Εν Πειραιεί τη 4η Φεβρουαρίου 2016
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Ο ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΣ Ή ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΣ ΛΥΤΡΩΤΗΣ;
Ο θεοδόχος Συμεών, ο πολιός, βιβλικός και άγιος εκείνος άνδρας, ο οποίος αξιώθηκε να κρατήσει στα γεροντικά του χέρια τον Θεάνθρωπο Λυτρωτή μας Χριστό, εμπνεόμενος από το Άγιο Πνεύμα, προεφήτευσε για το Θείο Πρόσωπο του Σωτήρα του κόσμου, συν τοις άλλοις, ότι «ούτος κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών εν τω Ισραήλ και εις σημείον αντιλεγόμενον» (Λουκ.2,34).
Δηλαδή το θεανδρικό Του Πρόσωπο θα γίνει αιτία πνευματικής πτώσεως και αναστάσεως πολλών μεταξύ των ισραηλιτών, αλλά και αντικείμενο διαφωνίας και διαμάχης μεταξύ των ανθρώπων. Την ίδια αυτή αλήθεια εκφράζουν και ο απόστολος Πέτρος στην Α΄ Καθολική του επιστολή, (2,7), καθώς και ο απόστολος Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή του, (9,33), όπου χαρακτηρίζουν το πανάγιο πρόσωπο του Κυρίου μας ως «λίθο προσκόμματος και πέτρα σκανδάλου». Ο ακρογωνιαίος λίθος – Χριστός, που βαστάζει όλο το πνευματικό οικοδόμημα της Εκκλησίας, γίνεται ο «λίθος» πάνω στον οποίο σκοντάφτουν οι άπιστοι και γκρεμίζονται στην απώλεια. Και τούτο διότι η πεπερασμένη ανθρώπινη φύση δεν μπορεί, με τις δικές της μόνο δυνάμεις να εισχωρήσει στο βάθος του μυστηρίου της Θείας Ενανθρωπήσεως. Η ιστορία είναι ο αψευδής μάρτυρας. Κανένα άλλο πρόσωπο της ανθρώπινης ιστορίας δεν αγαπήθηκε με τόσο απόλυτο και ολοκληρωτικό τρόπο, όσο το πρόσωπο του Χριστού. Αλλά και κανένα άλλο πρόσωπο δεν πολεμήθηκε και δεν μισήθηκε με τόση λύσσα και με τόση μανία, όπως αυτό του Χριστού. Για κανένα άλλο πρόσωπο δεν γράφηκαν τόσα πολλά και αντιφατικά μεταξύ τους, όσα για Κείνον!
Αφορμή για το παρόν σχόλιό μας πήραμε από μια βιβλιοκρισία της εφημερίδος «ΗΜΕΡΗΣΙΑ» (φ.23-1-2106), του κ. Γ. Βαϊλάκη, με τίτλο: «Ιησούς: Φιλειρηνικός δάσκαλος ή πολιτικά συνειδητός επαναστάτης;». Πρόκειται για βιβλιοκριτική στο βιβλίο κάποιου ξένου συγγραφέα ονόματι Ρέζα Ασλάν, με τίτλο: «Ο Ζηλωτής, ο βίος του Ιησού Χριστού», το οποίο μεταφράστηκε στα ελληνικά από την κ. Άννα Παπασταύρου και κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Πατάκη». Σύμφωνα με τον σχολιαστή: το «πολύκροτο» αυτό βιβλίο είναι «μια καινούργια θεώρηση» για τον Ιησού Χριστό, το οποίο αποκαλύπτει την δήθεν μοναδική ιδιότητά του, ως επαναστάτου!
Κατά τον αρθρογράφο: «Δύο χιλιάδες χρόνια πριν, ένας περιπλανώμενος Ιουδαίος, ιεροκήρυκας και θαυματοποιός, διέσχισε απ’ άκρη σ’ άκρη τη Γαλιλαία, προσελκύοντας οπαδούς, για να ιδρύσει αυτό που εκείνος ονόμαζε «βασιλεία του Θεού». Το επαναστατικό κίνημα που προκάλεσε ήταν τόσο απειλητικό για την καθεστηκυία τάξη, ώστε συνελήφθη, βασανίστηκε και εκτελέστηκε ως κοινός εγκληματίας. Λίγες δεκαετίες μετά τον ταπεινωτικό θάνατό του, οι ακόλουθοί του έμελλε να τον ονομάσουν Θεό»!
