filis akropoli1a

12-10-16 ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΝΙΚΟΥ ΦΙΛΗ ΣΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ 72Η ΕΠΕΤΕΙΟ ΤΗΣ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ

(Ιερός Βράχος της Ακρόπολης 12/10/2016)

Κυρίες και κύριοι

Γιορτάζουμε σήμερα την επέτειο της απελευθέρωσης της Αθήνας από το ναζιστικό ζυγό. Πρόκειται για μια επέτειο που για πολλά χρόνια δεν γιορταζόταν, κυρίως λόγω της δυσκολίας που είχαμε να διαχειριστούμε τα όσα ακολούθησαν: τα Δεκεμβριανά, τον Εμφύλιο, αλλά και το μετεμφυλιακό κράτος και τις συστηματικές διώξεις και εξορίες των αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης. Είναι σημαντικό που σήμερα, για δεύτερη χρονιά, με την κυβέρνηση της Αριστεράς, η επέτειος αυτή κερδίζει τη θέση που της ταιριάζει. Παρόμοιες εκδηλώσεις άλλωστε οργανώνονται και στις επετείους της απελευθέρωσης των άλλων πόλεων της Ελλάδας, όπως στη Θεσσαλονίκη. Δεν ήταν δυνατόν να εξακολουθήσουμε να κρυβόμαστε από το παρελθόν γιατί μας δυσκολεύει. Τα ανοικτά αφρόντιστα τραύματα κακοφορμίζουν και τα δύσκολα παρελθόντα που μένουν ανεπεξέργαστα επιστρέφουν ως φαντάσματα. Και η αλήθεια είναι ότι δεν είναι ανάγκη να δούμε την Κατοχή, την Αντίσταση και την Απελευθέρωση μέσα από το φακό του τι επακολούθησε. Αν εμείς ξέρουμε τη δύσκολη συνέχεια, τότε δεν την ήξεραν. Και αυτή η αθωότητα ήταν που τους επέτρεπε να σχεδιάζουν τον κόσμο που θα έρθει. Αυτή η πλευρά της περιόδου της Κατοχής είναι μια πλευρά που συχνά παραβλέπουμε, αλλά που ταυτόχρονα είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα για τη δύναμη και τα περιθώρια αυτενέργειας και αντίστασης που έχουν οι άνθρωποι σε περιόδους κρίσης.

Μπορούμε μόνο να φανταστούμε πόσο τραυματικά μπορεί να βιώθηκε το πέρασμα από το έπος της Αλβανίας στην πραγματικότητα της Κατοχής. Πόσο καθηλωτική είναι για τους ανθρώπους που το βιώνουν η καταβαράθρωση του ηθικού από την εποποιΐα στην καταστροφή. Βίωμα που παραλύει. Αλλά και πείσμα για μια ζωή που πρέπει να συνεχιστεί. Στη θέση του προπολεμικού πατριωτισμού που ονειρευόταν τον Τρίτο ελληνικό πολιτισμό, είχε αναδειχθεί τώρα ένας νέος πατριωτισμός που αντλούσε από την ματαιωμένη υπερηφάνεια του αλβανικού μετώπου, από τα αισθήματα ταπείνωσης απέναντι σε μια κυβέρνηση που εγκατέλειψε την χώρα αλλά και προδοσίας απέναντι σε μια άλλη κυβέρνηση που συνθηκολόγησε, καθώς και από το όνειρο της απελευθέρωσης και της οικοδόμησης ενός δικαιότερου κόσμου. Αυτός ο πατριωτισμός είναι που συνεπήρε τους ανθρώπους από την αρχή σχεδόν της Κατοχής και πάνω σε αυτόν στηρίχθηκε η αντιστασιακή δράση, που σταδιακά μετατράπηκε σε ένοπλη.

Οι νέοι ήταν οι πρώτοι που αντέδρασαν στην καθηλωτικά αδιέξοδη πραγματικότητα που βίωναν. Πρώτοι χώροι συσπείρωσης, ο φυσικός τους χώρος, τα σχολεία. Η συνάντηση σε αυτά, αλλά και στα συσσίτια στις ενορίες ή στη γειτονιά, ήταν η μαγιά που σχημάτισε τις πρώτες νεανικές οργανώσεις της κατοχικής Ελλάδας. Οργανώσεις στην αρχή αυθόρμητες, με στόχο ίσα ίσα την εκδήλωση της αντίδρασης απέναντι στην Κατοχή, ως ένδειξη ότι η σπίθα για ζωή είναι ακόμη ζωντανή. Λέξη κλειδί σε αυτή τη φάση, η ανθεκτικότητα. Το ζητούμενο ήταν αρχικά πώς θα αντέξουν οι άνθρωποι την νέα κατάσταση, πώς θα παραμείνουν ζωντανοί. Εξεύρεση τροφής, συσσίτια, ο συντονισμός με τα παράνομα ερτζιανά, οι πρώτες αυτοσχέδιες προκηρύξεις, οι μικρές φθορές που δυσκόλευαν τη ζωή του κατακτητή – αυτές ήταν οι πρώτες μορφές Αντίστασης. Η ένοπλη Αντίσταση ήρθε σε δεύτερη φάση.

