«Τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν καί ἡ συνδρομή λόγων ἐξαιρέσεως τῶν ὅσων συντάσσουν καί προτείνουν τή νέα ὕλη τοῦ μαθήματος, λόγῳ προσηλυτισμοῦ καί ἐμφανοῦς συμμετοχής σέ αἱρετικές ἤ παραθρησκευτικές ὀργανώσεις»
κ. Γεώργιος Κρῖππας,
Διδάκτωρ Πολιτικῶν Ἐπιστημῶν – Συνταγματολόγος, Νομικός Σύμβουλος τῆς ΠΕΘ.
ΣΥΝΟΨΗ ΕΙΣΗΓΗΣΗΣ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΗΜΕΡΙΔΑ ΕΣΤΙΑΣ ΠΑΤΕΡΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ – 23 Σεπτεμβρίου 2016, Δημαρχεῖο Ἀμαρουσίου «Προβληματική τοῦ νέου προγράμματος τῶν Θρησκευτικῶν. Μία νεοφανής πρακτική μέσα στήν ἑλληνορθόδοξη παράδοσή μας».
Βάσει τοῦ νόμου (Νόμος 1363/38 ὡς ἐτροποποιήθη μεταγενεστέρως) ὁ προσηλυτισμός ἀπαγορεύεται καί τιμωρεῖται ποινικῶς. Ἐπίσης ἀπαγορεύεται καί ἀπό τό ἄρθρον 13 παρ. 1 τοῦ Συντάγματος.
Αὐτό σημαίνει, ὅτι ἡ διάταξη τοῦ νόμου πού τιμωρεῖ τόν προσηλυτισμό δέν ἐπιτρέπεται, νά καταργηθεῖ. Προσηλυτισμός σημαίνει ἄμεση ἤ ἔμμεση προσπάθεια ἤ προσέγγιση κάποιου πρός τόν σκοπό, ὅπως πεισθεῖ, νά μεταβάλει θρησκεία διά χρησιμοποιήσεως ὁποιασδήποτε μεθόδου π.χ. διά ὑποσχέσεων, ἀμοιβῶν, προσφορῶν, παραπλανήσεως, ἐξαπατήσεως κ.λ.π. ἤ καί μέ ὁποιονδήποτε ἄλλο τρόπο ἔστω καί ἄν δέν ἀναφέρεται ρητῶς εἰς τόν νόμο.
Ἡ ἑλληνική διάταξη περί προσηλυτισμοῦ ἔχει ἀναγνωρισθεῖ καί ἀπό τό Εὐρωπαϊκό Δικαστήριο Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων, τό ὁποῖο καί ἔχει ἐπικυρώσει καί τρεῖς καταδίκες ἐπί προσηλυτισμῷ ἐπιβληθεῖσες ὑπό ἑλληνικῶν δικαστηρίων.
Ἐρχόμεθα τώρα σέ ἕνα εἰδικό πεδίο τοῦ προσηλυτισμοῦ ἐσχάτως εἰσαγόμενο εἰς τήν ἐκπαίδευση. Ὡς γνωστόν τό Ὑπ.Παιδείας εἰσάγει εἰς τά σχολεῖα ἕνα μάθημα «πολυθρησκευτικό», διά τοῦ ὁποίου οἱ μαθητές ὠθοῦνται εἰς τό νά διδάσκονται ὄχι τήν ἰδικήν τους θρησκεία ἀλλά καί πολλές ἄλλες θρησκεῖες. Ἀποτελεῖ αὐτό ἄσκηση προσηλυτισμοῦ ἤ ὄχι; Ἄν οἱ συνοδεύουσες τό μάθημα αὐτό προτάσεις καί εἰσηγήσεις ἐφρόντιζαν νά μᾶς ἐπεξηγήσουν, ὅτι δι΄ αὐτοῦ δέν ἀσκεῖται προσηλυτισμός, θά ἐλέγχαμε τίς ἀπόψεις τους αὐτές καί ἄν καταλήγαμε ὅτι διά τοῦ νέου μαθήματος δέν ἀσκεῖται