Η άγνοια, η διαστροφή της αλήθειας, η παραποίηση της ιστορίας, και η απαξίωση στο πανάγιο Πρόσωπο του Κυρίου μας συναντώνται και αλληλοπεριχωρούνται στις παρά πάνω γραμμές, ώστε να αποτελούν ένα υβριστικό και εξοργιστικό σύνολο. Η εικόνα του επαναστάτη Χριστού του οποίου το επαναστατικό κίνημα είχε ένα άδοξο και οικτρό τέλος, δεν έχει καμία σχέση με την ιστορική αλήθεια και τα βιβλικά κείμενα. Αντίθετα, η εικόνα που μας δίδουν τόσο τα βιβλικά κείμενα, όσο και εξωβιβλικές πηγές, (Σουητώνιος, Ιώσηπος κ.α.), για το πανάγιο πρόσωπο του Κυρίου μας είναι αληθινά θεοπρεπής και μεγαλειώδης. Είναι η εικόνα ενός μοναδικού προσώπου στην ιστορία της ανθρωπότητος, ο οποίος «αμαρτίαν ουκ εποίησεν, ουδὲ ευρέθη δόλος εν τω στόματι αυτού» (Α΄ Πέτρ.2,22). Του οποίου η διδασκαλία προκαλούσε τον θαυμασμό και την κατάπληξη όλων, ακόμη και των εχθρών του: «ην γαρ διδάσκων αυτοὺς ως εξουσίαν έχων και ουχ ως οι γραμματείς» (Ματθ.7,29). Είναι η εικόνα ενός μοναδικού Nομοθέτου με αυθεντία και κύρος ανυπέρβλητο, που έρχεται να συμπληρώσει τον νόμο της Παλαιάς Διαθήκης: «Ηκούσατε ότι ερρέθη τοις αρχαίοις….εγὼ δὲ λέγω υμίν» (Ματθ.5,21-22). Είναι η εικόνα ενός προσώπου, τον οποίον όταν ο όχλος θέλησε να ανακηρύξει βασιλέα, Αυτός αρνήθηκε: «Ιησούς ουν γνους ότι μέλλουσιν έρχεσθαι και αρπάζειν αυτὸν ίνα ποιήσωσιν αυτὸν βασιλέα, ανεχώρησε πάλιν εις το όρος αυτός μόνος» (Ιω.6,15). Είναι η εικόνα ενός προσώπου, ο οποίος «εν εξουσία και δυνάμει επιτάσσει τοις ακαθάρτοις πνεύμασι, και εξέρχονται» (Λουκ.4,36). Εις τον οποίον «εδόθη μοι πάσα εξουσία εν ουρανώ και επί γης» (Ματθ.28,18).Ο οποίος θαυματουργεί όχι σαν ένας φακίρης, που παίζει τον καραγκιόζη και προσπαθεί με μαγικές τέχνες να εξαπατά τους ανθρώπους και να τους εκμεταλλεύεται, αλλ’ ως Θεός που εξουσιάζει τα πάντα και στον οποίον υπακούουν τα πάντα, ακόμη και τα στοιχεία της φύσεως και αυτός ούτος ο θάνατος: «διεγερθεὶς επετίμησε τω ανέμῳ και είπε τη θαλάσσῃ· Σιώπα, πεφίμωσο. και εκόπασεν ο άνεμος, και εγένετο γαλήνη μεγάλη» (Μαρκ.4,39), «νεανίσκε σοι λέγω εγέρθητι» (Λουκ.7,14), «Λάζαρε δεύρο έξω» (Ιω.11,43)., κ.λ.π.
