Ως «έργο πνοής» χαρακτήρισε ο υπουργός Παιδείας, προχτές, στην έναρξη του προσχηματικού «διαλόγου» για την Παιδεία, τις αλλαγές που προωθούνται στην Εκπαίδευση, δηλώνοντας πως «δε θα βγούμε από την κρίση, εάν δεν ιεραρχήσουμε ως προτεραιότητα τη μεταρρύθμιση της Εκπαίδευσης και ευρύτερα την ανασυγκρότηση του κοινωνικού κράτους».
Μιλώντας στην εναρκτήρια συνεδρίαση της «Επιτροπής Διαλόγου για την Παιδεία», ο υπουργός Παιδείας είπε πως επιδίωξη του «διαλόγου» είναι να σχεδιαστεί «ένα νέο παράδειγμα σχολείου, ώστε από το σχολειό της κρίσης να περάσουμε στο σχολειό της πολιτισμικής – δημοκρατικής ανάτασης και της γενικότερης ανάπτυξης», της καπιταλιστικής δηλαδή ανάπτυξης, που πατά πάνω στο σμπαράλιασμα δικαιωμάτων και κατακτήσεων των εργαζομένων και των παιδιών τους.
Κάπως έτσι, με απλές διαπιστώσεις για την «ασφυκτική κατάσταση» που έχει διαμορφωθεί σε όλες τις βαθμίδες της Εκπαίδευσης (αλλά γι’ αυτό φταίνε μόνο… οι προηγούμενοι και «ο νεοφιλελευθερισμός», σύμφωνα με τον υπουργό που δεν ξέρει τίποτα για το «φόνο»), αξιοποιώντας και την ικανότητα της σοσιαλδημοκρατίας να παρουσιάζει το άσπρο – μαύρο, η κυβέρνηση επιχειρεί να καλλιεργήσει προσδοκίες για «πραγματική μεταρρύθμιση», κρύβοντας ότι στα σχέδιά της για το νέο σχολείο, τους όρους τούς βάζει το μεγάλο κεφάλαιο και οι ανάγκες του.
Για παράδειγμα, την ίδια ώρα που ο Φίλης καυτηρίασε την «οικονομίστικη αντίληψη» που τάχα ευθύνεται για τα προβλήματα της Παιδείας, επιχείρησε να «υποβαθμίσει» το γεγονός ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ έχει δεσμευτεί ότι μπούσουλας των αναδιαρθρώσεων στην Παιδεία θα είναι τα μέτρα που προτείνει ο… απόλυτος διεθνής «οικονομίστικος» οργανισμός, ο ΟΟΣΑ.
Χαρακτηριστικό είναι και το εξής: ότι στην ομιλία του υπουργού έλειψε ακόμα και η απλή αναφορά στη δωρεάν Εκπαίδευση! Αντίθετα, σε μια καθόλου τυχαία αναφορά, για μια ακόμα φορά ο υπουργός, την ώρα που εξήγγειλε «χιλιάδες νέους διορισμούς»… από του χρόνου, συνέδεσε τη χρηματοδότηση της Εκπαίδευσης με «την πορεία των δημοσιονομικών μεγεθών και την εξέλιξή τους» και «τη διαδικασία εξόδου από την κρίση».
Τα παραπάνω βάζουν με ένα τρόπο ήδη το αντιλαϊκό πλαίσιο μέσα στο οποίο έπεσε στο τραπέζι η πρόταση για αναμόρφωση της Εκπαίδευσης, από την προσχολική ηλικία έως και την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, σχεδιάζοντας την καθιέρωση 14χρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης, συμπεριλαμβανομένης της δίχρονης υποχρεωτικής Προσχολικής Αγωγής.
Βέβαια, σήμερα, χιλιάδες προνήπια μένουν εκτός των δημόσιων νηπιαγωγείων, όχι μόνο επειδή δεν υπάρχει το θεσμικό πλαίσιο για δίχρονη υποχρεωτική Προσχολική Αγωγή, αλλά επειδή οι δομές της Προσχολικής Εκπαίδευσης είναι πολύ πίσω από τις ανάγκες. Εκτιμάται δε πως απαιτούνται πάνω από 1.500 νέα νηπιαγωγεία για να καλύψουν την υποχρεωτική φοίτηση όλων των νηπίων και προνηπίων σε δημόσια νηπιαγωγεία και μάλιστα με κατανομή 20 μαθητών ανά τμήμα. Παράλληλα και στην ήδη υφιστάμενη μονοετή υποχρεωτική Προσχολική Αγωγή, το ένα τρίτο των νηπιαγωγείων στεγάζονται σε ακατάλληλα κτίρια. Αυτή τη στιγμή, με τους πιο μετριοπαθείς υπολογισμούς, τουλάχιστον 60.000 προνήπια βρίσκονται εκτός δημοσιών δομών, ενώ ο υπάρχων αριθμός μόνιμων νηπιαγωγών είναι πολύ πίσω από τις ανάγκες.
Ο υπουργός εξήγγειλε, παράλληλα, αναμόρφωση της πολύπαθης Ειδικής Αγωγής, «μέσω του συστήματος της συνεκπαίδευσης», της ένταξης δηλαδή των ΑμεΑ στα σχολεία γενικής εκπαίδευσης, κάτι που στην πραγματικότητα αποτελεί όχημα για την παραπέρα κατηγοριοποίηση των παιδιών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες και τη διάλυση των δημόσιων δομών Ειδικής Αγωγής. Χαρακτηριστικό παράδειγμα «ένταξης» χωρίς επιστημονικά κριτήρια, χωρίς υποδομές, προγράμματα και στόχους, είναι ο θεσμός της «Παράλληλης Στήριξης», που ειδικά φέτος υποβαθμίστηκε περαιτέρω.
Ενδεικτική της προσπάθειας της κυβέρνησης να ρίξει «στάχτη στα μάτια» όσων βιώνουν από πρώτο χέρι τις ελλείψεις και τα αδιέξοδα στην Εκπαίδευση, είναι η εξαγγελία για την καθιέρωση του ολοήμερου δημοτικού σχολείου παντού, τη στιγμή που ειδικά φέτος η στελέχωση και η πλήρης λειτουργία των υφιστάμενων ολοήμερων πήρε μήνες.
Στο ίδιο πλαίσιο, της καλλιέργειας προσδοκιών ότι θα ελαφρυνθεί η λαϊκή οικογένεια από τα βάρη, εντάσσονται και οι αναφορές σε αλλαγή του συστήματος πρόσβασης στην Ανώτατη Εκπαίδευση που απασχολεί κάθε οικογένεια.
Ιδιαίτερος λόγος γίνεται, επίσης, για νέο στρατηγικό σχεδιασμό της επαγγελματικής εκπαίδευσης και της κατάρτισης, έναν τομέα στον οποίο ιδιαίτερο βάρος δίνουν ΕΕ και ΟΟΣΑ, αφού από αυτή προσδοκούν να παράγει το ευέλικτο καταρτισμένο εργατικό δυναμικό.
Συνολικά, όλα τα παραπάνω δείχνουν ότι το ζήτημα του σχολείου δεν είναι φυσικά ζήτημα απλά χρόνων, αλλά πρώτα και κύρια ζήτημα περιεχομένου και προσανατολισμού. Το κύριο, δηλαδή, είναι «για ποια κοινωνία και οικονομία», και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, όπως και οι προηγούμενες, έχει ξεκάθαρα διαλέξει μεριά, απαντώντας «για τις ανάγκες του κεφαλαίου».
Για να κρύψει ακριβώς αυτό τον προσανατολισμό των αναδιαρθρώσεων που θα γίνουν και πάνω στις αξιώσεις της ΕΕ και του ΟΟΣΑ, η κυβέρνηση στήνει την παγίδα του «διαλόγου», επιχειρώντας να παρουσιάσει τις αντιδραστικές αλλαγές ως «προϊόν συμφωνίας» και «συναίνεσης».
Μάλιστα, ο υπουργός σημείωσε πως «στόχος του διαλόγου είναι να συνδυάσει εμπειρία και επιστημονική γνώση, να αξιοποιήσει τη διεθνή εμπειρία, ιδιαίτερα από χώρες που επλήγησαν από την οικονομική κρίση», φέρνοντάς μας στη μνήμη τα μέτρα της κυβέρνησης Ρέντσι, που βάφτισε «νέο» σχολείο το ακόμα πιο σκληρό ταξικό σχολείο της καπιταλιστικής αγοράς που δημιούργησε.
«Παράλληλα με το διάλογο θα προχωρεί και η διαδικασία αξιολόγησης της έκθεσης του ΟΟΣΑ για την Εκπαίδευση», σημείωσε ο υπουργός Παιδείας, κάτι που υπαγορεύεται και από το τρίτο μνημόνιο. Στο μνημόνιο κατονομάζονται ειδικά τα ζητήματα της «αξιολόγησης» της μεταρρύθμισης του «νέου σχολείου», το περιθώριο περαιτέρω «εξορθολογισμού» σε αντιδραστική κατεύθυνση (των τάξεων, σχολείων και πανεπιστημίων), η λειτουργία και διακυβέρνηση των ιδρυμάτων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, η αποδοτικότητα και αυτονομία των δημόσιων εκπαιδευτικών μονάδων και η «αξιολόγηση» και διαφάνεια σε όλα τα επίπεδα, η επέκταση της μαθητείας στον τομέα της κατάρτισης. Θέματα που, όλως τυχαίως, ταυτίζονται με την ατζέντα του «διαλόγου» που έχει ξεκινήσει το υπουργείο. Επιβεβαιώνεται έτσι ότι οι «τομές» στην Εκπαίδευση τις οποίες προκλητικά εξαγγέλλει η κυβέρνηση, αντιστρατεύονται τις ανάγκες του λαού και των παιδιών του. Ο ίδιος ο λαός καλείται να βάλει τη σφραγίδα του σε πραγματικές αλλαγές και τομές, για ένα σχολείο που θα μορφώνει πραγματικά και ισότιμα όλα τα παιδιά, ένα πανεπιστήμιο προσανατολισμένο στις λαϊκές ανάγκες…