ΘΕΜΑ: Επιλογή Στελεχών σχολικών μονάδων της Τ.Ε.Ε.
Κύριε Υπουργέ,
Κύριε Αναπληρωτή Υπουργέ,
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,
Στο Νομοσχέδιο του ΥΠΟΠΑΙΘ «Επείγοντα μέτρα για την Πρωτοβάθμια, Δευτεροβάθμια και Τριτοβάθμια Εκπαίδευση» περιέχεται το «Κεφάλαιο Γ. Επιλογή Στελεχών».
Με την παρούσα καταθέτουμε τις θέσεις μας για την επιλογή στελεχών:
α) για τις θέσεις Διευθυντών Εκπαίδευσης,
β) για τις θέσεις Διευθυντών σχολικών μονάδων της Ανώτερης Δευτεροβάθμιας Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης (Τ.Ε.Ε.), δηλαδή:
– τα Επαγγελματικά Λύκεια (ΕΠΑ.Λ.) και
– τα Εργαστηριακά Κέντρα (Ε.Κ.)
Α. ΓΕΝΙΚΗ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ
Με το Νομοσχέδιο επιχειρείται ένα ποιοτικό άλμα στην επιλογή των στελεχών, με την εισαγωγή διαδικασιών συμμετοχικής και άμεσης δημοκρατίας.
Η εμπλοκή του Συλλόγου Διδασκόντων στη διαδικασία αποτελεί απολύτως θετική εξέλιξη.
Ωστόσο, θα πρέπει να διευκρινίσει ο Υπουργός τις ακριβείς προθέσεις και τους στόχους του, ώστε οι επί μέρους ρυθμίσεις να εξεταστούν με βάση αυτές, δηλαδή αν πρόκειται για ΕΠΙΛΟΓΗ ή για ΕΚΛΟΓΗ – ΑΝΑΔΕΙΞΗ των στελεχών Διοίκησης. Άλλος (ενδιάμεσος) τρόπος δεν υπάρχει. Επομένως, οι διαδικασίες θα είναι ανάλογες του είδους.
α) Αν πρόκειται για ΕΚΛΟΓΗ – ΑΝΑΔΕΙΞΗ, τότε αποκλειστικό ρόλο διαδραματίζει η βούληση του εκλεκτορικού σώματος, με τα εξής χαρακτηριστικά:
– Η βούληση διατυπώνεται μυστικά και χωρίς αιτιολόγηση.
– Η βούληση είναι αποκλειστική, δηλαδή επιλέγεται ο ένας υποψήφιος έναντι όλων των υπολοίπων.
– Προϋποτίθεται διασφάλιση του αδιάβλητου της διαδικασίας (εφορευτική επιτροπή, σφραγισμένη κάλπη, ενιαία ψηφοδέλτια, κλπ).
– Οι υποψήφιοι μπορούν να προσφύγουν μόνο κατά της διαδικασίας και όχι κατά της ουσίας, δηλαδή της «αιτιολόγησης» της ψήφου.
– Προβλέπονται διαδικασίες ελέγχου των πράξεων του «αιρετού» και ανάκλησης της «εκλογής» του από το εκλεκτορικό σώμα.
Η διαδικασία αυτή αφορά στις εκλογές Αιρετών εκπροσώπων των εργαζομένων. Μέχρι να φτάσουμε σε καθεστώς πλήρους «αυτοδιοίκησης», ο Διευθυντής μιας διοικητικής μονάδας είναι στέλεχος της Διοίκησης και εκπρόσωπος του εργοδότη.
Κατά την άποψή μας, ο εκπρόσωπος του εργοδότη δεν μπορεί να είναι «Αιρετός» γιατί υπάρχει ευθεία σύγκρουση ρόλων.
β) Αν πρόκειται για ΕΠΙΛΟΓΗ, τότε βαρύνονται ρόλο θα έχουν τα κριτήρια επιλογής. Αυτά διακρίνονται σε:
β.1) «αντικειμενικώς αποδεικνυόμενα» και
β.2) σε «αξιολογικά».
