Υπάρχουν … και πολλοί άλλοι 18χρονοι που δεν εισήλθαν μεταξύ των πρώτων αλλά αισθάνονται χαρούμενοι από την επιτυχία τους, κάποιοι που θα ήθελαν να πάνε καλύτερα, εκείνοι που θα προσπαθήσουν εκ νέου το 2017. Ολοι προσπάθησαν τόσο όσο επιθυμούσε ο καθένας.
Βέβαια, υπάρχουν και κάποια παιδιά που κατόρθωσαν να εισαχθούν στο… τσακ, με μέσο όρο 6, 5, 4, 3 ή εκείνος που συγκέντρωσε 1.560 μονάδες – το χαμηλότερο κατώφλι εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Ολοι αξίζουν συγχαρητήρια. Ομως, δεν γνωρίζω εάν κάποιος αδικεί τους ίδιους τους υποψηφίους εάν χρησιμοποιεί τις χαμηλές επιδόσεις τους ως στοιχείο δηλωτικό του χαμηλού επιπέδου του εκπαιδευτικού συστήματος. Δεν θα ήθελα να το κάνω. Αλλωστε, οι πανελλαδικές εξετάσεις είναι διαγωνισμός κατάταξης των υποψηφίων μέχρι να καλυφθούν όλες οι προσφερόμενες θέσεις. Ωστόσο, κάποτε πρέπει να προβληματισθούμε σοβαρά και όχι για τα μάτια της επικαιρότητας.
Ηδη από τις αρχές της δεκαετίας του 2000, όταν άρχισε η διεύρυνση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα, διατυπώνεται έντονος προβληματισμός για το επίπεδο της εκπαίδευσης, όπως προκύπτει από την εικόνα των επιδόσεων. Για παράδειγμα, το 2004 στα πανεπιστήμια ο χαμηλότερος βαθμός εισαγωγής ήταν 2,97 και στα ΤΕΙ 2,34. Επίσης, για πρώτη φορά στα περισσότερα «ανωτατοποιημένα» TEI –100 έναντι 93– οι υποψήφιοι εισήχθησαν με βαθμό κάτω από το 10.
Αναλογισθήκαμε πόσα από αυτά τα παιδιά που εισήχθησαν με πολύ χαμηλό βαθμό ή σε σχολές που τελικά απλώς έτυχε να εισαχθούν αλλά δεν τις επιθυμούσαν, μπορούν πραγματικά να σπουδάσουν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση; Οι γονείς τους τι προσδοκίες έχουν αποθέσει πάνω στην επιτυχία αυτή; Τα παιδιά θα σπουδάσουν και άρα θα πάρουν πτυχίο για να βρουν δουλειά ή μήπως μόνο για να βελτιώσουν το μορφωτικό τους επίπεδο; Στην Ελλάδα της πολύπλευρης κρίσης τίποτα δεν είναι βέβαιο, πλην ίσως ότι το δεύτερο δεν προϋποθέτει το πρώτο. Οι καθηγητές στα ΑΕΙ/ΤΕΙ τι κάνουν για την κατάσταση αυτή; Εθελοτυφλούν, με μόνο στόχο να διασφαλίσουν τις θέσεις τους αντί να ξεβολευτούν σε μία ενδεχόμενη αναδιάρθρωση τμημάτων;
Χθες, ο υπουργός Παιδείας Νίκος Φίλης ανέφερε ότι «το γενικότερο θέμα της αναδιάρθρωσης συζητείται, αλλά δεν συζητείται με όρους δυσφήμισης των ΤΕΙ. Αντιθέτως, συζητείται με όρους αναβάθμισης συνολικά της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης». Ορολογία με θετικό πρόσημο, και απολύτως δεκτή υπό το πρίσμα του πολιτικού κόστους το οποίο ελλοχεύει όταν η «αναδιάρθρωση» σημαίνει κλείσιμο τμημάτων. Και ο Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος πήγε να κάνει «αναδιάρθρωση», η οποία τελικά συνεθλίβη υπό το βάρος των πιέσεων (πολιτευτές, τοπικές κοινωνίες κ.λπ.). Ωστόσο, κάθε «αναδιάρθρωση» θα καταλήγει κενή περιεχομένου εάν δεν γίνεται με όρους αλήθειας.