Σιγά σιγά η οργάνωση έγινε συστηματικότερη. Αξιοποιήθηκε άλλωστε και η εμπειρία και τα δίκτυα που είχε αποκτήσει για χρόνια το ΚΚΕ στην παρανομία. Οι νέοι συνέρρευσαν μαζικά στις οργανώσεις, με κυριότερες το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο Νέων, την Λεύτερη Νέα και τελικά την Ενιαία Πανελλαδική Οργάνωση Νέων. Υπήρχαν κι άλλες, όπως η ΠΕΑΝ και η Ιερή Ταξιαρχία, η συμμετοχή όμως σε αυτές ήταν σημαντικά μικρότερη. Η ΕΠΟΝ κατόρθωσε να εμπνεύσει σε ευρεία κλίμακα τους νέους και τις νέες. Γιατί; Γιατί η ΕΠΟΝ συγκροτήθηκε από την αρχή ως μια οργάνωση της νεολαίας, με ηλικιακά κριτήρια. Και ήταν ριζικά διαφορετική από τις νεανικές οργανώσεις της προηγούμενης περιόδου, όπως η μεταξική ΕΟΝ, στην οποία ωστόσο η ένταξη ήταν υποχρεωτική και σκοπός της ήταν η πειθάρχηση και όχι η ενίσχυση της αυτονομίας των νέων. Αντίθετα, σκοπός των νεανικών οργανώσεων της Κατοχής και κυρίως της ΕΠΟΝ ήταν να εκφράσει τα αιτήματα, τα όνειρα και τις προσδοκίες της γενιάς αυτής. Αυτή, όπως και άλλες νεανικές οργανώσεις της περιόδου, ήταν ο χώρος μέσα από τον οποίο ενηλικιώθηκε η γενιά του πολέμου. Έχουν μιλήσει γι’ αυτό αξιόλογοι ιστορικοί της περιόδου.

Τι σήμαινε και πώς έγινε αυτή η ενηλικίωση; Είναι λάθος να φανταστούμε τις νεανικές οργανώσεις της κατοχής σαν προθάλαμο των μεγάλων αντιστασιακών οργανώσεων. Υπήρχε βέβαια σύνδεση και πολύ συχνά όταν μεγάλωναν, οι ΕΠΟΝιτες και οι ΕΠΟΝιτισσες γινόντουσαν αγωνιστές του ΕΑΜ. Υπήρχε άλλωστε και το νεανικό τμήμα του ΕΑΜ. Ωστόσο ο ρόλος των νεανικών οργανώσεων ήταν ευρύτερος. Ήταν οι χώροι μέσα από τη συμμετοχή τους οποίους διαμορφώθηκε η νεολαία όπως την κατανοούμε σήμερα, ως δηλαδή διακριτό κοινωνικό υποκείμενο. Στους χώρους τους συγκεντρώθηκαν οι πιο δημοκρατικοί, αντιφασίστες και ριζοσπάστες νέοι και νέες της εποχής και μέσα από την αλληλεπίδρασή τους ονειρεύτηκαν και διεκδίκησαν τον κόσμο που επιθυμούσαν.

Τι απασχολούσε τους νέους σε αυτές τις οργανώσεις; Κυρίως η κατάσταση της επόμενης μέρας – το πώς θα χτίσουν τον καινούργιο δικαιότερο κόσμο. Αλληλεγγύη, συντροφικότητα, ανεξιθρησκία, ισότητα, κοινωνική χειραφέτηση, ισοτιμία των δύο φύλων, ειρήνη ήταν μερικές μόνο από τις αξίες που τους ενέπνευσαν. Και κυρίως πίστη στη ζωή. Αυτή η κατάφαση στη ζωή ήταν ίσως η πιο ουσιαστική αντιστασιακή πράξη σε μακρά διάρκεια. Τι κάνουν οι νέοι και οι νέες των οργανώσεων; Όσα οι ενήλικες δεν τολμούν ή ακόμη όλα εκείνα τα μικρά πράγματα που με την πρώτη ματιά δεν τα θεωρούν σημαντικά αλλά είναι καθοριστικά για την ψυχολογική ανάταξη του πληθυσμού: ρίχνουν προκηρύξεις και κλέβουν φαγητό από τα γερμανικά καμιόνια, ανεβάζουν θεατρικά και προκαλούν δολιοφθορές, οργανώνουν ερασιτεχνικές θεατρικές παραστάσεις, συζητούν για κοινωνικά και πολιτικά θέματα, μεταφέρουν μηνύματα, ρίχνουν προκηρύξεις, ονειρεύονται το μέλλον. Αυτό που κάνουν οι νέοι και οι νέες των οργανώσεων είναι ότι καθημερινά αντιστέκονται στον ζωντανό θάνατο της παραίτησης από την επιθυμία για ζωή, και μάλιστα στη δυσκολότερη συγκυρία του 20ου αιώνα. Και μαζί διεκδικούν για τους εαυτούς τους φωνή στην κοινωνία – πολιτικό ρόλο. Μέσα από τις καθημερινές πρακτικές, το προσωπικό γίνεται πολιτικό.