Η διαδικασία «επιλογής» προϋποθέτει και «συμβούλιο επιλογής». Μέχρι σήμερα, το «αξιολογικό» μέρος της επιλογής ήταν η «συνέντευξη» του υποψηφίου από το ΠΥΣΔΕ, στο οποίο συμμετείχαν και αιρετοί εκπρόσωποι των εργαζομένων. Η βαθμολογία της συνέντευξης συμμετείχε στη μοριοδότηση κατά 23% (15 μόρια από τα 65 συνολικά).
Η διαδικασία «αξιολόγησης» προϋποθέτει:
– Φανερή βαθμολογία από κάθε ένα μέλος της Επιτροπής
– Αιτιολόγηση βαθμολογίας.
– Δυνατότητα των υποψήφιων να προσφύγουν κατά της ουσίας, δηλαδή της «αιτιολόγησης» της βαθμολογίας.
Με βάση τα παραπάνω και εφόσον το Νομοσχέδιο φέρει τον τίτλο «Επιλογή Στελεχών», καταθέτουμε τις παρατηρήσεις μας.
Β. ΔΙΕΥΘΥΝΤΕΣ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ
Β.1. Όσον αφορά στην επιλογή των Δντών Β’βάθμιας Εκπ/σης από τους Διευθυντές σχολικών Μονάδων:
Οι Διευθυντές σχολικών μονάδων δεν αποτελούν Σώμα αντίστοιχο του Συλλόγου Διδασκόντων ενός σχολείου.
Επίσης οι Υποψήφιοι Διευθυντές Εκπαίδευσης δεν είναι βέβαιο ότι είναι γνωστοί στους Διευθυντές των Σχολείων. Πώς λοιπόν οι δεύτεροι θα εκφράσουν άποψη για τους πρώτους; Αυτό που θα προκαλέσει το παρόν Νομοσχέδιο είναι:
α) Οι υποψήφιοι Διευθυντές Εκπαίδευσης να διεξάγουν «προεκλογικό αγώνα» προκειμένου να συγκεντρώσουν ψήφους.
β) Να αναμιχθούν οι «παρατάξεις» στη διαδικασία, να «χρωματιστούν» οι υποψήφιοι και να «καθοδηγούνται» οι ψήφοι.
γ) Να ευνοούνται οι «παλαιοί», «γνωστοί» και «διατελέσαντες» Διευθυντές, έναντι των φρέσκων και φερέλπιδων υποψηφίων. Δεδομένης της σχέσης εξάρτησης των Διευθυντών Σχολείων από τον προϊστάμενό τους Διευθυντή Δ.Ε., ο τελευταίος μπορεί να εξασφαλίζει τη δια βίου εκλογή του.
Δε θα έχουμε λοιπόν Διευθυντές Εκπαίδευσης αλλά …Δεσποτάδες !!
Β.2. Όσον αφορά στους χωρικούς περιορισμούς επιλογών:
Οι υποψήφιοι θα πρέπει να μπορούν να επιλέξουν οποιαδήποτε θέση μέσα στην Περιφέρεια στην οποία ανήκουν.
Β.3. Θεωρούμε περιττό να υπενθυμίσουμε για άλλη μια φορά ότι επιδιώκουμε ένα αυτοτελές διοικητικό «Δένδρο» της Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, από τα Σχολεία μέχρι το Υπουργείο. Σχεδόν κανείς διοικητικός προϊστάμενος των σχολείων μας δεν κατέχει και δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τα ειδικά θέματα της Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης.
Γ. ΔΙΕΥΘΥΝΤΕΣ ΕΠΑ.Λ. και Ε.Κ.