Περιέργως ο αρθρογράφος δεν λέγει τίποτε περί της αναστάσεως του Κυρίου, αλλά σταματά στον θάνατό του, τον οποίο μάλιστα ονομάζει «ταπεινωτικό». Προφανώς βρίσκεται σε αμηχανία και επειδή δεν γνωρίζει πως να παρακάμψει την ανάσταση, που είναι το κατ’ εξοχήν τεκμήριο της Θεότητός του, το θεμέλιο πάνω στο οποίο στηρίζεται η πίστη μας, απλώς την αποσιωπά. Επίσης δεν λέει τίποτε για την ένδοξη ανάληψή του, που είναι και αυτή άλλο μεγάλο τεκμήριο της Θεότητός του. Απλώς περιορίζεται να δηλώσει ότι «Λίγες δεκαετίες μετά τον ταπεινωτικό θάνατό του, οι ακόλουθοί του έμελλε να τον ονομάσουν Θεό»! Διερωτώμεθα να άνοιξε ποτέ ο αρθρογράφος την Καινή Διαθήκη και αν διάβασε ποτέ τα βιβλικά κείμενα. Διότι ο απόστολος Πέτρος ήδη κατά την ημέρα της Πεντηκοστής στην πρώτη του ομιλία προς τον λαό, ανεκήρυξε την Θεότητα του Κυρίου: «Ασφαλώς ουν γινωσκέτω πας οίκος Ισραήλ ότι και Κύριον καὶ Χριστὸν αυτὸν ο Θεὸς εποίησε, τουτον τον Ιησούν ον υμείς εσταυρώσατε» (Πραξ. 2,36).
Συνεχίζοντας ο σχολιογράφος αναφέρει πως «Ο Ρέζα Ασλάν υπογράφει μια προκλητική, συναρπαστική και απόλυτα εμπεριστατωμένη βιογραφία που θέτει σε αμφισβήτηση παλιές και βαθιά ριζωμένες αντιλήψεις για τον άνθρωπο που γνωρίζουμε ως Ιησού τον Ναζωραίο. Συγκρίνοντας και φωτίζοντας τον Ιησού των Ευαγγελίων με τις ιστορικές πηγές, ο Ασλάν σκιαγραφεί το πορτρέτο ενός άνδρα γεμάτου πίστη και πάθος, ο οποίος ωστόσο σπαράσσεται από αντιθέσεις: ένας άνδρας φιλειρηνικός ο οποίος παρακινούσε τους οπαδούς του να οπλιστούν με σπαθιά. Ένας εξορκιστής ο οποίος θεράπευε δια της πίστης και προέτρεπε τους μαθητές του να κρατούν μυστική την ταυτότητά του, και τέλος ο ανατρεπτικός «Βασιλιάς των Ιουδαίων», του οποίου η υπόσχεση να τους ελευθερώσει από τη Ρώμη δεν υλοποιήθηκε στη διάρκεια της σύντομης ζωής του»!
Ούτε λίγο ούτε πολύ ο αρθρογράφος, παρουσιάζοντας την βιογραφία του Ασλάν ως «απόλυτα εμπεριστατωμένη», με τεκμήρια και αποδείξεις που ανακάλυψε στις «ιστορικές πηγές» του, έρχεται να κλονίσει την ιστορική αξιοπιστία των ευαγγελίων και να θέσει έτσι σε «αμφισβήτηση παλιές και βαθιά ριζωμένες αντιλήψεις για τον άνθρωπο που γνωρίζουμε ως Ιησού τον Ναζωραίο», αντιλήψεις που βασίζονται στα ευαγγελικά κείμενα. Δηλαδή επί 2000 χρόνια η ανθρωπότης επλανάτο και είχε σχηματίσει μια εσφαλμένη αντίληψη για το πρόσωπο του Χριστού με βάση τα ευαγγελικά κείμενα. Και ευτυχώς που ήρθε σήμερα ο Ασλάν να λυτρώσει την ανθρωπότητα από την φοβερή αυτή πλάνη, που την μάστιζε τόσους αιώνες από την φρικτή αυτή παραποίηση της ιστορίας! Τoγεγονός ότι τα ευαγγελικά κείμενα πέρασαν από αμέτρητα κόσκινα ιστορικών, αρχαιολόγων, κριτικών του κειμένου της Καινής Διαθήκης και άλλων ερευνητών, δεν μετράει για τον Ασλάν. Τo γεγονός ότι κανείς από όλους αυτούς δεν μπόρεσε να αποδείξει ότι οι ευαγγελικές διηγήσεις είναι ιστορικά αναξιόπιστες, δεν τον προβληματίζει, να βάλει ένα ερωτηματικό μήπως πέφτει έξω στα συμπεράσματά του.