Κυρίες και κύριοι

Βέβαια, από το 1943 και την ισχυροποίηση της ένοπλης φάσης της Αντίσταση, οι νέοι συμμετέχουν και αυτοί στον ένοπλο αγώνα και οι όροι συμμετοχής αλλά και ο ρόλος των νεανικών οργανώσεων διαφοροποιούνται, αφού ευθυγραμμίζονται με τις μεγάλες αντιστασιακές οργανώσεις και πυκνώνει η μεταξύ τους επικοινωνία και συντροφικότητα. Είναι σημαντικό ωστόσο να κρατήσουμε όχι μόνο αυτό το κομμάτι της ενεργοποίησης της νεολαίας στην κατοχή και τις θυσίες των νέων για την λευτεριά της πατρίδας, αλλά κυρίως το πολύτιμο παράδειγμα του πείσματός τους για ζωή, τη κινητήρια δύναμη που τους έσπρωξε στην πρώτη φάση της αντιστασιακής τους δράσης. Το πώς δηλαδή η κρίση, η πιο σκοτεινή περίοδος του 20ου αιώνα, δεν κατάφερε να καταβάλει το φρόνημα των νέων, αλλά αντίθετα μετατράπηκε στην προϋπόθεση μέσα από την οποία ξεπήδησε το πιο προοδευτικό κίνημα νέων του 20ου αιώνα, με άλλα λόγια η συνθήκη μέσα από την οποία ξεπήδησαν οι νέοι ως ένα κοινωνικό υποκείμενο που στέκεται κριτικά απέναντι στην πραγματικότητα και τοποθετείται ενεργά απέναντι στη ζωή του και το μέλλον. Πρόκειται για τη μαγιά που θα συντελέσει αργότερα στην ανάπτυξη των νεολαιίστικων κινημάτων για την Παιδεία και τη Δημοκρατία και μετά θα διαμορφωθεί η γενιά του Πολυτεχνείου. Με τα λόγια του ποιητή, ήταν οι νέοι που τους έλεγαν αλήτες, με την αφοβιά απλωμένη ως σημαία. Είναι οι ίδιοι νέοι που έχουν αναλάβει να ονειρεύονται για λογαριασμό όλων μας και στη σημερινή κρίση που περνάμε.

Αυτό το βίωμα και η καταβαράρθρωση του ηθικού που νιώθει κανείς από την εποποιΐα στην καταστροφή είναι, τηρουμένων βεβαίως πολλών αναλογιών, ψυχολογικά συγκρίσιμο ίσως με αυτό που ένιωσαν πολλοί νέοι που από την εποχή των πανηγυρισμών των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 σε μερικά χρόνια βρέθηκαν απότομα στο βάραρθρο της κρίσης, έχασαν τη δουλειά τους, ξενιτεύτηκαν, βίωσαν τη σκληρότητα των δανειστών.

Και εδώ όμως η σπίθα της ελπίδας δεν χάθηκε. Από την αρχή της κρίσης πρωτοβουλίες αλληλεγγύης ξεπήδησαν σε πολλές γειτονιές, ο κόσμος, έστω αντιφατικά και με ασυνέχειες ανακάλυπτε τη δύναμή του για να αντιμετωπίσει πρώτα τις άμεσες, υλικές ανάγκες αλλά και για να διατηρήσει ζωντανή την ελπίδα της καλύτερης ζωής. Οι νέοι και οι νέες για άλλη μια φορά, σε ριζικά διαφορετικές ιστορικές συνθήκες αλλά και αναλογίες, βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή, διαψεύδοντας όσους τους κατηγορούσαν για αδιαφορία και παραίτηση. Δεν είναι τυχαίο που ακριβώς στον καιρό της κρίσης, διαφαίνεται στη χώρα μια νέα πνευματική και πολιτισμική ανάταση. Είναι η κατάφαση στη ζωή, παρά και σε πείσμα των δυσκολιών. Είναι η πολιτισμική και ιστορική παρακαταθήκη της αντίστασης, που παραμένει ζωντανή, βοηθώντας να διατηρηθεί η αξιοπρέπεια αυτού του λαού.