Γ.1. Αναφορικά με το άρθρο 17 «Προϋποθέσεις επιλογής»:
α) Ο κατά περίπτωση προβλεπόμενος περιορισμός ελάχιστου χρόνου προϋπηρεσίας πρέπει να εκλείψει. Εάν στόχος της Υπηρεσίας είναι να αναδείξει νέα ταλαντούχα στελέχη, δεν πρέπει να τίθεται κανένας περιορισμός. Τα χρόνια υπηρεσίας μοριοδοτούνται έτσι κι αλλιώς. Οι περιορισμοί όμως προδικάζουν ότι τις θέσεις ευθύνης θα τις καταλαμβάνουν πάντα τα «κουρασμένα παλληκάρια» της εκπαίδευσης.
β) Υποψήφιοι για τις θέσεις στελεχών πρέπει να είναι εκπαιδευτικοί ΟΛΩΝ των κλάδων και ειδικοτήτων που υπηρετούν στο σχολείο. Δεν μπορεί να υπάρχουν αποκλεισμοί σε διαδικασίες που εισάγουν άμεση και συλλογική δημοκρατία. Ειδικώς στα Ε.Κ. υπηρετούν και εκπαιδευτικοί ΤΕ. Εφόσον φέρουν την ιδιότητα του διδάσκοντος – εκπαιδευτικού, δεν μπορούν να αποκλειστούν.
Γ.2. Αναφορικά με το άρθρο 19 «Αποτίμηση κριτηρίων επιλογής Διευθυντών Εκπαίδευσης, Προϊσταμένων ΚΕΔΔΥ και Διευθυντών σχολικών μονάδων και Ε.Κ.»:
α) Διδακτορικό δίπλωμα και μεταπτυχιακός τίτλος σπουδών δεν μπορεί σχεδόν να εξομοιώνονται στην αποτίμηση με 4 και 3 μόρια αντίστοιχα, οι διδακτορικές σπουδές απαιτούν πολλαπλάσιο χρόνο και είναι κατά πολύ υψηλότερου επιπέδου.
β) Πρέπει να μοριοδοτούνται όλοι ανεξαιρέτως οι μεταπτυχιακοί τίτλοι μηδενός εξαιρουμένου, ακόμη και των ετήσιου κύκλου σπουδών (με διαφορετική βαθμολογία).
γ) Οι μεταπτυχιακές και διδακτορικές σπουδές σε θέματα σχετικά με την οργάνωση και διοίκηση στην εκπαίδευση πρέπει να λαμβάνουν επιπλέον μοριοδότηση.
δ) Όλες οι βεβαιώσεις και τα ετήσια πιστοποιητικά, που δεν αποτελούσαν αναγκαία προσόντα για το διορισμό, πρέπει να μοριοδοτούνται αθροιστικά.
ε) Πρέπει να αξιολογείται και να αποτιμάται – μοριοδοτείται, με προβλεπόμενο ανώτατο συνολικά αριθμό μορίων, κάθε είδους επιμόρφωσης ξεχωριστά για το επιστημονικό γνωστικό αντικείμενο και ξεχωριστά για θέματα διοίκησης και οργάνωσης της εκπαίδευσης (σεμινάρια, ημερίδες, συμμετοχή σε προγράμματα και άλλες επιπλέον των προβλεπόμενων υποχρεωτικών εκπαιδευτικών δράσεων).
στ)Συγκριτικά και αναλογικά με τη λοιπή μοριοδότηση, η αποτίμηση της υπηρεσιακής κατάστασης – διδακτικής υπηρεσίας με 1 μονάδα για κάθε έτος πέραν του χρόνου που αποτελεί προϋπόθεση για τη συμμετοχή στη διαδικασία επιλογής, συνιστά υπερβολή.
Γ.3. Αναφορικά με την αποτίμηση της συμβολής του υποψηφίου στο εκπαιδευτικό έργο κλπ από το Σύλλογο Διδασκόντων (άρθρα 18 και 19):
α) Η αποτίμηση της συμβολής του υποψηφίου στο εκπαιδευτικό έργο καθώς και η προσωπικότητα και η γενική συγκρότησή του, δεν μπορεί να πραγματοποιούνται με μυστική ψηφοφορία του Συλλόγου Διδασκόντων.