Ας γνωρίζει όμως ο κ. Ασλάν και οι ομόφρονές του ότι η δήθεν «εμπεριστατωμένη βιογραφία» του για τον Ιησού δεν είναι δική του «έμπνευση», αλλά παμπάλαια προσπάθεια των αρνητών του Χριστού να τον δουν απογυμνωμένο από την Θεότητά Του! Δεν έχουν κανένα πρόβλημα να δουν το Χριστό ως μια «ξεχωριστή» προσωπικότητα της ιστορίας. Το πρόβλημά τους είναι η Θεότητά Του! Γι’ αυτήν ο αρχιερέας δικαστής του «διέρρηξε τα ιμάτιά του» (Μαρκ.14,63), όταν ο Χριστός ομολόγησε την ιδιότητά Του ως Υιός του Θεού και εξέδωσε την απόφαση της θανάτωσής Του! Το αξιοπερίεργο είναι ότι όλοι αυτοί οι αρνητές της Θεότητας του Χριστού, αντλούν τις ιδεοληψίες τους από το «στρατόπεδο» της «καθεστηκυίας τάξης», η οποία και Τον θανάτωσε! Η άθλια τότε «καθεστηκυία τάξη» είναι περισσότερο αξιόπιστη για τους διαχρονικούς αρνητές του Χριστού, από τους πιστούς Του, οι οποίοι έδωσαν τη ζωή τους για την πίστη τους σ’ Αυτόν, ως Θεό!
Συνεχίζοντας ο σχολιογράφος τονίζει πως: «Ο Ασλάν διερευνά τους λόγους για τους οποίους η πρωτοχριστιανική εκκλησία προτίμησε να διαδώσει μια εικόνα του Ιησού ως ενός φιλειρηνικού πνευματικού δασκάλου και όχι ως ενός πολιτικά συνειδητού επαναστάτη». Με άλλα λόγια, χαρακτηρίζει ως πλαστογράφους και απατεώνες τους πρώτους Χριστιανούς, οι οποίοι, κατά τον συγγραφέα, διέδωσαν μια ψεύτικη εικόνα για το Χριστό! Θέλει να αγνοεί ότι oι Άγιοι Απόστολοι, οι οποίοι κατά τον συγγραφέα, «κατασκεύασαν την ψεύτικη εικόνα του Ιησού», καταθέτουν τη προσωπική τους εμπειρία περί του Χριστού και όχι μια φήμες, και ειδήσεις από τρίτα πρόσωπα: «ό ακηκόαμεν, ό εωράκαμεν τοις οφθαλμοίς ημών, ό εθεσάμεθα και αι χείρες ημών εψηλάφησαν»(Α΄Ιωάν.1,1). Δεν τον προβληματίζει το γεγονός ότι γι’ αυτή την «ψεύτικη εικόνα» οι «απατεώνες» εκείνοι έδωσαν τη ζωή τους. Γνωρίζει πολλούς στην ιστορία να έδωσαν τη ζωή τους για έναν κατασκευασμένο από αυτούς ψέμα; Δεν είναι αυτή μια «καραμπινάτη» αντίφαση στους ισχυρισμούς του συγγραφέα;
Περαίνοντας το σχόλιό μας αυτό, διαβάζοντας τα παλιά και τα σύγχρονα αντιχριστιανικά λιβελογραφήματα, διαπιστώνουμε την τραγικότητα, τόσο των συγγραφέων τους, όσο και των αναγνωστών τους. Ενώ βλέπουν το άσκοπο και το ατελέσφορο των τιτάνιων προσπαθειών τους να σπιλώσουν το Πρόσωπο του Λυτρωτή μας Χριστού και να γκρεμίσουν την Εκκλησία Του, πασχίζουν και αναλώνονται σε αυτόν τον σισύφειο αγώνα, χωρίς αποτέλεσμα! Ασφαλώς και το βιβλίο του Ρέζα Ασλάν, είναι μια θλιβερή πτυχή της δικής του σισύφειας τραγωδίας, χωρίς αποτέλεσμα! Διότι αν νομίζει ότι με αυτό θα γκρεμίσει την Εκκλησία, είναι τουλάχιστον αφελής!

Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών