Πανελλαδικές : εάν είναι να γίνει κάτι , να γίνει σωστά του Μαρκούλη Παντελή , αποφοίτου και υποψηφίου φοιτητή Νομικής
Η επιτροπή Εθνικού Διαλόγου για την Παιδεία και το Υπουργείο Παιδείας , μέσα στα πλαίσια ευρύτερων αλλαγών που προωθούνται στον χώρο της Παιδείας, έχουν θέσει ως έναν πολύ βασικό στόχο την κατάργηση των πανελλαδικών εξετάσεων και την καθιέρωση ενός νέου τρόπου εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση
Θέλω να είμαι σαφής εξαρχής : οι πανελλαδικές εξετάσεις δεν αποτελούν ασφαλές κριτήριο για την εισαγωγή των μαθητών στα πανεπιστημιακά ιδρύματα της χώρας , όχι με την έννοια ότι δεν είναι ένας αντικειμενικός θεσμός , αλλά –κυρίως- με το νόημα ότι δεν κρίνουν τον μαθητή συνολικά. Ουσιαστικά , με τις πανελλαδικές εξετάσεις η δωδεκαετής πορεία του μαθητή στο Σχολείο διαγράφεται , δεν κρίνεται και δε συνεκτιμάται για την εισαγωγή του στα ΑΕΙ-ΤΕΙ της χώρας. Αντιθέτως , το παν αποτελεί η επίδοσή του σε 4 ή 5 μαθήματα σε χρονικό διάστημα 12 ή 15 ωρών. Καταλαβαίνει κανείς ότι είναι ανόητο αλλά και ψυχοφθόρο να κρίνεται σε μεγάλο βαθμό –για να μην είμαστε και υπερβολικοί- το μέλλον κάποιου εντός λίγων ωρών , κατά τις οποίες ενδέχεται να του συμβεί το οτιδήποτε.
Υπάρχει και ένα ακόμη σημαντικό στοιχείο που αναδεικνύει την προβληματικότητα του θεσμού των πανελλαδικών εξετάσεων . Τα γνωστικά αντικείμενα στα οποία εξετάζονται οι μαθητές στις πανελλαδικές εξετάσεις σε πολλές περιπτώσεις δεν ανταποκρίνονται ούτε κατά ελάχιστο βαθμό στην ύλη της σχολής στην οποία εισάγονται οι εξεταζόμενοι. Αυτομάτως , δε διασφαλίζεται με το υπάρχον σύστημα εξετάσεων ότι οι μαθητές έχουν τα κατάλληλα προσόντα για να τελειώσουν τη σχολή στην οποία εισάγονται. Είναι απίστευτο να κρίνεται η εισαγωγή κάποιου σε μία σχολή από τις επιδόσεις του σε κάποια μαθήματα που δεν έχουν απολύτως καμία σχέση με αυτό που επιθυμεί να σπουδάσει! Αναφέρω ενδεικτικά ότι για την εισαγωγή ενός μαθητή σε μία μουσική σχολή απαιτείται η εξέτασή του στα Αρχαία Ελληνικά και τη Λατινική γλώσσα.
Το κυριότερο , όμως , πρόβλημα με τις πανελλαδικές εξετάσεις είναι ότι αποδυναμώνουν τον εκπαιδευτικό ρόλο του Σχολείου. Το γεγονός ότι μοναδικός στόχος του μαθητή είναι να προετοιμαστεί για τις εξετάσεις καθιστά το Λύκειο ένα «γυμναστήριο» , όπου ο μαθητής «προπονείται» για τον «αγώνα» των Πανελλαδικών. Αυτό μπορεί σε πρώτη ανάγνωση να μη φαίνεται κακό, στην πραγματικότητα όμως το πρόβλημα που δημιουργείται είναι τεράστιο. Ο μαθητής αντιμετωπίζει το Σχολείο χρησιμοθηρικά , διαχωρίζει τα μαθήματα σε «χρήσιμα και άχρηστα» , ασχολείται μόνο με τα μαθήματα που θα του χρειαστούν για τις εξετάσεις και , ως εκ τούτου , παύει να αποκτά μία γενική μόρφωση και καλλιέργεια. Η κατάσταση αυτή , λοιπόν , απογυμνώνει το Σχολείο – και δη το Λύκειο- από έναν βασικό του στόχο , την παροχή γενικής καλλιέργειας και μόρφωσης , και το μετατρέπει σε ένα τριετές εξεταστικό κέντρο.
Θα μπορούσε κανείς να προσθέσει εδώ και το εξής : «ενώ κάνουμε λόγο για έναν αξιοκρατικό θεσμό , υπάρχουν υποψήφιοι δύο ταχυτήτων. Από τη μία έχουμε μαθητές που έχουν την οικονομική δυνατότητα να παρακολουθήσουν φροντιστήριο και από την άλλη μαθητές που λόγω οικονομικής αδυναμίας δεν παρακολουθούν φροντιστήριο. Δεν είναι αυτό άδικο για τους δεύτερους , αφού δε λαμβάνουν εξωσχολική βοήθεια και επομένως κατεβαίνουν με λιγότερα “εφόδια” στις εξετάσεις;». Θα απαντήσω ως εξής : πρώτον , το ότι παρακολουθεί κάποιος φροντιστήριο δε σημαίνει ότι αυτό τον φέρνει οπωσδήποτε σε πλεονεκτικότερη θέση –εξάλλου το παν εξαρτάται από την προσωπική προσπάθεια . Δεύτερον , το φαινόμενο των φροντιστηρίων –και η συνακόλουθη διάκριση σε «προνομιούχους» και μη- δεν είναι αποτέλεσμα της διαδικασίας των πανελλαδικών εξετάσεων , αλλά της αδυναμίας του Σχολείου να καλύψει ικανοποιητικά τις ανάγκες των μαθητών. Τρίτον , αρκετοί είναι οι μαθητές που δεν παρακολουθούν φροντιστήριο όχι από οικονομική αδυναμία , αλλά επειδή πιστεύουν ότι δεν τους προσφέρει τίποτε –οπότε και δεν υφίσταται θέμα «αδικίας». Συνεπώς , η παραπάνω θέση δε μπορεί να ενταχθεί στη φαρέτρα επιχειρημάτων υπέρ της κατάργησης των πανελλαδικών.