Η διαδικασία αφορά επιλογή στελέχους της εκπαίδευσης και όχι εκλογή αιρετού εκπροσώπου των εκπαιδευτικών.
Η επιλογή πρέπει να είναι αδιάβλητη, να επιδέχεται ενστάσεως, είτε επί της διαδικασίας, είτε επί της ουσίας, και να είναι προσδιορισμένη και αιτιολογημένη εφ’ όσον ο Σύλλογος Διδασκόντων εκτελεί χρέη Συμβουλίου επιλογής.
β) Η αξιολογική κρίση του Συλλόγου πρέπει να βασίζεται σε βαθμονόμηση «κριτηρίων» και όχι να είναι συνολική και χωρίς αιτιολόγηση.
γ) Η θετική ψήφος σε ένα από τους υποψηφίους, δεν μπορεί να αποτελεί ταυτόχρονα «ψήφο απόρριψης – αποκλεισμού» για όλους τους υπόλοιπους.
Το κάθε ένα μέλος του Συλλόγου θα κρίνει αξιολογικά κάθε ένα από τους υποψηφίους, βαθμολογώντας τον καθένα από αυτούς.
δ) Η «αξιολογική κρίση» του μέλους του Συλλόγου πρέπει να κατατίθεται έγγραφα συμπληρώνοντας κάποια απλή φόρμα με κριτήρια και επιλογή βαθμονόμησης. Το έγγραφο θα κατατίθεται ανώνυμα, αλλά θα φυλάσσεται στο αρχείο του σχολείου. Από το μέσο όρο αυτών θα εξάγεται η μοριοδότηση του κάθε υποψηφίου.
Ένας τρόπος να αποφευχθεί η φανερή ψηφοφορία, με τα όσα προβλήματα αυτή θα δημιουργούσε, είναι η κατοχή και χρήση μοναδικού αριθμού τον οποίο θα ελάμβανε κάθε μέλος του Συλλόγου. Αναλυτικότερα, τα «ν» μέλη του Συλλόγου Διδασκόντων θα προμηθεύονταν τυχαία ένα διπλωμένο αριθμημένο χαρτί (από 1 έως ν) που θα έφερε τη σφραγίδα του σχολείου με την υπογραφή του Διευθυντή.
Ο «μοναδικός» αυτός αριθμός θα χρησιμοποιείται από τον εκπαιδευτικό στο φύλλο αποτίμησης – αξιολόγησης αντί του ονόματός του.
Το φύλλο αποτίμησης θα μπορούσε να περιλαμβάνει διαφορετικής βαρύτητας ενότητες αξιολόγησης όπως π.χ. διοικητικά προσόντα, συνεργατικότητα, επικοινωνία, κλπ με βαθμολόγηση έκαστης από 1-10 για τον υποψήφιο και την σε συνέχεια μετατροπή της σε κλάσμα μορίου.
ε) Η «αξιολογική κρίση» των εργαζομένων δεν μπορεί να συμμετέχει στη γενική μοριοδότηση με ποσοστό τέτοιο που ουσιαστικά να μετατρέπει τη διαδικασία σε «Εκλογή – Ανάδειξη Αιρετών».
Οι 12 μονάδες επί συνόλου 35 (ποσοστό 34%) θεωρούμε ότι αποτελεί υπερβολή. Κατά την πρώτη δοκιμαστική εφαρμογή μιας τόσο καινοτόμου και αμφισβητούμενης διαδικασίας θα ήταν σκόπιμο να περιοριστεί στο ποσοστό με το οποίο συμμετείχε στο παρελθόν η «συνέντευξη» (23%). Η ανατροπή είναι ούτως ή άλλως ριζοσπαστική. Δε χρειάζεται να είναι και συντριπτική. Θεωρούμε ότι μια λανθασμένη εκκίνηση θα δυσφημίσει για πάντα την κατά τα άλλα αξιέπαινη προσπάθεια.
