Οι κοινωνικές ανισότητες γίνονται εμφανείς στο πλαίσιο του εκπαιδευτικού συστήματος μέσα από τις έντονες διαφορές που παρατηρούνται μεταξύ των μαθητών ως προς τις επιδόσεις τους. Οι επιδόσεις αυτές σχετίζονται με τα κοινωνικοοικονομικά χαρακτηριστικά των μαθητών και τη γεωγραφική καταγωγή τους (Bourdieu & Passeron, 1970, Φραγκουδάκη, 1985). Αν και έγιναν προσπάθειες τα τελευταία χρόνια να αντισταθμιστούν τα παραπάνω προβλήματα, δεν ήταν εφικτό να εξαλειφθεί εντελώς το ζήτημα των άνισων εκπαιδευτικών ευκαιριών, κυρίως κατά τη μετάβαση από τη Δευτεροβάθμια στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Ωστόσο, διαφορές ως προς το θέμα των δύο φύλων που ήταν πιο έντονες στο παρελθόν λόγω κοινωνικών στερεοτύπων έχουν εκλείψει τα τελευταία χρόνια, τουλάχιστον στην ελληνική κοινωνία.
Το πρόβλημα της ανισότητας των εκπαιδευτικών ευκαιριών είναι πιο εμφανές στις δυνατότητες που έχουν μαθητές διαφορετικής κοινωνικοοικονομικής προέλευσης να αντεπεξέλθουν στο κόστος παρακολούθησης φροντιστηρίων και ιδιαίτερων μαθημάτων, για να εισέλθουν στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Η διόγκωση του φαινομένου της παραπαιδείας (Κασσωτάκης 2002) είναι πρωτοφανής στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, το οποίο προήλθε από τον έντονο ανταγωνισμό των υποψηφίων λόγω της αναντιστοιχίας μεταξύ ζήτησης και προσφοράς της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης από τη δεκαετία του ’70 μέχρι τις αρχές του ’90. Με διάφορες μεταρρυθμίσεις επιδιώχθηκε η αύξηση του αριθμού των εισακτέων και η μείωση του ανταγωνισμού μεταξύ των υποψηφίων, αλλά το φαινόμενο της παραπαιδείας στο ελληνικό σύστημα δεν εξαλείφθηκε, ούτε και οι μέχρι τώρα μεταρρυθμίσεις έχουν καταφέρει να επιλύσουν το ζήτημα των διαδικασιών πρόσβασης στα τριτοβάθμια ιδρύματα, το οποίο παραμένει πάντοτε φλέγον ζήτημα.
Το παραπάνω πρόβλημα οξύνει ακόμα περισσότερο τις δυσκολίες επαγγελματικής αποκατάστασης των αποφοίτων των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, κυρίως σε θέσεις σχετικές με το αντικείμενο των σπουδών τους. Το πρόβλημα της ανεργίας των πτυχιούχων και της μη ανεργίας (ετεροαπασχόληση, υποαπασχόληση) απασχολεί έντονα τις εκπαιδευτικές πολιτικές. Σημειώνεται υψηλό ενδιαφέρον στην ανάπτυξη προγραμμάτων συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης για τη σύνδεση της εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας και τα σύγχρονα κοινωνικοοικονομικά δεδομένα. Ιδιαίτερα ως προς αυτό θα πρέπει να προσεχθεί ο θεσμός του Σχολικού Επαγγελματικού Προσανατολισμού, που όμως τα τελευταία χρόνια λόγω της οικονομικής κρίσης έχει αποδυναμωθεί.
Μία άλλη πρόκληση για το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα αποτελεί το ζήτημα των μεταναστών και των παλιννοστούντων μαθητών που σύμφωνα με έρευνες ήδη από το 2007 άρχισαν να ξεπερνούν το ποσοστό του 10% του συνολικού μαθητικού πληθυσμού. Η έλλειψη επαρκούς προετοιμασίας του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος για την προσαρμογή των αλλοδαπών μαθητών έχει αρνητικές συνέπειες, όπως η δημιουργία προκαταλήψεων από την πλευρά των Ελλήνων γονέων που αποφεύγουν να εγγράψουν τα παιδιά τους σε σχολεία με αλλοδαπούς και παλιννοστούντες θεωρώντας τα υποβαθμισμένα. Ωστόσο γίνεται προσπάθεια με την εισαγωγή μιας διαπολιτισμικής διάστασης στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα στα πλαίσια της γενικότερης εκπαιδευτικής πολιτικής για την αμοιβαία προσαρμογή γηγενών και αλλοδαπών μαθητών στα ίδια σχολεία.
Ένας άλλος παράγοντας που ουσιαστικά έχει αλλάξει τη δομή των εκπαιδευτικών προγραμμάτων τα τελευταία χρόνια είναι η ανάπτυξη των Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνίας (Τ.Π.Ε.) που επηρεάζει γενικότερα όλους τους τομείς της οικονομίας, της πολιτικής, της κοινωνίας και του πολιτισμού. Όλοι οι φορείς της εκπαίδευσης, εκπαιδευτικοί, σύμβουλοι, διοικητικό προσωπικό οφείλουν να καταρτίζονται σύμφωνα με τις τελευταίες εξελίξεις, να ενημερώνονται συνεχώς για τις αλλαγές στην τεχνολογία και να χρησιμοποιούν στο εκπαιδευτικό τους έργο τα κατάλληλα οπτικοακουστικά μέσα που είναι συμβατά με τις νέες ανάγκες.
Ως εκ τούτου, στο σύγχρονο οικονομικό πλαίσιο σε παγκόσμιο επίπεδο, το άτομο είναι υποχρεωμένο να αυξάνει τα τυπικά του προσόντα και να καταρτίζεται συνεχώς για να αντιμετωπίζει τις διαρκώς αυξανόμενες απαιτήσεις της αγοράς εργασίας. Από την άλλη όμως παρατηρείται μία υπερπαραγωγή πτυχιούχων που η αγορά εργασίας αδυνατεί να απορροφήσει, με αποτέλεσμα να διογκώνεται ακόμα περισσότερο το φαινόμενο της ανεργίας των πτυχιούχων, και συγκεκριμένα των πτυχιούχων Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης, Μεταπτυχιακών και Διδακτόρων.
Στις σύγχρονες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες προτείνεται η αύξηση της παραγωγικότητας και των δομών απορρόφησης του ενεργητικού δυναμικού της χώρας, προκειμένου να γίνεται εξαντλητική εκμετάλλευση όλων των αποθεμάτων διανοητικού πλούτου με άμεσα αποτελέσματα στην ανάπτυξη της οικονομίας (θεωρία ανθρωπίνου κεφαλαίου, Φραγκουδάκη, 1985). Πρωτίστως όμως στο πλαίσιο της συντονιστικής λειτουργίας των πολιτικών δράσης, η υποστήριξη του ανθρώπινου δυναμικού, τόσο πριν όσο και μετά την ένταξή του στην αγορά εργασίας αποτελεί βασική δραστηριότητα ενός συστήματος Συμβουλευτικής και Επαγγελματικού Προσανατολισμού που προωθεί την ποιότητα της εκπαίδευσης και την οικονομική ανάπτυξη.
Παρασκευή Πουλογιαννοπούλου Μεταδιδακτορική Ερευνήτρια Κοινωνιολογίας Εκπαίδευσης ΕΚΠΑ & Labo CERLIS- Paris Descartes