452

ΕΠΑ.Λ.    15.151

Σχολικό έτος 2015-2016               ΓΕ.Λ.          4.361

ΕΠΑ.Λ.      16.797

Σχολικό έτος 2016-2017               ΓΕ.Λ.          4.180

ΕΠΑ.Λ.      18.225

Σχολικό έτος 2017-2018               ΓΕ.Λ.          5.409

ΕΠΑ.Λ.      20.572

Από τα εκτεθέντα στατιστικά στοιχεία προκύπτει ότι το μαθητικό δυναμικό των Εσπερινών ΓΕ.Λ. ( με εξαίρεση το έτος 2017-2018) μειώνεται και το αντίστοιχο των Εσπερινών ΕΠΑ.Λ. αυξάνεται.

 

Κατά το σχολ. έτος 2017-2018 τα ποσοστά των μαθητών των Εσπερινών ΓΕ.Λ. και ΕΠΑ.Λ., σε σχέση με τον συνολικό αριθμό των μαθητών τους (ΓΕ.Λ. 232.075 και ΕΠΑ.Λ. 85.642) είναι 2,33% και το αντίστοιχο των ΕΠΑ.Λ. 24,02%.

 

Από τα στατιστικά στοιχεία τα οποία παραθέσαμε προκύπτει η εσπερινή φοίτηση στην λυκειακή βαθμίδα αφορά κυρίως τα ΕΠΑ.Λ., στα οποία φοιτούν μαθητές, προερχόμενοι από εργατικές, λαϊκές και μη προνομιούχες κοινωνικές τάξεις και όχι από μαθητές οι οποίοι «δεν παίρνουν τα γράμματα».

 

Η συνεχής δυσφήμιση  των Επαγγελματικών Λυκείων και της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης γενικότερα, από κάποιους ιδεοληπτικούς κύκλους, οι οποίοι δραστηριοποιούνται  στο χώρο της εκπαίδευσης και εξυπηρετούν συντεχνιακά συμφέροντα και συμφέροντα παραπαιδείας θα πρέπει κάποτε να σταματήσει.

Η Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση είναι σήμερα απαραίτητη όσο ποτέ άλλοτε.

 

Η βελτίωση της οικονομίας και η ανάπτυξη γενικότερα, προϋποθέτουν και  ανάπτυξη της παραγωγικής βάσης η οποία σήμερα είναι σχεδόν ανύπαρκτη.

Η ανάπτυξη της παραγωγικής βάσης χρειάζεται κυρίως μεσαία στελέχη, απόφοιτους Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης.

 

Ανώτερα στελέχη, πτυχιούχους  Ανώτατης Εκπαίδευσης έχουμε, τεχνικούς δεν έχουμε.

 

Με αυξανόμενη αγωνία παρακολουθεί κανείς την τύχη των «αδιόριστων εκπαιδευτικών» Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης οι οποίοι  καταταλαιπωρούνται με το καθεστώς πρόσληψης αναπληρωτών περιφερόμενοι συχνά ανά τη χώρα και με την αγωνία εάν θα επαναπροσληφθούν την επόμενη χρονιά.

Οι εξαγγελλόμενοι διορισμοί μονίμων είναι ελάχιστοι, και το πρόβλημα δεν επιλύεται.

 

Στην Ανώτατη Εκπαίδευση η εικόνα δεν είναι καλύτερη, οι αναμένοντες τοποθέτηση σε πανεπιστημιακό ίδρυμα είναι πολυάριθμοι.

 

Το κυνήγι του μεταπτυχιακού τίτλου ταλαιπωρεί επίσης τους «αδιόριστους εκπαιδευτικούς» οι οποίοι υποβάλλονται συχνά σε οικονομικές θυσίες προκειμένου να αυξήσουν τα προσόντα τους για

διορισμό.

 

Οι διαφημίσεις για μεταπτυχιακές σπουδές στο εσωτερικό και στο εξωτερικό κατακλύζουν το διαδίκτυο και όχι μόνο, όπου διαφημίζονται μοριοδοτούμενα μεταπτυχιακά, με διάφορα γνωστικά αντικείμενα και με εξ΄ αποστάσεως φοίτηση.

 

Ο μεταπτυχιακός τίτλος δεν είναι αρκετός για διορισμό σε ΑΕΙ, και συχνά για κατάληψη διευθυντικών θέσεων σε Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση κ.λ.π., οπότε αρχίζει νέος κύκλος με το κυνήγι του διδακτορικού τίτλου.

 

Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε ότι  δυστυχώς το μέλλον δεν διαγράφεται ευοίωνο για τους αναμένοντες διορισμό στην εκπαίδευση.

 

Στο συμπέρασμα αυτό μπορεί να οδηγηθεί κανείς εάν λάβει υπόψη του  ότι η εκάστοτε κυβέρνηση προτιμά να κάνει επενδύσεις σε τομείς όπου τα αποτελέσματα φαίνονται σε μικρό χρονικό διάστημα, ενώ τα αποτελέσματα των επενδύσεων στην παιδεία απαιτούν μεγάλο χρονικό διάστημα για να φανούν.

Επιπλέον ο αριθμός των ατόμων οι οποίοι επιθυμούν να διδάξουν αυξάνεται εντυπωσιακά και αριθμός εκείνων που οφείλουν να διδαχθούν (μαθητές) μειώνεται δραματικά.

 

Εάν εφαρμοστεί το μέτρο 5 απολύσεις στο δημόσιο, 1 διορισμός και αν λάβουμε υπόψη ότι οι αποχωρούντες σε σύνταξη δημόσιοι υπάλληλοι είναι εν δυνάμει απολυμένοι,  διότι αφαιρούνται από τον αριθμό των μονίμων υπαλλήλων, τότε η κατάσταση γίνεται ιδιαίτερα προβληματική.

 

Ίσως επικρατήσει ορθολογισμός στο θέμα των διορισμών οι οποίοι είναι απαραίτητοι και σε άλλους τομείς του δημοσίου, εκτός της παιδείας.

 

Ίδωμεν.