προσηλυτισμός, θά ἀποδεχόμεθα τίς ἀπόψεις τους. Ὅμως οἱ ἀπόψεις τους λένε τά ἐντελῶς ἀντίθετα, ἤτοι ὁμολογοῦν (ἔστω ἐμμέσως) ὅτι διά τοῦ νέου μαθήματος ἐπιδιώκεται οἱ μαθητές νά προσέλθουν σέ νέες θρησκεῖες καί νά μήν εἶναι ἐντεταγμένοι σέ μία θρησκεία (δηλ. εἰς τήν Ὀρθόδοξη Χριστιανική). Ἰδού λοιπόν μερικά βασικά ἀποσπάσματα συνοδεύοντα τήν εἰσαγωγή τοῦ μαθήματος αὐτοῦ συνταγέντα ἀπό τό Ἰνστιτοῦτο Ἐκπαιδευτικῆς Πολιτικῆς, τό ὁποῖο εἰσηγήθη τό νέο μάθημα καί ἀπεδέχθη ὁ Ὑπουργός Παιδείας:
«Ἕνα μάθημα θρησκευτικῶν (ἐννοεῖ τό τῆς Ὀρθοδόξου Χριστιανικῆς θρησκείας) πού στοχεύει ἀποκλειστικά καί μόνο στήν ἐξοικείωση τῶν μαθητῶν μέ μία μόνο θρησκευτική παράδοση ἔχει πλέον φθάσει στά ὅριά του»
« Οἱ μαθητές εἶναι ἀνάγκη νά μήν διαποτίζονται σέ μία θρησκευτική ἄποψη»
«Τό νέο μάθημα τῶν θρησκευτικῶν ἔχει σκοπό, νά ἀφυπνίσει τήν ἀντίληψη τοῦ μαθητῆ, ὥστε νά συνειδητοποιήσει τίς θρησκευτικές προκατανοήσεις του, δηλαδή τήν λανθάνουσα μερικῶς ἀρθρωμένη θρησκευτική του παράδοση. Νά τόν βοηθήσει νά μετακινηθεῖ ἀπό τίς προκατανοήσεις του καί νά διαλεχθεῖ μέ τίς ἀφηγήσεις καί τόν λόγο βασικῶν θρησκευτικῶν ἀλλά καί κοσμικῶν παραδόσεων πού ἀρνοῦνται τήν θρησκευτική ἀλήθεια».
«Οἱ μαθητές εἶναι ἀνάγκη νά μή διαποτίζονται σέ μία θρησκευτική ἄποψη, ὅποτε τό προτεινόμενο πρόγραμμα σπουδῶν τούς προσφέρει εὐκαιρίες νά μελετήσουν καί νά στοχαστοῦν ἐπάνω σέ διαφορετικές θρησκευτικές καί φιλοσοφικές θεωρήσεις».
Ὡς πρός τό δεδομένο ὅτι οἱ μαθητές εἶναι Χριστιανοί Ὀρθόδοξοι οἱ εἰσηγητές τοῦ προγράμματός μας ἀναφέρουν ὅτι οἱ μαθητές ἐκ τούτου εἶναι «χειραγωγημένοι» καί πρέπει, νά «χειραφετηθοῦν».
Εἰδικότερόν μᾶς ἀναφέρουν ὅτι οἱ μαθητές πού θά διδαχθοῦν τήν νέαν ὕλη πρέπει:
«Νά προβληματισθοῦν καί νά ἀρχίσουν, νά ἀμφισβητοῦν τό κύρος καί τήν ἀλήθεια τῆς θρησκείας, εἰς τήν ὁποίαν ἀνήκουν καί ἐπίσης νά ἀρχίσουν, νά προσβλέπουν πρός ἄλλη θρησκεία ὑπολογίζοντες ὅτι εἶναι ἐγκυρότερη τῆς ἰδικῆς τους»
Δέν νομίζω ὅτι χρειάζονται καί ἄλλα ἀποσπάσματα ἀπό τίς προτάσεις τοῦ ΙΕΠ περί τοῦ νέου μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν.