Όλα όσα προαναφέρθηκαν –πλην της προηγούμενης παραγράφου- αποδεικνύουν την ανάγκη για αλλαγή του θεσμού. Μια αλλαγή , όμως , που θα είναι ουσίας και όχι του τύπου «άλλαξε ο Μανωλιός» και που θα καταστήσει πιο ανθρώπινο και δικαιότερο τον τρόπο εισαγωγής των μαθητών στην Τριτοβάθμια.
Η προσωπική μου άποψη είναι ότι για συγκεκριμένες σχολές με χαμηλές βάσεις και μικρή ζήτηση οι πανελλαδικές εξετάσεις πρέπει να καταργηθούν και να τις αντικαταστήσει μια άλλου είδους εξέταση που θα ανταποκρίνεται άμεσα στην ύλη των μαθημάτων του πρώτου έτους των εν λόγω σχολών. Μια εναλλακτική λύση είναι να ενισχυθεί το απολυτήριο Λυκείου – το οποίο θα αποτυπώνει όλη την προσπάθεια που κατέβαλε ο μαθητής στο Λύκειο- και να λειτουργεί ως κλειδί για το άνοιγμα των χαμηλόβαθμων σχολών.
Όσον αφορά τις υψηλόβαθμες σχολές , καταλαβαίνει κανείς ότι δεν είναι δυνατόν να καταργηθούν οι εξετάσεις , καθώς δεν υπάρχουν οι υποδομές για να καλυφθεί η τεράστια ζήτηση. Αυτό , όμως , δε σημαίνει πως μοναδική λύση είναι να διατηρηθεί το υπάρχον σύστημα για αυτές τις σχολές. Το ιδανικότερο θα ήταν οι μαθητές ,με βάση το ενισχυμένο απολυτήριο Λυκείου , να υποβάλλουν αιτήσεις στις σχολές και να επιλέγουν οι τελευταίες τους ικανότερους ( εισάγοντας και οι ίδιες , εάν το κρίνουν απαραίτητο , κριτήρια και τρόπους εξέτασης , όπως συνεντεύξεις , εργασίες κτλ. ανάλογα με το αντικείμενο της σχολής) . Κάτι τέτοιο , βέβαια, σημαίνει πως το απολυτήριο Λυκείου θα αποτελεί ένα ασφαλές πιστοποιητικό των ικανοτήτων του κάθε μαθητή , το οποίο θα διαμορφώνεται με πλήρη αντικειμενικότητα και υπό συνθήκες που θα διασφαλίζουν το αδιάβλητο της διαδικασίας.
Μια ακόμη λύση θα ήταν το εκάστοτε τμήμα να καθορίζει τα κριτήρια εισαγωγής (κοινώς να διοργανώνει το κάθε τμήμα δικές του εξετάσεις , με βάση κάποια κοινώς καθορισμένα στοιχεία φυσικά) , τα οποία προφανώς θα είναι δυνατόν να τα υπερπληρώσουν οι μαθητές εκμεταλλευόμενοι τα μέσα που θα τους προσφέρει το αναβαθμισμένο Σχολείο , χωρίς να χρειάζεται να καταφύγουν σε εξωτερική βοήθεια.
Πέρα από το τεχνικό κομμάτι και το πώς θα οργανωθεί το νέο σύστημα εισαγωγής , η ουσία είναι πως , εάν η κατάργηση του θεσμού των Πανελλαδικών είναι το εύκολο βήμα, η αντικατάστασή του από ένα πιο αξιόπιστο και πιο ορθολογικό σύστημα εισαγωγής είναι το δυσκολότερο βήμα. Και είναι προφανές ότι η αλλαγή του τρόπου εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση δε θα πρέπει να αφορά μόνο την ίδια τη διαδικασία , αλλά και τον τρόπο λειτουργίας του Σχολείου συνολικά . Δεν αρκεί μόνο η κατάργηση των εξετάσεων. Αυτό που απαιτείται επιπλέον είναι σε πρώτο στάδιο να ενισχυθεί η γενική παιδεία , να παρέχεται δηλαδή στους μαθητές η ευκαιρία να αποκτήσουν μια σφαιρική άποψη για βασικά και χρήσιμα γνωστικά αντικείμενα και σε δεύτερο και τελικό στάδιο οι μαθητές να αρχίσουν να εξειδικεύονται , μέσα στο Σχολείο, σε αντικείμενα που συνδέονται με τις επιστήμες που πρόκειται στη συνέχεια να σπουδάσουν.