Όλα τα θέματα της ιδιωτικής εκπαίδευσης είναι αποκλειστική αρμοδιότητα της Πολιτείας και ρυθμίζονται με ειδική νομοθεσία, η οποία και ακολουθείται σύμφωνα με την παράγραφο 8 του άρθρου 16 του Συντάγματος.
Επίσης, ρητά προβλέπεται από την παρ.7 του άρθρου 62 του ν.1566/1985 η ισότιμη μεταχείριση δημοσίων και ιδιωτικών εκπαιδευτικών. Ο Π.Δ 152/2013 (περ. ιβ, παρ.1, άρθρο 4), βρίσκεται τυπικά σε ισχύ, ορίζει όμως σαφέστατα ότι δημόσιοι και ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί, εν προκειμένω της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, αξιολογούνται από τους σχολικούς συμβούλους ειδικοτήτων και όχι από άλλα πρόσωπα.
Όπως αναφέρεται σε γραπτή απάντηση του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων Νίκου Φίλη, η πολιτεία δεν απαξιώνει την έννοια της αξιολόγησης, αλλά η ίδια ορίζει το νομοθετικό πλαίσιο, βάσει του οποίου αποτιμάται τόσο το εκπαιδευτικό έργο όσο και οι φορείς του. Πρόθεσή της μάλιστα είναι να το ανανεώσει μέσω των πορισμάτων του εθνικού και κοινωνικού διαλόγου για την παιδεία.
Στο πλαίσιο της ίσης μεταχείρισης δημόσιων και ιδιωτικών εκπαιδευτικών, η αποτίμηση του επιστημονικού και παιδαγωγικού έργου των εκπαιδευτικών δεν μπορεί να γίνεται με τα διαφοροποιημένα κριτήρια που επιλέγει κάθε ιδιωτικό εκπαιδευτήριο. Επομένως, το εν λόγω εκπαιδευτήριο, όπως και κάθε άλλο, οφείλει να ακολουθεί τη νομιμότητα και να εφαρμόζει σωστά τις υπάρχουσες ρυθμίσεις.
Επιπλέον, σύμφωνα με το αριθμ. πρωτ. 10/25-01-2016 έγγραφο της Α.ΔΙ.Π.Π.Δ.Ε., το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο για την (αυτο-)αξιολόγηση του έργου των σχολικών μονάδων και των εκπαιδευτικών (Π.Δ. 152/2013, Υ.Α. 30972/Γ1/05-03-2013|ΦΕΚ Β/614/15-03-2013) καθορίζει σαφώς τους αξιολογητές, τους τομείς, τα κριτήρια και τις διαδικασίες αξιολόγησης, που ισχύουν για τα δημόσια και για τα ιδιωτικά σχολεία, αδιακρίτως. Άτομα που δεν έχουν θεσμική αρμοδιότητα δεν μπορούν να ασκήσουν αξιολογικό έργο.
Με βάση το ίδιο έγγραφο, σημειώνεται ότι τόσο τα δημόσια όσο και τα ιδιωτικά σχολεία δύναται να οργανώνουν ενδο-σχολικής μορφής επιμορφωτικά προγράμματα, εργαστηριακής κατά βάση προσέγγισης, σε θέματα που οι εκπαιδευτικοί και οι Διευθυντές των σχολικών μονάδων κρίνουν αναγκαία, με την αξιοποίηση κατάλληλων επιμορφωτών. Τα εν λόγω βιωματικά επιμορφωτικά σεμινάρια μπορούν να διαρθρώνονται σε τέσσερις φάσεις:
1. Επιμόρφωση,
2. Εφαρμογή στην τάξη με τη στήριξη του επιμορφωτή,
3. Συζήτηση επιμορφωτή και εκπαιδευτικού και έκθεση ανατροφοδότησης, χωρίς τη χρήση βαθμολογικής ή λεκτικής κλίμακας και
4. Κοινός προγραμματισμός επιμορφωτή και εκπαιδευτικού για επόμενη επιμόρφωση, εφόσον αυτό κρίνεται αναγκαίο.
Είναι σαφής η διάκριση μεταξύ αξιολογητή και επιμορφωτή, και τα εμπλεκόμενα στις φάσεις της επιμόρφωσης άτομα περιορίζονται αυστηρώς σε ρόλο επιμορφωτή.
Το υλικό που θα προκύψει από την όλη διαδικασία μπορεί να αποτελέσει μέρος του ατομικού φακέλου που τηρεί ο εκπαιδευτικός. Με τις παραπάνω διαδικασίες τα δημόσια και ιδιωτικά σχολεία μπορούν να βελτιώσουν τομείς της λειτουργίας τους και κατ΄ επέκταση την ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης.
Τέλος, η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και του εκπαιδευτικού έργου διεξάγεται βάσει του θεσμικού πλαισίου και μέσω των θεσμικών οργάνων που θεσμοθετεί/ορίζει το ΥΠ.Π.Ε.Θ. Οι εν λόγω αξιολογήσεις αποτελούν μείζον ζήτημα για την ελληνική εκπαίδευση και για τον λόγο αυτό, το ΥΠ.Π.Ε.Θ. τις έχει συμπεριλάβει στην ατζέντα των θεμάτων του Εθνικού και Κοινωνικού Διαλόγου για την Παιδεία.