στ) Μετά από τα παραπάνω, παρέλκει να υποστηρίξουμε τη διαφωνία μας για τον αποκλεισμό υποψηφίου που έλαβε ποσοστό λιγότερο από 20% των έγκυρων ψήφων. Είμαστε κάθετα αντίθετοι στη ψηφοφορία κατ’ αντιπαράθεση.
ζ) Η απαίτηση συμμετοχής τουλάχιστον 65% των μελών του Συλλόγου Διδασκόντων για την εγκυρότητα της ψηφοφορίας πρέπει να καταργηθεί δεδομένης της υποχρεωτικότητας της παρουσίας και ψήφισης πέραν των απολύτως δικαιολογημένων και με αποδεικτικά στοιχεία απόντων,
η) Οι υποψήφιοι θα εντάσσονται σε ενιαίο πίνακα με βάση τα μόρια που έχουν λάβει και θα μπορούν να επιλέγουν θέση κατά την προτίμησή τους μέσα στην ίδια Διεύθυνση.
θ) Εξ αιτίας της ιδιότυπης λειτουργίας των Ε.Κ., με διατιθέμενους εκπαιδευτικούς από τα ΕΠΑ.Λ. τα οποία εξυπηρετούν εργαστηριακά, οι εκπαιδευτικοί τεχνικών ειδικοτήτων πρέπει να συμμετέχουν στην διαδικασία επιλογής στελεχών ταυτόχρονα και στους 2 (δύο) Συλλόγους (ΕΠΑ.Λ. & Ε.Κ.) ανεξαρτήτως του αριθμού των ωρών διδασκαλίας.
Η άμεση και συλλογική δημοκρατία λειτουργεί αναλογικά, δεν μπορεί και δεν πρέπει να υπόκειται σε ποσοστιαίους περιορισμούς και αυθαίρετους αποκλεισμούς.
Γ.4. Αναφορικά με το άρθρο 20 «Αποτίμηση κριτηρίων επιλογής προϊσταμένων τμημάτων εκπαιδευτικών θεμάτων, υποδιευθυντών σχολικών μονάδων και Ε.Κ., …»:
Για τα περί μυστικής ψηφοφορίας του Συλλόγου Διδασκόντων ισχύουν αναλογικά όσα αναφέραμε παραπάνω.
Γ.5. Αναφορικά με το άρθρο 21 «Συμβούλια επιλογής των στελεχών της εκπαίδευσης»:
Μέσα στη γενικότερη δομική ανατροπή που επιχειρείται, αδυνατούμε να αντιληφθούμε τη σκοπιμότητα διατήρησης των συμβουλίων αποκλειστικά και μόνον για την επιλογή των σχολικών συμβούλων. Δεν θα έπρεπε και στην περίπτωση αυτή να εξευρεθεί αντίστοιχο σώμα και διαδικασία επιλογής από τη βάση, ενδεχομένως των εκπαιδευτικών κλάδου ή και ειδικότητας;
Γ.6. Αναφορικά με το άρθρο 22 «Χρόνος και διαδικασία υποβολής αιτήσεων»:
α) Τα υποψήφια στελέχη για Διευθυντές σχολικών μονάδων και Ε.Κ. θα πρέπει να έχουν απεριόριστο αριθμό προτιμήσεων εντός του Π.Υ.Σ.Δ.Ε. χωρίς προϋπόθεση υπηρέτησης σ’ αυτές.
Ποιος είναι ο λόγος που εισάγονται αυτές οι προθέσεις και οι περιορισμοί που εγκλωβίζουν εκπαιδευτικούς με προσόντα και στερούν τη δυνατότητα από την Υπηρεσία να τους αξιοποιήσει προς όφελος της εκπαίδευσης; Η άμεση και συλλογική δημοκρατία δεν δικαιολογεί περιορισμούς στις προτιμήσεις.
Για κάθε προκηρυχθείσα θέση καταρτίζεται πίνακας επιλογής και τοποθέτησης, με τη συμμετοχή όλων όσων την επέλεξαν κατά σειρά μειούμενου αριθμού μορίων.