Τά ὡς ἄνω στοιχεῖα ἀποτελοῦν βεβαίως ρητήν ὁμολογίαν, ὅτι τό νέο μάθημα τῶν θρησκευτικῶν ἀποτελεῖ προσπάθεια ἔστω ἔμμεση (ὁ νόμος τιμωρεῖ καί τήν ἔμμεσον προσέγγιση τοῦ προσηλυτιζομένου) προσηλυτισμοῦ. Πρός πλήρη ἐνημέρωση τοῦ ἀκροατηρίου ἐπισημαίνουμε μερικά ἄλλα στοιχεῖα τοῦ ἐγκλήματος τοῦ προσηλυτισμοῦ. Τό παρόν ἔγκλημα τιμωρεῖται ὡς τετελεσμένο καίτοι εὑρίσκεται εἰς τό στάδιον τῆς ἀποπείρας. Καί τοῦτο διότι ὁ νόμος τιμωρεῖ τήν ἀπόπειρα (δηλ. τήν προσπάθεια) κάποιου νά προσεγγίσει ἄλλον πρός τόν σκοπόν μεταβολῆς τοῦ θρησκεύματός του. Καί ὄχι τό τετελεσμένο ἔγκλημα. Τό ἀδίκημα τιμωρεῖται ἔστω καί ἄν ὁ σκοπός προσεγγίσεως τοῦ προσηλυτιζομένου δέν ἐπιτευχθεῖ (ὅσες ἀξιόποινες πράξεις τιμωροῦνται ἐφ’ ὅσον διαπράττονται «πρός τόν σκοπόν νά…………….» ὁ σκοπός δέν ἀπαιτεῖται νά πραγματοποιηθεῖ). Οἱ τρόποι προσεγγίσεως ἀναφέρονται εἰς τό νόμο ἐνδεικτικῶς καί ὄχι περιοριστικῶς ἀλλά καί κάθε ἄλλο μέσον ἤ τρόπος πού χρησιμοποιεῖται πρός προσέγγιση, εἶναι ἀξιόποινος.
Τέλος, ὁ νόμος θεωρεῖ ὡς ἰδιαιτέρως ἐπιβαρυντική περίπτωση τόν προσηλυτισμό, ἐάν γίνεται ἐντός σχολείων.
Ἀπό ἔρευνα πού ἔγινε διαπιστοῦται, ὅτι κάποιος ἤ κάποιοι ἀπό τούς προτείναντες τήν νέαν ὕλη τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν ἀνήκουν σέ αἱρέσεις ὄπως ἡ αἵρεση Ἀριγκάτου κ.λ.π. Εἶναι σαφές ὅτι ἐφ’ ὅσον εἶναι ἁρμόδιοι νά καταστρώσουν νέαν ὕλη τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν, ὀφείλουν, νά δώσουν πλήρη στοιχεῖα τῶν θρησκευτικῶν τους πεποιθήσεων. Ὄχι βεβαίως διότι ἀπαγορεύεται, νά ἀνήκουν σέ ὅποια θρησκεία ἐπιθυμοῦν ἤ ἐπιλέγουν (ἄλλωστε εἰς τήν Ἑλλάδα ἔχουμε ἀνεξιθρησκεία), ἀλλά ἀφοῦ τυγχάνουν ἁρμόδιοι νά εἰσηγηθοῦν νέο μάθημα θρησκευτικῶν, ἡ ὑπηρεσία τους πρέπει νά γνωρίζει τίς πεποιθήσεις τους, διότι πρέπει, νά ἐπιλέξει διά τήν θέση αὐτήν τούς ἱκανοτέρους καί ἐκείνη θά κρίνει ποῖον θεωρεῖ ἱκανότερον καί ὄχι οἱ ἴδιοι. Ὅπως ἐάν τό κράτος θέλει π.χ. νά προσλάβει κάποιον διπλωμάτη, ἐκεῖνο θά κρίνει κατά πόσον γνωρίζει ἐπαρκῶς ξένες γλῶσσες ἤ κατά πόσον εἶναι ἱκανός, νά χειρισθεῖ διπλωματικά θέματα κ.λ.π καί πάντα μέ ἰδικά του κριτήρια κ.ὁ.κ..Τό ἴδιο ἰσχύει καί διά κάθε ἄλλη ὑπηρεσία καί φυσικά καί διά τά στελέχη τοῦ ΙΕΠ. Ἑπομένως τά ἐν λόγῳ στελέχη δέν δικαιοῦνται τά ἴδια νά καθορίζουν τά προσόντα διορισμοῦ τους καί νά ἀναφέρουν ἤ νά ἀποσιωποῦν ὅποια ἐκεῖνοι κρίνουν ἀνακοινώσιμα ἤ ὄχι. Ἑπομένως διά τά πρόσωπα αὐτά συντρέχει λόγος σοβαρός ἐπί τῆς ἱκανότητός τους καί χρησιμότητός τους διά τήν θέση πού κατέχουν, ἐπηρεάζων εὐθέως καί τίς πρός τό Ὑπουργεῖο Παιδείας προτάσεις τους.