Ένας στους τέσσερις , αν και είχε υψηλή βαθμολογία σε ακαδημαϊκά και υπηρεσιακά προσόντα, σημείωσε χαμηλές επιδόσεις στη συνέντευξη.

ΕΛΠΙΔΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗ

Σε αυτή την παραδοχή προχώρησε ο υπουργός Παιδείας Κώστας Γαβρόγλου, έπειτα από ερώτηση βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος έκανε λόγο για αδικίες και έλλειψη αξιοκρατίας στον νόμο για επιλογή διευθυντών σχολείων που ψηφίστηκε επί Γαβρόγλου.

Ο υπουργός παραδέχτηκε ότι η μοριοδότηση των συνεντεύξεων μαγείρεψε ένα μεγάλο ποσοστό των μορίων υποψήφιων διευθυντών, υπογράμμισε ότι το υπουργείο Παιδείας δεν έχει θεσμικό ρόλο να παρέμβει στις επιτροπές που διενεργούν τις συνεντεύξεις, ενώ παρέπεμψε και στον… Νεύτωνα για να αιτιολογήσει τα αποτελέσματα. Ειδικότερα, ανέφερε ότι το 26% των υποψηφίων σημείωσε υψηλή βαθμολογία στα προσόντα και χαμηλή στη συνέντευξη και πως το υψηλό ποσοστό προβλημάτισε το υπουργείο, το οποίο μελετάει τα πρακτικά των συνεντεύξεων. Βέβαια, σημείωσε ότι υπάρχουν και περιπτώσεις εκπαιδευτικών που παρά τα ακαδημαϊκά τους προσόντα, αδυνατούν να σταθούν σε μια συνέντευξη. «Ο Νεύτωνας ήταν κορυφαίος ερευνητής αλλά δεν είχε καμία επικοινωνία με τους φοιτητές του».

Η ανομία στα πανεπιστήμια και τα κενά στα δημοτικά σχολεία μονοπώλησαν το ενδιαφέρον των χθεσινών απαντήσεων του υπουργού Παιδείας στη Βουλή. Ο κ. Γαβρόγλου αρνήθηκε ότι υπάρχει καθεστώς ανομίας στα Πανεπιστήμια και έκανε λόγο για «υπαρκτή παραβατικότητα, την οποία θα πρέπει να καταδικάζουμε όλοι». Επανέλαβε ότι έχει συγκροτήσει μία ομάδα εργασίας με συντονιστή τον πρώην υπουργό Δικαιοσύνης Νίκο Παρασκευόπουλο, ενώ έριξε τις ευθύνες για την «υπαρκτή παραβατικότητα» στις ηγεσίες των πανεπιστημίων, οι οποίες, όπως ισχυρίστηκε, αν και τους έχουν ζητηθεί προτάσεις από το υπουργείο Παιδείας, αυτές δεν έχουν προχωρήσει σε ιδέες για περιορισμό του φαινομένου.

Ασαφείς ήταν και οι τοποθετήσεις του για τα κενά στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Παρά τις διθυραμβικές δηλώσεις του υπουργού Παιδείας στην έναρξη της σχολικής χρονιάς για το άνοιγμα των σχολείων, σχεδόν δύο μήνες μετά το πρώτο σχολικό κουδούνι, πολλά ολοήμερα σχολεία υπολειτουργούν με λιγότερα τμήματα.