β) Γιατί οι υποψήφιοι υποδιευθυντές και υπεύθυνοι τομέων Ε.Κ. για τις αντίστοιχες θέσεις στα Ε.Κ., τα οποία εξυπηρετούν τις σχολικές μονάδες στις οποίες κατέχουν οργανική θέση και δεν έχουν κριθεί υπεράριθμοι πρέπει να πληρούν την προϋπόθεση υπηρέτησης στο Ε.Κ., για δύο (2) τουλάχιστον σχολικά έτη, είτε ως στελέχη, είτε ως εκπαιδευτικοί, με ωράριο τουλάχιστον οκτώ (8) διδακτικές ώρες την εβδομάδα; Προς τι ο αποκλεισμός όσων έχουν κριθεί υπεράριθμοι;
Η άμεση και συλλογική δημοκρατία δεν δικαιολογεί στεγανά.
Γ.7. Αναφορικά με το άρθρο 24 «Κρίση και επιλογή διευθυντών σχολικών μονάδων και Ε.Κ.»:
Σε περίπτωση κενούμενης και κενής θέσης η επιλογή να γίνεται με πλήρωση από τους κυρωμένους πίνακες με τον επόμενο εκ των υποψηφίων στην κατάταξη. Με την εξάντληση του επιμέρους πίνακα ανά θέση και μόνον τότε να επαναλαμβάνεται η διαδικασία. Οι πίνακες να παραμένουν σε ισχύ καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας.
Γ.8. Αναφορικά με το άρθρο 25 «Κρίση και επιλογή υποδιευθυντών σχολικών μονάδων και Ε.Κ., υπευθύνων τομέων Ε.Κ. …»:
Πόσο «αιτιολογημένη» μπορεί να είναι η απόφαση του Συλλόγου Διδασκόντων για την επιλογή υποδιευθυντή (-ών) σχολικής μονάδας ή Ε.Κ. και υπεύθυνων τομέων Ε.Κ., όταν προέρχεται ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ από μυστική ψηφοφορία;
Γ.9. Αναφορικά με το άρθρο 28 «Λοιπές ρυθμίσεις»:
Γιατί παρατείνεται η θητεία, αποκλειστικά και μόνον, των υπηρετούντων σχολικών συμβούλων έως 31 Δεκεμβρίου 2015; Δεν μπορούσε να παραταθεί και όλων των υπολοίπων στελεχών της εκπαίδευσης ώστε να μεσολαβήσει διαβούλευση και διάλογος με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς με στόχο τη συναίνεση και τη δημιουργία κοινής συνισταμένης;
Σε κάθε περίπτωση, ακόμη και αν δινόταν επαρκής χρόνος διαβούλευσης για να προσδιοριστεί η άριστη μέθοδος επιλογής στελεχών, απαραίτητο στοιχείο της διαπραγμάτευσης έπρεπε να είναι ένα καινούργιο πλαίσιο με νέους θεσμικούς ρόλους για τα στελέχη, μέσα από έναν αναβαθμισμένο σε καθήκοντα και αρμοδιότητες Σύλλογο Διδασκόντων.
Το αναχρονιστικό και απαρχαιωμένο καθεστώς λειτουργίας των σχολείων πολύ λίγο θα επηρεαστεί από «μυστικές» ψηφοφορίες και ποσοστά.
Επίσης, πρέπει να διασφαλιστεί ότι η οποιαδήποτε απόφαση του Συλλόγου Διδασκόντων αναφορικά με την ψήφιση – «αξιολόγηση» των υποψηφίων στελεχών, όσο «θετική ή αρνητική» μπορεί να είναι, σε καμιά περίπτωση δεν θα αξιοποιηθεί από την Υπηρεσία για κανέναν άλλο λόγο, πέραν από την επιλογή στελεχών.
Παρακαλούμε για τις ενέργειές σας.
Για το Διοικητικό Συμβούλιο της Ο.Λ.Τ.Ε.Ε. ο Πρόεδρος Σταμάτης Σταματιάδης ο Γενικός Γραμματέας Δημήτρης Αμπόνης